Τα αρβανίτικα θεωρούνται τυπικά από την συμβατική Ιστορία και Γλωσσολογία ως ένας κλάδος της αλβανικής γλώσσας, μία διάλεκτος της. Οι Αλβανοί θεωρούν τα αρβανίτικα ως μία αρχαία αλβανική γλώσσα. Η αλήθεια όμως δεν είναι ακριβώς έτσι…
Τα αρβανίτικα δεν είναι διάλεκτος της επίσημης αλβανικής γλώσσας, αλλά αντίθετα η αρβανίτικη είναι μία αρχαία γλώσσα από την οποία κατάγεται η νεώτερη τοσκική διάλεκτος, που υιοθετήθηκε από το αλβανικό κράτος ως επίσημη γλώσσα του κράτους.
Η αρβανίτικη είναι γλώσσα αυτόνομη και η σημερινή αλβανική γλώσσα μία διάλεκτος της.
Απλά οι Αρβανίτες ποτέ δεν θεώρησαν τους εαυτούς τους ξεχωριστό έθνος από τους Έλληνες, όπου και να βρέθηκαν στην γη, σε οποιαδήποτε ιστορική περίοδο, εδώ και χιλιάδες χρόνια.
Έγραφαν με ελληνικό αλφάβητο, μιλούσαν και έγραφαν ελληνικά και στις αρβανίτικες εκκλησίες υπήρχε το ελληνορθόδοξο τυπικό πάντα. Ενώ ο πληθυσμός του αλβανικού κράτους, που ιδρύθηκε το 1913, θέλησε να υιοθετήσει ξεχωριστό αλφάβητο, να κάνει μία νότια αλβανική γλώσσα της Βορείου Ηπείρου επίσημη γλώσσα με πολλά δάνεια από τα τουρκικά, τα ιταλικά, τα γαλλικά και τα αγγλικά. Για να δηλώσει ότι είναι πραγματικό έθνος και για να μην αφομοιωθεί με τους συγγενείς Έλληνες των γειτονικών περιοχών.
Από πού όμως κατάγονται οι Αρβανίτες και ποια η προέλευση της παράξενης γλώσσας τους. Θα πρέπει να πάμε πολύ πίσω στον χρόνο καθώς επιστήμονες έχουν βρει συγγένειες και ομοιότητες με την ομηρική γλώσσα.
Οπότε μιλάμε τουλάχιστον για το 1.500-1.000 π.Χ. στην περιοχή που είναι σήμερα η Μακεδονία, η Ήπειρος, η Αλβανία και τα Σκόπια. Εκεί κατοικούσαν οι Βρύγες μία πολεμική θρακική φυλή, πολυπληθής και πολιτισμένη που κατοικούσε στο μεγαλύτερο μέρος των σημερινών Βαλκανίων.[1] Μιλούσαν μία γλώσσα που είχε κοινές ρίζες με την ελληνική και ομοιότητες στην δομή της γλώσσας.
Ας μην ξεχνάμε ότι και οι Θράκες ήταν Έλληνες πανάρχαιοι κι ας θέλουν πολλοί ξένοι και εντόπιοι επιστήμονες να τους παρουσιάσουν σαν βαρβάρους ξεχωριστούς από τους Έλληνες, λόγω του ότι οι Νότιοι Έλληνες είχαν εξελιγμένο ελληνικό αστικό πολιτισμό σε σχέση με τον ξεπερασμένο αγροτικό πολιτισμό των Θρακών. Βέβαια αυτό είναι λάθος. Υπήρχαν πολλές «ταχύτητες» στον πολιτισμό των Ελλήνων, που δεν ήταν ενιαίος, αλλά διαφοροποιημένος τοπικά.
Η αρβανίτικη είναι μία πανάρχαια ελληνική διάλεκτος. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη όταν ιδρύθηκε η ελληνική αποικία της Επιδάμνου, στο σημερινό λιμάνι του Δυρραχίου στην Αλβανία, οι Κορίνθιοι άποικοι συνάντησαν Βρύγες και όχι Ιλλυριούς κατοίκους. Και μιλάμε την ίδια περίπου εποχή με το περιστατικό με τον Φαραώ και τον βοσκ
Ακολουθεί ένα λεξιλόγιο της σημερινής αρβανίτικη γλώσσας της νότιας Ελλάδας. Μόνον ο Μάρκος Μπότσαρης κατόρθωσε να γράψει αρβανίτικο λεξικό στα χρόνια της εξορίας των Σουλιωτών (μετά το 1803).
Μπουκουράνα : Όμορφη
Μπουκουριά : Ομορφιά
Παλαθούρε : Παραθυρο
Στέπι : Σπίτι (> hospitium λατ.)
