Ένα από τα ωραιότερα ελληνικά νησιά είναι αναμφίβολα η Σαμοθράκη. Βρίσκεται στο Θρακικό πέλαγος και εκτός από τις φυσικές ομορφιές της, παρουσιάζει και μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Όπως και όλα σχεδόν τα μέρη όπου κατοικούσαν Έλληνες, οι κάτοικοι της Σαμοθράκης ξεσηκώθηκαν εναντίον των Τούρκων του 1821. Το πανέμορφο ακριτικό νησί πλήρωσε βαρύ τίμημα για την εξέγερση των κατοίκων του καθώς χιλιάδες απ’ αυτούς σφαγιάστηκαν από τους Τούρκους και χιλιάδες άλλοι πουλήθηκαν σαν σκλάβοι.
Το...
Το...
επίσημο ελληνικό κράτος αγνοούσε παντελώς τη σφαγή της Σαμοθράκης για περισσότερα από 80 χρόνια. Μόλις στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα, ο σπουδαίος Ίωνας Δραγούμης που ήταν τότε πρόξενος στο Δεδέ Αγάτς, τη σημερινή Αλεξανδρούπολη, έφερε στο φως συγκλονιστικά στοιχεία για το Ολοκαύτωμα της Σαμοθράκης. Είχε προηγηθεί το 1886 ο Σαμοθρακίτης λόγιος Νικόλαος Φαρδύς, το βιβλίο του οποίου μάλλον πέρασε τότε απαρατήρητο. Αντίθετα, στο εξωτερικό, η σφαγή της Σαμοθράκης ήταν γνωστή από το βιβλίο του Francois Pouqueville “Histoire de la Regeneration de la Grèce (“Iστορία της Αναγέννησης της Ελλάδας”) που κυκλοφόρησε στο Παρίσι το 1824.
Αυτός ενέπνευσε τον συμπατριώτη του Auguste Vinchon που φιλοτέχνησε τον αριστουργηματικό πίνακα “Après le Massacre de Samothrace” («Μετά τη σφαγή της Σαμοθράκης”) (1827). Αλλά και ο Αμερικανός φιλέλληνας George Jarvis, που ως μέλος του πληρώματος ελληνικού πλοίου, με καπετάνιο τον Μ. Τομπάζη, βρέθηκε στη Σαμοθράκη τον Ιούνιο του 1822, γράφει: “The Turks have ravaged this place, taken all cattle from the isle and a number of inhabitants, who were made slaves of” (“Οι Τούρκοι έχουν καταστρέψει αυτό τον τόπο, πήραν όλα τα βοοειδή από το νησί και αρκετούς από τους κατοίκους που έγιναν σκλάβοι”). Στη συνέχεια, αφού αναφέρει ότι το νησί βρίσκεται κάτω από την τουρκική τυραννία αναφέρει ότι μόνο “200 poor Greeks” (“200 φτωχοί, κακόμοιροι Έλληνες”) κατοικούν σ’ αυτό.
O πασίγνωστος Άγγλος ιστορικός Φίνλεϊ, στην «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης» (1861) γράφει: «ήταν αδύνατο να υποθέσει κανείς ότι αυτοί οι άνθρωποι (δηλ. οι Σαμοθρακίτες που σφαγιάστηκαν) είχαν διαπράξει κάποιο έγκλημα που να αξίζει μία τόσο σκληρή τιμωρία». O Γάλλος L. Lacroix, στο έργο του “Iles de la Grece”(«Νησιά της Ελλάδας») (Παρίσι, 1881), γράφει: «οι Τούρκοι κατερήμωσαν ασπλάχνως την νήσον ταύτην εν τω υπέρ ανεξαρτησίας αγώνι». Αναφορά στη σφαγή της Σαμοθράκης, κάνει και, ο μάλλον μετριοπαθής, συνήθως, Τούρκος ιστορικός Αχμέτ Δζεβέτ Πασάς. Eδώ όμως αρκείται στα εξής: «(ο στρατιωτικός διοικητής των Δαρδανελίων) απέστειλε μικράν στρατιωτικήν δύναμιν και εις Σαμοθράκην, της οποίας είχον αποστατήσει όλοι οι κάτοικοι. Ούτοι όμως ηττήθησαν κατόπιν συμπλοκής με τους Τούρκους στρατιώτας και το κίνημα κατεστάλη». (Νικηφόρος Μοσχόπουλος «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ κατά τους Τούρκους ιστοριογράφους εν αντιπαραβολή και προς τους Έλληνες ιστορικούς», ΑΘΗΝΑΙ 1960).
Παρ’ όλα αυτά, το επίσημο ελληνικό κράτος, όπως αναφέραμε, δεν γνώριζε τι ακριβώς έγινε στη Σαμοθράκη μέχρι λίγο πριν την απελευθέρωσή της, το 1912.
