Χτισμένα στη μέση του πουθενά. Περιτριγυρισμένα από βουνά. Πάνω στα βουνά. Τα ορειβατικά καταφύγια της Ελλάδας είναι...
κάτι πολύ περισσότερο απ’ ό,τι μπορεί να καταλαβαίνεις ακούγοντας το όνομά τους. Δεν είναι ξενοδοχεία ή καταλύματα για να περάσεις μερικές μέρες είναι… στην εξοχή. Είναι εκεί που ο άνθρωπος βρίσκει έναν χώρο για να ξεκουραστεί και να συνεχίσει την πορεία του στη γνωριμία με τη φύση. Με το βουνό και όσα αυτό κρύβει. Να απολαύσει ένα ξημέρωμα αλλιώτικο από τ’ άλλα και ένα δειλινό βλέποντας τον ουρανό… πιο κοντά.
Ακούγοντας τη φράση ορειβατικό καταφύγιο ίσως σου έρθουν στο μυαλό μερικές εικόνες, περισσότερο από ταινίες και ντοκιμαντέρ. Στην Ελλάδα υπάρχουν πλέον κάμποσα οργανωμένα καταφύγια στις κορυφές των βουνών και εξυπηρετούν τους ορειβάτες και πεζοπόρους. Τα ορειβατικά καταφύγια υπάρχουν, ουσιαστικά, για να καλύψουν τις ανάγκες των ορειβατών αλλά και οργανωμένων ομάδων πεζοπόρων κατά την ανάβασή τους στο βουνό. «Κατασκευάστηκαν για να μπορέσει κάποιος, αν έχει κακό καιρό να βρει ένα απάγκιο μέρος. Ή για να βοηθούν τους ορειβάτες να κάνουν μια στάση για να συνεχίσουν για τον προορισμό τους. Αυτά πρέπει να έχει στο μυαλό του κάποιος πριν ξεκινήσει να πάει και να μείνει σε ένα καταφύγιο» μας λέει ο κ. Γιώργος Ροκάς, οδηγός βουνού και διαχειριστής του Ορειβατικού Καταφυγίου Αστράκας, εξηγώντας μας τις συνθήκες της καθημερινότητας σε ένα τέτοιο μέρος.
«Ο κόσμος δεν είναι εξοικειωμένος με τα καταφύγια και ίσως δεν γνωρίζει καν τι είναι»
Όπως μας αποκαλύπτει, ο ίδιος, υπάρχει πολύς κόσμος που δεν έχει ιδέα τι είναι ένα καταφύγιο και νομίζει ότι ξεκινάει για ένα κατάλυμα που θα του προσφέρει ίσως ακόμη και πολυτέλειες ενός ξενοδοχείου. Το Ορειβατικό Καταφύγιο της Αστράκας, βρίσκεται στην Τύμφη, στα 1950 μέτρα υψόμετρο και χτίστηκε το 1966 αποτελώντας ένα από τα παλαιότερα στη χώρα. Τα τελευταία 15 χρόνια, αν βρεθείς σε αυτό το πανέμορφο μέρος της οροσειράς της Τύμφης, θα συναντήσεις τον Γιώργο Ροκά και τη γυναίκα του που κάνουν τα πάντα για να γίνει η διαμονή σου στο βουνό πιο εύκολη. Οι δυσκολίες γι’ αυτούς, βέβαια, είναι πολλές και οι ιστορίες που έχουν να διηγηθούν ακόμη περισσότερες.
Γιατί τελικά, μάλλον δεν είναι τόσο εύκολο, όπως μας αποκαλύπτει ο ίδιος να εξηγήσεις σε κάποιον που δεν είναι τόσο μυημένος στην ορειβασία και την πεζοπορία ότι δεν είναι απλό σε αυτό το υψόμετρο να βρεις πόσιμο νερό και ρεύμα και ότι οι «καταφυγιάδες» κάνουν πραγματικό αγώνα για να στα προσφέρουν όταν μπορούν. «Ο κόσμος νομίζει ότι είναι κατάλυμα σαν αυτό που θα βρει παντού στην Ελλάδα, δίπλα στη θάλασσα ή κοντά στην πόλη. Κι αυτό ξεκινάει από το ότι υπάρχει έλλειψη γνώσης και επαφής πολλών ανθρώπων με τη φύση. Για παράδειγμα υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται Αύγουστο στα 2.000 μέτρα υψόμετρο και τους κάνει εντύπωση αν τυχόν κάνει κρύο. Αυτό δείχνει αποστασιοποίηση από τη φύση και από τα πολύ απλά πράγματα» προσθέτει.
