«Τι μου έκανες βρε πατέρα!! Τι μου έκανες!!»
«Τι σου έκανα Ραφαήλ; Επιτέλους, εδώ και δέκα ημέρες έχεις βάλει φερμουάρ στο στόμα, μου...
έχεις γυρίσει την πλάτη, μου έχεις κόψει τα φτερά»
«Τα φτερά μου τα έκοψες εσύ από την ημέρα που κόλλησες τον κορονοιό στον μπαμπά του κολλητού μου. Το ξέρεις ότι δεν απαντά στα μηνύματα και τις κλήσεις μου;»
«Παραδέχομαι ότι δεν εκτίμησα σωστά την σοβαρότητα της κατάστασης, ήμουν απρόσεκτος, έκανα λάθη. Με τον Δημήτρη έναν καφέ ήπιαμε στα όρθια και είπαμε δυο κουβέντες. Αυτό δεν στοιχειοθετεί ότι του μετέφερα τον ιό;»
«Εσύ βγήκες πρώτα θετικός και μετά εμφανίστηκαν τα συμπτώματα του. Φορούσες μάσκα; Μην ψάχνεις δικαιολογίες. Φέρθηκες επιπόλαια».
Η ένταση μεταξύ του Μένιου και γιου του είχε εγκλωβίσει την σχέση τους. Παρέμεναν μέσα στο σπίτι λόγω της υποχρεωτικής καραντίνας που επιβάλλονταν να τηρηθεί από το επιβεβαιωμένο κρούσμα του Μένιου. Ο Ραφαήλ, μαθητής Λυκείου, ήταν θυμωμένος με τον πατέρα του και στεναχωριόταν για την απόμακρη στάση του φίλου του Ανδρέα.
«Ο κύριος Δημήτρης νοσηλεύεται μια εβδομάδα στην εντατική. Δεν θέλω να σκέφτομαι τα χειρότερα. Με πνίγουν οι τύψεις κι ακόμη περισσότερο η δική σου αβλεψία, αδιαφορία, άγνοια, πάρτο όπως θες».
Τον έκανε κομμάτια. Δεν πίστευε ότι υπάρχει ιός. Ναι, μπορεί να ήταν μια παγκόσμια συνωμοσία. Πολλά μπορεί, αλλά εδώ υπέφερε κόσμος, χάνονταν ζωές.
«Βασανίζομαι μωρέ μάνα. Ο Ανδρέας μου έχει γυρίσει την πλάτη, με τον πατέρα τα ξέρεις και η τηλεδιδασκαλία πάει χάλια»
«Αγόρι μου, τι είναι αυτό που σε προβληματίζει με τα μαθήματα;»
«Αυτοί στο υπουργείο έχουν γεμίσει το βιογραφικό τους με τίτλους και πτυχία και έχουν αδειάσει την καρδιά τους από αισθήματα. Πιέζουν για βαθμολόγηση, τώρα, σε αυτές τις ιδιαίτερες συνθήκες. Πάλι η βαθμοθηρία προηγείται της γνώσης, της μάθησης. Και οι καθηγητές πιεσμένοι από το σύστημα μας φορτώνουν άγχος με τεστ και διαγωνίσματα. Τι να γράψει ο Ανδρέας και ο κάθε Ανδρέας, χωρίς φροντιστήριο, με τον πατέρα του ένα βήμα πριν το θάνατο; Παιδαγωγική κατάρτιση δεν έχει κανείς; Πέτρες έχουν μέσα τους; Έλεος!». Μιλούσε σαν ένας έμπειρος εξηντάρης που τον κατέβαλαν τα άδικα καμώματα της ζωής.
«Καθένας αγόρι μου βιώνει τα δικά του. Στο σούπερ μάρκετ μαλώνουμε με τους πελάτες για τις μάσκες. Άλλοι τη φοράνε κάτω από την μύτη, άλλοι κάτω από το σαγόνι, άλλοι μας ειρωνεύονται. Οι περισσότεροι όμως δείχνουν υπευθυνότητα, αλλά οι λίγοι, δυστυχώς, χαλάνε την εικόνα. Γι αυτό σε συμβουλεύω να κάνεις υπομονή».
