Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

Η συμμετοχή των βλάχων – αρμάνων στους εθνικούς αγώνες

Γεωργάκης Ολύμπιος
  Η προσφορά είναι η ανώτερη πράξη στο γρήγορο πέρασμα από την ζωή. Όταν, όμως, η προσφορά γίνεται με την ίδια την ζωή, τότε η πράξη αυτή είναι η κορύφωση και το μεγαλείο της.
Μνημόσυνο σήμερα (3 Αυγούστου 2009) για την Μαρία Μητριτώνη, Κυράτσα Μπεντιβάνου, Ελένη Τσούλη, Βαγγελία Σάντου, Σουλτάνα Μαρίτσα, Μαρία Σιούλα και Κατερίνα Νιώπα.
Βλαχοπούλες, όλες γυναίκες από το Σέλι, που το 1878 πέσανε στο γκρεμό του Γαλακτού, όπου «τις εμάζωξεν της λευτεριάς ο έρως», καθώς ψάλλει ο ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ για τις άλλες Βλαχοπούλες, τις Σουλιώτισσες, που έπεσαν στο Ζάλογγο της Ηπείρου. Το Ζάλογγο σφραγίζει τις έννοιες της τιμής και της ελευθερίας με τον θάνατο, βάζοντάς τον πάνω από την ατιμασμένη και σκλαβωμένη ζήση. Την αυτοθυσία του Ζαλόγγου επανέλαβαν οι Ναουσαίες στη γη της Ημαθίας, πέφτοντας στους καταρράκτες το 1822, και την τρίτωσαν στο Γαλακτό οι Βλαχοπούλες, τη μνήμη των οποίων επικαλέστηκα.
Είναι τότε που...  


 

οι Βλάχοι της περιοχής μας μ’επικεφαλής τους τσελιγκάδες Παύλο και Πέτρο Μπαδραλέξη και τον Μητροπολίτη Κίτρους Νικόλαο ξεσήκωσαν τους χριστιανούς, για να σώσουν την ελληνικότητα της Μακεδονίας, που η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου την παραχωρούσε στους βορειοανατολικούς γείτονές μας.

Είναι τότε που:

«Φλεβάρης δεν κουσούριασε και Μάρτης δεν εμπήκε
κι όλη η Βλαχιά συνάχθηκε να φέρει το Ρωμαίικο.
Στον Άγιο Πάντων βγήκανε ψηλά στο καραούλι
και στο Δεσπότη λέγανε και στο Δεσπότη λένε :
Δεσπότη -μ’, δος -μας δύναμη, δος- μας την ευλογία
τους Τούρκους να βαρέσουμε τ’ άγρια θηρία».

Ως πρωταγωνιστές του κινήματος, οι Βλάχοι διώχτηκαν άγρια από τους Τούρκους: άλλοι σκοτώθηκαν, αφήνοντας πίσω ορφανές οικογένειες και διαλυμένα κοπάδια, κι άλλοι εγκατέλειψαν τον τόπο. Η θυσία τους, όμως, δεν πήγε χαμένη. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις αξιοποίησαν τον αγώνα τους, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι οι πληθυσμοί της Μακεδονίας θυσιάζονται για την Ελλάδα και όχι για την Βουλγαρία.
Έτσι, η Μακεδονία έμεινε στα χέρια των Τούρκων, από τους οποίους και την απέσπασε ο ελληνικός στρατός το 1912.
Βλάχοι – Αρμάνοι, Αρβανίτες και Σλαβόφωνοι της Μακεδονίας όλοι τους ξενόγλωσσα τέκνα της Ελλάδας, που ο καθένας χωριστά έχουν να επιδείξουν τους δικούς των αγώνες και θυσίες για το καλό της κοινής μητέρας πατρίδας. Στην τωρινή, όμως, ημέρα εθνικής μνήμης, Βλάχοι-Αρμάνοι εμείς, θ’ αναφερθούμε σ’εκείνους τους Βλάχους, που τους αγώνες των διέσωσε η μνήμη της ιστορίας, αν και οι περισσότεροι μένουν άγνωστοι.

