Ελληνίδες και Έλληνες της Κύπρου,
ο κυπριακός ελληνισμός αντλώντας δύναμη από τη βαθιά εθνική και θρησκευτική του συνείδηση, πριν από 65 χρόνια ,την 1η Απριλίου 1955 οδηγήθηκε σε έναν αιματηρό και τιτάνιο αγώνα «που τον ατένιζαν από τα βάθη των αιώνων όλοι εκείνοι οι οποίοι ελάμπρυναν την Ελληνικήν Ιστορίαν δια να διατηρήσουν την ελευθερίαν των…»
Κι αφού οι αγωνιστές μας έδωσαν τον όρκο της ΕΟΚΑ ο οποίος ας σημειωθεί είχε δύο πολύ σπουδαία σημεία:
1.δεν θα δίσταζαν να δώσουν ακόμη και τη ζωή τους
2.κι ότι τις πράξεις τους θα κατεύθυνε ΜΟΝΟΝ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ και θα είναι απηλλαγμέναι πάσης ιδιοτελείας ή ΚΟΜΜΑΤΙΚΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ. «απάντησαν με έργα» όπως προέτρεπε η προκήρυξη του στρατιωτικού Αρχηγού της ΕΟΚΑ, του Γεώργιου Γρίβα Διγενή που μαζί με τον πολιτικό ηγέτη τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο καθοδήγησαν τον λαό τα τέσσερα χρόνια που διήρκησε “η κυπριακή επανάσταση” όπως την αποκάλεσε ο μεγάλος μας ποιητής Κώστας Μόντης.
2.κι ότι τις πράξεις τους θα κατεύθυνε ΜΟΝΟΝ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ και θα είναι απηλλαγμέναι πάσης ιδιοτελείας ή ΚΟΜΜΑΤΙΚΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ. «απάντησαν με έργα» όπως προέτρεπε η προκήρυξη του στρατιωτικού Αρχηγού της ΕΟΚΑ, του Γεώργιου Γρίβα Διγενή που μαζί με τον πολιτικό ηγέτη τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο καθοδήγησαν τον λαό τα τέσσερα χρόνια που διήρκησε “η κυπριακή επανάσταση” όπως την αποκάλεσε ο μεγάλος μας ποιητής Κώστας Μόντης.
Το ήθος των αγωνιστών της ΕΟΚΑ δεν το έπλασαν σκυμμένες μανάδες και πατεράδες, φοβισμένοι δάσκαλοι, και υποταγμένοι κληρικοί.
Το ήθος αυτών που αρνήθηκαν τις εγκόσμιες χαρές, που περιφρόνησαν τις αλυσίδες του Άγγλου κατακτητή, το έπλασαν ανυπότακτοι και άξιοι εκπαιδευτικοί από τις έδρες τους, όπως τον ελλαδίτη Σκεύο Συριώτη του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου που υπήρξε δάσκαλος του Φώτη Πίττα, του Ηλία Παπακυριακού, του Παναγιώτη Τουμάζου, του Πέτρου Γιάλλουρου και καλλιεργούσε «ό,τι ωραίο και εθνικό διέθεταν μέσα τους,” όπως τον γυμνασιάρχη Κωνσταντίνο Σπυριδάκι που δε λογάριαζε τον κίνδυνο να συλληφθεί από τους κατακτητές και απέστελλε επωνύμως και ενυπογράφως στον Βρεττανό Κυβερνήτη επιστολές διαμαρτυρίας για το κλείσιμο του Παγκυπρίου Γυμνασίου υπερασπιζόμενος τους μαθητές δηλώνοντας με θάρρος πως «Η υμετέρα εξοχότης θα γνωρίζη ότι ο ενθουσιασμός της νεολαίας δια την ιδέαν της ελευθερίας δεν είναι δυνατόν δι΄ουδενός μέτρου πειθαρχίας να κατασταλή εις την τυπικήν σφαίραν της οποίας ούτος δεν υπάγεται. Εάν δοθή το δικαίωμαν εις τον λαόν της νήσου να αποφασίση περί του μέλλοντός του, τότε θα επανέλθει η τάξις και πειθαρχία εις τα σχολεία, τα οποία προηγουμένως διεκρίνοντο δι΄αυτήν ουχί δε εάν κλείωνται ταύτα.»
