Ακατάβλητος ο 72χρονος υφυπουργός, ο οποίος εκτός από το να αλλάζει κόμματα δεν κουράστηκε τέσσερα χρόνια στην κυβέρνηση να αλλάζει αεροπλάνα, χώρες και ηπείρους
Από...
Από...
τον Νοέμβριο του 2016 μέχρι σήμερα ο Τέρενς Σπένσερ Νικόλαος Κουίκ έχει διανύσει μεγάλη απόσταση. Και δεν εννοούμε τις απόψεις του για το Σκοπιανό με τη μεγαλοπρεπή κωλοτούμπα του, αφού από τις παλαιότερες καταγγελίες «ξεπουλάτε τη Μακεδονία» που εξαπέλυε στους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., έφτασε να γίνει διαπρύσιος κήρυκας της Συμφωνίας των Πρεσπών αποθεώνοντας τον Αλέξη Τσίπρα για το πολιτικό του θάρρος...
Στις 834 ημέρες που κατέχει το χαρτοφυλάκιο του υφυπουργού Εξωτερικών, ο Τέρενς Κουίκ έχει αποδειχθεί ταξιδιάρα ψυχή. Ο παλαιός δημοσιογράφος πρόλαβε να επισκεφθεί τα τέσσερα σημεία του πλανήτη - από την Τζακάρτα της Ινδονησίας μέχρι την Αιθιοπία, τη Μοζαμβίκη και το Κονγκό και από τη Νέα Υόρκη, τη Βοστόνη και την Ουάσινγκτον μέχρι την Ακτή Ελεφαντοστού, τη Νότια Αφρική, τη Μελβούρνη και την Αδελαΐδα. Μέχρι το Μαλάουι έφτασε η χάρη του κ. Κουίκ, ο οποίος δεν έχει διαμαρτυρηθεί ούτε μια φορά για το γεγονός ότι από τις 15 Νοεμβρίου του 2016 το σπίτι του στην Ελλάδα τον έχει χάσει. Βλέπετε, ο υφυπουργός των ΑΝ.ΕΛ. και του ΣΥΡΙΖΑ κάνει σχεδόν ένα ταξίδι στο εξωτερικό κάθε εβδομάδα, αναζητώντας την ελληνική Ομογένεια, τα photo opportunities, αλλά και την ημερήσια αποζημίωση των 150 ευρώ που προβλέπεται για κάθε ημέρα παραμονής στο εξωτερικό...
Ο γύρος του κόσμου σε 4 χρόνια
Με σχεδόν 1 ταξίδι κάθε εβδομάδα στις 834 μέρες της θητείας του ως υφυπουργoύ Εξωτερικών, έχει ταξιδέψει στα 4 σημεία του ορίζοντα αναζητώντας διακρατικές συμφωνίες και, κυρίως, photo opportunities για τα social media
Κάντε κλικ στην φωτογραφία για μεγέθυνση
Στις 834 ημέρες που κατέχει το χαρτοφυλάκιο του υφυπουργού Εξωτερικών, ο Τέρενς Κουίκ έχει αποδειχθεί ταξιδιάρα ψυχή. Ο παλαιός δημοσιογράφος πρόλαβε να επισκεφθεί τα τέσσερα σημεία του πλανήτη - από την Τζακάρτα της Ινδονησίας μέχρι την Αιθιοπία, τη Μοζαμβίκη και το Κονγκό και από τη Νέα Υόρκη, τη Βοστόνη και την Ουάσινγκτον μέχρι την Ακτή Ελεφαντοστού, τη Νότια Αφρική, τη Μελβούρνη και την Αδελαΐδα. Μέχρι το Μαλάουι έφτασε η χάρη του κ. Κουίκ, ο οποίος δεν έχει διαμαρτυρηθεί ούτε μια φορά για το γεγονός ότι από τις 15 Νοεμβρίου του 2016 το σπίτι του στην Ελλάδα τον έχει χάσει. Βλέπετε, ο υφυπουργός των ΑΝ.ΕΛ. και του ΣΥΡΙΖΑ κάνει σχεδόν ένα ταξίδι στο εξωτερικό κάθε εβδομάδα, αναζητώντας την ελληνική Ομογένεια, τα photo opportunities, αλλά και την ημερήσια αποζημίωση των 150 ευρώ που προβλέπεται για κάθε ημέρα παραμονής στο εξωτερικό...
Ο γύρος του κόσμου σε 4 χρόνια
Με σχεδόν 1 ταξίδι κάθε εβδομάδα στις 834 μέρες της θητείας του ως υφυπουργoύ Εξωτερικών, έχει ταξιδέψει στα 4 σημεία του ορίζοντα αναζητώντας διακρατικές συμφωνίες και, κυρίως, photo opportunities για τα social media
Κάντε κλικ στην φωτογραφία για μεγέθυνση
Ο περφόρμερ της κυβέρνησης
Θα μπορούσε να είναι μια σημαδιακή μέρα για τον παγκόσμιο γεωγραφικό άτλαντα. Ο 72χρονος εξωκοινοβουλευτικός υφυπουργός Εξωτερικών που έχει οργώσει την υφήλιο ως σύγχρονος Μάρκο Πόλο των πέντε ηπείρων και των επτά θαλασσών, ορκιζόταν στα πάτρια εδάφη ως ο 22ος ανεξάρτητος βουλευτής. Προηγουμένως, με ιεραποστολική πειθαρχία, έκλινε το γόνυ ευλαβικά στην τρέχουσα κυβέρνηση και ορκίστηκε σε αυτήν αιώνια πίστη, διαμηνύοντας με επιστολή του στο πανελλήνιο ότι θα τη στηρίζει και θα ψηφίζει ό,τι φέρνει στη Βουλή.
Σεμνός, πράος, θεοσεβούμενος και νηφάλιος ο παλαίμαχος άνκορμαν της ελληνικής τηλεόρασης, με αμπιγέ κοστούμι σε μια επεισοδιακή ορκωμοσία, ολοκλήρωνε μια περφόρμανς που ξέφευγε από τη μανιέρα του τηλεοπτικού πάνελ και άγγιζε τα όρια της υψηλής τέχνης. Ηταν η στιγμή της απόδειξης της ωριμότητας ενός θερμού υπέρμαχου της «μίας και μοναδικής Ελληνικής Μακεδονίας». Για το όνομα της οποίας μάτωνε, δεν θα εκχωρούσε ποτέ, και υπερήφανα διατράνωνε περιφερόμενος σε όλη την οικουμένη προσφέροντας, στo πλαίσιo των καθηκόντων του, ως αναμνηστικά δώρα ένα ζευγάρι μανικετόκουμπα με αποτυπωμένη πάνω τους τη μορφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου ακόμη και σε φύλαρχους της υποσαχάριας Αφρικής.
Ταυτόχρονα, όπως τραγουδούσε και ο κουμπάρος του Τόλης Βοσκόπουλος, ήταν για τον ίδιο μια ώρα δύσκολη, καθώς αυτή σημαδευόταν από μια μελοδραματική υπέρβαση με τριπλό άξελ των παρελθουσών δεσμεύσεων και των κατακόκκινων εθνικών γραμμών του πρώην κόμματός του. Εκείνων ακριβώς που μόλις προ πενταετίας περιέγραφε δηλώνοντας: «Αν ήταν να συνεργαστώ με τον ΣΥΡIΖΑ, θα έπρεπε να αλλάξω τόπο και να πάω σε άλλη ήπειρο από ντροπή». Τελικά, όσα με λεπτολόγο επιμέλεια είχε οικοδομήσει, ανταλλάσσονταν με τη διατήρηση ενός υπουργικού χαρτοφυλακίου και με ένα VIP αεροπορικό εισιτήριο για όλες τις ηπείρους της υδρογείου. Τι πιο βολικό από τον ευτυχή συνδυασμό «δουλειάς» και χόμπι, όσο αυτός ακόμη θα αντέχει κυβερνητικά, αφού δεν διαρρήχθηκε στον πρόσφατο ανασχηματισμό.
Με τον Αλέξη Τσίπρα
Εξαιτίας αυτού του φορτίου ευγνωμοσύνης προ τον πρωθυπουργό και απαλλαγμένος από προηγούμενους κομματικούς περιορισμούς του, ο πολύπειρος δημοσιογράφος φρόντισε να ανασύρει προσφάτως από τα άδυτα της μνήμης του ότι την περίοδο 1992-93 ήταν από εκείνους που υποστήριζαν τη λύση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη για τη σύνθετη ονομασία των Σκοπίων - πράγμα που μάλλον και ο ίδιος είχε ξεχάσει επί 27 χρόνια. Και φυσικά λαλίστατος ξεχειλίζει εγκώμια προς τον Αλέξη Τσίπρα που «δίνει αγώνα να ξαναγίνει η Ελλάδα όπως τις εποχές του Κωνσταντίνου Καραμανλή».
