Τρίτη 21 Απριλίου 2020

Η δική μου Καππαδοκία


 
Η γη της φωτιάς και της πέτρας, η πατρογονική Καππαδοκία, είναι ένας τόπος ιδιαίτερος, μοναδικός, ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους, ένα υπαίθριο μουσείο, ένα μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. 

 
 
 
 
Στην καρδιά της Τουρκίας, η Καππαδοκία περιτριγυρισμένη από τις οροσειρές του Ταύρου, του Αντίταυρου, το Δίδυμο όρος και το σβησμένο ηφαίστειο Αργαίος με ύψος 3.916 μ., ένα συγκλονιστικό τοπίο, όπου εκεί σύμφωνα με τον μύθο διαδραματίστηκαν τα επικά κατορθώματα του Διγενή Ακρίτα, εκεί κάλπαζαν οι Αμαζόνες και εκεί γεννήθηκε η καππαδοκική θεά Μα, η Κυβέλη, η μητέρα των Θεών.

Η ηφαιστειακή λάβα του Αργαίου όρους σχημάτισε πριν χιλιάδες χρόνια την περιοχή σε τόπο απαράμιλλης ομορφιάς, εύκολα λαξεύσιμο και τόπο κατοικίας διαφόρων λαών.

Σήμερα η Καππαδοκική γη φιλοξενεί κάθε χρόνο πανσπερμία λαών που έρχονται από όλον τον κόσμο για να τη θαυμάσουν και να ανακαλύψουν τα υπόσκαφα, τις υπόγειες πολιτείες, τα μοναστήρια και τις εκκλησίες, τον τρωγλοδυτικό τρόπο ζωής αλλά και να επισκεφτούν τον τόπο καταγωγής χιλιάδων Ελλήνων, που εκεί γεννήθηκαν και μεγαλούργησαν.

Καππαδοκία, τόπος καταγωγής χιλιάδων Ελλήνων

Η Καππαδοκία είναι ο τόπος καταγωγής χιλιάδων Ελλήνων που μετά την Μικρασιατική καταστροφή αναγκάστηκαν να αφήσουν πίσω τους τη γη τους, τα σπίτια τους και τα υπάρχοντά τους και να ακολουθήσουν τον μακρύ δρόμο της προσφυγιάς αναζητώντας μια άλλη πατρίδα.

Το ελληνικό στοιχείο βρίσκεται παντού στην περιοχή. Οι επιγραφές στις εξώθυρες των σπιτιών λαξευτές πάνω στην πέτρα «Κύριε στερέωσον τον οίκο τούτο», οι υπόσκαφες εκκλησίες με τα αφιερώματα στους τοίχους, οι μεγάλες επιβλητικές εκκλησίες με τις αναθηματικές επιγραφές, τα μοναστήρια με τις αγιογραφίες και η χαρακτηριστική «Καραμανλίδικη» γραφή (με ελληνικούς χαρακτήρες έγραφαν τούρκικες λέξεις), μαρτυρούν μέχρι και σήμερα τον πολιτισμό που άφησαν πίσω οι πρόγονοί μας.

Αναπαλαίωση
και συντήρηση

Τα τελευταία δέκα χρόνια η Καππαδοκία αλλάζει με γρήγορους ρυθμούς. Πλέον η τεράστια ανοικοδόμηση και η αναπαλαίωση των κτιρίων προσθέτει αξία στην περιοχή αφού συντηρούν τα σπίτια, τις εκκλησίες και τα μοναστήρια και γίνονται μεγάλες επενδύσεις για τη δημιουργία πολυτελέστατων υπόσκαφων και όχι μόνο ξενοδοχείων για να φιλοξενήσουν την ελίτ των τουριστών.

Παρ’ όλα αυτά δεν λείπουν και τα σύγχρονα τερατουργήματα δίπλα στα μνημεία της φύσης ή στα μουσεία και τα παλιά κτίρια που ακολουθούν την «κιτς» νοοτροπία των γειτόνων μας σε υπερθετικό βαθμό.

Το κόστος διαμονής για λίγες μέρες στην Καππαδοκία δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο αν κανείς αποφασίσει να ταξιδέψει με το αεροπλάνο, να διαμείνει σε καινούριο υπόσκαφο ξενοδοχείο και να περιηγηθεί στο μεγαλύτερο μέρος της.