Το ήθος των αγωνιστών το έπλασαν φλογεροί ιερωμένοι στις αίθουσες των κατηχητικών της ΟΧΕΝ, στρατολόγοι των αγωνιστών της ΕΟΚΑ, όπως τον Παπάσταυρο Παπαγαθαγγέλου, που πάνω σε μια μικρή Καινή Διαθήκη όρκισε εκατοντάδες αγωνιστών, μερικοί από τους οποίους τραγουδώντας τα δικά του τραγούδια έπεσαν στα πεδία των μαχών ή κι άλλοι ανέβηκαν με θάρρος στο ικρίωμα της αγχόνης των Κεντρικών Φυλακών.
Όπως τον πάτερ Φώτιο Καλογήρου, κατηχητή στην Ο.Χ.Ε.Ν. που μαζί με τον Παπάσταυρο Παπαγαθαγγέλου πέρα από το γεγονός προπαρασκεύασε εθνικά και ψυχικά εκατοντάδες αγωνιστές της ΕΟΚΑ προσέφερε « πάσης φύσεως εργασία προς υποβοήθησιν του έργου του Αρχηγού και όλων των τομέων της Οργανώσεως όλης της Κύπρου, μετά των Τομεαρχών».
Κι όλοι τους ΔΙΔΑΣΚΑΝ πως «το αληθινό μπόι του ανθρώπου μετριέται με το μέτρο της Λευτεριάς.»
Στεκόμαστε ιδιαίτερα και με δέος μπροστά στους γεννήτορες των ηρώων μας.
«Φρονώ ότι έπραξαν το καθήκον των δια την Κύπρον, την οποίαν τόσον αγάπησαν.Και είμαι δι΄αυτό βέβαιος ότι η αδούλωτη ψυχή του πολιτισμένου λαού μας θα ραίνει παντοτινά με τα μύρα της αγάπης της την αιώνια και αθάνατη μνήμη των», δήλωσε στο μνημόσυνο του γιου του ο Χαρίλαος, πατέρας του Ανδρέα Ζάκου που απαγχονίσθηκε την 9ην Αυγούστου 1956 μαζί με τον Χαρίλαο Μιχαήλ και τον Ιάκωβο Πατάτσο.
Το ήθος αυτών που αρνήθηκαν τις εγκόσμιες χαρές, που περιφρόνησαν τις αλυσίδες του Άγγλου κατακτητή, το έπλασαν ανυπότακτοι και άξιοι εκπαιδευτικοί από τις έδρες τους, όπως τον ελλαδίτη Σκεύο Συριώτη του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου που υπήρξε δάσκαλος του Φώτη Πίττα, του Ηλία Παπακυριακού, του Παναγιώτη Τουμάζου, του Πέτρου Γιάλλουρου και καλλιεργούσε «ό,τι ωραίο και εθνικό διέθεταν μέσα τους,” όπως τον γυμνασιάρχη Κωνσταντίνο Σπυριδάκι που δε λογάριαζε τον κίνδυνο να συλληφθεί από τους κατακτητές και απέστελλε επωνύμως και ενυπογράφως στον Βρεττανό Κυβερνήτη επιστολές διαμαρτυρίας για το κλείσιμο του Παγκυπρίου Γυμνασίου υπερασπιζόμενος τους μαθητές δηλώνοντας με θάρρος πως «Η υμετέρα εξοχότης θα γνωρίζη ότι ο ενθουσιασμός της νεολαίας δια την ιδέαν της ελευθερίας δεν είναι δυνατόν δι΄ουδενός μέτρου πειθαρχίας να κατασταλή εις την τυπικήν σφαίραν της οποίας ούτος δεν υπάγεται. Εάν δοθή το δικαίωμαν εις τον λαόν της νήσου να αποφασίση περί του μέλλοντός του, τότε θα επανέλθει η τάξις και πειθαρχία εις τα σχολεία, τα οποία προηγουμένως διεκρίνοντο δι΄αυτήν ουχί δε εάν κλείωνται ταύτα.»