Ελάχιστοι ίσως θυμούνται εκείνο το μεσημέρι στα μέσα Οκτωβρίου του 2014, όταν ο Πάνος Καμμένος περνούσε στη Βουλή την πόρτα του γραφείου του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Τον πρόεδρο των ΑΝ.ΕΛ. συνόδευε ο βουλευτής Τέρενς Κουίκ, ο οποίος έναν χρόνο περίπου νωρίτερα είχε αστράψει και βροντήξει εναντίον του Νότη Μαριά, ο οποίος, ως εκπρόσωπος του κόμματός τους, είχε χαιρετίσει με ενθουσιασμό το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Για τον αλύγιστο Κουίκ εκείνη η ομιλία του ήταν ένα ανεπίτρεπτο πολιτικό άνοιγμα προς την Αριστερά. Ανάμνηση από την οποία ο ευπροσάρμοστος Τέρενς είχε πλέον απαλλαγεί. Εικάζεται ότι στην τότε συνομιλία των δύο αρχηγών ο Τσίπρας φέρεται να είπε στον Καμμένο «να μου προσέχετε τον Τέρενς», ως ένδειξη σεβασμού και αναγνώρισης στην πολύχρονη δημοσιογραφική του καριέρα. Το πιο ενδιαφέρον ήταν ότι μετά την αποχώρηση του Καμμένου από την κουβέντα ο αταλάντευτος στις πεποιθήσεις του Κουίκ παρέμεινε επί δέκα ακόμη λεπτά στο γραφείο του Τσίπρα. Η ιδιοσυγκρασιακή του ευγένεια δεν του επέτρεπε να φύγει και αυτός άρον άρον από έναν τόπο που έμοιαζε να είναι καλοδεχούμενος. Και ενδεχομένως αφότου πληροφορήθηκε τη φιλοφρόνηση στο πρόσωπό του από τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να ένιωσε κολακευμένος. Τότε, όμως, ήταν νωρίς για να ανταποδώσει το κομπλιμέντο, καθώς είχε δημοσίως και κατ’ επανάληψη ξεκαθαρίσει ότι οι ΑΝ.ΕΛ. δεν θα γίνουν ουρά κανενός. Αλλωστε τότε διακήρυσσε στεντόρεια: «Με προσβάλλει προσωπικά να διαδίδουν αυτό το ψέμα». Ολα αυτά, όμως, ανήκουν στις κλειδωμένες πίσω του πολιτικές σελίδες.
Εξαιτίας αυτού του φορτίου ευγνωμοσύνης προ τον πρωθυπουργό και απαλλαγμένος από προηγούμενους κομματικούς περιορισμούς του, ο πολύπειρος δημοσιογράφος φρόντισε να ανασύρει προσφάτως από τα άδυτα της μνήμης του ότι την περίοδο 1992-93 ήταν από εκείνους που υποστήριζαν τη λύση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη για τη σύνθετη ονομασία των Σκοπίων - πράγμα που μάλλον και ο ίδιος είχε ξεχάσει επί 27 χρόνια. Και φυσικά λαλίστατος ξεχειλίζει εγκώμια προς τον Αλέξη Τσίπρα που «δίνει αγώνα να ξαναγίνει η Ελλάδα όπως τις εποχές του Κωνσταντίνου Καραμανλή».
Ελάχιστοι ίσως θυμούνται εκείνο το μεσημέρι στα μέσα Οκτωβρίου του 2014, όταν ο Πάνος Καμμένος περνούσε στη Βουλή την πόρτα του γραφείου του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Τον πρόεδρο των ΑΝ.ΕΛ. συνόδευε ο βουλευτής Τέρενς Κουίκ, ο οποίος έναν χρόνο περίπου νωρίτερα είχε αστράψει και βροντήξει εναντίον του Νότη Μαριά, ο οποίος, ως εκπρόσωπος του κόμματός τους, είχε χαιρετίσει με ενθουσιασμό το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Για τον αλύγιστο Κουίκ εκείνη η ομιλία του ήταν ένα ανεπίτρεπτο πολιτικό άνοιγμα προς την Αριστερά. Ανάμνηση από την οποία ο ευπροσάρμοστος Τέρενς είχε πλέον απαλλαγεί. Εικάζεται ότι στην τότε συνομιλία των δύο αρχηγών ο Τσίπρας φέρεται να είπε στον Καμμένο «να μου προσέχετε τον Τέρενς», ως ένδειξη σεβασμού και αναγνώρισης στην πολύχρονη δημοσιογραφική του καριέρα. Το πιο ενδιαφέρον ήταν ότι μετά την αποχώρηση του Καμμένου από την κουβέντα ο αταλάντευτος στις πεποιθήσεις του Κουίκ παρέμεινε επί δέκα ακόμη λεπτά στο γραφείο του Τσίπρα. Η ιδιοσυγκρασιακή του ευγένεια δεν του επέτρεπε να φύγει και αυτός άρον άρον από έναν τόπο που έμοιαζε να είναι καλοδεχούμενος. Και ενδεχομένως αφότου πληροφορήθηκε τη φιλοφρόνηση στο πρόσωπό του από τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να ένιωσε κολακευμένος. Τότε, όμως, ήταν νωρίς για να ανταποδώσει το κομπλιμέντο, καθώς είχε δημοσίως και κατ’ επανάληψη ξεκαθαρίσει ότι οι ΑΝ.ΕΛ. δεν θα γίνουν ουρά κανενός. Αλλωστε τότε διακήρυσσε στεντόρεια: «Με προσβάλλει προσωπικά να διαδίδουν αυτό το ψέμα». Ολα αυτά, όμως, ανήκουν στις κλειδωμένες πίσω του πολιτικές σελίδες.
Με τον Πάνο Καμμένο, πριν ακόμα βγουν τα μαχαίρια Γα τον ανθεκτικό ευέλικτο και επιβλητικό Τέρενς, ο οποίος σε μια από τις προσγειώσεις του στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» ανακάλυψε ότι «έθεσε εαυτόν εκτός του κόμματος των ΑΝ.ΕΛ.», ήταν μάλλον μια ευκαιρία να επιβιβαστεί πλήρως στο καράβι της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Περισσότερο απαρηγόρητος από την αδυναμία του να φέρει επενδυτές στη χώρα από τη Μοζαμβίκη, το Μαλάουι και τη Μποτσουάνα, αποχαιρέτησε με συγκίνηση τον συνομήλικό του Θανάση Παπαχριστόπουλο που παραιτήθηκε από βουλευτής και ως επιλαχών κατέλαβε τη θέση του. Αναπόφευκτα, έστω και με ακροβατικές ιστορικές συγκρίσεις ηγετικών προσωπικοτήτων του ελληνικού κοινοβουλευτισμού, μετουσιώνεται πια σε ένα όψιμο πολιτικό υβρίδιο. Η βεριτάμπλ κεντροδεξιά του υπόσταση αναμειγνύεται στο μίξερ με τον αριστερολαϊκισμό, σε υπόμνηση μιας δήλωσής του σε ανύποπτο χρόνο που έλεγε ότι «ο Γοργοπόταμος ανατινάχθηκε από τον Ζέρβα και τον Βελουχιώτη μαζί». Μόνο που στις σύγχρονες συνθήκες ο αναμηρυκασμός τέτοιων γενναίων περιστατικών είναι μάλλον ανούσιος, καθώς οι περασμένες αγέρωχες ταυτίσεις καταχωρίζονται στα ληγμένα της Ιστορίας. Οχι, όμως, για τον ίδιο. Κατά τη διάρκεια μιας χαλαρής κοκτέιλ βραδιάς στου Μαξίμου, τον Οκτώβριο του 2016, ο ατυχήσας δύο φορές να εκλεγεί βουλευτής, αλλά δις υπουργός, πλησίασε αγέρωχα με το άσπρο του σακάκι στο πιάνο στο οποίο έπαιζε ο Κώστας Ζουράρις και σιγοψιθύρισε μελαγχολικά το γνωστό τραγούδι της Αλέκας Κανελλίδου «Ασε με να φύγω, σε παρακαλώ». Από πολλά είχε φύγει στη διάρκεια του επαγγελματικού και προσωπικού βίου του ο ευαίσθητος Τέρενς Κουίκ. Ωστόσο τίποτε πλέον δεν θα μπορούσε να τον τρέψει σε φυγή από τη σαγηνευτική αγκαλιά της εξουσίας.
Πολύ πριν ο πολυταξιδεμένος υπουργός γίνει γνωστός για την εγκαρδιότητά του στους απόδημους Ελληνες του Νεπάλ, του Καζακστάν, της Νιγηρίας και άλλων εξωτικών προορισμών, ενώ υπήρξε δημοφιλής και πασίγνωστος σε τρεις γενιές ντόπιων τηλεθεατών. Ενα από τα πρώτα οικεία πρόσωπα της βρεφικής ηλικίας της, αποκλειστικά, δημόσιας τηλεόρασης, που ξεπήδησαν από τον ογκώδη ασπρόμαυρο δέκτη και μπήκαν ευπρόσδεκτα απρόσκλητοι στο σαλονάκι της ελληνικής οικογένειας. Ψηλός, κοντά στο 1,90 μ., αν και αυτό δεν φαινόταν στην οθόνη, ευφραδής, με άπταιστη καθαρεύουσα, γοητευτικός, με λεπτά εκφραστικά χαρακτηριστικά, κατσαρό μαλλί και φοβορίτα ως την άκρη του λοβού του αυτιού, έγραφε στο γυαλί με τα ακαθόριστης απόχρωσης αλλά πάντα στην πένα κοστούμια και τις γραβάτες του. Νέος, ούτε καν 25άρης, απέπνεε μια χαμογελαστή αίσθηση, ακόμη κι όταν σοβαρός, στο κοινό μιας εποχής όπου η τηλεόραση ήταν ασπρόμαυρη και υπήρχαν μόνο δύο κανάλια, το τηλεκοντρόλ ήταν άγνωστη λέξη και η δικτατορία των συνταγματαρχών έλεγχε ασφυκτικά με τη λογοκρισία της τόσο τις εκπομπές ενημέρωσης όσο και της διασκέδασης.