Η Σαμοθράκη πριν την Επανάσταση του 1821
Σύμφωνα με αναφορά των προεστών της Σαμοθράκης προς τη Μονή Ιβήρων, το 1809, η Χώρα, η πρωτεύουσα του νησιού, είχε 350 «σπίτια» (δηλ. οικογένειες). Άλλα 400-450 «σπίτια» (οικογένειες) υπήρχαν στο υπόλοιπο νησί. Ο Άγγλος αξιωματικός Grenville Temple αναφέρει ότι στη Σαμοθράκη κατοικούσαν 3.200 άνθρωποι. Ο Ευάγγελος Αθ. Παπαθανασίου, εκτιμά τον προεπαναστατικό πληθυσμό του νησιού στις 4.000-4.500, κρίνει δε τον αριθμό των 10.000 που παραθέτει ο Νικόλαος Φαρδύς, εκτός πραγματικότητας και επιεικώς φανταστικό.
Η Σαμοθράκη βρισκόταν στα χέρια των Οθωμανών διαρκώς από το 1479 αν και για πρώτη φορά είχε καταληφθεί απ’ αυτούς το 1456, μεσολάβησε όμως ένα διάστημα παπικής-βενετικής κυριαρχίας. Από το 1770 ως το 1774, κυρίευσαν το νησί οι Ρώσοι. Στη συνέχεια, η Σαμοθράκη γνώρισε πολύ μεγάλη ανάπτυξη και ακμή.
Παραμονές της Επανάστασης του ’21, μερικοί πρόκριτοι του νησιού μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία είτε στην Κωνσταντινούπολη, όπου πήγαιναν για εμπορικούς σκοπούς, είτε από τον Μητροπολίτη Μαρωνείας Κωνστάντιο, ο οποίος έγραψε σχετική επιστολή στους Σαμοθρακίτες. Το έμβλημα της Φιλικής Εταιρείας έχει βρεθεί σε δύο μαρμάρινες πλάκες σε σπίτια της Χώρας.
Ένα ελληνικό καράβι που γύριζε τα νησιά του Αιγαίου πριν την έναρξη του Αγώνα, έφτασε και στη Σαμοθράκη και ενημέρωσε τους προύχοντες ότι μόλις μάθουν ότι ξέσπασε η Επανάσταση, πρέπει να διώξουν τους λίγους Τούρκους που βρίσκονταν στο νησί. Οι κάτοικοι του νησιού μάζεψαν τα λιγοστά όπλα που υπήρχαν σ’ αυτό και εξασκούνταν στη σκοποβολή με την καθοδήγηση ενός Σαμιώτη.
Η κήρυξη της επανάστασης στη Σαμοθράκη
Στις 19 Απριλίου 1821, οι κάτοικοι της Σαμοθράκης δήλωσαν στον μουδίρη (διοικητή) του νησιού ότι «του λοιπού είναι Έλληνες ελεύθεροι και κατά συνέπειαν, δεν έχουσι πλέον να πληρώσι φόρους εις τον Σουλτάνον». Πρόκριτοι του νησιού τότε ήταν ο Αλέξιος Αινείτης, ο Γεωργούδης Πεζούλας, οι Γεώργιος και Σάββας Χατζηγιαννάκης και Δημογέροντας ο Χατζηγιώργης, ο μόνος εγγράμματος ,που διαβεβαίωνε τους συντοπίτες του ότι σύντομα θα έρθει ο ελληνικός στόλος για να υπερασπιστεί το νησί.
Η είδηση έφτασε αμέσως στην Πύλη αλλά η οθωμανική κυβέρνηση καθώς είχε πολλά και μεγαλύτερα προβλήματα δεν ασχολήθηκε με τη Σαμοθράκη.
Η κατάσταση στο νησί ως το τέλος Αυγούστου φαίνεται ότι ήταν ομαλή. Τότε όμως, ο τουρκικός στόλος ανέλαβε δράση. Την 1η Σεπτεμβρίου 1821, έφτασαν στη Σαμοθράκη 1.000 (κατ’ άλλους 2.000) άνδρες και αποβιβάστηκαν στο νησί. Μάλιστα, για να πεισθούν οι Σαμοθρακίτες να παραδοθούν, στάλθηκε ως μεσολαβητής ένας Ίμβριος, που ονομαζόταν Λογοθέτης. Σ’ αυτόν, ο Χατζηγιώργης είπε τα εξής:
«Δοσίματα δεν έχουμε παρά μονάχα μολύβι και μπαρούτι. Είμαστε Έλληνες και προτιμούμε να πεθάνουμε παρά να είμαστε σκλάβοι».
Ο οθωμανικός στόλος υπό τον σιλιχτάρη (υπασπιστή) του Καρά Αλή (γνωστού κι από την Σφαγή της Χίου), είχε αγκυροβολήσει στις Μακρυλιές, στο ΝΑ τμήμα της Σαμοθράκης. Η πρώτη συμπλοκή έγινε έξω από τη Χώρα, στη θέση Μύλοι. Μια ώρα μετά την απόβαση, φάνηκαν στη θέση Σταυρί, στα πρόθυρα της Χώρας, οι δυνάμεις των Τούρκων. 35 Σαμοθρακίτες είχαν πιάσει τα υψώματα «Κούκου» και «Βριχού» και όταν φάνηκαν οι Τούρκοι, άρχισαν να πυροβολούν με επικεφαλής τον Σαμιώτη εκπαιδευτή τους. Οι Τούρκοι αρχικά ξαφνιάστηκαν και πολλοί από αυτούς σκοτώθηκαν, ανάμεσά τους και ο σημαιοφόρος τους. Όμως, η υπεροχή του εχθρού ήταν μεγάλη. Τα πολεμοφόδια των Σαμοθρακιτών ελάχιστα και συνεπώς ήταν καταδικασμένοι. Όμως δεν παραδίνονταν. Όταν τελείωσαν τα πυρομαχικά, έριχναν εναντίον των Τούρκων βράχους και πέτρες.