Το ήθος των αγωνιστών το έπλασαν φλογεροί ιερωμένοι στις αίθουσες των κατηχητικών της ΟΧΕΝ, στρατολόγοι των αγωνιστών της ΕΟΚΑ, όπως τον Παπάσταυρο Παπαγαθαγγέλου, που πάνω σε μια μικρή Καινή Διαθήκη όρκισε εκατοντάδες αγωνιστών, μερικοί από τους οποίους τραγουδώντας τα δικά του τραγούδια έπεσαν στα πεδία των μαχών ή κι άλλοι ανέβηκαν με θάρρος στο ικρίωμα της αγχόνης των Κεντρικών Φυλακών.
Όπως τον πάτερ Φώτιο Καλογήρου, κατηχητή στην Ο.Χ.Ε.Ν. που μαζί με τον Παπάσταυρο Παπαγαθαγγέλου πέρα από το γεγονός προπαρασκεύασε εθνικά και ψυχικά εκατοντάδες αγωνιστές της ΕΟΚΑ προσέφερε « πάσης φύσεως εργασία προς υποβοήθησιν του έργου του Αρχηγού και όλων των τομέων της Οργανώσεως όλης της Κύπρου, μετά των Τομεαρχών».
Κι όλοι τους ΔΙΔΑΣΚΑΝ πως «το αληθινό μπόι του ανθρώπου μετριέται με το μέτρο της Λευτεριάς.»
Στεκόμαστε ιδιαίτερα και με δέος μπροστά στους γεννήτορες των ηρώων μας.
«Φρονώ ότι έπραξαν το καθήκον των δια την Κύπρον, την οποίαν τόσον αγάπησαν.Και είμαι δι΄αυτό βέβαιος ότι η αδούλωτη ψυχή του πολιτισμένου λαού μας θα ραίνει παντοτινά με τα μύρα της αγάπης της την αιώνια και αθάνατη μνήμη των», δήλωσε στο μνημόσυνο του γιου του ο Χαρίλαος, πατέρας του Ανδρέα Ζάκου που απαγχονίσθηκε την 9ην Αυγούστου 1956 μαζί με τον Χαρίλαο Μιχαήλ και τον Ιάκωβο Πατάτσο.
«Εφίλησά σε τζι είπον σου
χαλάλι σου παιδί μου
έφας τες σφαίρες που μπροστά
που νά ‘σιεις την ευτζιήν μου»
Λόγια του Κυριάκου Δράκου, πατέρα του Μάρκου Δράκου , αρχιαντάρτη της ΕΟΚΑ, που η αφλογιστία του 13ου φυσιγγίου στην θαλάμη του όπλου του, έδωσε την ευκαιρία στους Άγγλους στρατιώτες να τον σκοτώσουν εκεί στα βουνά της Σολέας, ενάμιση μίλι νοτιοανατολικά της Ευρύχου.Ήταν 25 ετών, την 18η Ιανουαρίου 1957.
Ο Πιερής Αυξεντίου πατέρας ενός από τους πιο λαμπρούς ήρωες του ελληνισμού, του σταυραετού του Μαχαιρά Γρηγόρη Αυξεντίου, βγήκε με χαμόγελο από το νεκροτομείο όπου είχαν πάρει εκεί το απανθρακωμένο σώμα του παιδιού του, για να εξομολογηθεί λίγες στιγμές μετά, κλαίγοντας στον δικηγόρο Μιχαλάκη Τριανταφυλλίδη πως χαμογέλασε για «Να μη μας βλέπουν οι σκύλοι να κλαίμε.»
Θυμίζοντας μανάδες Σπαριάτισσες που έδιναν την ευχή στα παιδιά τους «ἢ τὰν ἢ ἐπὶ τᾶς» η Αντωνού Αυξεντίου, αντάξια του γιου της στο πρώτο του μνημόσυνο στη Λύση δήλωνε:
Ο Πιερής Αυξεντίου πατέρας ενός από τους πιο λαμπρούς ήρωες του ελληνισμού, του σταυραετού του Μαχαιρά Γρηγόρη Αυξεντίου, βγήκε με χαμόγελο από το νεκροτομείο όπου είχαν πάρει εκεί το απανθρακωμένο σώμα του παιδιού του, για να εξομολογηθεί λίγες στιγμές μετά, κλαίγοντας στον δικηγόρο Μιχαλάκη Τριανταφυλλίδη πως χαμογέλασε για «Να μη μας βλέπουν οι σκύλοι να κλαίμε.»