Αρχίζουμε, λοιπόν, από τους Βλάχους που αντιστάθηκαν στους Άγιους Πάντες -εκεί κοντά είναι και ο γκρεμός του Γαλακτού λίγο πιο πάνω από τα Παλατίτσια. Αυτοί οι Βλάχοι είχαν κατέβει στη περιοχή μας μερικές γενιές πρωτύτερα από την Αβδέλλα, τη Σαμαρίνα και τ’ άλλα Βλαχοχώρια της γρεβενιώτικης Πίνδου.
Και όπως η Πίνδος με την οροσειρά της είναι η γεωλογική ραχοκοκαλιά της Ελλάδας, έτσι και τα παιδιά της Πίνδου είναι το μεδούλι του ελληνισμού από τα πανάρχαια κιόλας χρόνια μέχρι σήμερα. Κατά τον ιστορικό Ηρόδοτο, όσοι Πελοποννήσιοι, μ’ επικεφαλής τους Σπαρτιάτες, αγωνίστηκαν στη ναυμαχία της Σαλαμίνας και ένα χρόνο ύστερα, δηλ. το 479 π.Χ., παρατάχθηκαν στη μάχη των Πλαταιών και αντιμετώπισαν νικηφόρα τα επίλεκτα τμήματα του στρατού των Περσών, μαζί -εννοείται- με τους άλλους Έλληνες, ήταν Δωριείς και Μακεδόνες που είχαν κατέβει από την Πίνδο.
Από την Πίνδο ξεκίνησε και η πρώτη εθνική λαϊκή εξέγερση το 1611 μ’ επικεφαλής τον μητροπολίτη Τρικάλων Διονύσιο, που για το παράτολμο εγχείρημα του ονομάστηκε Διονύσιος ο Σκυλόσοφος. Ο Διονύσιος φέρεται ως γόνος της οικογένειας Οικονομίκου από την Αβδέλλα.
Πρώτοι, λοιπόν, οι Βλάχοι της Πίνδου στον ξεσηκωμό του γένους και πρώτοι στο τίμημα της ελευθερίας. Τα χωριά τους καταστράφηκαν και πολλοί από αυτούς αναγκάστηκαν να σκορπίσουν σε διάφορα σημεία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, μεταγγίζοντας δυναμισμό στον εντόπιο ελληνισμό. Ανάμεσά τους ήταν και όσοι βρέθηκαν στο Μωριά ως κτηνοτρόφοι ή και ως αστοί επαγγελματίες, με τη φλόγα της ελευθερίας να σιγοκαίει στα σπλάχνα τους, περιμένοντας την κατάλληλη ώρα, που θ’ ακουγόταν το σάλπισμα του ξεσηκωμού για την αποτίναξη της σκλαβιάς.
Από τους πρόσφυγες αυτούς ένα τμήμα, το μεγαλύτερο, από τους κατοίκους του χωριού Γκουντουβάσδα (σήμερα Καλομοίρα) της ορεινής Καλαμπάκας, ήρθαν κι εγκαταστάθηκαν το 1611 στη Βέροια, όπως με πληροφόρησαν γέροντες του χωριού, που διατηρούσαν τη μνήμη από τον χαλασμό που ακολούθησε το κίνημα του Σκυλόσοφου.
Ο Φωτάκος, γραμματέας του Γέρου του Μωριά, μας πληροφορεί ότι τον πολεμικό πυρήνα του Κολοκοτρώνη τον αποτελούσαν παλικάρια Βλαχοποιμένες σκηνίτες. Αυτοί είχαν γεννηθεί στο Μωριά, αλλά οι προγονοί τους (Αρβανιτόβλαχοι, Σαρακατσάνοι και Αρμάνοι) είχαν φτάσει εκεί μερικές γενιές πρωτύτερα από την Πίνδο.