Σύντομα κατάλαβαν όμως ότι οποιαδήποτε αντίδραση ήταν μάταια και έτρεξαν να κρυφτούν σε δάση και βουνά. Στο λεγόμενο «Τουρκόκαστρο», μια εξαιρετικά δυσπρόσιτη και φυσικά οχυρωμένη θέση στον Ξηροπόταμο, σύμφωνα με την προφορική παράδοση του νησιού, οι Σαμοθρακίτες ταμπουρώθηκαν προβάλλοντας μια έσχατη αντίσταση.
Ο τουρκικός στρατός φαίνεται ότι άρχισε να αναζητά τους φυγάδες, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία. Επιστρατεύτηκε τότε κάποιος Κυριάκος, Σαμοθρακίτης, στον οποίο «απονεμήθηκε» ο βαθμός του τσαούση (λοχία). Αυτός γύριζε όλα τα μέρη όπου κρύβονταν οι συντοπίτες του και τους έλεγε να επιστρέψουν στα σπίτια τους καθώς οι Τούρκοι θα παραχωρούσαν αμνηστία. Πραγματικά, οι περισσότεροι πίστεψαν τα λόγια του Κυριάκου και επέστρεψαν στα σπίτια τους.
Οι Τούρκοι για μία ακόμη φορά είχαν αθετήσει όσα υποσχέθηκαν. Απέκλεισαν τη Χώρα και αφού επέλεξαν 700 Σαμοθρακίτες, τους οδήγησαν στη θέση Βαράδι (βυζαντινός όρος σημαίνει την κυψέλη μελισσών που είναι φτιαγμένη με ξεκούφωμα τμήματος κορμού δένδρου, κυρίως πλατάνου) στον δρόμο προς Καμαριώτισσα όπου άρχισαν να τους σφαγιάζουν αφήνοντας τα κεφάλια να κατρακυλούν στο αυλάκι που λέγεται σήμερα «Εφκάς» ή «Φ’ κάς».
Τη σφαγή των 700 ακολούθησαν και άλλες. Τα μωρά κάτω των 2 ετών εκτελέστηκαν όπως και οι γυναίκες που ήταν μεγαλύτερες των 40 ετών. Τα υπόλοιπα γυναικόπαιδα, έγιναν «περιουσία» των πιστών μουσουλμάνων. Τα μισά από τα γυναικόπαιδα αυτά, δεν άντεξαν τις κακουχίες και πέθαναν σύντομα. Αναφέρονται συγκλονιστικές ιστορίες γυναικών που αυτοκτονούσαν για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων ή ρίχνονταν με τα παιδιά τους σε γκρεμούς, ως άλλες Σουλιώτισσες.
Περίπου 500 Σαμοθρακίτες κατάφεραν να διαφύγουν μέσω θαλάσσης ή να διασωθούν με άλλους τρόπους απ’ τη σφαγή. Γύρω στις 2.000 ήταν τα άμεσα θύματα των σφαγών, ενώ 1.800-2.000 άτομα έγιναν σκλάβοι. Οι μισοί περίπου απ’ αυτούς, εξαγοράστηκαν από τα φιλελληνικά κομιτάτα του Λονδίνου, της Ζυρίχης και του Παρισιού και σταδιακά, πολλοί απ’ αυτούς επέστρεψαν στο νησί.
Η σφαγή της Σαμοθράκης δεν έχει προηγούμενο. Διήρκησε 6-8 εβδομάδες. Εκτός απ’ τις σφαγές, οι Τούρκοι κατέστρεψαν τα πάντα: εκκλησίες, μοναστήρια, σπίτια και υποστατικά. «Στην εκκλησία μπήκαν, τύφλωσαν τους Άγιους, άρπαξαν ό, τι πολύτιμο είχε σύντριψαν την Αγία Τράπεζα κι ένας με τη λόγχη του τρύπησε το Ευαγγέλιο πέρα πέρα», γράφει ο Ίωνας Δραγούμης.
Το λογχισμένο Ευαγγέλιο, έφερε στο Εθνολογικό Μουσείο Αθηνών ο Ι. Δραγούμης μαζί με ένα αντίγραφο του χειρογράφου της Ακολουθίας που έγραψε το 1843 ο μοναχός Ιάκωβος για τους 5 Νεομάρτυρες του νησιού.