Ο Αγγλος λοχίας
Γεννημένος το 1947 στη Θεσσαλονίκη, είναι ο καρπός του έρωτα του Αγγλου λοχία Φίλιπ Κουίκ –κατ’ άλλους με καταγωγή από τους Βρετανούς κατοίκους της Κέρκυρας, ο οποίος υπηρετούσε στη χώρα τα επώδυνα χρόνια του Εμφυλίου- και της Κεφαλονίτισσας μητέρας του, το γένος Λυκούδη, από το όμορφο χωριό Φαρακλάτα έξω από το Ληξούρι. Το ζευγάρι χώρισε όταν ο βαφτισμένος Τέρενς, Σπένσερ, Νικόλαος ήταν έξι χρονών. Σύμφωνα με μια σπάνια εκμυστήρευση του ίδιου, ο φυσικός πατέρας του τον είδε σε όλη του τη ζωή δύο φορές. Η τρίτη ήταν παραμονές πριν πεθάνει. Ο μικρός Τέρενς, που γιόρταζε του Αγίου Νικολάου, μεγάλωσε στο Κουκάκι, μετά στην Κυψέλη και αργότερα στα Πατήσια της Αθήνας. Ανατράφηκε από τη μάνα του με πραγματικό πατέρα και στοργικό αρωγό του τον πατριό του, όπως λένε άνθρωποι που τον έχουν συναναστραφεί εκ του σύνεγγυς. Λόγω του τόπου γέννησής του, ο φίλος του και πρώτος Ελληνας τηλεπαρουσιαστής Αλκης Στέας τον αποκαλούσε «Κουικίδη», ενώ ο ίδιος ο Τέρενς χαριτολογώντας έλεγε πως εξαιτίας της επτανησιακής καταγωγής της μητέρας του έπρεπε να τον φωνάζουν «Κουικάτο».
Στα πρώτα χρόνια των σπουδών του στο Πάντειο, μόλις 19 ετών, έπιασε δουλειά ως δόκιμος στην εφημερίδα «Εθνος» με διευθυντή τότε τον Γιάννη Καψή και αρχισυντάκτη τον Σεραφείμ Φυντανίδη. Μαγεύτηκε από το επάγγελμα του δημοσιογράφου, που όσο να ’ναι είχε τότε μια κάποια αίγλη. Ταυτόχρονα ξεκίνησε να γράφει στην αθλητική εφημερίδα «Φως των Σπορ». Ο ιδιοκτήτης της, Θόδωρος Νικολαΐδης, είχε διαγνώσει τα ερυθρόλευκα αισθήματα του νεαρού - «Ολυμπιακάρα, το ξέρουν και οι πέτρες», έλεγε-, παρότι όμως, διαπίστωνε ότι το ταλέντο του στο γράψιμο υπολειπόταν του χαρίσματος της ομιλίας του, τον άφηνε, όπως λέγεται, να υπογράφει τα κείμενα με το όνομά του, καθώς οι αναγνώστες πίστευαν ότι πρόκειται για Αγγλο ποδοσφαιριστή. Χώρια που το επίθετό του χάριζε μια ευωδιά μελανιού από τη Fleet Street του Λονδίνου. Δεκαετίες αργότερα, ο Ολυμπιακάρας Τέρενς, ντυμένος με ερυθρόλευκη φανέλα και τζόκεϊ με τον έφηβο του Θρύλου, σκαρφάλωνε στις κερκίδες του «Καραϊσκάκη» για να ξεμοναχιάσει κανένα επιτελικό στέλεχος της ΠΑΕ προκειμένου να το πείσει να αναλάβει ο ίδιος υπεύθυνος επικοινωνίας της ομάδας. Μάταια επιχείρησε με επιμονή να τρυπώσει σε ό,τι θεωρούσε σιγουράντζα με επιφάνεια και αίγλη. Ηταν η εποχή που είχαν τελειώσει τα μεγαλεία και τα πανάκριβα συμβόλαιά του στα μεγάλα κανάλια. Με θαμπωμένη αίγλη είχε βολευτεί σε περιφερειακά μικρότερα, νιώθοντας περίπου σαν το Μέσι αν τον έδιωχναν από την Μπαρτσελόνα για να αγωνίζεται ας πούμε στην Εξτρεμαδούρα. Χωρίς, όμως, ανταπόκριση από την ομάδα του Πειραιά στις μεγαλεπήβολες επιθυμίες του, επέστρεψε στο χόμπι του, το ψαροντούφεκο με το φουσκωτό του που είχε δεμένο κοντά στο εξοχικό του στον Αγιο Γεώργιο Νηλείας Μαγνησίας, ένα κεφαλοχώρι στις Μηλιές του Πηλίου. Και εφόσον δεν έγινε επικοινωνιακός εκπρόσωπος του πρωταθλητή Ολυμπιακού ή, τουλάχιστον, της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ -ως οπαδός της οποίας είχε συστηθεί στον πρίγκιπα Κάρολο-, έγινε εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος των ΑΝ.ΕΛ. Ηταν μέσα Μαρτίου του 2012 όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του χαρακτηρίζοντας τον Πάνο Καμμένο «πολιτικό με συνέπεια, που δεν έκανε ούτε κωλοτούμπες, ούτε επιδόσεις τύπου Κομανέτσι» - αν και ελάχιστοι θυμούνταν την ελαστικότητα της Ρουμάνας Ολυμπιονίκη το 1976 στη γυμναστική. Αντίθετα, αρκετοί διατηρούν ανεξίτηλα στη μνήμη τους τις δικές του ταχύτατες αναρριχήσεις ως τις σουίτες των VIPs στο γήπεδο «Καραϊσκάκη», να θρονιάζεται δίπλα σε παράγοντες.
Τα χρόνια της ΥΕΝΕΔ
Πολύ πριν ο πολυταξιδεμένος υπουργός γίνει γνωστός για την εγκαρδιότητά του στους απόδημους Ελληνες του Νεπάλ, του Καζακστάν, της Νιγηρίας και άλλων εξωτικών προορισμών, ενώ υπήρξε δημοφιλής και πασίγνωστος σε τρεις γενιές ντόπιων τηλεθεατών. Ενα από τα πρώτα οικεία πρόσωπα της βρεφικής ηλικίας της, αποκλειστικά, δημόσιας τηλεόρασης, που ξεπήδησαν από τον ογκώδη ασπρόμαυρο δέκτη και μπήκαν ευπρόσδεκτα απρόσκλητοι στο σαλονάκι της ελληνικής οικογένειας. Ψηλός, κοντά στο 1,90 μ., αν και αυτό δεν φαινόταν στην οθόνη, ευφραδής, με άπταιστη καθαρεύουσα, γοητευτικός, με λεπτά εκφραστικά χαρακτηριστικά, κατσαρό μαλλί και φοβορίτα ως την άκρη του λοβού του αυτιού, έγραφε στο γυαλί με τα ακαθόριστης απόχρωσης αλλά πάντα στην πένα κοστούμια και τις γραβάτες του. Νέος, ούτε καν 25άρης, απέπνεε μια χαμογελαστή αίσθηση, ακόμη κι όταν σοβαρός, στο κοινό μιας εποχής όπου η τηλεόραση ήταν ασπρόμαυρη και υπήρχαν μόνο δύο κανάλια, το τηλεκοντρόλ ήταν άγνωστη λέξη και η δικτατορία των συνταγματαρχών έλεγχε ασφυκτικά με τη λογοκρισία της τόσο τις εκπομπές ενημέρωσης όσο και της διασκέδασης.
Ο Αγγλος λοχίας
Γεννημένος το 1947 στη Θεσσαλονίκη, είναι ο καρπός του έρωτα του Αγγλου λοχία Φίλιπ Κουίκ –κατ’ άλλους με καταγωγή από τους Βρετανούς κατοίκους της Κέρκυρας, ο οποίος υπηρετούσε στη χώρα τα επώδυνα χρόνια του Εμφυλίου- και της Κεφαλονίτισσας μητέρας του, το γένος Λυκούδη, από το όμορφο χωριό Φαρακλάτα έξω από το Ληξούρι. Το ζευγάρι χώρισε όταν ο βαφτισμένος Τέρενς, Σπένσερ, Νικόλαος ήταν έξι χρονών. Σύμφωνα με μια σπάνια εκμυστήρευση του ίδιου, ο φυσικός πατέρας του τον είδε σε όλη του τη ζωή δύο φορές. Η τρίτη ήταν παραμονές πριν πεθάνει. Ο μικρός Τέρενς, που γιόρταζε του Αγίου Νικολάου, μεγάλωσε στο Κουκάκι, μετά στην Κυψέλη και αργότερα στα Πατήσια της Αθήνας. Ανατράφηκε από τη μάνα του με πραγματικό πατέρα και στοργικό αρωγό του τον πατριό του, όπως λένε άνθρωποι που τον έχουν συναναστραφεί εκ του σύνεγγυς. Λόγω του τόπου γέννησής του, ο φίλος του και πρώτος Ελληνας τηλεπαρουσιαστής Αλκης Στέας τον αποκαλούσε «Κουικίδη», ενώ ο ίδιος ο Τέρενς χαριτολογώντας έλεγε πως εξαιτίας της επτανησιακής καταγωγής της μητέρας του έπρεπε να τον φωνάζουν «Κουικάτο».