Οι Βλάχοι της Πίνδου στάθηκαν μπροστάρηδες παντού, πρώτοι και στο μεγάλο σταθμό της ένδοξης ελληνικής ιστορίας. Αλλά και πριν το ‘21, κατά τον ιστορικό Κων\νο Παπαρηγόπουλο, Βλάχοι και Αρβανίτες πρωταγωνίστησαν. Άλλος πάλι ιστορικός, ο ακριβοδίκαιος Νίκος Βέης, γράφει για την προσήλωση των Βλάχων στην ελληνική ιδέα : «Εις τον ελληνισμόν, από του οποίου οι Βλάχοι δεν ήθελαν να ξεχωρίσουν, προσέφεραν υπηρεσίες που δεν μπορούμε να τις παραβλέψουμε. Έτσι πολλοί από τους κλέφτες και αρματολούς ήσαν Βλάχικης καταγωγής, επίσης πολλοί άντρες του ιερού Αγώνος κατά το 1821 κι εξής κι ενγένει όλων των σκληρών αγώνων προς επικράτησην την ημετέρων δικαίων εις την Μακεδονίαν από του 1896 μέχρι και του 1912, ήσαν Βλάχοι» (Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗ, 5η έκδοσις).

Η συμμετοχή Αρμάνων – Βλάχων στον αγώνα του ‘21 μας είναι λίγο-πολύ γνωστή. Έτσι, θ’ αναφέρω ενδεικτικά τους δύο στυλοβάτες στην πρώτη φάση του, την επίσημη, που ξετυλίχτηκε στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, τη Βλαχία και τη Μολδαβία, τη σημερινή Ρουμανία. Οι δύο αυτοί άντρες, ο Γιωργάκης Ολύμπιος από το Βλαχολίβαδο και ο Γιάννης Φαρμάκης από το Μπλάτσι, σήμερα Βλάστη Κοζάνης, ξεπέρασαν όλους τους οπλαρχηγούς του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην εντιμότητα και την αντρεία, καθώς ο Ρουμάνος πολέμαρχος Θουδόρ Βλαδιμηρέσκου και ο καπετάν Σάββας ο Πάτμιος υπέκυψαν και υποχώρησαν στους φόβους και τις αδυναμίες τους. Ο αγώνας προδίδεται, αλλά την τιμή των ξεσηκωμένων Ελλήνων σώζουν οι Γιωργάκης και Φαρμάκης, αφοσιωμένοι στο πνεύμα που εκφράζει ο Θούριος του Ρήγα Βελεστινλή, του Βλάχου φουστανελοφόρου ιδεολόγου επαναστάτη. Βράχοι ακλόνητοι οι δύο αυτοί βλαχαρμάτες παρέμειναν πιστοί στον Αλέξανδρο Υψηλάντη μέχρι το τέλος. Εάν ο Γιωργάκης Ολύμπιος έφθανε σώος στην επαναστατημένη Ελλάδα, ο αγώνας, κατά την εκτίμηση ιστορικών, θα είχε κι έναν δεύτερο Κολοκοτρώνη. Αλλά, η μοίρα του επιφύλαξε το λαμπάδιασμα στη Μονή του Σέκου στη Ρουμανία, όπου, αντί να παραδοθεί, προτίμησε το ένδοξο τέλος που έφερε η πυροδότηση του μπαρουτιού από το ίδιο του το χέρι, για να φωτίσει, μαζί με τη θυσία του Αθανασίου Διάκου στην Αλαμάνα, τις συνειδήσεις των Ελλήνων και να τους προθυμοποιήσει για πιο αποφασιστική συμμετοχή στον κοινό της λευτεριάς αγώνα κατά το ξεκίνημά του.