Ο Πουκεβίλ γράφει για τη σφαγή της Σαμοθράκης: «Μέρα πένθους. Η φρίκη κι ο θάνατος απλώνονται σ’ ολόκληρο το νησί. Τα χωριά διατρέχουν, τις πεδιάδες, ψάχνουν στις κοιλάδες και στα δάση, οι γυναίκες και τα παιδιά αλυσοδένονται. Οι άνδρες αποκεφαλίζονται, εκτός από μερικούς που τους φυλάγουν, για να τους κρεμάσουν στα κατάρτια πλοίων, όταν θα γυρίζουν στην Κωνσταντινούπολη. Αλυσοδεμένους τους φέρνουν μαζί με τις αθώες οικογένειές τους στα πλοία και τους στοιβάζουν μαζί με σωρούς κεφαλιών προορισμένων να κοσμήσουν την πύλη σαραγιού. Φριχτός φόρος, οι γυναίκες που ήταν καταδικασμένες να μπουν στα κακόφημα σπίτια (σύμφωνα με το πολεμικό δίκαιο των Μωαμεθανών) καταφέρνουν να μετριαστεί η ποινή τους, χάρη στην απληστία των δεσποτών τους που τις πούλησαν μαζί με τα παιδιά τους στην αγορά του Σουλτανιέ Καλεσί. Ακόμη οι Τούρκοι δεν ξέχασαν να στοιβάξουν σε σωρούς τα κομμένα κεφάλια κάτω από τα παράθυρα του Γάλλου υποπρόξενου».
Οι συλληφθέντες Σαμοθρακίτες πρόκριτοι, κατά την επιστροφή του τουρκικού στόλου στον Βόσπορο, κρεμάστηκαν από τις αντένες (ιστούς) των γαλαξιδιώτικων πλοίων που είχε στο μεταξύ αιχμαλωτίσει ο οθωμανικός στόλος. Ο Καρά – Αλής, μπήκε έτσι πανηγυρικά, με κρεμασμένα στους ιστούς τα κομμένα κεφάλια πολλών Σαμοθρακιτών (τουλάχιστον τριάντα), στους ιστούς των πλοίων στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης. Ήταν 12 Νοεμβρίου του 1821. Στις 10 Νοεμβρίου, είχε αναχωρήσει, μάλλον εσπευσμένα από τα Δαρδανέλια, γλιτώνοντας από την «ενέδρα» που του ετοίμαζαν εκεί Ψαριανοί μπουρλοτιέρηδες, θέλοντας να εκδικηθούν και τη σφαγή της Σαμοθράκης.
Όπως είναι γνωστό, και περιγράψαμε εκτενώς σε άρθρο μας την 24η Μαρτίου 2019, ο Καρά Αλής που είχε στο μεταξύ προκαλέσει και τη σφαγή της Χίου, σκοτώθηκε τη νύχτα της 6ης προς 7η Ιουνίου 1822, όταν ο Κανάρης πυρπόλησε τη ναυαρχίδα του…
Η επόμενη μέρα στη Σαμοθράκη
Μετά τον «χαλασμό» της Σαμοθράκης, στο νησί έμειναν περίπου 200 Έλληνες. Χρειάστηκαν περίπου 10 χρόνια για να βρει το μαρτυρικό νησί κάποια «ισορροπία». Το 1830, ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’, εξέδωσε φιρμάνι με το οποίο διέταζε την απελευθέρωση όλων των Ελλήνων που είχαν αιχμαλωτιστεί στη διάρκεια της Επανάστασης. Τότε πιθανότατα επέστρεψαν στο νησί και αρκετοί κάτοικοί του.
Πάντως, μετά την καταστροφή, η Σαμοθράκη είχε ν’ αντιμετωπίσει και τις ληστρικές επιδρομές Αλβανών, όπως αναφέρουν ξένοι περιηγητές που επισκέφθηκαν το νησί. Γράφει ο Βρετανός Grenville Temple το 1834: «Λίγο αργότερα το νησί ξανακατοικήθηκε και για κάμποσο καιρό ευημερούσε, όταν σώματα Αρναούτηδων (Arnaoods)…εισέβαλαν στο νησί σκορπίζοντας γύρω τους τον θάνατο και την ερήμωση. Μόνο τα δύο ή τρία τελευταία χρόνια το νησί έχει ησυχάσει. Σήμερα το νησί έχει πληθυσμό χίλιους κατοίκους, οι οποίοι, αν και φτωχοί, φαίνονται ευχαριστημένοι (G. Temple «Travels»). Και ο F. Murhard για το ίδιο θέμα: «Πριν από λίγο καιρό αποβιβάστηκε εδώ μια άγρια ομάδα Αλβανών απ’ τη γειτονική μακεδονική ακτή και γέμισε με φόβο και τρόμο τους κατοίκους. Έκαναν μάλιστα κατάσχεση σε μια βάρκα με μέλι – το πιο σημαντικό προϊόν του νησιού – που προοριζόταν για την Κωνσταντινούπολη και την οδήγησαν χωρίς αντίσταση στο ληστρικό τους λημέρι» (F. Murhard, «Genalde»).
Επίλογος
Όπως αναφέραμε εκτενώς στην αρχή του άρθρου, η σφαγή της Σαμοθράκης ήταν άγνωστη στην υπόλοιπη Ελλάδα αλλά και στο επίσημο ελληνικό κράτος για πολλά χρόνια. Μόλις το 1980, η Ακαδημία Αθηνών τίμησε τη Σαμοθράκη με το χρυσό μετάλλιο γιατί: «…αυτή κατά τους Αγώνες της Εθνεγερσίας, ολοκαύτωμα υπό βαρβάρου Ασιάτη δυνάστη γενομένη, ουκ επαύσατο και σήμερα δια την αυτής ελληνικότητα αγωνιζομένη».