Στα πρώτα χρόνια των σπουδών του στο Πάντειο, μόλις 19 ετών, έπιασε δουλειά ως δόκιμος στην εφημερίδα «Εθνος» με διευθυντή τότε τον Γιάννη Καψή και αρχισυντάκτη τον Σεραφείμ Φυντανίδη. Μαγεύτηκε από το επάγγελμα του δημοσιογράφου, που όσο να ’ναι είχε τότε μια κάποια αίγλη. Ταυτόχρονα ξεκίνησε να γράφει στην αθλητική εφημερίδα «Φως των Σπορ». Ο ιδιοκτήτης της, Θόδωρος Νικολαΐδης, είχε διαγνώσει τα ερυθρόλευκα αισθήματα του νεαρού - «Ολυμπιακάρα, το ξέρουν και οι πέτρες», έλεγε-, παρότι όμως, διαπίστωνε ότι το ταλέντο του στο γράψιμο υπολειπόταν του χαρίσματος της ομιλίας του, τον άφηνε, όπως λέγεται, να υπογράφει τα κείμενα με το όνομά του, καθώς οι αναγνώστες πίστευαν ότι πρόκειται για Αγγλο ποδοσφαιριστή. Χώρια που το επίθετό του χάριζε μια ευωδιά μελανιού από τη Fleet Street του Λονδίνου. Δεκαετίες αργότερα, ο Ολυμπιακάρας Τέρενς, ντυμένος με ερυθρόλευκη φανέλα και τζόκεϊ με τον έφηβο του Θρύλου, σκαρφάλωνε στις κερκίδες του «Καραϊσκάκη» για να ξεμοναχιάσει κανένα επιτελικό στέλεχος της ΠΑΕ προκειμένου να το πείσει να αναλάβει ο ίδιος υπεύθυνος επικοινωνίας της ομάδας. Μάταια επιχείρησε με επιμονή να τρυπώσει σε ό,τι θεωρούσε σιγουράντζα με επιφάνεια και αίγλη. Ηταν η εποχή που είχαν τελειώσει τα μεγαλεία και τα πανάκριβα συμβόλαιά του στα μεγάλα κανάλια. Με θαμπωμένη αίγλη είχε βολευτεί σε περιφερειακά μικρότερα, νιώθοντας περίπου σαν το Μέσι αν τον έδιωχναν από την Μπαρτσελόνα για να αγωνίζεται ας πούμε στην Εξτρεμαδούρα. Χωρίς, όμως, ανταπόκριση από την ομάδα του Πειραιά στις μεγαλεπήβολες επιθυμίες του, επέστρεψε στο χόμπι του, το ψαροντούφεκο με το φουσκωτό του που είχε δεμένο κοντά στο εξοχικό του στον Αγιο Γεώργιο Νηλείας Μαγνησίας, ένα κεφαλοχώρι στις Μηλιές του Πηλίου. Και εφόσον δεν έγινε επικοινωνιακός εκπρόσωπος του πρωταθλητή Ολυμπιακού ή, τουλάχιστον, της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ -ως οπαδός της οποίας είχε συστηθεί στον πρίγκιπα Κάρολο-, έγινε εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος των ΑΝ.ΕΛ. Ηταν μέσα Μαρτίου του 2012 όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του χαρακτηρίζοντας τον Πάνο Καμμένο «πολιτικό με συνέπεια, που δεν έκανε ούτε κωλοτούμπες, ούτε επιδόσεις τύπου Κομανέτσι» - αν και ελάχιστοι θυμούνταν την ελαστικότητα της Ρουμάνας Ολυμπιονίκη το 1976 στη γυμναστική. Αντίθετα, αρκετοί διατηρούν ανεξίτηλα στη μνήμη τους τις δικές του ταχύτατες αναρριχήσεις ως τις σουίτες των VIPs στο γήπεδο «Καραϊσκάκη», να θρονιάζεται δίπλα σε παράγοντες.
Τα χρόνια της ΥΕΝΕΔ
Νεαρός ρεπόρτερ, στην ασπρόμαυρη τηλεόραση της χούντας των συνταγματαρχών Πίσω στο 1969, αφού δούλεψε στη βραχύβια φιλοχουντική εφημερίδα «Σημερινά» και βρήκε μια συνεργασία ανταποκριτή με τη νεοσύστατη τότε αγγλική «The Sun», άνοιξε μπροστά του διάπλατη η πόρτα της κρατικής τηλεόρασης. Από τη μικρή εμπειρία του στον έντυπο Τύπο είχε αποκτήσει τα φόντα του αποκαλυπτικού ρεπόρτερ, ήταν άφθαρτος, προσεκτικός, διέθετε φρέσκια φάτσα, μίλαγε καλά αγγλικά και κυρίως δονούνταν από τη νεανική όρεξη να διακριθεί στο νέο Μέσο. Να σου, λοιπόν, ο Τέρενς δυναμικά στο γυαλί του στρατιωτικού καναλιού της ΥΕΝΕΔ στη σαββατιάτικη δίωρη εκπομπή «Αθλητικό απόγευμα», να ’τος πάλι στην ΕΙΡΤ στο παιχνίδι γνώσεων «Ο καλύτερος θα νικήσει». Πανταχού παρών, σε όποιο κουμπί της τηλεόρασης πατούσαν οι λιγοστοί τότε κάτοχοι συσκευών. Και βέβαια εξόχως ορατός στη δεκάλεπτη παρθενική ρεπορταζιακή εκπομπή της τηλεόρασης, το «Σήμερα», μια αλά ελληνικά εκδοχή του «Today Show» του BBC σε παραγωγή Νίκου Μαστοράκη και αρχισυνταξία Σπύρου Καρατζαφέρη. Εκεί, ανάμεσα σε άλλους δημοσιογράφους, σημείωσε το πρώτο μεγάλο του τηλεοπτικό σουξέ. Η φράση «Τέρενς Κουίκ, Σήμερα», έγινε σλόγκαν της καθημερινότητας και ατάκα σε θεατρικές επιθεωρήσεις. Από το 1971 έως τα ψυχορραγήματα της χούντας των συνταγματαρχών η μικρή οθόνη αναδείκνυε έναν νέο τηλεοπτικό σταρ που με ανεπιτήδευτη αφέλεια εξωράιζε το χουντικό καθεστώς όταν έπαιρνε συνεντεύξεις από τους λαομίσητους δικτάτορες Παττακό, Ασλανίδη και Λαδά. Ηταν η περίοδος που χάρη στη δημοφιλία του υποδύθηκε μέσες άκρες τον τηλεοπτικό εαυτό του και στον κινηματογράφο παίζοντας στην κωμωδία «Ο αντιφασίστας» ή, αλλιώς, «Μας κλέψανε τη νύφη» με πρωταγωνιστές τον Κώστα Βουτσά και την Καίτη Παπανίκα.
Κάπου τότε ο χαμηλών τόνων Τέρενς έπεσε σε δυσμένεια από τους καραβανάδες που διοικούσαν τα κρατικά κανάλια. Μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 του απαγόρευσαν ρητά να ασκεί το επάγγελμα του δημοσιογράφου. Δεν διεκδίκησε αργότερα δάφνες αντιστασιακού, αλλά τότε ζορίστηκε αφόρητα καθώς μόλις η πρώτη σύζυγός του Ιωάννα Νικολαράκη είχε φέρει στον κόσμο τον πρώτο του γιο, τον Ρίτσαρντ, μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη και παραγωγό, ο οποίος σήμερα του έχει χαρίσει δύο εγγόνια. Ο πάντα φειδωλός σε προσωπικές αποκαλύψεις Τέρενς είχε διηγηθεί πως εκείνα τα δυσοίωνα φεγγάρια δεν είχε ούτε να φάει, ούτε το νοίκι να πληρώσει. Του είχαν κόψει ακόμα και το ρεύμα και το νερό, ενώ υπήρξαν ολόκληρα βράδια που άνοιγε την πόρτα του διαμερίσματος που έμενε στα Πατήσια και πάταγε τον διακόπτη του διαδρόμου για να παίρνει λίγο φως από εκεί. Πραγματικό φως κατ’ άλλους και εξαγνιστικό νερό από την εμβάπτισή του στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ είδε με την πτώση της δικτατορίας και την εκπαραθύρωση του πουλιού της χούντας από τη μικρή οθόνη. Σε εκείνη τη φάση δόθηκε και άφεση για πραγματικά ή υποτιθέμενα αμαρτήματα στην τηλεόραση επί επάρατης επταετίας. Οχι σε όλους. Μόνο στους πιο διαβόητους συνεργάτες της χούντας.