Αλλά, πριν από το ολοκαύτωμα του Γιωργάκη Ολύμπιου στο μοναστήρι του Σέκου, έχουμε εκείνο του Σαμουήλ στο Κούγκι. Εδώ ο Κίτσος Τζαβέλας όταν βγήκε από το μοναστήρι του Κουγκίου και αντίκρισε Τουρκαλβανούς, που έρχονταν για να το λεηλατήσουν και να σκοτώσουν τους γέρους και τους εκεί λαβωμένους Σουλιώτες, τότε -και για να μη τον καταλάβουν- φώναξε στον ηγούμενο Σαμουήλ : Dǎlј focu, που στα βλάχικα σημαίνει «βάλτου φωτιά». Κι εκείνος, ο γενναίος καλόγερος, το λαμπάδιασε καταπλακώνοντας στα χαλάσματα και πλήθος εξαγριωμένων εχθρών.
Βλάχοι κλείστηκαν και στο πολιορκημένο από τους Τούρκους Μεσολόγγι. Στους Σαμαριναίους αγωνιστές του Μεσολογγίου αναφέρεται πιθανόν και το πασίγνωστο δημοτικό τραγούδι «Παιδιά της Σαμαρίνας». Εδώ, όπου αγωνίστηκε ο ανθός του ελληνισμού, Βλάχοι πολέμησαν μαζί με τους άλλους Έλληνες, για την υπόθεση της ελευθερίας. Τέτοιος ήταν ο καπετάν Ράμος Μάρτος από την Αβδέλλα, πρωτοπαλίκαρο του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Αυτός πολέμησε στη μάχη των Δερβενακίων, όπου ξεχώρισε για την αντρεία του, και σκοτώθηκε στην έξοδο του Μεσολογγίου. Στην ίδια έξοδο σκοτώθηκε ο Μήτρος Κασομούλης, αδερφός του Νικόλαου Κασομούλη από το Πισοδέρι, βλαχοχώρι της Φλώρινας, που μνήμες από τον αγώνα του ΄21 έγραψε στο έργο Στρατιωτικά Ενθυμήματα. Στο Μεσολόγγι πολέμησε και ο γιατρός και ποιητής Γιώργος Ζαλοκώστας από το Σιράκο, που ήρθε από την Ιταλία για να βοηθήσει στον αγώνα, όπως και το πρωτοπαλίκαρο του Καραϊσκάκη, ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος. Ο πατέρας-του Γούσιος από το Βετερνίκο του Αστροπόταμου και η μάνα του από τα Χαλίκι, κόρη του Δημάκη, του άρχοντα που αναφέρει το δημοτικό τραγούδι. Ό,τι μεγάλο πέτυχε ο στρατηλάτης Γεώργιος Καραϊσκάκης, το πέτυχε έχοντας δεξί του χέρι τον Βλάχμπεη Χριστόδουλο Χατζηπέτρο. Ο Χατζηπέτρος δεν έβαλε μόνο τη ζωή του σε κίνδυνο μέσα στην αντάρα του πολέμου, αλλά ξόδεψε και όλα τα γρόσια του πλούσιου πατέρα του για την επιτυχία του Ιερού Αγώνα.

Μετά την απελευθέρωση, αναγνωρίζεται ως ο καλύτερος και υποδειγματικότερος αξιωματικός της ελεύθερης Ελλάδας. Για να συγκρατήσουν την ακάθεκτη ορμή του, καθώς είχε ελευθερώσει το μεγαλύτερο τμήμα της Θεσσαλίας, οι Δυτικές δυνάμεις έκαναν αποκλεισμό στο λιμάνι του Πειραιά. Αναγκασμένος από την ασφυκτική τους πίεση, ο βασιλιάς Όθωνας κάλεσε πίσω στην Αθήνα τον Χατζηπέτρο. Είναι την ίδια εποχή του Κριμαϊκού πολέμου (1854) ανάμεσα σε Τουρκία και Ρωσία, που ένας άλλος καπετάνιος και αγωνιστής, ο Θόδωρος Ζιάκας από τη Σμίξη Γρεβενών, προσπάθησε να εκδίωξη τους Τούρκους από τη Δυτ. Μακεδονία. Συγγενείς των Ζιακαίων στη Βέροια είναι η οικογένεια Καραμίχα από τη Σμίξη.

