Αντώνης Ι. Ζαρκανέλας
π. Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης
της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης. Τα δήθεν κεντρικά αφηγήματα των ΣΥΡΙΖΑΙΩΝ της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ για την εμμονική στάση και χωρίς να διαβουλευθούν καν με τα άλλα κόμματα για το Εθνικό θέμα του Σκοπιανού, ήταν:
· Ότι ακολούθησε τις ΕΘΝΙΚΕΣ κόκκινες γραμμές της Συνόδου του ΝΑΤΟ του 2008 στο Βουκουρέστι
· και Ότι με την Συμφωνία των Πρεσπών θα ενισχυθεί «η ασφάλεια στην περιοχή», «ανοίγει ο δρόμος για ευρεία συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών», η χώρα μας εξαιτίας αυτής της συμφωνίας «..αναδεικνύεται σε δύναμη σταθερότητας, ειρήνης και συνεργασίας, συμβάλλοντας στην επίλυση των διαφορών μεταξύ των χωρών της περιοχής, ενισχύοντας την ευρωπαϊκή προοπτική των γειτονικών κρατών».
Όσον αφορά το πρώτο, η Κυβέρνηση δεν ακολούθησε παρά μία από τις Εθνικές κόκκινες γραμμές του Βουκουρεστίου. Αυτήν του ονοματολογικού, τη σύνθετη δηλ. ονομασία με το όνομα «Μακεδονία» με γεωγραφικό προσδιορισμό και τη χρησιμοποίησή του από όλους (erga omnes). Αυτή η κόκκινη γραμμή ήταν και η ευκολότερη, γιατί γινόταν στη βάση αμοιβαίου συμβιβασμού: Εμείς δεχόμασταν τον γεωγραφικό προσδιορισμό και αυτοί δέχονταν την αλλαγή του συνταγματικού τους ονόματος που, κατά τον ΟΗΕ, δεν γινόταν αποδεκτό. Όμως οι κόκκινες γραμμές του Βουκουρεστίου ήταν περισσότερες και πολύ πιο σημαντικές σύμφωνα με τον κ. Μέρτζο και τα αναφερόμενα στο βιβλίο του «ΤΑ ΣΚΟΠΙΑ και οι Άλλοι», εκδόσεων της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών του 2013. Η σημερινή Κυβέρνηση δώρισε στους γείτονες, χωρίς να είναι υποχρεωμένη και κατά παράβαση της διεθνούς πρακτικής, Μακεδονική Ιθαγένεια και Γλώσσα ενώ το όνομα του Κράτους θα είναι Βόρεια Μακεδονία. Τα δύο αυτά, η Μακεδονική ταυτότητα και η Μακεδονική γλώσσα, ήταν και προφανώς θα παραμείνουν και στο μέλλον και με τη δική μας υπογραφή αυτή τη φορά, όπως μας δίδαξε ο δάσκαλος της Ελληνικότητας του όρου «Μακεδονία», Ν. Μέρτζος, η μήτρα, το όχημα του αλυτρωτισμού, του Μακεδονισμού, της παραποίησης της ιστορίας μας, των εδαφικών διεκδικήσεων, της αμφισβήτησης της εθνικής μας κυριαρχίας στη Μακεδονία κλπ. Πώς αυτά αντιμετωπίζονται με την παρούσα Συμφωνία δεν μας εξήγησε ούτε ο κ. Μέρτζος, ούτε κάποιοι εταίροι της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών (ΕΜΣ) που συμφωνούν με αυτήν. Ούτε όμως και η σημερινή Διοίκηση της ΕΜΣ μας είπε τις σκέψεις της επ΄αυτού, παρόλον ότι διαφωνεί με την Συμφωνία των Πρεσπών.
Είναι απορίας άξιο, γιατί επέδειξαν τέτοια σπουδή και κρυψίνοια οι Τσίπρας-Κοτζιάς. Γιατί, άραγε, δεν ζήτησαν τη σύγκληση σύσκεψης των πολιτικών Αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για το μείζον αυτό Εθνικό Θέμα. Η σπουδή και κρυψίνοια που επέδειξαν για το Εθνικό αυτό θέμα, είναι σίγουρο ότι θα απασχολήσουν τον ιστορικό του μέλλοντος για τους στόχους της περίεργης αυτής Διεθνιστικο-εθνικο«πατριωτικής» κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ.