Η μεταπολίτευση
Στη μεταπολίτευση του 1974, όταν το τιμόνι της ΕΙΡΤ πήρε ο Δημήτρης Χορν με αναπληρωτή τον Παύλο Μπακογιάννη και σε ρόλο-κλειδί τον Τάκη Λαμπρία, ενώ ο Μάνος Χατζιδάκις ανέλαβε την επίσης κρατική ραδιοφωνία, ο Τέρενς ανέπνευσε. Οχι μόνο γιατί ήταν ιδεολογικά προσκείμενός τους, αλλά επειδή κάλυπτε τις προϋποθέσεις που έθεταν οι διευθυντές για άρτια άρθρωση και εκφορά του λόγου των παρουσιαστών. Το δεύτερο προαπαιτούμενο της ξεκάθαρης θέσης εμπιστοσύνης προς τον εκδημοκρατισμό το αποδεχόταν ανεπιφύλακτα χωρίς εξάρσεις και κλυδωνισμούς. «Ανέκαθεν ήταν ένας ψύχραιμος άνθρωπος που αναγνώριζε τα οφέλη των συμβιβασμών», λέει για τον ίδιο παλιός συνάδελφός του που τον έζησε από κοντά στα δημοσιογραφικά γραφεία. Ο ίδιος αναρωτιέται τι μύγα τον τσίμπησε από τότε που εξελέγη βουλευτής Επικρατείας με τους ΑΝ.ΕΛ. Οταν ξιφουλκούσε κατά των πράσινων συνδικαλιστών-«ακρίδων», εξύβριζε ως πρωθυπουργό της Goldman Sachs τον Κώστα Σημίτη, κατηγορούσε τον Γιώργο Παπανδρέου ως μοιραίο άνθρωπο της παγκόσμιας διακυβέρνησης και της νέας τάξης πραγμάτων. Παράλληλα για τον Γιάννη Στουρνάρα επιφύλασσε τον τίτλο του εμπνευστή που φτιάχνει «Στουρναρονήσι για να φυλακίσει τους εξαθλιωμένους Ελληνες, όπως παλιότερα στο Μακρονήσι, εκεί που όφειλαν να πάνε πρώτοι ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος». «Η ισοπεδωτική ρητορεία ποτέ δεν του ταίριαζε. Ακόμα και εγώ που τον χειροκρότησα όταν είχε την τόλμη, μόνος αυτός, να βγει στην τηλεόραση και να ονομάσει καθάρματα, δολοφόνους και ανθρωποειδή κτήνη τους εκτελεστές της “17 Νοέμβρη”, έμεινα έκπληκτος με τη μετέπειτα φανατική επιθετικότητά του στη Βουλή», καταλήγει.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1976, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος συμπαθούσε τον Κουίκ, τον κάλεσε στο γραφείο του και του ανέθεσε την ίδρυση της ΕΡΤ3 με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Οσο για τον τομέα της παρουσίασης των ειδήσεων, ο ίδιος ήταν ο βασικός παρουσιαστής επί δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια. Από το φθινόπωρο του 1974 μέχρι τις 31 Αυγούστου 1989. Παρότι ένιωθε σχεδόν ακλόνητος στη θέση του άνκορμαν, φαίνεται να τον έζωσε η ανησυχία όταν κατέφτασε το 1981 ορμητικό στην κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ. Το κλίμα ευφορίας για την Αλλαγή, συνοδευόμενο από τα ενθουσιώδη κορναρίσματα έξω από το Ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής, του δημιούργησαν μια κάποια νευρικότητα. Αν και δεν ήταν σνομπ με αφ’ υψηλού θεωρήσεις, πολιτικά δεν εναρμονιζόταν με την ηλεκτροφόρα τάση των καιρών. Οπως διηγούνται τότε συνάδελφοί του, όταν κατέφτασε ο δημοσιογράφος Γιώργος Ρωμαίος ως γενικός διευθυντής της ΕΡΤ, ο οποίος αναζητούσε μια πιο σοσιαλιστική ταυτότητα για το κανάλι, με εκπομπές πιο κοινωνικού και λαϊκού προφίλ, ο αστικής αντίληψης Τέρενς τα χρειάστηκε με τις πράσινες κλαδικές και τους εξαγριωμένους πρασινοφρουρούς συνδικαλιστές. Συνεπής όμως στην ιεραρχία, συμμορφώθηκε άμεσα στο νέο στυλ, έχοντας ως ατού το κοινό το οποίο είχε συνηθίσει τη θέα της ήπιας φυσιογνωμίας του. Δεν ταυτίστηκε καθ’ υπερβολή όπως ο παρουσιαστής Σπύρος Χατζάρας με το «Εδώ και τώρα, Ανδρέα, ήρθε η ώρα», αλλά με ευελιξία και συνέπεια κάλυπτε τις επιλεγμένες κυβερνητικές εντολές για τη δημόσια ενημέρωση. Ηταν μάλιστα τόσο ακριβής και με αξιόπιστο ύφος απέναντι σε αυτές, θυμούνται οι τότε εργαζόμενοι στην ΕΡΤ, που αρκετοί αντίζηλοί του τον ρωτούσαν περιπαικτικά γιατί δεν γράφει και στην Πασοκική εφημερίδα «Εξόρμηση». Περισσότερο με την πατίνα του κοσμοπολίτη παρά με τη ρετσινιά του καταφερτζή, δεν έδινε σημασία στις μνησίκακες μικρότητες.
Η ιδιωτική τηλεόραση
Κάπου τότε ο χαμηλών τόνων Τέρενς έπεσε σε δυσμένεια από τους καραβανάδες που διοικούσαν τα κρατικά κανάλια. Μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 του απαγόρευσαν ρητά να ασκεί το επάγγελμα του δημοσιογράφου. Δεν διεκδίκησε αργότερα δάφνες αντιστασιακού, αλλά τότε ζορίστηκε αφόρητα καθώς μόλις η πρώτη σύζυγός του Ιωάννα Νικολαράκη είχε φέρει στον κόσμο τον πρώτο του γιο, τον Ρίτσαρντ, μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη και παραγωγό, ο οποίος σήμερα του έχει χαρίσει δύο εγγόνια. Ο πάντα φειδωλός σε προσωπικές αποκαλύψεις Τέρενς είχε διηγηθεί πως εκείνα τα δυσοίωνα φεγγάρια δεν είχε ούτε να φάει, ούτε το νοίκι να πληρώσει. Του είχαν κόψει ακόμα και το ρεύμα και το νερό, ενώ υπήρξαν ολόκληρα βράδια που άνοιγε την πόρτα του διαμερίσματος που έμενε στα Πατήσια και πάταγε τον διακόπτη του διαδρόμου για να παίρνει λίγο φως από εκεί. Πραγματικό φως κατ’ άλλους και εξαγνιστικό νερό από την εμβάπτισή του στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ είδε με την πτώση της δικτατορίας και την εκπαραθύρωση του πουλιού της χούντας από τη μικρή οθόνη. Σε εκείνη τη φάση δόθηκε και άφεση για πραγματικά ή υποτιθέμενα αμαρτήματα στην τηλεόραση επί επάρατης επταετίας. Οχι σε όλους. Μόνο στους πιο διαβόητους συνεργάτες της χούντας.
Η μεταπολίτευση
Στη μεταπολίτευση του 1974, όταν το τιμόνι της ΕΙΡΤ πήρε ο Δημήτρης Χορν με αναπληρωτή τον Παύλο Μπακογιάννη και σε ρόλο-κλειδί τον Τάκη Λαμπρία, ενώ ο Μάνος Χατζιδάκις ανέλαβε την επίσης κρατική ραδιοφωνία, ο Τέρενς ανέπνευσε. Οχι μόνο γιατί ήταν ιδεολογικά προσκείμενός τους, αλλά επειδή κάλυπτε τις προϋποθέσεις που έθεταν οι διευθυντές για άρτια άρθρωση και εκφορά του λόγου των παρουσιαστών. Το δεύτερο προαπαιτούμενο της ξεκάθαρης θέσης εμπιστοσύνης προς τον εκδημοκρατισμό το αποδεχόταν ανεπιφύλακτα χωρίς εξάρσεις και κλυδωνισμούς. «Ανέκαθεν ήταν ένας ψύχραιμος άνθρωπος που αναγνώριζε τα οφέλη των συμβιβασμών», λέει για τον ίδιο παλιός συνάδελφός του που τον έζησε από κοντά στα δημοσιογραφικά γραφεία. Ο ίδιος αναρωτιέται τι μύγα τον τσίμπησε από τότε που εξελέγη βουλευτής Επικρατείας με τους ΑΝ.ΕΛ. Οταν ξιφουλκούσε κατά των πράσινων συνδικαλιστών-«ακρίδων», εξύβριζε ως πρωθυπουργό της Goldman Sachs τον Κώστα Σημίτη, κατηγορούσε τον Γιώργο Παπανδρέου ως μοιραίο άνθρωπο της παγκόσμιας διακυβέρνησης και της νέας τάξης πραγμάτων. Παράλληλα για τον Γιάννη Στουρνάρα επιφύλασσε τον τίτλο του εμπνευστή που φτιάχνει «Στουρναρονήσι για να φυλακίσει τους εξαθλιωμένους Ελληνες, όπως παλιότερα στο Μακρονήσι, εκεί που όφειλαν να πάνε πρώτοι ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος». «Η ισοπεδωτική ρητορεία ποτέ δεν του ταίριαζε. Ακόμα και εγώ που τον χειροκρότησα όταν είχε την τόλμη, μόνος αυτός, να βγει στην τηλεόραση και να ονομάσει καθάρματα, δολοφόνους και ανθρωποειδή κτήνη τους εκτελεστές της “17 Νοέμβρη”, έμεινα έκπληκτος με τη μετέπειτα φανατική επιθετικότητά του στη Βουλή», καταλήγει.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1976, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος συμπαθούσε τον Κουίκ, τον κάλεσε στο γραφείο του και του ανέθεσε την ίδρυση της ΕΡΤ3 με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Οσο για τον τομέα της παρουσίασης των ειδήσεων, ο ίδιος ήταν ο βασικός παρουσιαστής επί δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια. Από το φθινόπωρο του 1974 μέχρι τις 31 Αυγούστου 1989. Παρότι ένιωθε σχεδόν ακλόνητος στη θέση του άνκορμαν, φαίνεται να τον έζωσε η ανησυχία όταν κατέφτασε το 1981 ορμητικό στην κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ. Το κλίμα ευφορίας για την Αλλαγή, συνοδευόμενο από τα ενθουσιώδη κορναρίσματα έξω από το Ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής, του δημιούργησαν μια κάποια νευρικότητα. Αν και δεν ήταν σνομπ με αφ’ υψηλού θεωρήσεις, πολιτικά δεν εναρμονιζόταν με την ηλεκτροφόρα τάση των καιρών. Οπως διηγούνται τότε συνάδελφοί του, όταν κατέφτασε ο δημοσιογράφος Γιώργος Ρωμαίος ως γενικός διευθυντής της ΕΡΤ, ο οποίος αναζητούσε μια πιο σοσιαλιστική ταυτότητα για το κανάλι, με εκπομπές πιο κοινωνικού και λαϊκού προφίλ, ο αστικής αντίληψης Τέρενς τα χρειάστηκε με τις πράσινες κλαδικές και τους εξαγριωμένους πρασινοφρουρούς συνδικαλιστές. Συνεπής όμως στην ιεραρχία, συμμορφώθηκε άμεσα στο νέο στυλ, έχοντας ως ατού το κοινό το οποίο είχε συνηθίσει τη θέα της ήπιας φυσιογνωμίας του. Δεν ταυτίστηκε καθ’ υπερβολή όπως ο παρουσιαστής Σπύρος Χατζάρας με το «Εδώ και τώρα, Ανδρέα, ήρθε η ώρα», αλλά με ευελιξία και συνέπεια κάλυπτε τις επιλεγμένες κυβερνητικές εντολές για τη δημόσια ενημέρωση. Ηταν μάλιστα τόσο ακριβής και με αξιόπιστο ύφος απέναντι σε αυτές, θυμούνται οι τότε εργαζόμενοι στην ΕΡΤ, που αρκετοί αντίζηλοί του τον ρωτούσαν περιπαικτικά γιατί δεν γράφει και στην Πασοκική εφημερίδα «Εξόρμηση». Περισσότερο με την πατίνα του κοσμοπολίτη παρά με τη ρετσινιά του καταφερτζή, δεν έδινε σημασία στις μνησίκακες μικρότητες.
