Μια ανατριχιαστική ιστορία είναι εκέινη της Καλλιόπης Αβραάμ και του συζύγου της που, παρά τις αντιξοότητες, «έγιναν ένα» με τα παλικάρια της ΕΛΔΥΚ, αψηφώντας τους κινδύνους…
Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που αισθάνονται το κάλεσμα της Μοίρας και τραβούν εμπρός. Δεν το αποφεύγουν το επιζητούν για ένα μεράκι, για μια αγάπη, για μια ιδέα. Για την 78χρονη, το 1974, Καλλιόπη Αβραάμ η Ελλάδα ήταν όλα τα παραπάνω μαζί. Για αυτό η ηρωική γιαγιά αποφάσισε να πεθάνει δίπλα στα παλικάρια της ΕΛΔΥΚ αψηφώντας τους υβριστές κάθε ήθους.
Η κα. Καλλιόπη και ο σύζυγός της δέθηκαν με την ΕΛΔΥΚ χρόνια πριν το μοιραίο 1974 καθώς στο πρόσωπο των ανδρών της έβλεπαν την ίδια την Ελλάδα. Οι δύο τους πήγαιναν φρούτα στους στρατιώτες, τους αγόραζαν τσιγάρα… Σύντομα κατέστησαν το σήμα κατατεθέν της ΕΛΔΥΚ και οι δύο Αβραάμ έγιναν μέρος της ΕΛΔΥΚ μοιραζόμενοι και το φαγητό με τους άνδρες της.
Το 1969 η κα. Καλλιόπη χήρεψε. Παρόλα αυτά συνέχισε το έργο της. Μετά ήρθε η τουρκική εισβολή (Αττίλας Ι). Στο διάστημα μεταξύ του Αττίλα Ι και ΙΙ όταν για κάποιου η Κύπρος βρισκόταν μακριά, για άλλους η Ελλάδα ήταν κοντά και έτσι η γερόντισσα Καλλιόπη τα παράτησε όλα, παιδιά και οικογένεια και επέστρεψε στη Λευκωσία για να φροντίσει τα «παιδιά της», τα παιδιά της Ελλάδας, τους άνδρες της ΕΛΔΥΚ.
Τα παιδιά της, τα βιολογικά, προσπάθησαν να τη μεταπείσουν, μάταια όμως. Όταν της είπαν ότι κινδύνευε να σκοτωθεί αυτή απάντησε: «Οι λεβέντες δεν φοβούνται να πεθάνουν και θα φοβηθώ εγώ η παλιόγρια;». Αλλά και όταν έφτασε στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ όλοι προσπάθησαν να την μεταπείσουν. Δεν το κατόρθωσαν. Η κα. Καλλιόπη διέθεσε όλα τα πουλερικά που διέθετε, έδινε στους άνδρες ψωμί, νερό, τσιγάρα, καραμέλες, ότι μπορούσε…
Ζωντανή την είδαν τελευταία φορά στις 14 Αυγούστου 1974 στον Αγ. Δομέτιο που είχε πάει στην εκκλησία για να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων σα να ήξερε. Κατόπιν επέστρεψε στο στρατόπεδο. Οι Τούρκοι, άτιμοι πάντα, εξαπέλυσαν τον Αττίλα ΙΙ. Η μάχη στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ είναι γνωστή και βγαλμένη από τα βάθη ελληνικής ψυχής.
Η γιαγιά της ΕΛΔΥΚ ήταν εκεί. Έπεσε στο πλευρό των «παιδιών» της στην Σχολή Γρηγορίου, όπου οι ελληνικές οπισθοφυλακές είχαν καταφύγει. Σύμφωνα με μαρτυρία η γιαγιά Καλλιόπη βρέθηκε νεκρή πάνω από τους στρατιώτες σα να ήθελε να τους σκεπάσει μέχρι το τέλος. Η γιαγιά και σήμερα «κοιμάται» πλάι στα «παιδιά» της στο στρατιωτικό κοιμητήριο της Λακατάμιας.
Η κα. Καλλιόπη και ο σύζυγός της δέθηκαν με την ΕΛΔΥΚ χρόνια πριν το μοιραίο 1974 καθώς στο πρόσωπο των ανδρών της έβλεπαν την ίδια την Ελλάδα. Οι δύο τους πήγαιναν φρούτα στους στρατιώτες, τους αγόραζαν τσιγάρα… Σύντομα κατέστησαν το σήμα κατατεθέν της ΕΛΔΥΚ και οι δύο Αβραάμ έγιναν μέρος της ΕΛΔΥΚ μοιραζόμενοι και το φαγητό με τους άνδρες της.
Το 1969 η κα. Καλλιόπη χήρεψε. Παρόλα αυτά συνέχισε το έργο της. Μετά ήρθε η τουρκική εισβολή (Αττίλας Ι). Στο διάστημα μεταξύ του Αττίλα Ι και ΙΙ όταν για κάποιου η Κύπρος βρισκόταν μακριά, για άλλους η Ελλάδα ήταν κοντά και έτσι η γερόντισσα Καλλιόπη τα παράτησε όλα, παιδιά και οικογένεια και επέστρεψε στη Λευκωσία για να φροντίσει τα «παιδιά της», τα παιδιά της Ελλάδας, τους άνδρες της ΕΛΔΥΚ.
Τα παιδιά της, τα βιολογικά, προσπάθησαν να τη μεταπείσουν, μάταια όμως. Όταν της είπαν ότι κινδύνευε να σκοτωθεί αυτή απάντησε: «Οι λεβέντες δεν φοβούνται να πεθάνουν και θα φοβηθώ εγώ η παλιόγρια;». Αλλά και όταν έφτασε στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ όλοι προσπάθησαν να την μεταπείσουν. Δεν το κατόρθωσαν. Η κα. Καλλιόπη διέθεσε όλα τα πουλερικά που διέθετε, έδινε στους άνδρες ψωμί, νερό, τσιγάρα, καραμέλες, ότι μπορούσε…
Ζωντανή την είδαν τελευταία φορά στις 14 Αυγούστου 1974 στον Αγ. Δομέτιο που είχε πάει στην εκκλησία για να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων σα να ήξερε. Κατόπιν επέστρεψε στο στρατόπεδο. Οι Τούρκοι, άτιμοι πάντα, εξαπέλυσαν τον Αττίλα ΙΙ. Η μάχη στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ είναι γνωστή και βγαλμένη από τα βάθη ελληνικής ψυχής.
Η γιαγιά της ΕΛΔΥΚ ήταν εκεί. Έπεσε στο πλευρό των «παιδιών» της στην Σχολή Γρηγορίου, όπου οι ελληνικές οπισθοφυλακές είχαν καταφύγει. Σύμφωνα με μαρτυρία η γιαγιά Καλλιόπη βρέθηκε νεκρή πάνω από τους στρατιώτες σα να ήθελε να τους σκεπάσει μέχρι το τέλος. Η γιαγιά και σήμερα «κοιμάται» πλάι στα «παιδιά» της στο στρατιωτικό κοιμητήριο της Λακατάμιας.