Βαιζα : κορίτσι
Ντιαλι : Αγόρι
Μπουρι : Άνδρας
Γκρουα : Γυναίκα
Τάτα : Πατέρας (< άττας φρυγικό)
Μούμα : Μητέρα , Μαμά
Πλιάκα : γριά, αρχαία
Θειάκα : Θεία
Βογκελ : Μικρός
Μάδε : Μεγάλος
Βλα ιμ : Αδερφός μου (> βλάμης : φίλος)
Μοτρα : Αδερφή
Κρουσκ : Συγγενείς, Συμπέθεροι
Μπουγιαρ : Αριστοκράτες, Βογιάροι
Πρίφτης : Ιερέας, Παπάς (> priest αγγλικά)
Τριμ : Παλληκάρι
Νουσε : Νύφη
Νταρσεμ : Γάμος
Ζοτιν : Κύριος, Θεός (< Ζευς)
Ντιελ : Ήλιος (< Δίας)
Ντερα : Πόρτα (< Δέρας ή Δούρα ομηρικό)
Κιελ : Ουρανός (> cielo ιταλικά)
Ντέτι : Θάλασσα
Μάλι : Βουνό
Λιούμι : Ποτάμι
Ράθρι : Ρείθρο, θέση κοντά σε ποτάμι
Χώρα : Πρωτεύουσα πόλη
Καντούτι : Χωριό
Κρουγιε : Βρύση (< κρήνη)
Ούγιε : Νερό (> aqua λατινικό)
Αρ : Γη (αρ πανάρχαια λέξη της Γης)
Ζιαρδ : Φωτιά
Μπουκ : Ψωμί (< βέκος φρυγικό)
Ντιαθ : Τυρί
Κριε : Κεφάλι (< κριός)
Κόκα : Κεφάλι
Κρεχαρορι : Στήθος
Κουριζι : Πλάτη
Μπίθα : Πισινός
(Μπιθε-γκουρας : Κολο-κοτρώνης)
Γκούρα - Πέτρα
(οπλαρχηγός Γκούρας του 1821)
Ντορες : Χερια
Κεμπετε : Πόδια
Δεμπε : Δόντια
Γκουλουμιε : Μάτια, Οφθαλμοί
Μπέσα : Πίστη, υπόσχεση
Μπαμπεσιά : Απιστία, Ατιμία
Πακ : λίγη
(Πακ μπέσα : Μπαμπεσια)
Φλες : Μιλάω, Λέω
(Παπαφλεσσας : Πολυλογάς παπάς)
Κες : Γελώ
Καμ : Έχω, Κεμι : Έχουμε
Σκοβα : Περναω από κάπου
Ντο βες : Θα πάω (< βαίνω)
Ντο Χαμ: θα φάω (< χαύω αρχαίο ελληνικό)
Μος : Μην (αρνητικό, αποτρεπτικό)
Ντρέδε : Τρομεροί (Ντρέδες Μεσσηνίας)
Ρι ατιε : Κάθησε εδώ (< ρέω)
Σούμε : Πολύ
Φτοχτε : Κακό, Φτωχό
Βατε : Πήγε, Έφυγε (< βαίνω)
έρδε : ήρθε
Σιπρ : Επάνω (> sopra ιταλικό)
Ποστ : Κάτω
Φάρα : Σπόρος, γένος
(< φατρία αρχαίο ελληνικό)
Σιοκ : δικός μου, δικός σας
Ρα καμπάνα : η καμπάνα
Πι : Πίνω
Τι : Εσύ (> tu ιταλικό)
Σοντε : Σήμερα
Νατε : Νύχτα (> notte ιταλικό)
Μενάτε : Πρωί (Μετά την νύχτα)
Ντίτα : Ημέρα (> date, day αγγλικό)
Βίτρα : Χρόνια, Έτη
Κουρτίνα : Όταν
Κάντον : Τραγουδώ (> canzoni ιταλικό)
Γκλιούχε : Γλώσσα
Ε πάρε : Ο πρώτος (> primus λατινικό)
Γκιθ : Όλο
Πούνε : Εργασία, δουλειά (< πόνος)
Μπάρδε : Λευκό, Άσπρο
Κουκε : Κόκκινο
Ζεζε : Μαύρο
Ρίμτε : Κίτρινο
Λουλε : Άνθος, Λουλούδι
Γκορυτσά, γκορτσά : Άγρια αχλαδιά
Εα κτου : Έλα εδώ
Σκόν γκα κτου : Φύγε από εδώ
Ντελιέτ : Πρόβατα
Δίτε : Κατσίκια
Γκιόσα : Προβατίνα
Ντόσα : Γουρούνα
Λιόπε : Αγελάδα
(> Λιόπεσι)
Πούλε : Κοτόπουλο
(> polo ιταλικά)
Λεπούρ : Λαγός
(> κελεπούρι)
Γκιέλι : Κόκκορας
Καρκαλέτσι : Ακρίδα
Μελιγκόνα : Μυρμήγκι (< μυρμηδών ομηρικό)
Η αρβανίτικη είναι γλώσσα αυτόνομη και η σημερινή αλβανική γλώσσα μία διάλεκτος της.