Στον αγώνα του 1821 μετείχαν και δύο συντοπίτες μας, δυο παιδιά του Ξηρολίβαδου: ο καπεταν Λιόλιος ο Ξηρολιβαδιώτης και ο καπετάν Τάσος Καρατάσος από το Ξηρολίβαδο Βερμίου Βεροίας, όπως το σημειώνει ο Νικόλαος Κασομούλης στα Ενθυμήματά του.
Οι ένδοξοι αυτοί άντρες, που διακρίθηκαν για την αφοσίωσή τους στον εθνικό αγώνα και την ξεχωριστή αντρεία τους, προέρχονται από τον εντόπιο παλιό πληθυσμό πριν την καταστροφή του 1822. ΟΙ Βλάχοι είναι για το Ξηρολίβαδο οι νεότεροι κάτοικοί του μετά το 1840.
Στο Μωριά, η συμμετοχή των Αρβανιτόβλαχων στον κοινό αγώνα είναι βαρύνουσας σημασίας.
Ενδεικτική περίπτωση αποτελεί το τσελιγκάτο του Κώστα Μπρούζου, του οποίου όλοι οι άντρες σκοτώθηκαν πολεμώντας σαν λιοντάρια. Για αυτό ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας έθεσε υπό την προστασία του τις χήρες και τα ορφανά του Κώστα Μπρούζου. Στο βουνό Όρθρυ, πάνω από τη Λαμία, ο Θεόδωρος Γενναίου Κολοκοτρώνης αντάμωσε τον Αρβαντόβλαχο γέρο-Πούλιο 120 ετών, που του είπε ότι παλιά ζούσε στο Μωριά και συμπολέμησε με τον προπάππο του, τον Κουτάντη, κι αργότερα με τον παππού του Θεόδωρο και πως, όταν η κλεφτουριά διαλύθηκε, πέρασε στη Ρούμελη, όπου πολέμησε στο πλευρό του Οδυσσέα στο Χάνι της Γραβιάς. Ο εγγονός του Γέρου του Μωριά περιγράφει τους Αρβαντόβλαχους ως αρειμάνιους άντρες ,που τα κατορθώματα και το θάνατό τους υμνούν ή θρηνούν, αντίστοιχα, στα τραγούδια τους που είναι σε όλους γνωστά, όπως σημειώνει. Ένα από τα τραγούδια αυτά μιλάει για τους Ζαργανιώτες Βλάχους της Αλβανίας που χάθηκαν / σκοτώθηκαν όλοι στο Μωριά.
Στο βιβλίο ΠΑΛΑΙΟΜΑΝΙΝΑ του Τάκη Στεργίου ο Γιώργος Παπαδημητρίου, πρώην υπουργός, που έζησε από κοντά τους Βλάχους της Ακαρνανίας, παραθέτει στοιχεία, που αναδείχνουν τους εκεί Αρβαντόβλαχους ως πρόμαχους της ελληνικής ανεξαρτησίας και της ορθοδοξίας. Αιματηρές θυσίες στο βωμό της ελευθερίας, άμεση αντίδραση στον εξισλαμισμό της Δυτ. Ελλάδας με γκρέμισμα τζαμιών για την ανακοπή της αλλαξοπιστίας με το κυνήγι χοτζάδων κι άλλα κι άλλα είναι γεγονότα που καταγράφει ένας μη Βλάχος υπέρ των Βλάχων, ο όποιος καταλήγει : «Σ’ όλους αυτούς τους πεσόντες Αρβαντόβλαχους, που βρίσκονται χωρίς τάφο, στεφάνια και κανδήλια, χωρίς σελίδα στην επίσημη Ιστορία μας, στη σκοτεινή λεωφόρο της αφάνειας, χαρίζω τις λίγες αυτές γραμμές».

