Πολύκαρπος Αδαμίδης
Το 2020 σημαδεύεται από την τεκτονική αλλαγή του τρόπου ζωής και των προτεραιοτήτων μας. Σε επίπεδο εθνικό, αλλά και Ευρωπαϊκό και Διεθνές. Και ενώ το παλιρροϊκό κύμα, που δημιουργεί η πανδημία δεν έχει ακόμα σχηματοποιηθεί και ούτε έχει προσεγγίσει την καθημαγμένη οικονομία μας, μόνο ζοφερές μπορούν να είναι οι εκτιμήσεις για το τι ακολουθεί.
Λάθη...
και κενά σίγουρα έχουν καταγραφεί πολλά. Είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι θα εκπλαγούμε ακόμα περισσότερο από την ολιγωρία και την ανεπάρκεια όλων αυτών που υποτίθενται ότι είχαν εκπονήσει τον σχεδιασμό για τις προκλήσεις που δημιούργησε ο ιός. Μέσα όμως στη σύγχυση της αμηχανίας και της αγανάκτησης, σίγουρη φαίνεται να είναι η πηγή προέλευσης της απίστευτης αυτής δοκιμασίας. Ούτε οι ίδιοι οι Κινέζοι με όλους τους προπαγανδιστικούς τους μηχανισμούς και τις θεωρίες συνωμοσίας, που αναπαράγουν, δε διανοούνται να το αμφισβητήσουν. Χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι πρέπει να στοχοποιηθεί ένας ολόκληρος λαός, που αριθμεί δισεκατομμύρια και είναι κληρονόμος ενός σπουδαίου πολιτισμού.
Ευθύνες όμως υπάρχουν. Ήδη οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γερμανία και η Αυστραλία, ζητούν πιεστικά εξηγήσεις από τους Κινέζους, για το τι πραγματικά συνέβη, ενώ με πρώτες τις ΗΠΑ έχουν δηλώσει ότι θα διεκδικήσουν αποζημιώσεις, ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων Δολαρίων. Μια ενδιαφέρουσα το δίχως άλλο προοπτική για τη χώρα μας. Τόσο σε σχέση με την Κίνα όσο και με τον μηχανισμό και το προηγούμενο που θα δημιουργήσει για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων.
Από πλευράς της ωστόσο η Κίνα κάθε άλλο παρά δείχνει διάθεση συνεργασίας. Το αντίθετο μάλιστα. Με μια κατάφωρη αρνητική στάση, βγαλμένη από «εγχειρίδιο του αντάρτικου πόλης», που αναλογικά μεταφέρεται στις Διεθνείς σχέσεις και Οργανισμούς, επιχειρεί να αντιστρέψει την πραγματικότητα. Αναπτύσσει έναν μηχανισμό διοχέτευσης του δικού της αφηγήματος και των συναφών θεωριών συνωμοσίας, που δήθεν έχουν την ίδια ως στόχο. Εντείνει την παρουσία της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και υπολογίζεται ότι έχει τετραπλασιάσει τον αριθμό των μηνυμάτων και αναρτήσεων, που μέσα από τους κρατικούς και ελεγχόμενους λογαριασμούς της, διοχετεύει, σε σχέση με τον Απρίλιο του 2019. Φτάνει στο σημείο να κατηγορεί και να σαρκάζει για «αδυναμία» τις Δυτικές Δημοκρατίες και φέρεται να θεωρεί την Ευρώπη, σε κράτη της οποίας έχει «επενδύσει», ως τον αδύναμο κρίκο της Δύσης, σε μια διαφαινόμενη αντιπαράθεση και σε ένα νέο συσχετισμό υπερδυνάμεων.
