To 1949 πολλά πλέον είχαν ξεκαθαρίσει στο μέτωπο του συμμοριτοπολέμου καθώς το 1948 ο κομμουνιστικός ΔΣΕ είχε υποστεί συντριπτικά πλήγματα.
Η...
Η...
μάχη στον Άγιο Βασίλειο του Πάρνωνα αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες συγκρούσεις του συμμοριτοπολέμου στην Πελοπόννησο και εντάσσεται στο πλαίσιο της Επιχείρησης «Περιστερά», της εκκαθάρισης δηλαδή της Πελοποννήσου από τους αντάρτες.
Στην περιοχή δρούσε, η 3η μεραρχία του κομμουνιστοσυμμορίτικου Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) που είχε αναπτύξει σημαντική δραστηριότητα όλη αυτή την περίοδο.
Οι αντάρτες του ΔΣΕ είχαν επιτεθεί, ανεπιτυχώς, στο Λεωνίδιο με την 55η ταξιαρχία. Η Ανωτάτη Διοίκηση Πελοποννήσου διέταξε τις δύο μοίρες καταδρομών που αποτελούσαν συγκρότημα υπό τον αντισυνταγματάρχη Λουμάκη, τελώντας η μεν Γ υπό τον ταγματάρχη Κεφάλα και η Δ υπό τον ταγματάρχη Ψαράκη να αποκόψουν την οδό υποχώρησης της 55ης ταξιαρχίας.
Αμέσως οι δύο μοίρες κινήθηκαν με επικεφαλής την Δ. Οι Λοκατζήδες έφτασαν στο χωριό Άγιος Βασίλειος Πάρνωνα περί τις 22.00 το βράδυ της 21ης Ιανουαρίου 1949. Η πορεία ήταν ιδιαίτερα κοπιαστική καθώς το χιόνι, σε ορισμένα σημεία, έφτανε το 1 μέτρο. Πάντως οι δύο μοίρες δεν συναντήθηκαν με τμήματα του ΔΣΕ κατά τη φάση της προσέγγισης.
Γύρω στις 22.15 ανιχνευτές καταδρομείς αντελήφθησαν την παρουσία ανταρτών στο χωριό. Έτσι αποφασίστηκε η περικύκλωση του χωριού, κατά τη διάρκεια της νύκτας και προσβολή των ανταρτών στις 06.30 το πρωί της 22ης Ιανουαρίου από όλες τις κατευθύνσεις.
Έτσι κι έγινε. Οι δύο μοίρες κύκλωσαν το χωριό με την Γ’ Μοίρα να διαθέτει δύο Λόχους Ορεινών Καταδρομών (ΛΟΚ) βόρεια και δυτικά του χωριού και την Δ’ Μοίρα να διαθέτει τρεις ΛΟΚ ανατολικά και νότια. Άλλοι δύο ΛΟΚ της Γ’ Μοίρας κατέλαβαν δεσπόζοντα υψώματα βόρεια και βορειοδυτικά του χωριού. Γύρω στις 22.30 εντοπίστηκε δύναμη ανταρτών να εισέρχεται στο χωριό μαζί με μεταγωγικά κτήνη.
Οι καταδρομείς δεν εμπόδισαν την αντίπαλη φάλαγγα να εισέλθει στο χωριό για να μην αποκαλύψουν τις θέσεις τους. Επίσης διατάχθηκαν να μην απαγορεύουν στην έξοδο από το χωριό μεμονωμένων ανταρτών. Παράλληλα πλησίασαν όσο το δυνατό περισσότερο προς το χωριό χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Οι καταδρομείς διατάχθηκαν να χτυπήσουν μόνο αν η παρουσία τους γινόταν αντιληπτή. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη.