Η ιδιωτική τηλεόραση
Πυρετώδης υπέρμαχος της «μίας και μοναδικής Ελληνικής Μακεδονίας», περιφερόταν σε όλο τον κόσμο ως υφυπουργός Εξωτερικών προσφέροντας ως δώρα ένα ζευγάρι μανικετόκουμπα με τη μορφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου ακόμα και σε φύλαρχους της Σαχάρας. Τελικά αντάλλαξε τη Μακεδονία με τη διατήρηση ενός υπουργικού χαρτοφυλακίου και με ένα VIP αεροπορικό εισιτήριο για όλες τις ηπείρους της υδρογείου Ηταν από τους πρώτους που εγκατέλειψαν την ΕΡΤ και πήραν τον δρόμο της ιδιωτικής τηλεόρασης. Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1990, η γνώριμη φιγούρα του κοσμούσε το πρώτο τηλεοπτικό πρόγραμμα που προέβαλε στις οθόνες το νεοϊδρυθέν κανάλι του ΑΝΤ1. Παρουσίαζε τη μαγνητοσκοπημένη εκπομπή «Τηλερουλέτα», με παίκτες την Πωλίνα, τον Λευτέρη Πανταζή και την Αλέξια. Διέθετε, άλλωστε, εμπειρία από το συγκεκριμένο είδος, αφού από τον Ιούλιο του 1974 ήταν ο πρώτος παρουσιαστής του παιχνιδιού «Λούνα παρκ» της ομώνυμης τηλεοπτικής σειράς. Από την επόμενη μέρα πάντως και επί περίπου δέκα χρόνια παρουσίαζε το κεντρικό δελτίο ειδήσεων στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1. Διετέλεσε διευθυντής Ειδήσεων, ενώ για δύο χρόνια ήταν και μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου του καναλιού. Δούλεψε ολημερίς σκληρά, καθημερινές και αργίες σε live, μαγνητοσκοπήσεις, ραδιόφωνο και, φυσικά, αμείφθηκε πλουσιοπάροχα εκείνες τις εποχές της ευμάρειας. Ως εκ τούτου, «ως συμμέτοχος σε εκείνο το ξέφρενο πάρτυ, δεν δικαιούται να παραπονιέται σήμερα για όσα τράβηξε η χώρα από τα μνημόνια», σημειώνουν δhκτικά αρκετά στελέχη του τηλεοπτικού συναφιού.
Στην πραγματικότητα και η δική του επιτυχία είχε το κόστος της, όπως έχει δημοσίως παραδεχθεί. Παραμέλησε στη μέθη του σουξέ της καριέρας σε ένα απαιτητικό και αμείλικτο χώρο την οικογένειά του. Αν και υπήρξε ανέκαθεν διακριτικός στην προσωπική του ζωή, κρατώντας μακριά από τη δημόσια θέα τα του οίκου του, και προς τιμήν του ως δημοσιογράφος ποτέ δεν ασχολήθηκε με προσωπικά ζητήματα άλλων, δεν σημαίνει ότι δεν ένιωσε τύψεις για την πατρική συμπεριφορά του. Φορτωμένος με υποχρεώσεις, δεν έβλεπε τα δύο μικρότερα παιδιά του όταν ήταν νήπια. Η 26χρονη Τερέζα, ηθοποιός σήμερα, και ο 20χρονος Γιώργος, τα οποία απέκτησε με τη δεύτερη σύζυγό του Μαρίνα Ελευθερουδάκη, είχαν συχνά την ευκαιρία να βλέπουν εκτός μικρής οθόνης τον πατέρα τους. Ούτε ναυτικός σε μακρινά μπάρκα να ήταν. Ο άοκνος, όμως, Τέρενς ήταν στο στούντιο των ειδήσεων με τα «Νέα του ΑΝΤ1», του «Μαζί την Κυριακή», του «Απόψε με τον Τέρενς», του «Καλημέρα με τον Τέρενς», του «Κάθε μέρα Καλημέρα», καθημερινά στον ραδιοθάλαμο της «Πρωινής γραμμής» και σε αποστολές στην επαρχία ή στο εξωτερικό. Μόνο στην ανάπαυλα των καλοκαιρινών διακοπών, συνήθως στο αρχοντικό των Ελεύθερουδάκηδων, χτισμένο το 1846 στις Σπέτσες, έβρισκαν χρόνο ανέμελης ζωντανής επαφής. Κι αυτό, όπως λένε άνθρωποι του κύκλου του, όταν ο φίλεργος Τέρενς δεν έκανε σχέδια για τη νέα σεζόν. Οπως πάντα δηλαδή.
Αφότου πήρε διαζύγιο από τη Μαρίνα Ελευθερουδάκη και παντρεύτηκε την τρίτη σύζυγό του Αδαμαντία (Αντα) Γεροσιδέρη, πρώην αεροσυνοδό της Ολυμπιακής, χαμήλωσε τους εξαντλητικούς ρυθμούς του. Ωστόσο, βαθμιαία ολοκλήρωνε τον κύκλο της παραγωγικής απήχησής του στους κορυφαίους και ενημερωτικά έγκυρους τηλεοπτικούς σταθμούς. Από το STAR στο ALTER, από εκεί στην ΕΤ3 και μετά στο Blue Sky, από όπου μετακινήθηκε στο KONTRA Channel του Γιώργου Κουρή -όπου οι αντίζηλοί του τον αποκαλούσαν χαιρέκακα Κουρίκ-, διένυε μια φθίνουσα τηλεοπτική τροχιά. Καταχωριζόταν σταδιακά στις παλιές δόξες της τηλεόρασης και έμοιαζε μάλλον παροπλισμένος. Οι επιλογές του έδειχναν περιορισμένες. Με πιο πρόσφορη, να καλλιεργήσει το image του πολύ σοβαρού και έμπειρου που θυμάται τις δόξες του και κάθε τόσο αναδεικνύεται αυτοαναφορικά ως υψηλό παράδειγμα επαγγελματισμού, ήθους, αξιοπρέπειας κ.λπ. και να επαναλαμβάνει πλάνα με συνεντεύξεις του από διάσημες προσωπικότητες όπως η Χριστίνα Ωνάση, ο Τζίμι Κάρτερ, ο Γιάσερ Αραφάτ, ο Χένρι Κίσιγκερ, ο Φρανκ Σινάτρα, ο Σαρλ Αζναβούρ, ο Σον Κόνερι και ο Ρότζερ Μουρ.