Επιχειρεί να πείσει, όπως αναφέρεται Γερμανούς διπλωμάτες να τη στηρίξουν με δηλώσεις τους, «εγκαλεί και νουθετεί» τη Γαλλία για τον τρόπο αντιμετώπισης της πανδημίας και πιέζει την Ευρωπαϊκή Ένωση να μετριάσει τις διατυπώσεις ως προς τα ευρήματα έκθεσης για τη διοχέτευση ψευδών πληροφοριών από την Κίνα στο Διαδίκτυο, σε σχέση ιδίως με την υγειονομική κρίση και τις ευθύνες της. Φαίνεται να ποντάρει και πάλι στην οικονομία της και στις εκτιμήσεις πως για το 2020 δε θα καταγράψει -η μόνη από τις μεγάλες οικονομίες παγκοσμίως- ύφεση ενώ αναμένεται να έχει ανάπτυξη της τάξεως του 9-10% το 2021. Μια προοπτική που δεν αφήνει αδιάφορες τη Γερμανία και τη Γαλλία που αναζητούν εναγώνια αγορές για τα προϊόντα τους κι ενώ συνεχίζει σε μεγάλο βαθμό η εξάρτησή τους, όπως και όλης της Ευρώπης από τις γραμμές παραγωγής, μασκών, προστατευτικών και αναλωσίμων υλικών της Κίνας.
Αλλά και ευρύτερα εντείνει την επιθετικότητά της σε περιοχές των «σκληρών» όπως θεωρεί εθνικών της συμφερόντων. Στη νότια Κινεζική θάλασσα μόλις προ ημερών βύθισε πλοιάριο Βιετναμέζων ψαράδων, ενώ σταθερά πιέζει την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες, τόσο σε θέματα αλιείας όσο και εμπέδωσης της «κυριαρχίας της» σε ζώνες και νησιά που θεωρεί δικά της.
Σε όλες τις προκλητικές κινήσεις φαίνεται να έχει τη Ρωσική στήριξη. Ειδικά στη Νότια Κινεζική Θάλασσα, όπου δημιουργεί πεδίο αντιπαράθεσης, στηρίζεται, με βάση την ειδησεογραφία, σε πυραυλικό εξοπλισμό και «ασπίδα προστασίας» από τη Ρωσία. Αλλά και στη διαδίκτυο και τη διοχέτευση αναληθών «ειδήσεων», «αξιοποιεί» και αναπαράγει υλικό από τα επίσημα Ρωσικά κανάλια και παράγοντες επιρροής τους.
Ξεκάθαρα διαφαίνεται ότι η Κίνα βαθμιαία επιλέγει τον «ρόλο του Δράκου». Πρόδηλα θεωρεί ότι όσα μεθοδικά «έχτισε» και «απέκτησε» όλα αυτά τα χρόνια, της παρέχουν το βάθος αντοχών και την αυτονομία κίνησης. Ακόμα και τώρα που είναι κατ’ αρχήν υπόλογη για τα όσα βιώνει η ανθρωπότητα. Μοιραία ενισχύει τη δυσπιστία έναντί της. Και δοκιμάζει αχρείαστα την προοπτική της.
Ευθύνες όμως υπάρχουν. Ήδη οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γερμανία και η Αυστραλία, ζητούν πιεστικά εξηγήσεις από τους Κινέζους, για το τι πραγματικά συνέβη, ενώ με πρώτες τις ΗΠΑ έχουν δηλώσει ότι θα διεκδικήσουν αποζημιώσεις, ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων Δολαρίων. Μια ενδιαφέρουσα το δίχως άλλο προοπτική για τη χώρα μας. Τόσο σε σχέση με την Κίνα όσο και με τον μηχανισμό και το προηγούμενο που θα δημιουργήσει για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων.