Καιρός είναι η ελληνική Πολιτεία να κατασκευάσει ένα αεροδρόμιο στο πανέμορφο νησί (κάτι που συζητείται για δεκαετίες) και να εξασφαλίσει την ακτοπλοϊκή σύνδεσή του, σε μόνιμη βάση, τόσο με το λιμάνι του Λαυρίου όσο και της Θεσσαλονίκης.
Οι υποσχέσεις και τα καλά λόγια δεν αρκούν…
Πηγές:
«Σαμοθράκη – Ιστορία – Αρχαιολογία – Πολιτισμός», Στράτος Ν. Δορδανάς – Θεοφάνης Μαλκίδης (επιμέλεια), Εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη ,2008
ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, «Η Σαμοθράκη, Εκδόσεις ΒΑΣ. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, Θεσσαλονίκη 1994
ΛΕΥΤΕΡΗΣ Π. ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ, «ΤΑ ΑΠΑΝΤΑ ΤΗΣ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ», ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ 1996
Αυτός ενέπνευσε τον συμπατριώτη του Auguste Vinchon που φιλοτέχνησε τον αριστουργηματικό πίνακα “Après le Massacre de Samothrace” («Μετά τη σφαγή της Σαμοθράκης”) (1827). Αλλά και ο Αμερικανός φιλέλληνας George Jarvis, που ως μέλος του πληρώματος ελληνικού πλοίου, με καπετάνιο τον Μ. Τομπάζη, βρέθηκε στη Σαμοθράκη τον Ιούνιο του 1822, γράφει: “The Turks have ravaged this place, taken all cattle from the isle and a number of inhabitants, who were made slaves of” (“Οι Τούρκοι έχουν καταστρέψει αυτό τον τόπο, πήραν όλα τα βοοειδή από το νησί και αρκετούς από τους κατοίκους που έγιναν σκλάβοι”). Στη συνέχεια, αφού αναφέρει ότι το νησί βρίσκεται κάτω από την τουρκική τυραννία αναφέρει ότι μόνο “200 poor Greeks” (“200 φτωχοί, κακόμοιροι Έλληνες”) κατοικούν σ’ αυτό.
O πασίγνωστος Άγγλος ιστορικός Φίνλεϊ, στην «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης» (1861) γράφει: «ήταν αδύνατο να υποθέσει κανείς ότι αυτοί οι άνθρωποι (δηλ. οι Σαμοθρακίτες που σφαγιάστηκαν) είχαν διαπράξει κάποιο έγκλημα που να αξίζει μία τόσο σκληρή τιμωρία». O Γάλλος L. Lacroix, στο έργο του “Iles de la Grece”(«Νησιά της Ελλάδας») (Παρίσι, 1881), γράφει: «οι Τούρκοι κατερήμωσαν ασπλάχνως την νήσον ταύτην εν τω υπέρ ανεξαρτησίας αγώνι». Αναφορά στη σφαγή της Σαμοθράκης, κάνει και, ο μάλλον μετριοπαθής, συνήθως, Τούρκος ιστορικός Αχμέτ Δζεβέτ Πασάς. Eδώ όμως αρκείται στα εξής: «(ο στρατιωτικός διοικητής των Δαρδανελίων) απέστειλε μικράν στρατιωτικήν δύναμιν και εις Σαμοθράκην, της οποίας είχον αποστατήσει όλοι οι κάτοικοι. Ούτοι όμως ηττήθησαν κατόπιν συμπλοκής με τους Τούρκους στρατιώτας και το κίνημα κατεστάλη». (Νικηφόρος Μοσχόπουλος «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ κατά τους Τούρκους ιστοριογράφους εν αντιπαραβολή και προς τους Έλληνες ιστορικούς», ΑΘΗΝΑΙ 1960).
Παρ’ όλα αυτά, το επίσημο ελληνικό κράτος, όπως αναφέραμε, δεν γνώριζε τι ακριβώς έγινε στη Σαμοθράκη μέχρι λίγο πριν την απελευθέρωσή της, το 1912.
Η Σαμοθράκη πριν την Επανάσταση του 1821
Σύμφωνα με αναφορά των προεστών της Σαμοθράκης προς τη Μονή Ιβήρων, το 1809, η Χώρα, η πρωτεύουσα του νησιού, είχε 350 «σπίτια» (δηλ. οικογένειες). Άλλα 400-450 «σπίτια» (οικογένειες) υπήρχαν στο υπόλοιπο νησί. Ο Άγγλος αξιωματικός Grenville Temple αναφέρει ότι στη Σαμοθράκη κατοικούσαν 3.200 άνθρωποι. Ο Ευάγγελος Αθ. Παπαθανασίου, εκτιμά τον προεπαναστατικό πληθυσμό του νησιού στις 4.000-4.500, κρίνει δε τον αριθμό των 10.000 που παραθέτει ο Νικόλαος Φαρδύς, εκτός πραγματικότητας και επιεικώς φανταστικό.
Η Σαμοθράκη βρισκόταν στα χέρια των Οθωμανών διαρκώς από το 1479 αν και για πρώτη φορά είχε καταληφθεί απ’ αυτούς το 1456, μεσολάβησε όμως ένα διάστημα παπικής-βενετικής κυριαρχίας. Από το 1770 ως το 1774, κυρίευσαν το νησί οι Ρώσοι. Στη συνέχεια, η Σαμοθράκη γνώρισε πολύ μεγάλη ανάπτυξη και ακμή.
