Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019

Το στυγερό έγκλημα στον Πειραιά του 1960 – Τους σκότωσε για να τους κλέψει το πλοίο και μετά τους έδεσε στην άγκυρα

 
To 1960 ένα στυγερό έγκλημα είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο. Ο Αμερικανός Ρότζερ Ράνεϊ σκότωσε δυο Πειραιώτες ναυτικούς ανοιχτά του Πόρου και τους έκλεψε το σκάφος.

Το... 


μυστήριο της υπόθεσης ήταν ότι δεν βρέθηκαν τα πτώματα των δυο άτυχων ναυτικών, παρά τις εξονυχιστικές έρευνες. Το καλοκαίρι του 1960, ο 26χρονος τότε Ράνεϊ ταξίδεψε από την Αμερική στο Ισραήλ πρς αναζήτηση εργασίας. Δεν βρήκε και ήρθε στον Πειραία, όπου στο τελωνείο γνώρισε τον διερμηνέα Βάττη, ζήτησε τη βοήθεια του και αγόρασε στο Μικρολίμανο το κότερο του ταγματάρχη Π.Παπαδίτσα αντί 14.000 δρχ, το οποίο ονόμασε «Φαλκονέτ».

Όμως αυτό δεν τον εξυπηρετούσε, γιατί είχε μικρή μηχανή. Αναζήτησε και βρήκε το «Δήλος» με κυβερνήτη τον Γιώργο Μανταλέρο. Συμφώνησε να το αγοράσει αντί 650 χρυσών λιρών, με τον όρο να το δοκιμάσει σε ένα ταξιδάκι έως τον Πόρο.

Το ταξίδι ορίσθηκε στις 21/11/1960, όμως μαζί με τον Μανταλέρο στο κότερο ήταν και ο Θανάσης Σιμούδης, ένας ψηλός και σωματώδης άνδρας. Ο Ράνεϊ, φοβούμενος από την παρουσία του, ζήτησε να φύγει και ο Μανταλέρος πήρε τον 35χρονο Δημητρη Ευσταθίου και ξεκίνησαν για τον Πόρο ρυμουλκώντας το «Φαλκονέτ», με σκοπό την επόμενη οι δυο Έλληνες να γυρίσουν με αυτό στον Πειραιά.



Στην πορεία τους, ο Ράνεϊ σκότωσε περίστροφο τους δυο ναυτικούς, έδεσε τα κορμιά τους στην άγκυρα του κότερου και τα πόντισε στα βαθιά. Κατόπιν τράβηξε τον πίρο του «Φάλκονετ», το βύθισε και με το «Δήλος» πήγε στη Σέριφο, προμηθεύτηκε καύσιμα και παρά την τρικυμία έφυγε για τη Μήλο. Όμως τα αγριεμένα κύματα χτύπησαν το σκάφος, έπαθ βλάβη στις μηχανές, έβαλε πλώρη για τον Πειραιά, αλλά ναυάγησε στις ακτές της Μακρονήσου.

Πρόλαβε και έβγαλε τις δυο βαλίτσες του στην ακτή και σε κακή κατάσταση τον βρήκε ο βοσκός Γ. Κάζαρος και τον περιέθαλψε. Με μια βάρκα την επόμενη μέρα ξεκ΄νησε για το Λαύριο, όπου δήλωσε στον λιμενάρχη Κάσδαγλη ότι είναι ναυαγός του «Φαλκονέτ». Στο Λαύριο έβγαλε εισιτήριο για να φύγει στο Ισραήλ, αλλά, όταν πήγε να θεωρήσει το διαβατήριο του, συνελήφθη από το Λιμενικό, ύστερα από καταγγελία του Βάττη για εξαφάνιση του «Δήλος».

Βεβαίως ο Ράνεϊ όταν συνελήφθη είπε άλλα αντ’ άλλων. Δήώσε ότι έφτασαν όλοι μαζί στη Μήλο, άφησε τους δυο ναυτικούς στο νησί και ο ίδιος μόνος με το «Δήλος» έφυγε για τη Σέριφο με σκοπό να κάνει λαθρεμπόριο!

Έφτασε στις 10 το πρωί και ζήτησε, σύμφωνα με τις οδηγίες του Μανταλέρου, από έναν μυημένο εκεί «δυο δοχεία πετρέλαιο και μηχανέλαιο», που ήταν το σύνθημα για τα ρολόγια που θα έπαιρνε. Τα πήρε, στον δρόμο έψαξε τα δοχεία και αντί για ρολόγια ανακάλυψε ότι είχαν λευκή σκόνη, σαν πούδρα, που ήταν ηρωίνη!

Πριν φτάσει στην ακτή της Μακρονήσου, πέταξε την ηρωίνη στη θάλασσα, έβγαλε τις βαλίτσες του στην ακτή και ζήτησε βοήθεια από έναν βοσκό για να πάει στο Λαύριο.

Μετά τη σύλληψη του, τις ανακρίσεις και τις καταθέσεις, οδηγήθηκε στο Κακουργιοδικείο του Πειραία όπου οι ένορκοι τον έκριναν ένοχο και καταδικάστηκε δις είς θάνατον! Η απόφαση ικανοποίησε το ακροατήριο που ζητωκραύγαζε, ενώ ο Ράνεϊ έπεσε λιπόθυμος αφού ακούστηκε να λέει: «Είμαι αθώος, δεν σκότωσα».

Η υπόθεση απασχόλησε την αμερικανική κοινή γνώμη, ακόμα και την Γερουσία. Έτσι με παρεμβάσεις γερουσιαστών η ποινή μετετράπη το 1963 σε ισόβια. Το 1983, ο Ράνεϊ έκανε αίτηση αποφυλάκισης που την υποστήριξε ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Γ.Α. Μαγκάκης.

Ο Στέλιος Μαντελέρος, αδερφός του νεκρού Γιώργου έδειξε στον δημοσιογράφο, Τάσο Κοντογιαννίδη το μέρος από όπου ξεκίνησε ο αδερφός του με τον Ευσταθίου και τον Ράνεϊ για τον Πόρο και έκτοτε δεν τον ξαναείδε ποτέ.

«Θεωρώ άστοχη την αίτηση χάριτος και πολύ σωστά ο Πρόεδρος Καραμανλής την απέρριψε, γιατί είναι δίκαιος και θυμάται την υπόθεση καλά…Να εκεί ήταν δεμένο το «Δήλος»

Και η Ελένη Ευσταθίου είπε: «Αναγνώρισα το ματωμένο παντελόνι του άνδρα μου, όταν έγινε η ανέλκυση του σκάφους…Τον σκότωσε! Να σαπίσει στις φυλακές: Αν τον βγάλουν θα τελειώσει το μαρτύριο του φονιά, όχι όμως και της οικογένειας μου».

Πηγή