Στις 7 Απριλίου του 1929 διεξήχθη στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας ο πρώτος διεθνής αγώνας της Εθνικής Ελλάδας στο ποδόσφαιρο. Ήταν φιλικός, με αντίπαλο τα «δεύτερα» της Ιταλίας, από τα οποία έχασε με το τιμητικό 4-1. Στο...
παρελθόν, το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα είχε δώσει κάποιους αγώνες, αλλά αυτός ήταν ο πρώτος υπό την αιγίδα της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (ΕΠΟ), που είχε ιδρυθεί το 1926 και είχε αναγνωρισθεί από τη FIFA.
Την πρώτη αυτή συνάντηση της Εθνικής μας ομάδας παρακολούθησε πλήθος κόσμου (υπολογίζεται σε 15.000), που γέμισε ασφυκτικά τη «Λεωφόρο» δύο ώρες πριν από την έναρξη του αγώνα, καθώς και σχεδόν όλη η κοσμική Αθήνα της εποχής εκείνης. Στην εξέδρα των επισήμων βρέθηκε και η κόρη του Ιταλού δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι, η 19χρονη Έντα Μουσολίνι, που βρισκόταν στην Αθήνα για τουρισμό. Εκείνο το κυριακάτικο απόγευμα φυσούσε πολύ και η σκόνη που σηκωνόταν εμπόδιζε τις κινήσεις των παιχτών και προκαλούσε τη δυσφορία των θεατών.
Η Ιταλία εκείνη την περίοδο ήταν παγκόσμια δύναμη στο ποδόσφαιρο και δεν καταδέχθηκε να στείλει στην Αθήνα την πρώτη της ομάδα. Όμως και η δεύτερη ομάδα που παρατάχθηκε στο γήπεδο ήταν πανίσχυρη, με παίχτες που αγωνίζονταν στις μεγάλες ομάδες του κάλτσιο. Την αποτελούσαν οι: Ντεγκάνι (Ιντερ) – Μοντζέλιο (Ρόμα), Μαρτίν (Τορίνο), Άβαλε (Αλεσάντρια), Σκαλτρίτι (Μπρέσια), Καστελάτσι (Ίντερ), Κονσταντίνο (Μπάρι), Μπουσίνι (Μπολόνια), Βολκ (Ρόμα), Τσεβενίνι (Γιουβέντους) και Τανσίνι (Μίλαν).
Ο προπονητής της Εθνικής μας, Απόστολος Νικολαΐδης (ο μετέπειτα πρόεδρος του Παναθηναϊκού), επέλεξε τους εξής έντεκα: Γιάµαλης (ΑΕΚ) – Φερλέµης (Εθνικός Π.), Βόγας (Ηρακλής Θ.), Ανδρίτσος (Παναθηναϊκός), Κωνσταντινίδης (ΑΕΚ), Απόστολος Μεσσάρης (Παναθηναϊκός), Ναµίας (Ηρακλής Θ.), Άγγελος Μεσσάρης (Παναθηναϊκός), Γιώργος Ανδριανόπουλος (Ολυμπιακός), Ντίνος Ανδριανόπουλος (Ολυμπιακός) και Βασίλης Ανδριανόπουλος (Ολυμπιακός).
Στις 3:15 μ.μ. ο Ούγγρος διαιτητής Καν, «ο πλέον …παχύσαρκος εντός του γηπέδου» σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, σφύριξε το εναρκτήριο λάκτισμα. Στο πρώτο ημίχρονο η εθνική μας αγωνίστηκε συγκρατημένα και κατόρθωσε να περιορίσει τη δραστηριότητα των Ιταλών, που προηγήθηκαν, πάντως, με 1-0, με τέρμα του του Τσεβενίνι στο 35ο λεπτό. Στην επανάληψη, ο δαιμόνιος επιθετικός του Ηρακλή Ναμίας ισοφάρισε στο 60ο λεπτό εν μέσω πανζουρλισμού κι έγινε έτσι ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της εθνικής Ελλάδας.
Ο εβραϊκής καταγωγής Αλμπέρτο Ναχμία, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, αγωνιζόταν στη θέση του δεξιού εξτρέμ και υπήρξε ένας από τους κορυφαίους Έλληνες ποδοσφαιριστές της προπολεμικής περιόδου. Οι Ιταλοί αφυπνίστηκαν αμέσως και εκμεταλλευόμενοι την καλή τους φυσική κατάσταση και τα πλούσια αθλητικά τους προσόντα («Οι ημέτεροι συγκρινόμενοι με αυτούς εφαίνοντο σαν μικρά παιδιά» έγραψε ο Τύπος), επικράτησαν πλήρως στη συνέχεια και σημείωσαν τρία τέρματα με τους Βολκ (65′), Τσεβενίνι (68′) και Τανσίνι (80′), για να κατακτήσουν τελικά τη νίκη με 4-1, κερδίζοντας τον θαυμασμό και το ζεστό χειροκρότημα των Ελλήνων φιλάθλων.