Παραμονές της Επανάστασης του ’21, μερικοί πρόκριτοι του νησιού μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία είτε στην Κωνσταντινούπολη, όπου πήγαιναν για εμπορικούς σκοπούς, είτε από τον Μητροπολίτη Μαρωνείας Κωνστάντιο, ο οποίος έγραψε σχετική επιστολή στους Σαμοθρακίτες. Το έμβλημα της Φιλικής Εταιρείας έχει βρεθεί σε δύο μαρμάρινες πλάκες σε σπίτια της Χώρας.
Ένα ελληνικό καράβι που γύριζε τα νησιά του Αιγαίου πριν την έναρξη του Αγώνα, έφτασε και στη Σαμοθράκη και ενημέρωσε τους προύχοντες ότι μόλις μάθουν ότι ξέσπασε η Επανάσταση, πρέπει να διώξουν τους λίγους Τούρκους που βρίσκονταν στο νησί. Οι κάτοικοι του νησιού μάζεψαν τα λιγοστά όπλα που υπήρχαν σ’ αυτό και εξασκούνταν στη σκοποβολή με την καθοδήγηση ενός Σαμιώτη.
Η κήρυξη της επανάστασης στη Σαμοθράκη
Στις 19 Απριλίου 1821, οι κάτοικοι της Σαμοθράκης δήλωσαν στον μουδίρη (διοικητή) του νησιού ότι «του λοιπού είναι Έλληνες ελεύθεροι και κατά συνέπειαν, δεν έχουσι πλέον να πληρώσι φόρους εις τον Σουλτάνον». Πρόκριτοι του νησιού τότε ήταν ο Αλέξιος Αινείτης, ο Γεωργούδης Πεζούλας, οι Γεώργιος και Σάββας Χατζηγιαννάκης και Δημογέροντας ο Χατζηγιώργης, ο μόνος εγγράμματος ,που διαβεβαίωνε τους συντοπίτες του ότι σύντομα θα έρθει ο ελληνικός στόλος για να υπερασπιστεί το νησί.
Η είδηση έφτασε αμέσως στην Πύλη αλλά η οθωμανική κυβέρνηση καθώς είχε πολλά και μεγαλύτερα προβλήματα δεν ασχολήθηκε με τη Σαμοθράκη.
Η κατάσταση στο νησί ως το τέλος Αυγούστου φαίνεται ότι ήταν ομαλή. Τότε όμως, ο τουρκικός στόλος ανέλαβε δράση. Την 1η Σεπτεμβρίου 1821, έφτασαν στη Σαμοθράκη 1.000 (κατ’ άλλους 2.000) άνδρες και αποβιβάστηκαν στο νησί. Μάλιστα, για να πεισθούν οι Σαμοθρακίτες να παραδοθούν, στάλθηκε ως μεσολαβητής ένας Ίμβριος, που ονομαζόταν Λογοθέτης. Σ’ αυτόν, ο Χατζηγιώργης είπε τα εξής:
«Δοσίματα δεν έχουμε παρά μονάχα μολύβι και μπαρούτι. Είμαστε Έλληνες και προτιμούμε να πεθάνουμε παρά να είμαστε σκλάβοι».
Ο οθωμανικός στόλος υπό τον σιλιχτάρη (υπασπιστή) του Καρά Αλή (γνωστού κι από την Σφαγή της Χίου), είχε αγκυροβολήσει στις Μακρυλιές, στο ΝΑ τμήμα της Σαμοθράκης. Η πρώτη συμπλοκή έγινε έξω από τη Χώρα, στη θέση Μύλοι. Μια ώρα μετά την απόβαση, φάνηκαν στη θέση Σταυρί, στα πρόθυρα της Χώρας, οι δυνάμεις των Τούρκων. 35 Σαμοθρακίτες είχαν πιάσει τα υψώματα «Κούκου» και «Βριχού» και όταν φάνηκαν οι Τούρκοι, άρχισαν να πυροβολούν με επικεφαλής τον Σαμιώτη εκπαιδευτή τους. Οι Τούρκοι αρχικά ξαφνιάστηκαν και πολλοί από αυτούς σκοτώθηκαν, ανάμεσά τους και ο σημαιοφόρος τους. Όμως, η υπεροχή του εχθρού ήταν μεγάλη. Τα πολεμοφόδια των Σαμοθρακιτών ελάχιστα και συνεπώς ήταν καταδικασμένοι. Όμως δεν παραδίνονταν. Όταν τελείωσαν τα πυρομαχικά, έριχναν εναντίον των Τούρκων βράχους και πέτρες.
Σύντομα κατάλαβαν όμως ότι οποιαδήποτε αντίδραση ήταν μάταια και έτρεξαν να κρυφτούν σε δάση και βουνά. Στο λεγόμενο «Τουρκόκαστρο», μια εξαιρετικά δυσπρόσιτη και φυσικά οχυρωμένη θέση στον Ξηροπόταμο, σύμφωνα με την προφορική παράδοση του νησιού, οι Σαμοθρακίτες ταμπουρώθηκαν προβάλλοντας μια έσχατη αντίσταση.
