Σάββατο 20 Ιουνίου 2020

Πως προέκυψε η φράση «άπιστος Θωμάς»;




  Ο μόνος από τους Μαθητές του Ιησού που δεν κατάφερε να τον δει μετά την Ανάστασή Του, ήταν ο Απόστολος Θωμάς.

Έτσι όταν... 
  
 
 
ο Απόστολος Θωμάς βρέθηκε με τους υπόλοιπους και έμαθε το νέο πως ο Ιησούς δεν βρίσκεται πλέον στον τάφο, δεν έδειξε να ενθουσιάζεται ή μάλλον να πείθεται.

Η φράση του δε, έχει μείνει στην Ιστορία: «Αν δεν δω στα χέρια του τις τρύπες από τα καρφιά αν δεν βάλω τα δάχτυλα μου σε αυτές και το χέρι μου στο πλευρό του , δεν πρόκειται να πιστέψω» είχε πει.

Ο Θωμάς έμεινε με την αγωνία για οκτώ ημέρες, μέχρι την επόμενη εμφάνιση του Ιησού.

Όταν οι δυο τους συναντήθηκαν, ο ίδιος ο Χριστός τον κάλεσε να δει με τα μάτια του και να αγγίξει με τα χέρια του τις πληγές Του, για να βεβαιωθεί. Η αντίδραση του Αποστόλου ήταν αρκετά εντυπωσιακή. Τον αναγνώρισε και επιβεβαίωσε με τη φράση «Είσαι ο Κύριος και Θεός μου».

Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, ο Ιησούς είπε την επίσης ιστορική φράση «Μακάριοι όσοι πίστεψαν χωρίς να έχουν δει».

Από τότε έχει μείνει ο χαρακτηρισμός του «Άπιστου Θωμά» όχι γι αυτούς που δεν πιστεύουν, αλλά γι αυτούς που ζητούν αποδείξεις ώστε να πεισθούν.

Όταν δηλαδή λέμε σε κάποιον «Μην γίνεσαι άπιστος Θωμάς» ουσιαστικά του λέμε «Μη με αμφισβητείς ζητώντας αποδείξεις της αλήθειας των λεγομένων μου».

Την ιστορία του Θωμά περιγράφει στο Ευαγγέλιο του ο Ευαγγελιστής Ιωάννης:

19 Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν.

20 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον.

21 εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς.

22 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα ¨Αγιον·

23 ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται.

24 Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ’ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς.

25 ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω.

26 Καὶ μεθ’ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ’ αὐτῶν. ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· εἰρήνη ὑμῖν.

27 εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός.

28 καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου.

29 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες.

30 Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ·

31 ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.