Θυμίζοντας μανάδες Σπαριάτισσες που έδιναν την ευχή στα παιδιά τους «ἢ τὰν ἢ ἐπὶ τᾶς» η Αντωνού Αυξεντίου, αντάξια του γιου της στο πρώτο του μνημόσυνο στη Λύση δήλωνε:
“Μια μάνα τέτοιου ήρωα εν προσβολή να κλάψει,
προσβάλλει τον λεβέντη της,
τζιείνον που θ’ απολάψει.
Χαλάλιν της Πατρίδας μου ο γιος μου, η ζωή μου,
τζι αφού εν επαραδόθηκεν
τζι έμεινεν τζι εσκοτώθηκεν
ας έσιει την ευτζιήν μου.
Τζι εγιώ έτσι μάνα εν να φανώ όπως τες Ελληνίδες,
που πιάσασιν τα όπλα τους τζιαι τζιείνες οι ιδίες.”
Ο Μιλτιάδης Παλληκαρίδης, πατέρας του Ευαγόρα Παλληκαρίδη, του δεκαεννιάχρονου απαγχονισθέντα ήρωα ποιητή μας από την Τσάδα, θα επαναλάβει αυτή την ελληνική συμπεριφορά, τη γεμάτη περηφάνια και αποφασιστικότητα, το απόγευμα της 13ης Μαρτίου του 1957, παραμονή του απαγχονισμού του Ευαγόρα, αφήνοντας άφωνους τους δημοσιογράφους που περίμεναν δηλώσεις από τους γονείς του ήρωα έξω από τις Κεντρικές Φυλακές:
«Το δέντρον που φυτέψασιν, έν τζι εν ματζιδονήσιν,
που θέλει κόπριν τζαι νερόν για να καρποφορήσει!
Τα δέντρα που φυτέψασιν για να καρποφορήσουν
Θέλουν λεβέντικα κορμιά γαίμαν να τα ποτίσουν!
Στο τρίμηνο μνημόσυνο του Γρηγόρη Αυξεντίου, ο Μιλτιάδης Παλληκαρίδης που ήδη είχε δώσει το παιδί του στον βωμό της Ελευθερίας, θα δηλώσει:
“Ο Ήρως υπέκυψεν εις τα τραύματά του, οι εχθροί παρέλαβαν το άνευ ζωής σώμα κοπιάζοντας επί της Νίκης, της νικημένης.
Η ψυχή του Ήρωος όμως δεν εσκλαβώθη, δεν απέθανε, από τα ύψη όπου ίπτατο μεταβαίνοντας εις τον Πλάστην, εσυγχώρησε τους νικητάς του σώματος διότι ουκ οίδασιν τι ποιούσι.
Η ιστορία κάποτε θα γράψει, θα καταλογίσει ευθύνες.”
Σαράντα μέρες μετά το θάνατο του ήρωα Στυλιανού Λένα, ο Πιερής Αυξεντίου παρευρίσκεται στο μνημόσυνο του ήρωα και κάνει μια συγκλονιστική ομιλία. Ανάμεσα στα άλλα λέει:
«Λένα μου ποιος σε δίδαξε ποια είναι η αιτία
ν’ αφήσεις το σπιτάκι σου
το μάλλινο κρεβάτι σου
και να τραβήσεις στα βουνά, να ζεις με αγωνία
να γίνεσαι ολοκαύτωμα το σώμα σου θυσία;
Είν’ ο καλός πατέρας μου κι η Ελληνική Ιστορία.
αυτοί είναι που με δίδαξαν πλούτη, περιουσία
καμιάν αξίαν δεν έχουν χωρίς Ελευθερίαν.»