Στον Ιορδάνη
Στην πραγματικότητα και η δική του επιτυχία είχε το κόστος της, όπως έχει δημοσίως παραδεχθεί. Παραμέλησε στη μέθη του σουξέ της καριέρας σε ένα απαιτητικό και αμείλικτο χώρο την οικογένειά του. Αν και υπήρξε ανέκαθεν διακριτικός στην προσωπική του ζωή, κρατώντας μακριά από τη δημόσια θέα τα του οίκου του, και προς τιμήν του ως δημοσιογράφος ποτέ δεν ασχολήθηκε με προσωπικά ζητήματα άλλων, δεν σημαίνει ότι δεν ένιωσε τύψεις για την πατρική συμπεριφορά του. Φορτωμένος με υποχρεώσεις, δεν έβλεπε τα δύο μικρότερα παιδιά του όταν ήταν νήπια. Η 26χρονη Τερέζα, ηθοποιός σήμερα, και ο 20χρονος Γιώργος, τα οποία απέκτησε με τη δεύτερη σύζυγό του Μαρίνα Ελευθερουδάκη, είχαν συχνά την ευκαιρία να βλέπουν εκτός μικρής οθόνης τον πατέρα τους. Ούτε ναυτικός σε μακρινά μπάρκα να ήταν. Ο άοκνος, όμως, Τέρενς ήταν στο στούντιο των ειδήσεων με τα «Νέα του ΑΝΤ1», του «Μαζί την Κυριακή», του «Απόψε με τον Τέρενς», του «Καλημέρα με τον Τέρενς», του «Κάθε μέρα Καλημέρα», καθημερινά στον ραδιοθάλαμο της «Πρωινής γραμμής» και σε αποστολές στην επαρχία ή στο εξωτερικό. Μόνο στην ανάπαυλα των καλοκαιρινών διακοπών, συνήθως στο αρχοντικό των Ελεύθερουδάκηδων, χτισμένο το 1846 στις Σπέτσες, έβρισκαν χρόνο ανέμελης ζωντανής επαφής. Κι αυτό, όπως λένε άνθρωποι του κύκλου του, όταν ο φίλεργος Τέρενς δεν έκανε σχέδια για τη νέα σεζόν. Οπως πάντα δηλαδή.
Αφότου πήρε διαζύγιο από τη Μαρίνα Ελευθερουδάκη και παντρεύτηκε την τρίτη σύζυγό του Αδαμαντία (Αντα) Γεροσιδέρη, πρώην αεροσυνοδό της Ολυμπιακής, χαμήλωσε τους εξαντλητικούς ρυθμούς του. Ωστόσο, βαθμιαία ολοκλήρωνε τον κύκλο της παραγωγικής απήχησής του στους κορυφαίους και ενημερωτικά έγκυρους τηλεοπτικούς σταθμούς. Από το STAR στο ALTER, από εκεί στην ΕΤ3 και μετά στο Blue Sky, από όπου μετακινήθηκε στο KONTRA Channel του Γιώργου Κουρή -όπου οι αντίζηλοί του τον αποκαλούσαν χαιρέκακα Κουρίκ-, διένυε μια φθίνουσα τηλεοπτική τροχιά. Καταχωριζόταν σταδιακά στις παλιές δόξες της τηλεόρασης και έμοιαζε μάλλον παροπλισμένος. Οι επιλογές του έδειχναν περιορισμένες. Με πιο πρόσφορη, να καλλιεργήσει το image του πολύ σοβαρού και έμπειρου που θυμάται τις δόξες του και κάθε τόσο αναδεικνύεται αυτοαναφορικά ως υψηλό παράδειγμα επαγγελματισμού, ήθους, αξιοπρέπειας κ.λπ. και να επαναλαμβάνει πλάνα με συνεντεύξεις του από διάσημες προσωπικότητες όπως η Χριστίνα Ωνάση, ο Τζίμι Κάρτερ, ο Γιάσερ Αραφάτ, ο Χένρι Κίσιγκερ, ο Φρανκ Σινάτρα, ο Σαρλ Αζναβούρ, ο Σον Κόνερι και ο Ρότζερ Μουρ.
Στον Ιορδάνη
Το 2005, με λευκή κελεμπία, βαφτίζεται στα νερά του ποταμού Ιορδάνη για τις ανάγκες του ρεπορτάζ Παρότι ήταν από τους πρώτους που έβαλε στην παρουσίαση ειδήσεων πρωτόλεια στοιχεία ριάλιτι, με συναισθηματικά ξεσπάσματα ψυχής και βούρκωμα οφθαλμών, το είδος δεν κόλλαγε στην εικόνα που είχε επί δεκαετίες φιλοτεχνήσει και πλασάρει. Φάνταζε τουλάχιστον κωμικό να μετατρέπει ο ίδιος τον εαυτό του σε αντικείμενο του ρεπορτάζ του με το να φουντάρει, όπως το 2005, με λευκή κελεμπία για να βαφτιστεί στα νερά του ποταμού Ιορδάνη, κάπου σε μια όαση με πηγές και φοίνικες στην Ιουδαία. Ακόμη και υπό το πρόσχημα της σκληρής, ανελέητης αποκαλυπτικής δημοσιογραφικής έρευνας με πλάνα άκοπα και αμοντάριστα, το αποτέλεσμα ήταν υπονομευτικό για έναν άνθρωπο που τόσα χρόνια στο κουρμπέτι περιέβαλε εαυτόν με υψηλά ιδεώδη. Ωστόσο, οι παλιές καραβάνες της δημοσιογραφίας ξέρουν καλά πως δεν ωφελεί να κλαις πάνω από το χυμένο γάλα εφόσον υπάρχουν αντίδοτα στις επαγγελματικές δυσκολίες. Την εναλλακτική διαδρομή την είχε χαράξει χρόνια πριν όταν εξελέγη το 1986 δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο Αθηναίων με τον συνδυασμό Νέα Εποχή του Μιλτιάδη Εβερτ. Το επανέλαβε στον ίδιο δήμο τέσσερα χρόνια αργότερα. Από την πρωτεύουσα μεταπήδησε ακομπλεξάριστα στον Δήμο Παλαιού Ψυχικού όπου εκλέχτηκε επίσης δύο φορές, το 1994 και το 1998, πρώτος σε σταυρούς σύμβουλος. Κριτήριό του ήταν η αξιοποίηση της αναγνωρισιμότητάς του, η οποία έθετε τις βάσεις για περαιτέρω ανάδειξη στην κεντρική πολιτική σκηνή, με όσα οφέλη αυτή παρείχε. Οταν εμφανίστηκε ο Καμμένος, ο μετρημένος και ζυγισμένος δημοσιογράφος ήταν ήδη μπαρουτοκαπνισμένος και ετοιμοπόλεμος για περιπετειώδεις εκλογικές μάχες. Οταν μπήκε στη ζωή του ο Τσίπρας, ήταν πρόθυμος για γαλήνιες αποδράσεις στο απυρόβλητο από κάθε σκοτούρα. Με την ευγνωμοσύνη να ανταποδίδεται σαν προσευχή αφοσίωσης σε εκείνον που του χαρίζει το πιο ευχάριστα επιθυμητό. Τα υπόλοιπα είναι παραπλανητικά τεχνάσματα που παίζονται στο τερέν του νεοπροσήλυτου στον ξεπουπουλιασμένο ριζοσπαστισμό, Τέρενς.
Χρωστά 863.000 σε δάνεια και 273.000 στην Εφορία
Δεν είναι μόνον ο πρωταθλητής της κυβέρνησης στα ταξίδια ανά τον κόσμο, είναι και πρωταθλητής στις οφειλές. Ο Τέρενς Κουίκ φαίνεται ότι έχει μια ιδιαίτερη ροπή να χρωστά χρήματα, καθώς δανείζεται από όπου μπορεί και όσο μπορεί. Ο υφυπουργός Εξωτερικών, τις λίγες ημέρες κάθε μήνα που βρίσκεται στην Αθήνα δεν πρέπει να κάνει άλλη δουλειά από το να πληρώνει δόσεις.
Χρωστά στην Εφορία, στις τράπεζες και όπως φαίνεται από το «πόθεν έσχες» του, δανείζεται απ’ όπου μπορεί, καθώς το 2014 πήρε δάνειο 10.000 ευρώ και από τον Λογαριασμό Αλληλοβοήθειας Βουλευτών - Ευρωβουλευτών. Οπως προκύπτει από την τελευταία δήλωση «πόθεν έσχες» που έχει δοθεί στη δημοσιότητα, ο κ. Κουίκ χρωστά 7.497 ευρώ στη Βουλή των Ελλήνων, 273.658 ευρώ στη ΔΟΥ ΙΒ Αθηνών και 863.034 ευρώ από τραπεζικά δάνεια.
Ο κ. Κουίκ δείχνει πάντως να αντεπεξέρχεται στις οικονομικές υποχρεώσεις που δημιουργούν οι πολύ μεγάλες για μέσο πολίτη οφειλές του. Οσον αφορά στα χρέη προς την Εφορία, ο κ. Κουίκ τα ρύθμισε τον Μάιο του 2015 και όπως δηλώνει καταβάλλει 2.980 ευρώ κάθε μήνα.
Τα χρέη στην Εφορία είναι δυσθεώρητα, αλλά φαντάζουν μικρά μπροστά στα τραπεζικά δάνεια που έχει, καθώς ο κ. Κουίκ έχει ένα ρεκόρ: στο διάστημα από το 2000 μέχρι το 2003 πήρε οκτώ δάνεια, ενώ κατέρριψε το ρεκόρ του το 2005 παίρνοντας ένα ακόμηο. Συνολικά, το αρχικό ύψος των εννέα δανείων ανήλθε στο εντυπωσιακό ποσό των 1.134.904 ευρώ. Σύμφωνα με τη δήλωση του 2015, το ποσό των εννέα δανείων είχε μειωθεί στα 863.034 ευρώ.
Εγκυρες πληροφορίες αναφέρουν πως τα εννέα δάνεια είναι στεγαστικά και δόθηκαν σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα για τη χρηματοδότηση αγοράς ακινήτων στην περιοχή του Πηλίου. Τα εννέα δάνεια είναι ενήμερα και ρυθμισμένα, ενώ το συνολικό τους ύψος έχει υποχωρήσει σήμερα γύρω στις 700.000 ευρώ. Βάσει της ρύθμισης, ο κ. Κουίκ πληρώνει μηνιαία δόση περίπου 2.000 ευρώ.
