Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2019

Το μυστήριο του Μάτσου Πίτσου: Να γιατί οι Ινκας έχτισαν σκόπιμα την πόλη στη συμβολή τεκτονικών ρηγμάτων


Η αρχαία πόλη του Μάτσου Πίτσου που ορθώνεται εδώ και έξι αιώνες στις περουβιανές Άνδεις είναι ένα από τα εντυπωσιακότερα δείγματα αρχιτεκτονικής σ’ ολόκληρο τον κόσμο.

Αλλά γιατί... 

 
 
 
 
να χτίσουν οι Ίνκας, το «Ιερό βουνό», όπως λέγεται στη γλώσσα Κετσούα το Μάτσου Πίτσου, μια πόλη που διέθετε και αστρονομικό παρατηρητήριο σε μια δυσπρόσιτη κορυφογραμμή πάνω από τεκτονικά ρήγματα σε υψόμετρο 2700 μέτρων; Όπως αποδεικνύεται οι απαγορευτικές αυτές συνθήκες είχαν όχι μόνον πολλά πλεονεκτήματα, αλλά ίσως συνέβαλαν και στη διατήρηση του Μάτσου Πίτσου επί τόσο διάστημα.
Η περιοχή προσέφερε άφθονα υλικά για την οικοδόμηση του Μάτσου Πίτσου

Σύμφωνα με μια νέα έρευνα του γεωλόγου Rualdo Menegat του βραζιλιάνικου Πανεπιστημίου Rio Grande do Sul, οι λόγοι που προσέλκυσαν το ενδιαφέρον των Ίνκας σε ένα σημείο που συναντώνται τεκτονικά ρήγματα ήσαν αρκετοί.


 
 
Οι Ίνκας έκτισαν εσκεμμένα το Μάτσου Πίτσου σε σημείο συνάντησης τεκτονικών ρηγμάτων, λέει ο Βραζιλιάνος γεωλόγος Rualdo Menegat

«Η θέση του Μάτσου Πίτσου δεν είναι τυχαία», αναφέρει σε δήλωσή του ο Βραζιλιάνος επιστήμονας. «Αν δεν ήταν κατακερματισμένο το υπόστρωμα θα ήταν αδύνατο να χτιστεί σε τόσο ορεινή περιοχή». Οικοδομώντας την πόλη τους πάνω σε τεκτονικά ρήγματα, ανάμεσα σε ογκόλιθους από τον φλοιό της Γης οι Ίνκας είχαν στη διάθεσή τους αφθονία οικοδομικών υλικών με τη μορφή κατακερματισμένων λίθων. Τα ρήγματα μπορεί επίσης να λειτουργούσαν ως επαρκής πηγή νερού, καθώς οδηγούσαν τα νερά της βροχής και από τους λιωμένους πάγους στο σημείο εκείνο, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος πλημμυρών όπως αν είχε χτιστεί το Μάτσου Πίτσου μέσα σε μια κοιλάδα.

Η έρευνα του Menegat που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Geololical Society of America και παρουσιάστηκε προ ημερών σε συνέδριο στο Φοίνιξ της Αριζόνα ίσως εξηγεί επί τέλους πώς κατάφεραν οι Ίνκας να φέρουν σε πέρας ένα τέτοιο απαιτητικό αρχιτεκτονικό επίτευγμα σε τέτοιο υψόμετρο και πώς κατάφερε το Μάτσου Πίτσου να παραμένει ανέπαφο τόσους αιώνες μετά.
Μάτσου Πίτσου: Ένα από τα Νέα Επτά Θαύματα του Κόσμου

Το Μάτσου Πίτσου αποτελείται από πάνω από 200 κτίσματα και στην ακμή της αυτοκρατορίας των Ίνκα φιλοξενούσε όπως εκτιμάται περί τα χίλια άτομα. Η πόλη, που κηρύχθηκε το 1983 από την UNESCO ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς και εδώ και 12 χρόνια περιλαμβάνεται στα Νέα Επτά Θαύματα του Κόσμου, χωρίζεται σε δυο τομείς, τον Αστικό στο βόρειο τμήμα της πόλης, που περιλαμβάνει μαζί με τα οικήματα όλα τα διοικητικά και τελετουργικά κτίρια της πόλης, όπως ο Ναός του Ήλιου και τον Αγροτικό τομέα, όπου βρίσκονται όλοι οι αποθηκευτικοί και λειτουργικοί χώροι της πόλης. Η κατασκευή του γοητεύει τους ανθρώπους από το 1911 που το ανακάλυψε ο Αμερικανός ιστορικός και αρχαιολόγος Χίραμ Μπίνγκαμ.