Προσκύνημα στην Καππαδοκία

Στην Καππαδοκία άνθησε ο ασκητισμός, που από τα χρόνια του Μέγα Βασιλείου από την Καισαρεία, τον 4o αιώνα και μετά ιδρύθηκαν χιλιάδες εκκλησίες και μοναστήρια λαξευτά στους βράχους, στις πλαγιές των γκρεμών ή στους κωνικούς μονόλιθους που κρέμονται σαν φωλιές με τον ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό χαρακτήρα, με σκαλιστούς θρόνους, κίονες, κιονόκρανα και μοναδικές αγιογραφίες. Άλλα μεγάλα, τεράστια και άλλα μικρά που χωρούν ελάχιστα άτομα. Ταυτόχρονα όμως συναντά κανείς και τις υπέργειες βυζαντινές εμβληματικές εκκλησίες όπως των Αγίων Θεοδώρων στη Μαλακοπή, τη δωδεκάτρουλη θεόρατη εκκλησία των Αγίων Βλασίου και Βασιλείου στο Μυστί, του Κωνσταντίνου και Ελένης στη Σινασσό ή του Αγίου Γρηγορίου του Ναζιαζηνού στην Καρβάλη που πλέον είναι τζαμί.

Η κοιλάδα της Ιχλάρας-Περίστρεμμα με τις υπόσκαφες εκκλησίες, το Σογανλί, η κοιλάδα των μοναστηριών της Καρβάλης, η Ζέλβη, το κάστρο στο Ορτάχισαρ, τα μοναστήρια του Κοράματος με τις σπάνιες αγιογραφίες (προστατευμένο υπαίθριο μουσείο από την Unesco), είναι τόσο συγκλονιστικά που σου κόβεται η ανάσα θαυμάζοντας την τέχνη και αρχιτεκτονική της λαξευτής πέτρας.

Στα σοκάκια του Προκοπίου, της Σινασσού, της Καρβάλης, των Φλογητών, των Συλλάτων, του Άβανος, του Μυστί, της Τζαλέλας (ομορφοχώρι), του Μουταλάσκι άλλα και όλων των άλλων περιοχών που κατοικούσαν Έλληνες, είναι διάχυτο το αίσθημα του πολιτισμού που άφησαν πίσω τους οι πρόγονοι μας.

Τα πετρόχτιστα αρχοντικά σπίτια τους με τις τεράστιες αυλές, τις ελληνικές επιγραφές και τη μοναδική αρχιτεκτονική, οι μικροί και μεγάλοι ναοί, τα σχολεία και τα σπουδαστήρια έχουν πάνω τους αποτυπωμένο το πνεύμα, τη νοικοκυροσύνη και την εργατικότητα των παππούδων και των γιαγιάδων μας.

Οι υπόγειες πολιτείες

Ο πολιτισμός που αναπτύχθηκε από την εποχή των Χετταίων (2η χιλιετία π.Χ.) άφησε πίσω του τις υπόγειες πολιτείες, όπου εκεί έμεναν για περισσότερους από έξι μήνες για να προφυλαχθούν από τις επιδρομές από άλλους λαούς.
Μέσα στις υπόγειες πολιτείες, οι οποίες έφταναν και 8 πατώματα κάτω από τη γη, έφτιαξαν εκκλησίες, σχολεία, αποθηκευτικούς χώρους για τα τρόφιμα, στάβλους για τα ζώα, βαπτιστήρια και δωμάτια, κατασκεύασαν μεγάλους αεραγωγούς και αποχετευτικό σύστημα.

Η εύκολα λαξεύσιμη γη, το πορώδες πέτρωμα του ηφαιστείου, έγινε η σωτηρία τους και το καταφύγιό τους για να γλυτώσουν από τους εισβολείς. Εικάζεται ότι υπάρχουν περισσότερες από 500 υπόγειες πολιτείες από τις οποίες επισκέψιμες είναι περίπου 50, με τις μεγαλύτερες στη Μαλακοπή, στο Ανακού και σε λίγο καιρό θα είναι επισκέψιμη και της Νεάπολης.