Απλά οι Αρβανίτες ποτέ δεν θεώρησαν τους εαυτούς τους ξεχωριστό έθνος από τους Έλληνες, όπου και να βρέθηκαν στην γη, σε οποιαδήποτε ιστορική περίοδο, εδώ και χιλιάδες χρόνια.
Έγραφαν με ελληνικό αλφάβητο, μιλούσαν και έγραφαν ελληνικά και στις αρβανίτικες εκκλησίες υπήρχε το ελληνορθόδοξο τυπικό πάντα. Ενώ ο πληθυσμός του αλβανικού κράτους, που ιδρύθηκε το 1913, θέλησε να υιοθετήσει ξεχωριστό αλφάβητο, να κάνει μία νότια αλβανική γλώσσα της Βορείου Ηπείρου επίσημη γλώσσα με πολλά δάνεια από τα τουρκικά, τα ιταλικά, τα γαλλικά και τα αγγλικά. Για να δηλώσει ότι είναι πραγματικό έθνος και για να μην αφομοιωθεί με τους συγγενείς Έλληνες των γειτονικών περιοχών.
Από πού όμως κατάγονται οι Αρβανίτες και ποια η προέλευση της παράξενης γλώσσας τους. Θα πρέπει να πάμε πολύ πίσω στον χρόνο καθώς επιστήμονες έχουν βρει συγγένειες και ομοιότητες με την ομηρική γλώσσα.
Οπότε μιλάμε τουλάχιστον για το 1.500-1.000 π.Χ. στην περιοχή που είναι σήμερα η Μακεδονία, η Ήπειρος, η Αλβανία και τα Σκόπια. Εκεί κατοικούσαν οι Βρύγες μία πολεμική θρακική φυλή, πολυπληθής και πολιτισμένη που κατοικούσε στο μεγαλύτερο μέρος των σημερινών Βαλκανίων.[1] Μιλούσαν μία γλώσσα που είχε κοινές ρίζες με την ελληνική και ομοιότητες στην δομή της γλώσσας.
Ας μην ξεχνάμε ότι και οι Θράκες ήταν Έλληνες πανάρχαιοι κι ας θέλουν πολλοί ξένοι και εντόπιοι επιστήμονες να τους παρουσιάσουν σαν βαρβάρους ξεχωριστούς από τους Έλληνες, λόγω του ότι οι Νότιοι Έλληνες είχαν εξελιγμένο ελληνικό αστικό πολιτισμό σε σχέση με τον ξεπερασμένο αγροτικό πολιτισμό των Θρακών. Βέβαια αυτό είναι λάθος. Υπήρχαν πολλές «ταχύτητες» στον πολιτισμό των Ελλήνων, που δεν ήταν ενιαίος, αλλά διαφοροποιημένος τοπικά.
Η αρβανίτικη είναι μία πανάρχαια ελληνική διάλεκτος. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη όταν ιδρύθηκε η ελληνική αποικία της Επιδάμνου, στο σημερινό λιμάνι του Δυρραχίου στην Αλβανία, οι Κορίνθιοι άποικοι συνάντησαν Βρύγες και όχι Ιλλυριούς κατοίκους. Και μιλάμε την ίδια περίπου εποχή με το περιστατικό με τον Φαραώ και τον βοσκ
Ακολουθεί ένα λεξιλόγιο της σημερινής αρβανίτικη γλώσσας της νότιας Ελλάδας. Μόνον ο Μάρκος Μπότσαρης κατόρθωσε να γράψει αρβανίτικο λεξικό στα χρόνια της εξορίας των Σουλιωτών (μετά το 1803).
Μπουκουράνα : Όμορφη
Μπουκουριά : Ομορφιά
Παλαθούρε : Παραθυρο
Στέπι : Σπίτι (> hospitium λατ.)