Συντριβή
Στις 06.15 της 22ης Ιανουαρίου αντάρτες κίνησαν έξω από τα χωριό σε μικρές ομάδες με σκοπό να εγκαταστήσουν φυλάκια γύρω από αυτό… Είχαν καθυστερήσει πολλές μοιραίες για αυτούς ώρες να πράξουν το αυτονόητο. Αμέσως όμως οι Λοκατζήδες ξεπήδησαν εμπρός τους και άρχισα τα πυρά. Ακούγοντας τα πυρά οι άλλοι αντάρτες, εντός του χωριού, επιχείρησαν να διαφύγουν. Έπεσαν όμως επάνω στους Λοκατζήδες που τους είχαν περικυκλώσει. Οι αντάρτες, πανικόβλητοι, δεν έβρισκαν πουθενά σωτηρία την στιγμή μάλιστα που δύο ΛΟΚ εισήλθαν στο χωριό και άρχισαν την εκκαθάριση.
Μέχρι τις 08.00 η μάχη στο χωριό είχε λήξει. Μια ώρα αργότερα δύναμη ανταρτών φάνηκε να κινείται προς το χωριό. Έχοντας προφανώς ακούσει τα πυρά έσπευδαν προς ενίσχυση των εις το χωριό συντρόφων τους. Η δύναμη αυτή αντιμετωπίστηκε από δύο ΛΟΚ της Δ Μοίρας. Μετά την επιτυχή καταδρομή οι δύο μοίρες αποχώρησαν καθώς τα πυρομαχικά είχαν σχεδόν εξαντληθεί και οι άνδρες ήταν κατάκοποι, όντας νηστικοί για 36 ώρες.
Ωστόσο η νίκη στον Άγιο Βασίλειο αποτέλεσε την ταφόπλακα του ΔΣΕ στην Πελοπόννησο. Στο χωριό καταστράφηκε το 1ο τάγμα της 55ης ταξιαρχίας, ένας λόχος του 3ου τάγματος και η επιμελητεία αυτής. Οι απώλειες των ανταρτών ήταν πολύ σοβαρές και ανήλθαν σε 208 νεκρούς και 85 αιχμαλώτους. Μεταξύ των νεκρών ήταν ο διοικητής του 1ου τάγματος Τσουκόπουλος, ο πολιτικός καθοδηγητής της 55ης ταξιαρχίας Κότης, ο επικεφαλής της επιμελητείας και τρεις διοικητές λόχων.
Στην περιοχή δρούσε, η 3η μεραρχία του κομμουνιστοσυμμορίτικου Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) που είχε αναπτύξει σημαντική δραστηριότητα όλη αυτή την περίοδο.
Οι αντάρτες του ΔΣΕ είχαν επιτεθεί, ανεπιτυχώς, στο Λεωνίδιο με την 55η ταξιαρχία. Η Ανωτάτη Διοίκηση Πελοποννήσου διέταξε τις δύο μοίρες καταδρομών που αποτελούσαν συγκρότημα υπό τον αντισυνταγματάρχη Λουμάκη, τελώντας η μεν Γ υπό τον ταγματάρχη Κεφάλα και η Δ υπό τον ταγματάρχη Ψαράκη να αποκόψουν την οδό υποχώρησης της 55ης ταξιαρχίας.
Αμέσως οι δύο μοίρες κινήθηκαν με επικεφαλής την Δ. Οι Λοκατζήδες έφτασαν στο χωριό Άγιος Βασίλειος Πάρνωνα περί τις 22.00 το βράδυ της 21ης Ιανουαρίου 1949. Η πορεία ήταν ιδιαίτερα κοπιαστική καθώς το χιόνι, σε ορισμένα σημεία, έφτανε το 1 μέτρο. Πάντως οι δύο μοίρες δεν συναντήθηκαν με τμήματα του ΔΣΕ κατά τη φάση της προσέγγισης.
Γύρω στις 22.15 ανιχνευτές καταδρομείς αντελήφθησαν την παρουσία ανταρτών στο χωριό. Έτσι αποφασίστηκε η περικύκλωση του χωριού, κατά τη διάρκεια της νύκτας και προσβολή των ανταρτών στις 06.30 το πρωί της 22ης Ιανουαρίου από όλες τις κατευθύνσεις.