Και πριν περάσω στην κατοπινή περίοδο, θα σταθώ στη μεγάλη πολιτική φυσιογνωμία του Ιερού Αγώνα, τον Ιωάννη Κωλέττη, γιατρό από τα Σιράκο των Τζουμέρκων. Στην Ιστορία του Σπύρου Μαρκεζίνη διαβάζουμε ότι ο Κωλέττης ενσάρκωνε τον αυθεντικό τύπο του επαναστατημένου Έλληνα: είχε όλες τις αρετές κι όλα τα ελαττώματα του αγωνιστή του 1821. Ο Κωλέττης κατηγορήθηκε περισσότερο για τα ελαττώματά του κι επαινέθηκε ελάχιστα για τις αρετές του. Αυτό προκάλεσε η αντίδρασή του προς όσους ήθελαν «μικράν κι έντιμον Ελλάδα», όπως ήταν το σύνθημά τους, αφήνοντας έτσι την Επανάσταση να σβήσει έξω από το Μοριά.Η αντίδραση του μεγάλου αυτού Βλάχου είχε σαν αποτέλεσμα την εισβολή στο Μοριά των στρατευμάτων της Ρούμελης – Ρούμελη τότε ήταν και η Θεσσαλία, η Ήπειρος, η Μακεδονία και η Θράκη-με συνέπειες καταστροφικές για τον κόσμο της Πελοποννήσου. Είχε, όμως, ένα καλό: διατήρησε ζωντανή την ιδέα της Επανάστασης για την απελευθέρωση όλων των σκλαβωμένων Ελλήνων. Έτσι, στη Βουλή των Ελλήνων, πρώτος εκλεγμένος συνταγματικός πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο Κωλέττης θα εκφωνήσει τον λόγο εκείνο, που έμεινε ως μνημείο πατριωτικής ρητορείας, καθώς στερέωσε την ιδέα της βιώσιμης Ελλάδας. Έλληνες -τόνισε- δεν υπάρχουν μόνο στο Ναύπλιο και την Αθήνα, υπάρχουν και στη Θεσσαλονίκη, το Μοναστήρι, την Αδριανούπολη, τη Σμύρνη και την Τραπεζούντα. Με τη δύναμη του λόγου του οι βουλευτές ψήφισαν υπέρ του νόμου που απέδιδε ίσα δικαιώματα πολίτη και σε όσους Έλληνες προέρχονταν από τις αλύτρωτες ακόμα πατρίδες. Ο Κωλέττης με τα πιστεύω του, τους αγώνες και την ικανότητά του αναδεικνύεται ο πρώτος μεγάλος Πανέλληνας, αντίθετος με τους σκόρους της εθνικής ενδοστρέφειας από την εποχή ακόμα του Αθηναίου ρήτορα Δημοσθένη.

Έχοντας καταγράψει ηρωικά κατορθώματα, οι Βλάχοι θα παραμείνουν πρωτεργάτες και στη νεότερη εποχή. Έτσι, η μορφή του ήρωα αξιωματικού Κων/νου Σμολένσκη θα περάσει στην Ιστορία ως εκείνος που έσωσε την τιμή των όπλων του ελληνικού στρατού με τη γενναία αντίστασή του στο Βελεστίνο απέναντι στην προέλαση των Τούρκων κατά τον ατυχή πόλεμο του 1897. Ο Σμολένσκη φέρεται ως Ούγγρος ή Πολωνός, αλλά ο ίδιος το 1911 αποκάλυψε την ελληνοβλάχικη καταγωγή του από τη Μοσχόπολη της Αλβανίας.

Την ίδια εποχή η νικημένη Ελλάδα παραχώρησε το χωριό Κουτσούφλιανη Τρικάλων στην τουρκική επικράτεια, κατά τον διακανονισμό των συνόρων. Οι Βλάχοι Κουτσουφλιανιώτες αντιστέκονται ένοπλα στους Τούρκους στρατιώτες και τελικά αποφασίζουν να βάλει ο καθένας φωτιά στο σπίτι του και αφού πάρουν τα οστά των νεκρών τους να περάσουν στην ελληνική μεριά. Οι Κουτσουφλιανιώτες με τη στάση τους έδωσαν μια ανάσα κι ένα παράδειγμα ελεύθερου φρονήματος στον παράλυτο τότε κόσμο της Αθήνας, παράλυτο από την έρπουσα διαφθορά.