Γιατί τελικά, μάλλον δεν είναι τόσο εύκολο, όπως μας αποκαλύπτει ο ίδιος να εξηγήσεις σε κάποιον που δεν είναι τόσο μυημένος στην ορειβασία και την πεζοπορία ότι δεν είναι απλό σε αυτό το υψόμετρο να βρεις πόσιμο νερό και ρεύμα και ότι οι «καταφυγιάδες» κάνουν πραγματικό αγώνα για να στα προσφέρουν όταν μπορούν. «Ο κόσμος νομίζει ότι είναι κατάλυμα σαν αυτό που θα βρει παντού στην Ελλάδα, δίπλα στη θάλασσα ή κοντά στην πόλη. Κι αυτό ξεκινάει από το ότι υπάρχει έλλειψη γνώσης και επαφής πολλών ανθρώπων με τη φύση. Για παράδειγμα υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται Αύγουστο στα 2.000 μέτρα υψόμετρο και τους κάνει εντύπωση αν τυχόν κάνει κρύο. Αυτό δείχνει αποστασιοποίηση από τη φύση και από τα πολύ απλά πράγματα» προσθέτει.
Πολλοί άνθρωποι έχουν μια συγκεχυμένη αντίληψη για τα ορειβατικά καταφύγια νομίζοντας ότι είναι κρατικά (ή κάτι σαν κρατικά) και πρέπει να εξυπηρετούν όσους φτάνουν εκεί. Στην πραγματικότητα είναι ιδιωτικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές τους αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες για να εξυπηρετήσουν με τον καλύτερο τρόπο όσους περνούν από εκεί. Στο καταφύγιο της Αστράκας χρειάζεται να διανύσουν δύο χιλιόμετρα, με άλογα ή με τα πόδια, ακόμη και με δύσκολες καιρικές συνθήκες για να φέρουν πόσιμο νερό. «Δύο είναι τα βασικά που φροντίζουμε να έχουμε πρώτα απ’ όλα για τους πελάτες μας» μας λέει ο κ. Ροκάς και συνεχίζει «καθαριότητα και καλό φαγητό», για να μπορέσει να ξεκουραστεί ο ορειβάτης ή πεζοπόρος και να φάει μετά από ώρες πάνω στο βουνό. Αυτό που θα ήθελε περισσότερο από όσους περνούν από το καταφύγιο του είναι, όπως μας αποκαλύπτει, είναι περισσότερη κατανόηση και ενσυναίσθηση. Υπάρχουν άνθρωποι, αναφέρει, που έχουν παράλογες απαιτήσεις, που μπορεί να ζητούν για παράδειγμα, με έντονο ύφος περισσότερα παγάκια για τον φραπέ τους, τη στιγμή που με δυσκολία υπάρχει νερό σε αυτό το σημείο, στα 2.000 μέτρα.
Αυτό είναι και το παράπονό του, κυρίως από τους Έλληνες επισκέπτες. Τους καλεί να έρθουν πιο κοντά στη φύση, να φέρουν τα παιδιά τους κοντά σε αυτήν και να αποκτήσουν μεγαλύτερη αντίληψη των συνθηκών που επικρατούν σε ένα βουνό πριν επιχειρήσουν να ανέβουν σε αυτό. Ωστόσο δεν αλλάζει με τίποτα το ξημέρωμα στο βουνό και αυτό που του χαρίζει απλόχερα η φύση. Νιώθει ευτυχία που έχει ανθρώπους που τον επισκέπτονται κάθε χρόνο και… έχουν μεγαλώσει τα παιδιά τους εκεί. Όπως μας αποκαλύπτει ένα κορίτσι πήγε με τους γονείς του πρώτη φορά 12 χρονών στο καταφύγιο και πλέον είναι ενήλικη και πάει ακόμη κάθε χρόνο. Γι’ αυτόν, αυτό είναι η μεγαλύτερη χαρά και ανταμοιβή.