Προκαλεί τον κοινό νου, η Ελληνική Κυβέρνηση να ασπάζεται με τέτοια σπουδή το επιχείρημα που τους «σερβίρισαν» οι Σκοπιανοί ότι η Ελλάδα δέχθηκε από το 1977 ως επίσημη γλώσσα τους τη Μακεδονική, ΕΝΏ όπως είπε ο κ. Μπαμπινιώτης σε συνέντευξή του σε τηλεοπτικό σταθμό αυτό ήταν δικό μας επιχείρημα; Προκαλεί όμως οργή και θυμό ότι ενώ οι Σκοπιανοί δέχονται ότι η γλώσσα τους ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών η Κυβέρνηση προστρέχει και σχεδόν με ικανοποίηση την χαρακτηρίζει Μακεδονική και όχι Σλαβομακεδονική. Προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη οργή το γεγονός ότι ενώ στη συμφωνία αναφέρεται, κατά την κόκκινη γραμμή του Βουκουρεστίου, η ονομασία της π-ΓΔΜ να είναι «Βόρεια Μακεδονία», στην ίδια συμφωνία αναφέρεται ότι ο Πολίτης της «Βόρειας Μακεδονίας» δεν θα είναι Βορειομακεδόνας αλλά σκέτο «Μακεδόνας» με τη διευκρίνηση «…/Πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας», λες και υπήρχε περίπτωση να είναι πολίτης της Κίνας.
Μετά από αυτά που μας έμαθαν οι ειδικοί και ασχολούμενοι με το Μακεδονικό Έλληνες ιστορικοί, έστω και αν κάποιοι από αυτούς εμήδισαν την τελευταία στιγμή, οι της Κυβέρνησης συνεχίζουν άραγε να επιμένουν ότι η χρήση του όρου Μακεδονία στην Ιθαγένεια και στη Γλώσσα - έστω και με τις αφελείς και ψευδείς διευκρινίσεις της Συμφωνίας - δεν αποτελούν πλέον οχήματα του Αλυτρωτισμού, του Μακεδονισμού και των συνεπαγόμενων (Μακεδονικό Έθνος εκεί, Μακεδονική μειονότητα από εδώ, διεκδικήσεις κλπ); Τόσο εύκολο ήταν λοιπόν το πρόβλημα που ταλάνιζε πάνω από 150 χρόνια την περιοχή; Και κόστισε στην Ελλάδα τόσους θανάτους, τόσο πόνο, τόσο τρόμο;
Όσον αφορά στο δεύτερο αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ, ότι, δηλαδή, η σημερινή συμφωνία προάγει -για πρώτη φορά;- «..την ειρήνη, τη σταθερότητα, την ασφάλεια και τη συνεργασία ανάμεσα στις χώρες των Βαλκανίων», είναι απλά λάθος, άγνοια ή καιροσκοπισμός ή και όλα μαζί. Και ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνον δεν πρωτοτυπεί αλλά έρχεται δεύτερος…και με διαφορά. Η Ελλάδα, του παλιού πολιτικού συστήματος, ως το μόνο μέλος της Βαλκανικής και στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, από την πρώτη ημέρα που αποτίναξαν από πάνω τους τον Κομμουνισμό, τάχθηκε ανεπιφύλακτα, για τους ίδιους λόγους, και χωρίς φανφάρες και λόγια υπέρ της ένταξης όλων των Βαλκανικών χωρών στους δύο αυτούς Διεθνείς Οργανισμούς με τους όρους και τις προϋποθέσεις βέβαια που προβλέπονται. Και μάλιστα, ξεχνώντας για μερικές από αυτές (π.χ. Βουλγαρία, Ρουμανία) τις μακρόχρονες επιβουλές εναντίον της Ελλάδος στη Μακεδονία.
Και βέβαια, αναφορικά με τα οικονομικά οφέλη που υποτίθεται ότι θα αποκομίσει η χώρα εξαιτίας της εφαρμογής αυτής της συμφωνίας, ας μην ξεχνούν ότι το Ελληνικό κεφάλαιο και ο Έλληνας επιχειρηματίας όχι μόνον δεν φοβήθηκαν την χώρα αυτή αλλά και την εμπιστεύθηκαν μεταφέροντας εκεί πλήθος δραστηριοτήτων. Σε βαθμό μάλιστα να κατηγορούνται και αυτοί και οι τότε πολιτικοί από τους τότε προκατόχους του ΣΥΡΙΖΑ «προοδευτικούς» του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΎ οι οποίοι μιλούσαν για οικονομική «κατάληψη» του γειτονικού κρατιδίου, για ιμπεριαλιστική επίθεση του ελληνικού κεφαλαίου ή ότι το Κράτος ξεχνάει του Έλληνες εργαζόμενους και δίνει και κίνητρα για την μεταφορά των επιχειρήσεων στην γειτονική χώρα…Τώρα μας λένε ότι αυτά θα διευκολυνθούν με τη Συμφωνία των Πρεσπών στο όνομα μάλιστα της Ειρήνης, της Αλληλεγγύης των Λαών…
· και Ότι με την Συμφωνία των Πρεσπών θα ενισχυθεί «η ασφάλεια στην περιοχή», «ανοίγει ο δρόμος για ευρεία συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών», η χώρα μας εξαιτίας αυτής της συμφωνίας «..αναδεικνύεται σε δύναμη σταθερότητας, ειρήνης και συνεργασίας, συμβάλλοντας στην επίλυση των διαφορών μεταξύ των χωρών της περιοχής, ενισχύοντας την ευρωπαϊκή προοπτική των γειτονικών κρατών».