Αργότερα θα περάσουμε στη φάση του Μακεδονικού αγώνα. Το προανάκρουσμά του, όπως είπαμε, ακούστηκε από τα όπλα των επαναστατημένων Ελληνοβλάχων και των άλλων εντόπιων Ελλήνων στους Άγιους Πάντες το 1878. Οι Βλάχοι, παρά τον περισπασμό που έφερε ανάμεσά τους η ξένη διείσδυση ,δίνουν το πατριωτικό τους παρόν με το πουγκί, τον εφοδιασμό και τη στελέχωση των αντάρτικων ομάδων με άντρες τολμηρούς και γνώστες των περιοχών της Μακεδονίας. Όλα τούτα υποχρέωσαν τον τότε πρόξενο στη Θεσσαλονίκη Λάμπρο Κορομηλά να παραδεχθεί ότι ο αγωνιζόμενος στη Μακεδονία Ελληνισμός εκπροσωπείται, κυρίως, από τους Βλάχους.
Δε θ’ αναφέρω ονόματα Βλάχων Μακεδονομάχων -είναι πάρα πολλά – παρά μονάχα εκείνο του Στέργιου Κουκουτέγου, του οποίου οι απόγονοι ζούνε στο Ξηρολίβαδο. Την εικόνα του μας τη δίνει ο Αναστάσιος Χριστοδούλου στο βιβλίο tου για τον Μακεδονικό αγώνα (σελ. 36): «Εις ηλικίαν 50 ετών εγκατέλειψε σύζυγον, τέκνα και εργασίαν και ανέβηκε εις το Βέρμιον ως οπλαρχηγός το 1905 με το ψευδώνυμο ΄΄καπετάν Τάσος’’. Γνώστης του τόπου και του πληθυσμού, αντιμετώπισε άφοβα τον εχθρό και απέκτησε φήμη παλικαριού. Ήταν αγαπητός εις το περιβάλλον του, μετριόφρων, έντιμος. Υψηλός ,ευρύστερνος, χειροδύναμος υπήρξε δια τον αγώνα πολύτιμος, εμπνεόμενος από αγνόν και ένθερμον πατριωτισμόν».

Τον Μακεδονικό αγώνα ακολουθεί η απελευθέρωση του 1912, η Μικρασιατική καταστροφή και μια εικοσαετία μετά, τα σύννεφα του Β’ Παγκόσμιου πολέμου συγκεντρώνονται και πάλι πάνω από την Ευρώπη. Στο Αλβανικό μέτωπο οι στρατευμένοι Βλάχοι πολεμούν τον εισβολέα μαζί με τους άλλους Έλληνες. Διακρίνονται για την ικανότητά τους να επιβιώνουν στο ορεινό χειμωνιάτικο περιβάλλον και μαζί με τις γυναίκες της Πίνδου, κυρίως από τα παραμεθόρια Βλαχοχώρια ,συντηρούν το ηθικό των πολεμιστών με τη μεταφορά πολεμοφοδίων στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Γι’αυτό δίκαια το μνημείο της γυναίκας της Πίνδου στήθηκε στη Φούρκα, βλαχοχώρι της Κόνιτσας, απ’ όπου εξόρμησε ο πολέμαρχος και ήρωας Δαβάκης. Ο αρχηγός του στρατού Αλέξανδρος Παπάγος και ο Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, ο ήρωας της επιτυχημένης αντίστασης στο Καλπάκι, οι δύο πρωταγωνιστές του πολέμου, δεν είναι άσχετοι με τη γενιά των Βλάχων.
Το χωριό μας έδωσε στον πόλεμο παιδιά που αγωνίστηκαν τον τίμιο για την πατρίδα αγώνα. Κάποια από αυτά δε γύρισαν πίσω. Από όλους, Ξηρολιβαδίωτες και άλλους Έλληνες στρατιώτες, ξεχώρισε για το ιδιαίτερο παράτολμο θάρρος, την προθυμία και την αντρεία του ένα τέκνο του χωριού μας, ο Γουλίκος Πορδιάης ή Στεργίου. Επιβεβαίωση των όσων λέγω είναι οι μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων και τα πολεμικά παράσημα που στόλιζαν το στήθος του.