Οι κίνδυνοι και οι περιπέτειες στο βουνό
Η ζωή στο βουνό σε καθημερινή βάση, πάντως, δεν είναι όσο απλή μπορεί να φαίνεται σε φωτογραφίες και στα check in στα κοινωνικά δίκτυα. Και μπορεί οι καταφυγιάδες να έχουν κάνει δεύτερο σπίτι τους το βουνό αλλά έχουν ζήσει τον κίνδυνο σε διάφορες φάσεις και εποχές. Ο Λάζαρος Μποτέλης, οδηγός βουνού θυμάται ακόμη την περιπέτεια που είχε περάσει με τον συνεργάτη του Νίκο Τσαβδάρη με τον οποίο διαχειρίζονται το καταφύγιο Γιώσος Αποστολίδης στον Όλυμπο.
«Ήταν το χειμώνα του ’19, στη γιορτή των Φώτων όταν είχαμε ανέβει με τον Νίκο περιμένοντας κόσμο. Είχαμε ενημερωθεί ότι επίκειται μια κακοκαιρία μιας μέρας και είχαμε πάει νωρίτερα για να προετοιμαστούμε, να ζεστάνουμε το καταφύγιο και να κάνουμε δουλειές. Τελικά ο καιρός χάλασε πολύ και έριξε τόσο χιόνι που δεν ήρθε κανείς. Αρχίσαμε, λοιπόν, να επιστρέφουμε με τα σκι. Ο καιρός κατέληξε να είναι τόσο κακός που κατεβαίνοντας με τα σκι, μια διαδρομή που συνήθως την κάνουμε 2,5 – 3 ώρες, την κάναμε… δύο μέρες. Κάναμε μια αναγκαστική διανυκτέρευση στο Καταφύγιο Πετρόστρουγκας και συνεχίσαμε. Αντιμετωπίσαμε, όμως, πολύ κρύο και ακόμη πιο πολύ χιόνι».
Δεν είναι λίγες οι φορές, όπως μας αναφέρει, που χρειάζεται να βοηθήσουν σε διασώσεις μετά από κλήσεις που δέχονται από την Πυροσβεστική καθώς είναι εκείνοι που βρίσκονται πιο κοντά στο σημείο ορειβατών που χρειάζονται βοήθεια. Και συνήθως αυτό συμβαίνει με ανθρώπους που ανεβαίνουν πρώτη φορά στον Όλυμπο. Γι’ αυτό και ο ίδιος συμβουλεύει όποιον θέλει να ανέβει στον Όλυμπο να έχει ανέβει νωρίτερα πιο εύκολα βουνά. Δε θα πρέπει αυτό το βουνό να είναι η πρώτη επαφή τους με τα βουνά γενικώς. Από τις ευχάριστες και ιδιαίτερες περιπτώσεις που θυμάται όσα χρόνια είναι ο ίδιος στο καταφύγιο (από τον χειμώνα του 2015 δηλαδή) είναι αυτές που έχουν να κάνουν με την ηλικία των επισκεπτών στο καταφύγιο. Το πιο μικρό ήταν ένα μωρό οκτώ μηνών που ανέβηκε στην πλάτη των γονιών του και το πιο μεγάλο ήταν επισκέπτης ετών 92! Πράγμα που σημαίνει ότι χρειάζεται μπόλικη θέληση και αγάπη για τα βουνά για να ανέβεις στις κορυφές τους.
Το καταφύγιο Γιώσος Αποστολίδης είναι το ψηλότερο της Ελλάδας αλλά και των Βαλκανίων, χτισμένο στα 2.697 μέτρα υψόμετρο. Κατασκευάστηκε το 1961 και αποτελεί μια μοναδική εμπειρία διαμονής για τους ορειβάτες και λάτρεις των βουνών.
Το να μείνεις ένα βράδυ σε ένα ορειβατικό καταφύγιο αποτελεί εμπειρία ζωής και σίγουρα οι ιστορίες που έχουν να σου διηγηθούν οι καταφυγιάδες δεν μοιάζουν με τις συνηθισμένες…
Το να μείνεις ένα βράδυ σε ένα ορειβατικό καταφύγιο αποτελεί εμπειρία ζωής και σίγουρα οι ιστορίες που έχουν να σου διηγηθούν οι καταφυγιάδες δεν μοιάζουν με τις συνηθισμένες…
Πηγή φωτογραφιών: Facebook / Καταφύγιο Ολύμπου “Γιώσος Αποστολίδης” 2.697 μ. Refuge Apostolidis, Facebook/ Ορειβατικό Καταφύγιο Αστράκας-Τύμφη/Astraka Mountain Hut-Tymfi