Τον «Σταυραετό του Πενταδακτύλου», τον ήρωα Κυριάκο Μάτση που στις 19 Νοεμβρίου 1958 περικυκλώθηκε το κρησφύγετό του και ανατινάχθηκε από τις Βρετανικές δυνάμεις , χαιρέτησε στο πρώτο του μνημόσυνο στο Παλαιχώρι ο πατέρας του ο Χριστοφής Μάτσης:
“Αγαπημένο μας παιδί,
Μπροστά στον ηρωικό σου θάνατο σκύβουμε και σε φιλούμε οι γονείς σου.
Παιδί μας, Κυριάκο μας, σ’ αγάπησε η Πατρίδα μας, σ’ αγάπησε ο Θεός μας, σ’ αγάπησε πολύ η Λευτεριά. Ήσουν δικός της, κι αφού σε ζήτησε θυσία στο βωμό της, ΧΙΛΙΕΣ ΦΟΡΕΣ ΧΑΛΑΛΙ ΤΗΣ.Αν κλάψαμε, δεν κλάψαμε τον θάνατό σου. Ένα θάνατο με το δάχτυλο στη σκανδάλη και την τρανή στο στόμα κραυγή : «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ» δεν τον κλαίνε γονείς και συγγενείς μα το έχουν καύχημα, τιμή τους.
Μα κλαίμε που έμειναν τα άρματά σου ορφανά.”
Απαγγέλλει μάλιστα και ένα ποίημα ο άξιος πατέρας στον οποίο ευχαριστεί τον γιο του που κράτησε τον όρκο του τον καθησυχάζει μάλιστα λέγοντάς του πως έστειλε στην θέση του τον αδελφό του τον Γιαννάκη.
Η αγέρωχη μάνα του Ανδρέα Πατσαλίδη που σκοτώθηκε στις 20 Ιουνίου 1958 στο χωριό Κούρδαλι, από έκρηξη βόμβας επίσης συγκλονίζει:
“Είπον του γιου μου, είπον του, καλό , καλό τζαι για τες ενέδρες…εβοήθουν τον εγιώ τον γιο μου. Έβαλλα τον πάνω να πολεμά…”
«Το αχ, το βαχ τ΄αλοίμονον έφαν τα σωτικά μου
ελύγισεν το σώμα μου μα εν σίδερον που μέσα μου
ατσάλιν η καρκιά μου.
Χαμπή μου που πολέμησες στης Μαδαρής τα μέρη
το αίμα σου που έχυσες Ελευθεριά θα φέρει.»
Λόγια μιας άλλης λεβεντομάνας,της Ανδρεανής Πεττεμερίδου, μάνας του ήρωα Χαμπή Πεττεμερίδη.
«Οι ήρωες δεν πέθαναν μα μόνον αγρυπνούσιν.
Από ψηλά στον ουρανόν μας παρακολουθούσιν
να κλείσωμεν το έργον τους τζι έτσι να τζιοιμηθούσιν,
ίσια εις την Ακρόπολιν εκεί μας οδηγούσιν»
Λόγια που έγραψε για τον γιο του Νικόλαο Γιάγκου, ο πατέρας του ήρωα ο Πέτρος Γιάγκου.
«Η Παναϊα εφοήθησέν τον τζι εν επρόδοσεν. Είμαι περήφανος για τον γιον μου»,
δήλωσε ο Συμεός Δημητρίου , πατέρας του ήρωα Παναγιώτη Συμεού από την Πάχνα που μαζί με τον Σάββα Ροτσίδη είναι οι τελευταίοι νεκροί του αγώνα.
Στο πρώτο του μνημόσυνο οι κοπέλες του χωριού χόρεψαν, καθ’ υπόδειξη της μητέρας του, καλαματιανό τραγουδώντας δικούς του στίχους, που τραγουδούσε και ο ίδιος, όταν χόρευε με την μητέρα του.
“Αν μάθεις πως σκοτώθηκα, χαρές να ‘χετε όλοι, για της πατρίδας την τιμή είναι γλυκό το βόλι…”
«Γιε μου να πας εις το καλόν αφού ‘ρτασιν προξένια,
τζι’ εγιώ ννα πάρω τ’ όπλο σου,
τζιαι ννα σταθώ στον τόπον σου,
να μεν σε λάμν’ η έννοια»,
Ήταν τα λόγια του Σταύρου Πίττα με τα οποία αποχαιρέτησε τον γιο του, τον δάσκαλο Φώτη Πίττα από το Φρέναρος, τη μέρα της κηδείας του.