Από πλευράς της ωστόσο η Κίνα κάθε άλλο παρά δείχνει διάθεση συνεργασίας. Το αντίθετο μάλιστα. Με μια κατάφωρη αρνητική στάση, βγαλμένη από «εγχειρίδιο του αντάρτικου πόλης», που αναλογικά μεταφέρεται στις Διεθνείς σχέσεις και Οργανισμούς, επιχειρεί να αντιστρέψει την πραγματικότητα. Αναπτύσσει έναν μηχανισμό διοχέτευσης του δικού της αφηγήματος και των συναφών θεωριών συνωμοσίας, που δήθεν έχουν την ίδια ως στόχο. Εντείνει την παρουσία της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και υπολογίζεται ότι έχει τετραπλασιάσει τον αριθμό των μηνυμάτων και αναρτήσεων, που μέσα από τους κρατικούς και ελεγχόμενους λογαριασμούς της, διοχετεύει, σε σχέση με τον Απρίλιο του 2019. Φτάνει στο σημείο να κατηγορεί και να σαρκάζει για «αδυναμία» τις Δυτικές Δημοκρατίες και φέρεται να θεωρεί την Ευρώπη, σε κράτη της οποίας έχει «επενδύσει», ως τον αδύναμο κρίκο της Δύσης, σε μια διαφαινόμενη αντιπαράθεση και σε ένα νέο συσχετισμό υπερδυνάμεων.
Επιχειρεί να πείσει, όπως αναφέρεται Γερμανούς διπλωμάτες να τη στηρίξουν με δηλώσεις τους, «εγκαλεί και νουθετεί» τη Γαλλία για τον τρόπο αντιμετώπισης της πανδημίας και πιέζει την Ευρωπαϊκή Ένωση να μετριάσει τις διατυπώσεις ως προς τα ευρήματα έκθεσης για τη διοχέτευση ψευδών πληροφοριών από την Κίνα στο Διαδίκτυο, σε σχέση ιδίως με την υγειονομική κρίση και τις ευθύνες της. Φαίνεται να ποντάρει και πάλι στην οικονομία της και στις εκτιμήσεις πως για το 2020 δε θα καταγράψει -η μόνη από τις μεγάλες οικονομίες παγκοσμίως- ύφεση ενώ αναμένεται να έχει ανάπτυξη της τάξεως του 9-10% το 2021. Μια προοπτική που δεν αφήνει αδιάφορες τη Γερμανία και τη Γαλλία που αναζητούν εναγώνια αγορές για τα προϊόντα τους κι ενώ συνεχίζει σε μεγάλο βαθμό η εξάρτησή τους, όπως και όλης της Ευρώπης από τις γραμμές παραγωγής, μασκών, προστατευτικών και αναλωσίμων υλικών της Κίνας.
Αλλά και ευρύτερα εντείνει την επιθετικότητά της σε περιοχές των «σκληρών» όπως θεωρεί εθνικών της συμφερόντων. Στη νότια Κινεζική θάλασσα μόλις προ ημερών βύθισε πλοιάριο Βιετναμέζων ψαράδων, ενώ σταθερά πιέζει την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες, τόσο σε θέματα αλιείας όσο και εμπέδωσης της «κυριαρχίας της» σε ζώνες και νησιά που θεωρεί δικά της.
Σε όλες τις προκλητικές κινήσεις φαίνεται να έχει τη Ρωσική στήριξη. Ειδικά στη Νότια Κινεζική Θάλασσα, όπου δημιουργεί πεδίο αντιπαράθεσης, στηρίζεται, με βάση την ειδησεογραφία, σε πυραυλικό εξοπλισμό και «ασπίδα προστασίας» από τη Ρωσία. Αλλά και στη διαδίκτυο και τη διοχέτευση αναληθών «ειδήσεων», «αξιοποιεί» και αναπαράγει υλικό από τα επίσημα Ρωσικά κανάλια και παράγοντες επιρροής τους.
Ξεκάθαρα διαφαίνεται ότι η Κίνα βαθμιαία επιλέγει τον «ρόλο του Δράκου». Πρόδηλα θεωρεί ότι όσα μεθοδικά «έχτισε» και «απέκτησε» όλα αυτά τα χρόνια, της παρέχουν το βάθος αντοχών και την αυτονομία κίνησης. Ακόμα και τώρα που είναι κατ’ αρχήν υπόλογη για τα όσα βιώνει η ανθρωπότητα. Μοιραία ενισχύει τη δυσπιστία έναντί της. Και δοκιμάζει αχρείαστα την προοπτική της.