Ο αγώνας κινηματογραφήθηκε και προβλήθηκε την επομένη στους κινηματογράφους Αττικόν και Σπλέντιτ των Αθηνών.
ΠΗΓΗ
Την πρώτη αυτή συνάντηση της Εθνικής μας ομάδας παρακολούθησε πλήθος κόσμου (υπολογίζεται σε 15.000), που γέμισε ασφυκτικά τη «Λεωφόρο» δύο ώρες πριν από την έναρξη του αγώνα, καθώς και σχεδόν όλη η κοσμική Αθήνα της εποχής εκείνης. Στην εξέδρα των επισήμων βρέθηκε και η κόρη του Ιταλού δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι, η 19χρονη Έντα Μουσολίνι, που βρισκόταν στην Αθήνα για τουρισμό. Εκείνο το κυριακάτικο απόγευμα φυσούσε πολύ και η σκόνη που σηκωνόταν εμπόδιζε τις κινήσεις των παιχτών και προκαλούσε τη δυσφορία των θεατών.
Η Ιταλία εκείνη την περίοδο ήταν παγκόσμια δύναμη στο ποδόσφαιρο και δεν καταδέχθηκε να στείλει στην Αθήνα την πρώτη της ομάδα. Όμως και η δεύτερη ομάδα που παρατάχθηκε στο γήπεδο ήταν πανίσχυρη, με παίχτες που αγωνίζονταν στις μεγάλες ομάδες του κάλτσιο. Την αποτελούσαν οι: Ντεγκάνι (Ιντερ) – Μοντζέλιο (Ρόμα), Μαρτίν (Τορίνο), Άβαλε (Αλεσάντρια), Σκαλτρίτι (Μπρέσια), Καστελάτσι (Ίντερ), Κονσταντίνο (Μπάρι), Μπουσίνι (Μπολόνια), Βολκ (Ρόμα), Τσεβενίνι (Γιουβέντους) και Τανσίνι (Μίλαν).
Ο προπονητής της Εθνικής μας, Απόστολος Νικολαΐδης (ο μετέπειτα πρόεδρος του Παναθηναϊκού), επέλεξε τους εξής έντεκα: Γιάµαλης (ΑΕΚ) – Φερλέµης (Εθνικός Π.), Βόγας (Ηρακλής Θ.), Ανδρίτσος (Παναθηναϊκός), Κωνσταντινίδης (ΑΕΚ), Απόστολος Μεσσάρης (Παναθηναϊκός), Ναµίας (Ηρακλής Θ.), Άγγελος Μεσσάρης (Παναθηναϊκός), Γιώργος Ανδριανόπουλος (Ολυμπιακός), Ντίνος Ανδριανόπουλος (Ολυμπιακός) και Βασίλης Ανδριανόπουλος (Ολυμπιακός).
Στις 3:15 μ.μ. ο Ούγγρος διαιτητής Καν, «ο πλέον …παχύσαρκος εντός του γηπέδου» σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, σφύριξε το εναρκτήριο λάκτισμα. Στο πρώτο ημίχρονο η εθνική μας αγωνίστηκε συγκρατημένα και κατόρθωσε να περιορίσει τη δραστηριότητα των Ιταλών, που προηγήθηκαν, πάντως, με 1-0, με τέρμα του του Τσεβενίνι στο 35ο λεπτό. Στην επανάληψη, ο δαιμόνιος επιθετικός του Ηρακλή Ναμίας ισοφάρισε στο 60ο λεπτό εν μέσω πανζουρλισμού κι έγινε έτσι ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της εθνικής Ελλάδας.
Ο εβραϊκής καταγωγής Αλμπέρτο Ναχμία, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, αγωνιζόταν στη θέση του δεξιού εξτρέμ και υπήρξε ένας από τους κορυφαίους Έλληνες ποδοσφαιριστές της προπολεμικής περιόδου. Οι Ιταλοί αφυπνίστηκαν αμέσως και εκμεταλλευόμενοι την καλή τους φυσική κατάσταση και τα πλούσια αθλητικά τους προσόντα («Οι ημέτεροι συγκρινόμενοι με αυτούς εφαίνοντο σαν μικρά παιδιά» έγραψε ο Τύπος), επικράτησαν πλήρως στη συνέχεια και σημείωσαν τρία τέρματα με τους Βολκ (65′), Τσεβενίνι (68′) και Τανσίνι (80′), για να κατακτήσουν τελικά τη νίκη με 4-1, κερδίζοντας τον θαυμασμό και το ζεστό χειροκρότημα των Ελλήνων φιλάθλων.
Ο αγώνας κινηματογραφήθηκε και προβλήθηκε την επομένη στους κινηματογράφους Αττικόν και Σπλέντιτ των Αθηνών.
ΠΗΓΗ