Το ημερολόγιο του δασκάλου Φώτη Πίττα που περιγράφει τα βασανιστήρια, σωματικά και ψυχολογικά τα οποία υπέστη στα χέρια των Άγγλων και που θα έπρεπε να διδάσκεται σε όλες τις παιδαγωγικές σχολές και τα σχολεία τουλάχιστον της Κύπρου, φανερώνει το σπάνιο υλικό από το οποίο ήταν καμωμένη η ψυχή αυτού του Έλληνα που έγινε η θυσία του όπως και αυτή των υπέρκαλλων συναγωνιστών του Σαμάρα, Κάρυου και Παπακυριακού στις 2 Σεπτεμβρίου του 1958 στον Αχυρώνα Λιοπετρίου, ένα ακόμη αντίδωρο για τον ελληνισμό.
Τέτοιους άξιους γονείς είχαν οι ήρωές μας αλλά και όλοι οι αγωνιστές μας που μπορεί να μην σκοτώθηκαν σε μάχη ή αγχόνη ή έπειτα από φρικτά βασανιστήρια. Τέτοιο ανάγιωμα. Ένα ανάγιωμα που το χαρακτήριζε η φιλοπατρία, η λεβεντιά και η απόλυτη εμπιστοσύνη στις βουλές του Θεού.
Άξιοι γονείς έκαναν άξια τέκνα.
Κι αν μια λέξη μπορεί να προσδιορίσει το ήθος που οδήγησε στο θαύμα, είναι το «χαλάλι» που βγήκε από τα στόματα όλων.
Με το «χαλάλι» αυτών των γονιών, ισοπεδώθηκε κάθε αμφιβολία , κάθε δεύτερη σκέψη πως αυτός ήταν ένας αγώνας αν είναι ποτέ δυνατόν αντικομμουνιστικός όπως χωρίς αιδώ κάποιοι δηλώνουν. Μόνο «εθνικός και ουχί» κομματικός μπορεί να είναι ένας αγώνας στον οποίο οι γονείς χαλαλίζουν τα παιδιά τους στην πατρίδα.
Όταν λοιπόν ήρθε ή ώρα να τεκμηριώσουν οι αγωνιστές την ελληνική τους καταγωγή το έπραξαν .
Και τέλειωσε ο αγώνας,
Και παρήλασαν οι αγωνιστές στους δρόμους
Και ανακηρύχθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία με τις συμφωνίες Ζυρίχης- Λονδίνου.
Το οικοδόμημα όμως των συμφωνιών
Ζυρίχης -Λονδίνου, έκρυβε στα υπόγειά του μια μπαρουταποθήκη.
Κι ήταν πολλοί οι πρόθυμοι «μπουρλοτιέρηδες».
Οι ίδιοι πρόθυμοι, κράτη και πρόσωπα που οδήγησαν στην ανείπωτη τραγωδία της 20ης Ιουλίου του 1974.
Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας του 1955-1959 χαρακτηρίστηκε ως αγώνας της νεολαίας.
Μιας υγιούς νεολαίας που το ήθος της, ήταν αποτέλεσμα της υγιούς παιδείας της.
Η ημικατεχόμενη πατρίδα έχει ανάγκη μια τέτοια αγωνιστική νεολαία άρα και υγιή παιδεία.
Κι οφείλουμε να εργαστούμε όλοι , ο καθένας από το μετερίζι του για γίνει τέτοια.
Για να μην μας στοιχειώνουν τα γράμματα των μελλοθανάτων πριν φτάσουν στην αγχόνη.
Για να μην ακούγεται σαν κρότος το « Ου περί χρημάτων», του Μάτση.
Για να μην ξεθωριάσει το «Μολών Λαβέ» του Αυξεντίου.
Για να μην μας ρωτήσει κάποτε η Ιστορία και να την εξαπατήσουμε με προφάσεις.
Για να μην μας παρατήσει άξαφνα η Ιστορία και μείνουμε μόνοι με τις προφάσεις μας.
Ελένη Σιούφτα