57.000 ευρώ για να προωθήσει τις πατάτες Νευροκοπίου
Από «Καραμανλόπαιδο», όπως δήλωσε σε ραδιοφωνική εκπομπή το 2014, σε… «Τσιπρόπαιδο» -και όχι άδικα. Από τη θέση του υφυπουργού Εξωτερικών ο Τέρενς Κουίκ κατάφερε να γίνει ο σύγχρονος Μάρκο Πόλο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Το 2008 ο σημερινός υφυπουργός Εξωτερικών στήριζε ως «Καραμανλόπαιδο» με πάθος την κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή, που μετά τη λήξη της συνεργασίας του με το ALTER του εξασφάλισε εκπομπή στην τότε δημόσια ΕΤ3 και θέση διευθυντή στο Αγροτικό Κανάλι που λειτούργησε στα χαρτιά, πληρώνοντας -και τον ίδιο- αδρά με δημόσιο χρήμα. Η μόνη εκπομπή στην οποία συμμετείχε ήταν η καμπάνια για την προώθηση των πατατών Νευροκοπίου και η αμοιβή του για το 2008 ανήλθε σε 57.000 ευρώ.
Το περιβόητο Αγροτικό Κανάλι ουδέποτε εξέπεμψε σε κάποια συχνότητα, άσχετα αν απασχόλησε 85 εργαζομένους -ανάμεσά τους και τον κ. Κουίκ-, έχοντας να επιδείξει μόνο παραγωγή τριών εκπομπών τον μήνα, οι δύο από τις οποίες προβάλλονταν από τη δημόσια τηλεόραση και η τρίτη από περιφερειακά κανάλια.
Ο κ. Κουίκ βρέθηκε στο Αγροτικό Κανάλι με παρέμβαση του τότε υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Αλέξανδρου Κοντού, με τον οποίο διατηρούσε στενή φιλία. Εναν χρόνο πριν, τον Μάρτιο του 2007, ο κ. Κουίκ είχε προλογίσει τον κ. Κοντό σε πολιτική εκδήλωση στο Δημοτικό Αμφιθέατρο Ξάνθης για τα δύο χρόνια διακυβέρνησης της Ν.Δ.
Δημοσιεύματα της εποχής, τα οποία ουδέποτε διαψεύστηκαν, μιλούσαν για 2 με 3 παρουσίες του κ. Κουίκ τον μήνα στο Αγροτικό Κανάλι που έδρευε στη Λυκόβρυση, με τις τηλεοπτικές παραγωγές που φέρουν την υπογραφή του να μετριούνται και αυτές στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Τον Ιανουάριο του 2009 ο κ. Κουίκ εγκατέλειψε άρον άρον τη Λυκόβρυση και το Αγροτικό Κανάλι με απόφαση του νέου -τότε- υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Σωτήρη Χατζηγάκη που υπέγραψε την απόλυσή του. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, βουλευτές του ΠΑΣΟΚ δημοσιοποίησαν λίστα με αμοιβές αργόμισθων στο εν λόγω κανάλι, οι οποίες κυμαίνονταν από 25.000 έως 75.000 ευρώ τον χρόνο, ανάμεσά τους φυσικά και αυτή του κ. Κουίκ.
Χρωστά 863.000 σε δάνεια και 273.000 στην Εφορία
Δεν είναι μόνον ο πρωταθλητής της κυβέρνησης στα ταξίδια ανά τον κόσμο, είναι και πρωταθλητής στις οφειλές. Ο Τέρενς Κουίκ φαίνεται ότι έχει μια ιδιαίτερη ροπή να χρωστά χρήματα, καθώς δανείζεται από όπου μπορεί και όσο μπορεί. Ο υφυπουργός Εξωτερικών, τις λίγες ημέρες κάθε μήνα που βρίσκεται στην Αθήνα δεν πρέπει να κάνει άλλη δουλειά από το να πληρώνει δόσεις.
Χρωστά στην Εφορία, στις τράπεζες και όπως φαίνεται από το «πόθεν έσχες» του, δανείζεται απ’ όπου μπορεί, καθώς το 2014 πήρε δάνειο 10.000 ευρώ και από τον Λογαριασμό Αλληλοβοήθειας Βουλευτών - Ευρωβουλευτών. Οπως προκύπτει από την τελευταία δήλωση «πόθεν έσχες» που έχει δοθεί στη δημοσιότητα, ο κ. Κουίκ χρωστά 7.497 ευρώ στη Βουλή των Ελλήνων, 273.658 ευρώ στη ΔΟΥ ΙΒ Αθηνών και 863.034 ευρώ από τραπεζικά δάνεια.
Ο κ. Κουίκ δείχνει πάντως να αντεπεξέρχεται στις οικονομικές υποχρεώσεις που δημιουργούν οι πολύ μεγάλες για μέσο πολίτη οφειλές του. Οσον αφορά στα χρέη προς την Εφορία, ο κ. Κουίκ τα ρύθμισε τον Μάιο του 2015 και όπως δηλώνει καταβάλλει 2.980 ευρώ κάθε μήνα.
Τα χρέη στην Εφορία είναι δυσθεώρητα, αλλά φαντάζουν μικρά μπροστά στα τραπεζικά δάνεια που έχει, καθώς ο κ. Κουίκ έχει ένα ρεκόρ: στο διάστημα από το 2000 μέχρι το 2003 πήρε οκτώ δάνεια, ενώ κατέρριψε το ρεκόρ του το 2005 παίρνοντας ένα ακόμηο. Συνολικά, το αρχικό ύψος των εννέα δανείων ανήλθε στο εντυπωσιακό ποσό των 1.134.904 ευρώ. Σύμφωνα με τη δήλωση του 2015, το ποσό των εννέα δανείων είχε μειωθεί στα 863.034 ευρώ.
Εγκυρες πληροφορίες αναφέρουν πως τα εννέα δάνεια είναι στεγαστικά και δόθηκαν σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα για τη χρηματοδότηση αγοράς ακινήτων στην περιοχή του Πηλίου. Τα εννέα δάνεια είναι ενήμερα και ρυθμισμένα, ενώ το συνολικό τους ύψος έχει υποχωρήσει σήμερα γύρω στις 700.000 ευρώ. Βάσει της ρύθμισης, ο κ. Κουίκ πληρώνει μηνιαία δόση περίπου 2.000 ευρώ.
57.000 ευρώ για να προωθήσει τις πατάτες Νευροκοπίου
Από «Καραμανλόπαιδο», όπως δήλωσε σε ραδιοφωνική εκπομπή το 2014, σε… «Τσιπρόπαιδο» -και όχι άδικα. Από τη θέση του υφυπουργού Εξωτερικών ο Τέρενς Κουίκ κατάφερε να γίνει ο σύγχρονος Μάρκο Πόλο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Το 2008 ο σημερινός υφυπουργός Εξωτερικών στήριζε ως «Καραμανλόπαιδο» με πάθος την κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή, που μετά τη λήξη της συνεργασίας του με το ALTER του εξασφάλισε εκπομπή στην τότε δημόσια ΕΤ3 και θέση διευθυντή στο Αγροτικό Κανάλι που λειτούργησε στα χαρτιά, πληρώνοντας -και τον ίδιο- αδρά με δημόσιο χρήμα. Η μόνη εκπομπή στην οποία συμμετείχε ήταν η καμπάνια για την προώθηση των πατατών Νευροκοπίου και η αμοιβή του για το 2008 ανήλθε σε 57.000 ευρώ.
Το περιβόητο Αγροτικό Κανάλι ουδέποτε εξέπεμψε σε κάποια συχνότητα, άσχετα αν απασχόλησε 85 εργαζομένους -ανάμεσά τους και τον κ. Κουίκ-, έχοντας να επιδείξει μόνο παραγωγή τριών εκπομπών τον μήνα, οι δύο από τις οποίες προβάλλονταν από τη δημόσια τηλεόραση και η τρίτη από περιφερειακά κανάλια.
Ο κ. Κουίκ βρέθηκε στο Αγροτικό Κανάλι με παρέμβαση του τότε υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Αλέξανδρου Κοντού, με τον οποίο διατηρούσε στενή φιλία. Εναν χρόνο πριν, τον Μάρτιο του 2007, ο κ. Κουίκ είχε προλογίσει τον κ. Κοντό σε πολιτική εκδήλωση στο Δημοτικό Αμφιθέατρο Ξάνθης για τα δύο χρόνια διακυβέρνησης της Ν.Δ.
Δημοσιεύματα της εποχής, τα οποία ουδέποτε διαψεύστηκαν, μιλούσαν για 2 με 3 παρουσίες του κ. Κουίκ τον μήνα στο Αγροτικό Κανάλι που έδρευε στη Λυκόβρυση, με τις τηλεοπτικές παραγωγές που φέρουν την υπογραφή του να μετριούνται και αυτές στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Τον Ιανουάριο του 2009 ο κ. Κουίκ εγκατέλειψε άρον άρον τη Λυκόβρυση και το Αγροτικό Κανάλι με απόφαση του νέου -τότε- υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Σωτήρη Χατζηγάκη που υπέγραψε την απόλυσή του. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, βουλευτές του ΠΑΣΟΚ δημοσιοποίησαν λίστα με αμοιβές αργόμισθων στο εν λόγω κανάλι, οι οποίες κυμαίνονταν από 25.000 έως 75.000 ευρώ τον χρόνο, ανάμεσά τους φυσικά και αυτή του κ. Κουίκ.
protothema.gr