Έτσι κι έγινε. Οι δύο μοίρες κύκλωσαν το χωριό με την Γ’ Μοίρα να διαθέτει δύο Λόχους Ορεινών Καταδρομών (ΛΟΚ) βόρεια και δυτικά του χωριού και την Δ’ Μοίρα να διαθέτει τρεις ΛΟΚ ανατολικά και νότια. Άλλοι δύο ΛΟΚ της Γ’ Μοίρας κατέλαβαν δεσπόζοντα υψώματα βόρεια και βορειοδυτικά του χωριού. Γύρω στις 22.30 εντοπίστηκε δύναμη ανταρτών να εισέρχεται στο χωριό μαζί με μεταγωγικά κτήνη.
Οι καταδρομείς δεν εμπόδισαν την αντίπαλη φάλαγγα να εισέλθει στο χωριό για να μην αποκαλύψουν τις θέσεις τους. Επίσης διατάχθηκαν να μην απαγορεύουν στην έξοδο από το χωριό μεμονωμένων ανταρτών. Παράλληλα πλησίασαν όσο το δυνατό περισσότερο προς το χωριό χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Οι καταδρομείς διατάχθηκαν να χτυπήσουν μόνο αν η παρουσία τους γινόταν αντιληπτή. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη.
Συντριβή
Στις 06.15 της 22ης Ιανουαρίου αντάρτες κίνησαν έξω από τα χωριό σε μικρές ομάδες με σκοπό να εγκαταστήσουν φυλάκια γύρω από αυτό… Είχαν καθυστερήσει πολλές μοιραίες για αυτούς ώρες να πράξουν το αυτονόητο. Αμέσως όμως οι Λοκατζήδες ξεπήδησαν εμπρός τους και άρχισα τα πυρά. Ακούγοντας τα πυρά οι άλλοι αντάρτες, εντός του χωριού, επιχείρησαν να διαφύγουν. Έπεσαν όμως επάνω στους Λοκατζήδες που τους είχαν περικυκλώσει. Οι αντάρτες, πανικόβλητοι, δεν έβρισκαν πουθενά σωτηρία την στιγμή μάλιστα που δύο ΛΟΚ εισήλθαν στο χωριό και άρχισαν την εκκαθάριση.
Μέχρι τις 08.00 η μάχη στο χωριό είχε λήξει. Μια ώρα αργότερα δύναμη ανταρτών φάνηκε να κινείται προς το χωριό. Έχοντας προφανώς ακούσει τα πυρά έσπευδαν προς ενίσχυση των εις το χωριό συντρόφων τους. Η δύναμη αυτή αντιμετωπίστηκε από δύο ΛΟΚ της Δ Μοίρας. Μετά την επιτυχή καταδρομή οι δύο μοίρες αποχώρησαν καθώς τα πυρομαχικά είχαν σχεδόν εξαντληθεί και οι άνδρες ήταν κατάκοποι, όντας νηστικοί για 36 ώρες.
Ωστόσο η νίκη στον Άγιο Βασίλειο αποτέλεσε την ταφόπλακα του ΔΣΕ στην Πελοπόννησο. Στο χωριό καταστράφηκε το 1ο τάγμα της 55ης ταξιαρχίας, ένας λόχος του 3ου τάγματος και η επιμελητεία αυτής. Οι απώλειες των ανταρτών ήταν πολύ σοβαρές και ανήλθαν σε 208 νεκρούς και 85 αιχμαλώτους. Μεταξύ των νεκρών ήταν ο διοικητής του 1ου τάγματος Τσουκόπουλος, ο πολιτικός καθοδηγητής της 55ης ταξιαρχίας Κότης, ο επικεφαλής της επιμελητείας και τρεις διοικητές λόχων.
Π.