Το μυστήριο του Μιστί

Στην περιοχή της Νίγδης, νότια της Καππαδοκίας, βρίσκεται το απομακρυσμένο, άγονο χωριό Μιστί. Κάποτε ήταν από τα μεγαλύτερα καθαρά ελληνικά χωριά. Σήμερα, έχει ελάχιστους κατοίκους, κυρίως κτηνοτρόφους, με λίγα σπίτια και πολλά απομεινάρια πετρόχτιστων, διάσπαρτα στην περιοχή. Σε αυτό το απομονωμένο χωριό, σε ένα σημείο που ουρανός και γη γίνονται ένα, δεσπόζει η εμβληματική δισυπόστατη εκκλησία των Αγίων Βλασίου και Βασιλείου.

Ο ναός φέρει δώδεκα τρούλους, χτίστηκε το 1844 σε βυζαντινό ρυθμό και φέρει τρεις εξώθυρες με αναθηματικές επιγραφές. Εσωτερικά έχει τεράστιους χώρους και στους τοίχους διακρίνει κανείς απομεινάρια αγιογραφιών.

Παρατηρώντας κανείς τη Θεόκτιστη εκκλησία, στη μέση κυριολεκτικά ενός άγονου τόπου, αναρωτιέται πώς μια τόσο τεράστια εκκλησία χτίστηκε εκεί! Πριν μερικούς μήνες το Υπουργείο Πολιτισμού της Τουρκίας χρηματοδότησε την αναπαλαίωση του ναού, τοποθέτησε υποστυλώματα και πρόσθεσε φωτισμό. Περιμετρικά έχει έναν τεράστιο μαντρότοιχο και για να την επισκεφτεί κανείς θα πρέπει να συνεννοηθεί με τον πρόεδρο του χωριού, μιας και μένει κλειδωμένη για να προστατευθεί.

Το άγνωστο παρεκκλήσι και τα οστά

Ένα άγνωστο παρεκκλήσι είχα την τύχη να επισκεφθώ στο πρόσφατο ταξίδι μου, αυτό το Πάσχα στη γη του παππού μου. Προς έκπληξη δική μου και των συνταξιδιωτών μου βρεθήκαμε σε μια υπόσκαφη εκκλησία κάτω ακριβώς από τον παράπλευρο δρόμο μεταξύ Σινασσού και Προκοπίου. Κατεβαίνοντας τις σκάλες του κρυμμένου, στην κυριολεξία, ναού βρεθήκαμε μπροστά στις αγιογραφίες και τα σκαλιστά χριστιανικά σύμβολα και ακριβώς δεξιά και μπροστά στο ιερό αποκαλύφθηκε ένας τάφος ανοιχτός με οστά όπου ακριβώς από πάνω γράφει με καλλιγραφική γραφή:

«Ενθάδε κείται ο δούλος του θεού Βασίλειος Αθ.». Δυστυχώς δεν διακρίνεται καλά η ημερομηνία από κάτω. Σε άλλο σημείο, σε μια κολόνα υπάρχουν τα ονόματα μάλλον των κατοίκων της περιοχής και από κάτω η ημερομηνία γράφει: «27 Φεβρουαρίου 1923».

Ανάσταση στη σκαμμένη στο βράχο εκκλησιά

Το πιο ιδιαίτερο και συγκινητικό Πάσχα της ζωής μου το έζησα φέτος το βράδυ της Ανάστασης. Μαζί με την παρέα Θεσσαλονικέων που συνταξιδεύαμε και έπειτα από προτροπή του ερευνητή και δασκάλου Καππαδόκη, Συμεών Κοιμίσογλου, αποφασίσαμε να κάνουμε Ανάσταση σε μια υπόσκαφη εκκλησία πάνω στον βράχο σε μικρή απόσταση απέναντι από το ξενοδοχείο στο οποίο μέναμε. Το βράδυ του Μ. Σαββάτου κρατώντας κεριά στα χέρια περπατήσαμε τον λασπωμένο χωματόδρομο και φτάσαμε στο ξωκκλήσι, που από μακριά έμοιαζε με σπηλιά.

Σκαρφαλώσαμε πάνω και μόλις φωτίστηκε ο χώρος αποκαλύφθηκαν τα απομεινάρια μιας αγιογραφίας και σε μια κολόνα μια επιγραφή με καλλιγραφικά γράμματα. Εκείνη τη συγκλονιστική στιγμή, φορτισμένοι συγκινησιακά, ψάλλαμε όλοι μαζί το «Χριστός Ανέστη».

Δείτε πλούσιο φωτογραφικό υλικό στο thessnews.gr