 
Οι Ίνκας χρησιμοποίησαν τους σπασμένους βράχους των ρηγμάτων για να κατασκευάσουν χωρίς κονίαμα το Μάτσου Πίτσου

«Δεν χτίστηκε από κάποιο καπρίτσιο εκεί, αλλά στο πλαίσιο μιας πρακτικής ανέγερσης οικισμών σε ψηλά, βραχώδη σημεία. Τι οδήγησε, όμως, σ’ αυτή την πρακτική; Τι είδους γνώσεις για τους βράχους και τα βουνά θα πρέπει να είχαν οι οικοδόμοι για να καταφέρουν να χτίσουν πόλεις υπό τέτοιες συνθήκες;», λέει ο Menegat. Την απάντηση επιχείρησε να δώσει συνδυάζοντας δορυφορικές φωτογραφίες, επί τόπου μετρήσεις στη διάρκεια τεσσάρων αποστολών στο Μάτσου Πίτσου από το 2001 έως το 2012 και γεω-αρχαιολογική ανάλυση. Η έρευνά του έδειξε ότι η πόλη είχε χτιστεί πάνω σε τεκτονικά ρήγματα διαφόρων μεγεθών και μήκους, καθώς ορισμένα έχουν μήκος περίπου 180 χλμ. «Το βασικό αποτέλεσμα της έρευνας ήταν η ανακάλυψη ότι το Μάτσου Πίτσου χτίστηκε σε σημείο που συναντώνται γεωολογικά ρήγματα», λέει ο Βραζιλιάνος γεωλόγος.
Οι Ίνκας επέλεγαν εσκεμμένα περιοχές όπου συναντώνται ρήγματα

To σημείο όπου συναντώνται τα ρήγματα αυτά -τρία κύρια και δύο δευτερεύοντα- με κατεύθυνση από βορρά προς νότο και από ανατολάς προς δυσμάς σχηματίζουν ένα Χ. Ο Menegat ανακάλυψε ότι τα βασικά κτίρια του Μάτσου Πίτσου και οι σκάλες του ακολουθούσαν τον προσανατολισμό αυτών των ρηγμάτων. Διεπίστωσε δε ότι και άλλες πόλεις των Ίνκας, όπως το Κούσκο, το Πίσακ και το Ογιανταϊτάμπο είχαν οικοδομηθεί πάνω από διασταυρώσεις ρηγμάτων. Η μεταφορά βράχων, ως εκ τούτου, για τις οικοδομές δεν ήταν αναγκαία σε αυτά τα σημεία.


 
Το Μάτσου Πίτσου χτίστηκε γύρω στο 1460 μ.Χ.

«Εκεί που συναντώνται ρήγματα οι βράχοι είναι πιο κατακερματισμένοι. Άρα, είναι περιοχές που διαθέτουν περισσότερους χαλαρούς βράχους στην επιφάνεια , που μπορούν να εξορυχθούν για την οικοδόμηση κτιρίων και άλλων κατασκευών», λέει o Menegat. Κι όπως σημειώνει, αν δεν ήταν σπασμένοι οι ογκόλιθοι οι Ίνκας δεν θα μπορούσαν να ανεγείρουν τα κτίσματά τους σε τέτοιο υψόμετρο και μάλιστα χωρίς να χρησιμοποιούν και κονίαμα, αφού οι βράχοι συναρμόζονταν σχεδόν τέλεια μεταξύ τους.
Τα ρήγματα έφερναν νερό στο Μάτσου Πίτσου

Όπως αναφέρει το National Geographic όταν γίνονται σεισμοί οι βράχοι αυτοί «χορεύουν» και πέφτουν σε «προορισμένα» σημεία, κι έτσι κατάφεραν τα κτίσματα του Μάτσου Πίτσου να αποφύγουν επί αιώνες την κατάρρευση. Αν και ο Menegat δεν είναι σίγουρος κατά πόσον οι Ίνκας γνώριζαν τι είναι τα τεκτονικά ρήγματα, πιστεύει πάντως ότι τα αναγνώριζαν όταν τα συναντούσαν. «Οι Ίνκας ήξεραν πώς να αναγνωρίζουν τέτοιες ζώνες καθώς και ότι είχαν μεγάλη έκταση. Κι αυτό για έναν πολύ απλό λόγο: τα ρήγματα μπορεί να οδηγούν σε νερό. Τα ρήγματα και ο υδροφόρος ορίζοντας αποτελούν μέρος του κύκλου νερού στο βασίλειο των Άνδεων». Και το νερό ήταν υπεραπαραίτητο στους Ίνκας στο Μάτσου Πίτσου και τις άλλες δυσπρόσιτες περιοχές. «Οι Άνδεις είναι αφιλόξενες», λέει ο Menegat. «Η διαβίωση εδώ είναι εφικτή μονον σε ελάχιστα μέρη όπου στάζει το νερό μέσω ρηγμάτων. Οι πόλεις και οι φυτείες τους δεν ήταν μεγάλες, αλλά τα ελάχιστα προϊόντα που παράγονταν σ’ ένα μέρος καθιστούσαν εφικτές τις ανταλλαγές με προϊόντα από άλλα μέρη, διευκολύνοντας έτσι το εμπόριο και την επιβίωση».