Όσον αφορά το πρώτο, η Κυβέρνηση δεν ακολούθησε παρά μία από τις Εθνικές κόκκινες γραμμές του Βουκουρεστίου. Αυτήν του ονοματολογικού, τη σύνθετη δηλ. ονομασία με το όνομα «Μακεδονία» με γεωγραφικό προσδιορισμό και τη χρησιμοποίησή του από όλους (erga omnes). Αυτή η κόκκινη γραμμή ήταν και η ευκολότερη, γιατί γινόταν στη βάση αμοιβαίου συμβιβασμού: Εμείς δεχόμασταν τον γεωγραφικό προσδιορισμό και αυτοί δέχονταν την αλλαγή του συνταγματικού τους ονόματος που, κατά τον ΟΗΕ, δεν γινόταν αποδεκτό. Όμως οι κόκκινες γραμμές του Βουκουρεστίου ήταν περισσότερες και πολύ πιο σημαντικές σύμφωνα με τον κ. Μέρτζο και τα αναφερόμενα στο βιβλίο του «ΤΑ ΣΚΟΠΙΑ και οι Άλλοι», εκδόσεων της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών του 2013. Η σημερινή Κυβέρνηση δώρισε στους γείτονες, χωρίς να είναι υποχρεωμένη και κατά παράβαση της διεθνούς πρακτικής, Μακεδονική Ιθαγένεια και Γλώσσα ενώ το όνομα του Κράτους θα είναι Βόρεια Μακεδονία. Τα δύο αυτά, η Μακεδονική ταυτότητα και η Μακεδονική γλώσσα, ήταν και προφανώς θα παραμείνουν και στο μέλλον και με τη δική μας υπογραφή αυτή τη φορά, όπως μας δίδαξε ο δάσκαλος της Ελληνικότητας του όρου «Μακεδονία», Ν. Μέρτζος, η μήτρα, το όχημα του αλυτρωτισμού, του Μακεδονισμού, της παραποίησης της ιστορίας μας, των εδαφικών διεκδικήσεων, της αμφισβήτησης της εθνικής μας κυριαρχίας στη Μακεδονία κλπ. Πώς αυτά αντιμετωπίζονται με την παρούσα Συμφωνία δεν μας εξήγησε ούτε ο κ. Μέρτζος, ούτε κάποιοι εταίροι της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών (ΕΜΣ) που συμφωνούν με αυτήν. Ούτε όμως και η σημερινή Διοίκηση της ΕΜΣ μας είπε τις σκέψεις της επ΄αυτού, παρόλον ότι διαφωνεί με την Συμφωνία των Πρεσπών.
Είναι απορίας άξιο, γιατί επέδειξαν τέτοια σπουδή και κρυψίνοια οι Τσίπρας-Κοτζιάς. Γιατί, άραγε, δεν ζήτησαν τη σύγκληση σύσκεψης των πολιτικών Αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για το μείζον αυτό Εθνικό Θέμα. Η σπουδή και κρυψίνοια που επέδειξαν για το Εθνικό αυτό θέμα, είναι σίγουρο ότι θα απασχολήσουν τον ιστορικό του μέλλοντος για τους στόχους της περίεργης αυτής Διεθνιστικο-εθνικο«πατριωτικής» κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ.