Ο τουρκικός στρατός φαίνεται ότι άρχισε να αναζητά τους φυγάδες, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία. Επιστρατεύτηκε τότε κάποιος Κυριάκος, Σαμοθρακίτης, στον οποίο «απονεμήθηκε» ο βαθμός του τσαούση (λοχία). Αυτός γύριζε όλα τα μέρη όπου κρύβονταν οι συντοπίτες του και τους έλεγε να επιστρέψουν στα σπίτια τους καθώς οι Τούρκοι θα παραχωρούσαν αμνηστία. Πραγματικά, οι περισσότεροι πίστεψαν τα λόγια του Κυριάκου και επέστρεψαν στα σπίτια τους.
Οι Τούρκοι για μία ακόμη φορά είχαν αθετήσει όσα υποσχέθηκαν. Απέκλεισαν τη Χώρα και αφού επέλεξαν 700 Σαμοθρακίτες, τους οδήγησαν στη θέση Βαράδι (βυζαντινός όρος σημαίνει την κυψέλη μελισσών που είναι φτιαγμένη με ξεκούφωμα τμήματος κορμού δένδρου, κυρίως πλατάνου) στον δρόμο προς Καμαριώτισσα όπου άρχισαν να τους σφαγιάζουν αφήνοντας τα κεφάλια να κατρακυλούν στο αυλάκι που λέγεται σήμερα «Εφκάς» ή «Φ’ κάς».
Τη σφαγή των 700 ακολούθησαν και άλλες. Τα μωρά κάτω των 2 ετών εκτελέστηκαν όπως και οι γυναίκες που ήταν μεγαλύτερες των 40 ετών. Τα υπόλοιπα γυναικόπαιδα, έγιναν «περιουσία» των πιστών μουσουλμάνων. Τα μισά από τα γυναικόπαιδα αυτά, δεν άντεξαν τις κακουχίες και πέθαναν σύντομα. Αναφέρονται συγκλονιστικές ιστορίες γυναικών που αυτοκτονούσαν για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων ή ρίχνονταν με τα παιδιά τους σε γκρεμούς, ως άλλες Σουλιώτισσες.
Περίπου 500 Σαμοθρακίτες κατάφεραν να διαφύγουν μέσω θαλάσσης ή να διασωθούν με άλλους τρόπους απ’ τη σφαγή. Γύρω στις 2.000 ήταν τα άμεσα θύματα των σφαγών, ενώ 1.800-2.000 άτομα έγιναν σκλάβοι. Οι μισοί περίπου απ’ αυτούς, εξαγοράστηκαν από τα φιλελληνικά κομιτάτα του Λονδίνου, της Ζυρίχης και του Παρισιού και σταδιακά, πολλοί απ’ αυτούς επέστρεψαν στο νησί.
Η σφαγή της Σαμοθράκης δεν έχει προηγούμενο. Διήρκησε 6-8 εβδομάδες. Εκτός απ’ τις σφαγές, οι Τούρκοι κατέστρεψαν τα πάντα: εκκλησίες, μοναστήρια, σπίτια και υποστατικά. «Στην εκκλησία μπήκαν, τύφλωσαν τους Άγιους, άρπαξαν ό, τι πολύτιμο είχε σύντριψαν την Αγία Τράπεζα κι ένας με τη λόγχη του τρύπησε το Ευαγγέλιο πέρα πέρα», γράφει ο Ίωνας Δραγούμης.
Το λογχισμένο Ευαγγέλιο, έφερε στο Εθνολογικό Μουσείο Αθηνών ο Ι. Δραγούμης μαζί με ένα αντίγραφο του χειρογράφου της Ακολουθίας που έγραψε το 1843 ο μοναχός Ιάκωβος για τους 5 Νεομάρτυρες του νησιού.
Ο Πουκεβίλ γράφει για τη σφαγή της Σαμοθράκης: «Μέρα πένθους. Η φρίκη κι ο θάνατος απλώνονται σ’ ολόκληρο το νησί. Τα χωριά διατρέχουν, τις πεδιάδες, ψάχνουν στις κοιλάδες και στα δάση, οι γυναίκες και τα παιδιά αλυσοδένονται. Οι άνδρες αποκεφαλίζονται, εκτός από μερικούς που τους φυλάγουν, για να τους κρεμάσουν στα κατάρτια πλοίων, όταν θα γυρίζουν στην Κωνσταντινούπολη. Αλυσοδεμένους τους φέρνουν μαζί με τις αθώες οικογένειές τους στα πλοία και τους στοιβάζουν μαζί με σωρούς κεφαλιών προορισμένων να κοσμήσουν την πύλη σαραγιού. Φριχτός φόρος, οι γυναίκες που ήταν καταδικασμένες να μπουν στα κακόφημα σπίτια (σύμφωνα με το πολεμικό δίκαιο των Μωαμεθανών) καταφέρνουν να μετριαστεί η ποινή τους, χάρη στην απληστία των δεσποτών τους που τις πούλησαν μαζί με τα παιδιά τους στην αγορά του Σουλτανιέ Καλεσί. Ακόμη οι Τούρκοι δεν ξέχασαν να στοιβάξουν σε σωρούς τα κομμένα κεφάλια κάτω από τα παράθυρα του Γάλλου υποπρόξενου».