Βαιζα : κορίτσι
Ντιαλι : Αγόρι
Μπουρι : Άνδρας
Γκρουα : Γυναίκα
Τάτα : Πατέρας (< άττας φρυγικό)
Μούμα : Μητέρα , Μαμά
Πλιάκα : γριά, αρχαία
Θειάκα : Θεία
Βογκελ : Μικρός
Μάδε : Μεγάλος
Βλα ιμ : Αδερφός μου (> βλάμης : φίλος)
Μοτρα : Αδερφή
Κρουσκ : Συγγενείς, Συμπέθεροι
Μπουγιαρ : Αριστοκράτες, Βογιάροι
Πρίφτης : Ιερέας, Παπάς (> priest αγγλικά)
Τριμ : Παλληκάρι
Νουσε : Νύφη
Νταρσεμ : Γάμος
Ζοτιν : Κύριος, Θεός (< Ζευς)
Ντιελ : Ήλιος (< Δίας)
Ντερα : Πόρτα (< Δέρας ή Δούρα ομηρικό)
Κιελ : Ουρανός (> cielo ιταλικά)
Ντέτι : Θάλασσα
Μάλι : Βουνό
Λιούμι : Ποτάμι
Ράθρι : Ρείθρο, θέση κοντά σε ποτάμι
Χώρα : Πρωτεύουσα πόλη
Καντούτι : Χωριό
Κρουγιε : Βρύση (< κρήνη)
Ούγιε : Νερό (> aqua λατινικό)
Αρ : Γη (αρ πανάρχαια λέξη της Γης)
Ζιαρδ : Φωτιά
Μπουκ : Ψωμί (< βέκος φρυγικό)
Ντιαθ : Τυρί
Κριε : Κεφάλι (< κριός)
Κόκα : Κεφάλι
Κρεχαρορι : Στήθος
Κουριζι : Πλάτη
Μπίθα : Πισινός
(Μπιθε-γκουρας : Κολο-κοτρώνης)
Γκούρα - Πέτρα
(οπλαρχηγός Γκούρας του 1821)
Ντορες : Χερια
Κεμπετε : Πόδια
Δεμπε : Δόντια
Γκουλουμιε : Μάτια, Οφθαλμοί
Μπέσα : Πίστη, υπόσχεση
Μπαμπεσιά : Απιστία, Ατιμία
Πακ : λίγη
(Πακ μπέσα : Μπαμπεσια)
Φλες : Μιλάω, Λέω
(Παπαφλεσσας : Πολυλογάς παπάς)
Κες : Γελώ
Καμ : Έχω, Κεμι : Έχουμε
Σκοβα : Περναω από κάπου
Ντο βες : Θα πάω (< βαίνω)
Ντο Χαμ: θα φάω (< χαύω αρχαίο ελληνικό)
Μος : Μην (αρνητικό, αποτρεπτικό)
Ντρέδε : Τρομεροί (Ντρέδες Μεσσηνίας)
Ρι ατιε : Κάθησε εδώ (< ρέω)
Σούμε : Πολύ
Φτοχτε : Κακό, Φτωχό
Βατε : Πήγε, Έφυγε (< βαίνω)
έρδε : ήρθε
Σιπρ : Επάνω (> sopra ιταλικό)
Ποστ : Κάτω
Φάρα : Σπόρος, γένος
(< φατρία αρχαίο ελληνικό)
Σιοκ : δικός μου, δικός σας
Ρα καμπάνα : η καμπάνα
Πι : Πίνω
Τι : Εσύ (> tu ιταλικό)
Σοντε : Σήμερα
Νατε : Νύχτα (> notte ιταλικό)
Μενάτε : Πρωί (Μετά την νύχτα)
Ντίτα : Ημέρα (> date, day αγγλικό)
Βίτρα : Χρόνια, Έτη
Κουρτίνα : Όταν
Κάντον : Τραγουδώ (> canzoni ιταλικό)
Γκλιούχε : Γλώσσα
Ε πάρε : Ο πρώτος (> primus λατινικό)
Γκιθ : Όλο
Πούνε : Εργασία, δουλειά (< πόνος)
Μπάρδε : Λευκό, Άσπρο
Κουκε : Κόκκινο
Ζεζε : Μαύρο
Ρίμτε : Κίτρινο
Λουλε : Άνθος, Λουλούδι
Γκορυτσά, γκορτσά : Άγρια αχλαδιά
Εα κτου : Έλα εδώ
Σκόν γκα κτου : Φύγε από εδώ
Ντελιέτ : Πρόβατα
Δίτε : Κατσίκια
Γκιόσα : Προβατίνα
Ντόσα : Γουρούνα
Λιόπε : Αγελάδα
(> Λιόπεσι)
Πούλε : Κοτόπουλο
(> polo ιταλικά)
Λεπούρ : Λαγός
(> κελεπούρι)
Γκιέλι : Κόκκορας
Καρκαλέτσι : Ακρίδα
Μελιγκόνα : Μυρμήγκι (< μυρμηδών ομηρικό)