Προκαλεί τον κοινό νου, η Ελληνική Κυβέρνηση να ασπάζεται με τέτοια σπουδή το επιχείρημα που τους «σερβίρισαν» οι Σκοπιανοί ότι η Ελλάδα δέχθηκε από το 1977 ως επίσημη γλώσσα τους τη Μακεδονική, ΕΝΏ όπως είπε ο κ. Μπαμπινιώτης σε συνέντευξή του σε τηλεοπτικό σταθμό αυτό ήταν δικό μας επιχείρημα; Προκαλεί όμως οργή και θυμό ότι ενώ οι Σκοπιανοί δέχονται ότι η γλώσσα τους ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών η Κυβέρνηση προστρέχει και σχεδόν με ικανοποίηση την χαρακτηρίζει Μακεδονική και όχι Σλαβομακεδονική. Προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη οργή το γεγονός ότι ενώ στη συμφωνία αναφέρεται, κατά την κόκκινη γραμμή του Βουκουρεστίου, η ονομασία της π-ΓΔΜ να είναι «Βόρεια Μακεδονία», στην ίδια συμφωνία αναφέρεται ότι ο Πολίτης της «Βόρειας Μακεδονίας» δεν θα είναι Βορειομακεδόνας αλλά σκέτο «Μακεδόνας» με τη διευκρίνηση «…/Πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας», λες και υπήρχε περίπτωση να είναι πολίτης της Κίνας.
Μετά από αυτά που μας έμαθαν οι ειδικοί και ασχολούμενοι με το Μακεδονικό Έλληνες ιστορικοί, έστω και αν κάποιοι από αυτούς εμήδισαν την τελευταία στιγμή, οι της Κυβέρνησης συνεχίζουν άραγε να επιμένουν ότι η χρήση του όρου Μακεδονία στην Ιθαγένεια και στη Γλώσσα - έστω και με τις αφελείς και ψευδείς διευκρινίσεις της Συμφωνίας - δεν αποτελούν πλέον οχήματα του Αλυτρωτισμού, του Μακεδονισμού και των συνεπαγόμενων (Μακεδονικό Έθνος εκεί, Μακεδονική μειονότητα από εδώ, διεκδικήσεις κλπ); Τόσο εύκολο ήταν λοιπόν το πρόβλημα που ταλάνιζε πάνω από 150 χρόνια την περιοχή; Και κόστισε στην Ελλάδα τόσους θανάτους, τόσο πόνο, τόσο τρόμο;
Όσον αφορά στο δεύτερο αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ, ότι, δηλαδή, η σημερινή συμφωνία προάγει -για πρώτη φορά;- «..την ειρήνη, τη σταθερότητα, την ασφάλεια και τη συνεργασία ανάμεσα στις χώρες των Βαλκανίων», είναι απλά λάθος, άγνοια ή καιροσκοπισμός ή και όλα μαζί. Και ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνον δεν πρωτοτυπεί αλλά έρχεται δεύτερος…και με διαφορά. Η Ελλάδα, του παλιού πολιτικού συστήματος, ως το μόνο μέλος της Βαλκανικής και στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, από την πρώτη ημέρα που αποτίναξαν από πάνω τους τον Κομμουνισμό, τάχθηκε ανεπιφύλακτα, για τους ίδιους λόγους, και χωρίς φανφάρες και λόγια υπέρ της ένταξης όλων των Βαλκανικών χωρών στους δύο αυτούς Διεθνείς Οργανισμούς με τους όρους και τις προϋποθέσεις βέβαια που προβλέπονται. Και μάλιστα, ξεχνώντας για μερικές από αυτές (π.χ. Βουλγαρία, Ρουμανία) τις μακρόχρονες επιβουλές εναντίον της Ελλάδος στη Μακεδονία.
Και βέβαια, αναφορικά με τα οικονομικά οφέλη που υποτίθεται ότι θα αποκομίσει η χώρα εξαιτίας της εφαρμογής αυτής της συμφωνίας, ας μην ξεχνούν ότι το Ελληνικό κεφάλαιο και ο Έλληνας επιχειρηματίας όχι μόνον δεν φοβήθηκαν την χώρα αυτή αλλά και την εμπιστεύθηκαν μεταφέροντας εκεί πλήθος δραστηριοτήτων. Σε βαθμό μάλιστα να κατηγορούνται και αυτοί και οι τότε πολιτικοί από τους τότε προκατόχους του ΣΥΡΙΖΑ «προοδευτικούς» του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΎ οι οποίοι μιλούσαν για οικονομική «κατάληψη» του γειτονικού κρατιδίου, για ιμπεριαλιστική επίθεση του ελληνικού κεφαλαίου ή ότι το Κράτος ξεχνάει του Έλληνες εργαζόμενους και δίνει και κίνητρα για την μεταφορά των επιχειρήσεων στην γειτονική χώρα…Τώρα μας λένε ότι αυτά θα διευκολυνθούν με τη Συμφωνία των Πρεσπών στο όνομα μάλιστα της Ειρήνης, της Αλληλεγγύης των Λαών…