Οι συλληφθέντες Σαμοθρακίτες πρόκριτοι, κατά την επιστροφή του τουρκικού στόλου στον Βόσπορο, κρεμάστηκαν από τις αντένες (ιστούς) των γαλαξιδιώτικων πλοίων που είχε στο μεταξύ αιχμαλωτίσει ο οθωμανικός στόλος. Ο Καρά – Αλής, μπήκε έτσι πανηγυρικά, με κρεμασμένα στους ιστούς τα κομμένα κεφάλια πολλών Σαμοθρακιτών (τουλάχιστον τριάντα), στους ιστούς των πλοίων στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης. Ήταν 12 Νοεμβρίου του 1821. Στις 10 Νοεμβρίου, είχε αναχωρήσει, μάλλον εσπευσμένα από τα Δαρδανέλια, γλιτώνοντας από την «ενέδρα» που του ετοίμαζαν εκεί Ψαριανοί μπουρλοτιέρηδες, θέλοντας να εκδικηθούν και τη σφαγή της Σαμοθράκης.
Όπως είναι γνωστό, και περιγράψαμε εκτενώς σε άρθρο μας την 24η Μαρτίου 2019, ο Καρά Αλής που είχε στο μεταξύ προκαλέσει και τη σφαγή της Χίου, σκοτώθηκε τη νύχτα της 6ης προς 7η Ιουνίου 1822, όταν ο Κανάρης πυρπόλησε τη ναυαρχίδα του…
Η επόμενη μέρα στη Σαμοθράκη
Μετά τον «χαλασμό» της Σαμοθράκης, στο νησί έμειναν περίπου 200 Έλληνες. Χρειάστηκαν περίπου 10 χρόνια για να βρει το μαρτυρικό νησί κάποια «ισορροπία». Το 1830, ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’, εξέδωσε φιρμάνι με το οποίο διέταζε την απελευθέρωση όλων των Ελλήνων που είχαν αιχμαλωτιστεί στη διάρκεια της Επανάστασης. Τότε πιθανότατα επέστρεψαν στο νησί και αρκετοί κάτοικοί του.
Πάντως, μετά την καταστροφή, η Σαμοθράκη είχε ν’ αντιμετωπίσει και τις ληστρικές επιδρομές Αλβανών, όπως αναφέρουν ξένοι περιηγητές που επισκέφθηκαν το νησί. Γράφει ο Βρετανός Grenville Temple το 1834: «Λίγο αργότερα το νησί ξανακατοικήθηκε και για κάμποσο καιρό ευημερούσε, όταν σώματα Αρναούτηδων (Arnaoods)…εισέβαλαν στο νησί σκορπίζοντας γύρω τους τον θάνατο και την ερήμωση. Μόνο τα δύο ή τρία τελευταία χρόνια το νησί έχει ησυχάσει. Σήμερα το νησί έχει πληθυσμό χίλιους κατοίκους, οι οποίοι, αν και φτωχοί, φαίνονται ευχαριστημένοι (G. Temple «Travels»). Και ο F. Murhard για το ίδιο θέμα: «Πριν από λίγο καιρό αποβιβάστηκε εδώ μια άγρια ομάδα Αλβανών απ’ τη γειτονική μακεδονική ακτή και γέμισε με φόβο και τρόμο τους κατοίκους. Έκαναν μάλιστα κατάσχεση σε μια βάρκα με μέλι – το πιο σημαντικό προϊόν του νησιού – που προοριζόταν για την Κωνσταντινούπολη και την οδήγησαν χωρίς αντίσταση στο ληστρικό τους λημέρι» (F. Murhard, «Genalde»).
Επίλογος
Όπως αναφέραμε εκτενώς στην αρχή του άρθρου, η σφαγή της Σαμοθράκης ήταν άγνωστη στην υπόλοιπη Ελλάδα αλλά και στο επίσημο ελληνικό κράτος για πολλά χρόνια. Μόλις το 1980, η Ακαδημία Αθηνών τίμησε τη Σαμοθράκη με το χρυσό μετάλλιο γιατί: «…αυτή κατά τους Αγώνες της Εθνεγερσίας, ολοκαύτωμα υπό βαρβάρου Ασιάτη δυνάστη γενομένη, ουκ επαύσατο και σήμερα δια την αυτής ελληνικότητα αγωνιζομένη».
Καιρός είναι η ελληνική Πολιτεία να κατασκευάσει ένα αεροδρόμιο στο πανέμορφο νησί (κάτι που συζητείται για δεκαετίες) και να εξασφαλίσει την ακτοπλοϊκή σύνδεσή του, σε μόνιμη βάση, τόσο με το λιμάνι του Λαυρίου όσο και της Θεσσαλονίκης.
Οι υποσχέσεις και τα καλά λόγια δεν αρκούν…
Πηγές:
«Σαμοθράκη – Ιστορία – Αρχαιολογία – Πολιτισμός», Στράτος Ν. Δορδανάς – Θεοφάνης Μαλκίδης (επιμέλεια), Εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη ,2008
ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, «Η Σαμοθράκη, Εκδόσεις ΒΑΣ. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, Θεσσαλονίκη 1994
ΛΕΥΤΕΡΗΣ Π. ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ, «ΤΑ ΑΠΑΝΤΑ ΤΗΣ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ», ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ 1996