Ξημέρωνε η γιορτή του Αγίου Νικολάου κι ο Μένιος αισθανόταν την ανάγκη να εκμυστηρευτεί τις ανησυχίες του στον καλύτερο φίλο του, στον παλιό συμφοιτητή, τον Παπά Νικόλα.
«Να υπομένεις, να ζητάς συγχώρεση, να συγχωρείς, να εκτιμάς και να αγαπάς. Όλα θέλουν τον χρόνο τους. Κανείς δεν είναι τέλειος, αλάνθαστος, αναμάρτητος. Κι εμείς οι ιερείς έχουμε σοβαρές ευθύνες. Μέσα από τις δοκιμασίες φανερώνουμε όλοι τον χαρακτήρα μας απέναντι στον Θεό και στους συνανθρώπους. Καλά Χριστούγεννα και χαιρετίσματα στην οικογένεια».
Την ίδια ημέρα ο φίλος του εξήλθε από την μονάδα εντατικής θεραπείας και στη γιορτή του Αγίου Ελευθερίου απολάμβανε, ως εκ θαύματος, την οικογενειακή ζεστασιά.
Ο Μένιος σα να φωτίστηκε από ψηλά. Εμπνεύστηκε και έστειλε ένα δώρο στον Ανδρέα. Ο Δημήτρης είχε τέσσερα παιδιά. Λόγω του ιού είχε κλείσει την μικρή επιχείρηση του και τα χρέη έτρεχαν. Ο Ανδρέας συμμετείχε στην τηλεκπαίδευση με ένα παλιό κινητό που δυσκόλευε κατά πολύ τη συμμετοχή του στη σύγχρονη διδασκαλία..
Παρήγγειλε ηλεκτρονικά ένα λάπτοπ, το προπλήρωσε, έδωσε τα στοιχεία διεύθυνσης του Δημήτρη και παραλήπτη του δέματος τον Ανδρέα. Το δέμα συνοδεύονταν κι από μια λιτή επιστολή.
«Αγαπητέ Ανδρέα, ξέρω πως θα αργήσεις να με συγχωρέσεις. Κατανοητός ο θυμός σου. Ο Ραφαήλ όμως σε θεωρεί φίλο του. Εγώ ευθύνομαι για όλα. Θα με κρίνει ο Θεός. Σε παρακαλώ να δεχτείς το δώρο μου μόνο ως ένδειξη αγάπης και σεβασμού σε σένα και την οικογένεια σου. Καλά Χριστούγεννα».
Ταυτόχρονα είχε προτείνει στον Δημήτρη να οργανώσουν μια τηλεδιάσκεψη ανάμεσα στις δυο οικογένειες, ανήμερα των Χριστουγέννων. Ο Δημήτρης δέχτηκε περιχαρής καθώς εκτιμούσε τον Μένιο και δεν έδειξε σημάδια αποστροφής σε καμιά στιγμή της σκληρής δοκιμασίας του.
Παραμονή Χριστουγέννων ο Ανδρέας τηλεφώνησε στον Ραφαήλ κι αποκαταστάθηκαν πλήρως οι σχέσεις τους.
Η τηλεδιάσκεψη της αγάπης, όπως την βάπτισαν ο Μένιος με τον Δημήτρη, βρήκε τις δυο οικογένειες να προσεύχονται σε δυο διαφορετικά τραπέζια, ανταλλάσσοντας ευχές μέσα από τις ηλεκτρονικές οθόνες, εκπέμποντας μηνύματα υγείας κι ευτυχίας. Μπορεί να μην εκκλησιάστηκαν αυτή τη φορά, μπορεί να τους χώριζε η απόσταση, μπορεί να έλειπαν οι αγκαλιές και τα φιλιά, όμως τα αισθήματα αγάπης ένωναν τις καρδιές τους.
«Κύριε Μένιο, σας ευχαριστώ θερμά για το υπέροχο δώρο. Να σας έχει ο Θεός δυνατό κι ευτυχισμένο». Ο Ραφαήλ δάκρυσε από τη συγκίνηση κι αγκάλιασε τον πατέρα του.
«Να υπομένεις…», τα λόγια του Παπά Νικόλα αντηχούσαν τώρα στα αυτιά του Μένιου σαν τον γλυκό ήχο της καμπάνας. Αυτά τα Χριστούγεννα θα του μείνουν αλησμόνητα.
Γιάννης Τσαπουρνιώτης