Με την κατάρρευση του πολεμικού μετώπου ο αγώνας συνεχίζεται με τη μορφή της Εθνικής Αντίστασης. Οι Βλάχοι μετέχουν σε όλα τα κλιμάκια του οργανωμένου αγώνα μ’ επίλεκτους άντρες που τα κατορθώματά τους μας κάνουν υπερήφανους. Το χωριό μας καταστρέφεται από τα στρατεύματα κατοχής και τους συνεργάτες τους. Τρία παιδιά του Ξηρολιβάδου συλλαμβάνονται, εκτελούνται και τα σώματά τους καίγονται τον Απρίλιο του 1944. Και ήταν τότε η Μεγάλη Εβδομάδα, η Εβδομάδα των Παθών για τη θρησκεία και το λαό μας… Τα παλικάρια αυτά ήταν:

-Ο Δημήτριος Νικολάου Τσακνάκης
-Ο Δημοσθένης Νικολάου Ζιάκος και
-Ο Δημήτριος Στεργίου Βουρδούνης.

Η αναφορά των ονομάτων τους ας είναι σήμερα ένα δεύτερο σύντομο μνημόσυνο στην ιερή τους μνήμη. Ευγνώμονες κι εμείς για την ελευθερία, που μας εξασφάλισαν όσοι Βλάχοι και μη Βλάχοι με τους αγώνες τους, υποκλινόμαστε ευλαβικά μπροστά από το βωμό της θυσίας τους.

Η πρωτειά των Βλάχων στους διάφορους εθνικούς αγώνες πρέπει να εξηγηθεί από το γεγονός ότι ο κόσμος των βουνών της πατρίδας μας είχε ελαφρότερο ζυγό δουλείας απ’ ό,τι είχε ο κόσμος των πόλεων και των πεδιάδων. Το καθεστώς ημιανεξαρτησίας σε συνδυασμό με τον κτηνοτροφικό τρόπο ζωής τους διατήρησε πιο επιρρεπείς προς την ελευθερία, ενώ η συχνή επαφή που είχαν οι Βλάχοι, ως κιρατζήδες κι έμποροι, με τα μεγάλα κέντρα του ευρωπαϊκού πολιτισμού προκάλεσε την αφύπνιση του πνεύματος για απελευθέρωση πολύ πιο πρώιμα σε αυτούς απ’ ό,τι στους άλλους Ρωμιούς.
Υπερήφανοι εμείς οι Βλάχοι-Αρμάνοι για τη συμμετοχή στους εθνικούς αγώνες, την προσφορά των εθνικών ευεργετημάτων, τον λαϊκό όσο και αστικό μας πολιτισμό, για τον οποίο πολιτισμό, ελπίζουμε ο δραστήριος Πολιτιστικός Σύλλογος Ξηρολιβάδου να μας δώσει την ευκαιρία να παρουσιάσουμε σε άλλη εκδήλωση, στρέφουμε το νου μας τώρα στο λαμπρό παρελθόν και αντλούμε παραδείγματα για τη μελλοντική μας πορεία.

(Ομιλία του ομότιμου καθηγητή του ΑΠΘ κου Α. Μπουσμπούκη στο Πνευματικό κέντρο Ξηρολιβάδου Ημαθίας στις 3-8-2009)

Τσιαμήτρος Γιάννης
εκπαιδευτικός-χοροδιδάσκαλος

Πηγή: vlahofonoi.blogspot