τον Φεβρουάριο του 2020 βίασε μία 22χρονη Ελληνίδα και αποπειράθηκε να βιάσει μία 20χρονη κοπέλα με καταγωγή από τη Ρωσία, σπέρνοντας τον τρόμο στα Πατήσια.
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας κατέληξε στην ομόφωνη καταδίκη του σε κάθειρξη 19 ετών και 7 μηνών, ενώ απέρριψε ομόφωνα την αναγνώριση των ελαφρυντικών της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη και της μετεφηβικής ηλικίας.
Η εισαγγελική πρόταση ήταν καταπέλτης για τον 20χρονο Αιγύπτιο, με τον εισαγγελικό λειτουργό να περιγράφει: «Ο δράστης ήρθε παράνομα στη χώρα μας για μια καλύτερη ζωή, επιδίωξε όμως να τερματίσει τις ζωές άλλων ανθρώπων και κατέστησε τα θύματά του ζωντανές νεκρές, τα κορίτσια αυτά δεν θα βγάλουν ποτέ από την καρδιά και το μυαλό τους αυτό το περιστατικό. Ο κατηγορούμενος ενεργούσε μεθοδευμένα και σχεδιασμένα επέλεγε νεαρά κορίτσια σε στενά και σκοτεινά σοκάκια, τα οποία φορούσαν ακουστικά και δεν μπορούσαν να τον αντιληφθούν».
Με μαχαίρι
Ηταν 27 Φεβρουαρίου 2020, όταν λίγο μετά τις δύο το βράδυ ο 20χρονος Αιγύπτιος πλησίασε από πίσω μία 22χρονη κοπέλα, η οποία εκινείτο πεζή επί της οδού Ορφανίδου στα Πατήσια. «Την ακινητοποίησε με την απειλή μαχαιριού, της αφαίρεσε το κινητό τηλέφωνο αλλά και το πορτοφόλι της και της επιτέθηκε, εξαναγκάζοντάς τη σε κατά φύση και παρά φύση συνουσία, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη σκληρότητα, παρά τις εκκλήσεις της παθούσας, η οποία πλέον είχε περιέλθει σε κατάσταση σοκ. Στη συνέχεια έπειτα από 5 λεπτά διέφυγε τρέχοντας», αναφέρεται στο διαβιβαστικό της Αστυνομίας.
Από το ίδιο έγγραφο γίνεται φανερό ότι ο ίδιος δράστης είχε επιχειρήσει, στις 5 Φεβρουαρίου 2020, να βιάσει μία ακόμη γυναίκα. Ειδικότερα, φαίνεται, στις 00.50 το βράδυ, να επιχείρησε να επιτεθεί σε 20χρονη γυναίκα με καταγωγή από τη Ρωσία, πλην όμως η προσπάθειά του διεκόπη από διερχόμενο άνδρα, ο οποίος κινήθηκε προς το μέρος του, με αποτέλεσμα εκείνη να φύγει τρέχοντας.
Από το ίδιο έγγραφο γίνεται φανερό ότι ο ίδιος δράστης είχε επιχειρήσει, στις 5 Φεβρουαρίου 2020, να βιάσει μία ακόμη γυναίκα. Ειδικότερα, φαίνεται, στις 00.50 το βράδυ, να επιχείρησε να επιτεθεί σε 20χρονη γυναίκα με καταγωγή από τη Ρωσία, πλην όμως η προσπάθειά του διεκόπη από διερχόμενο άνδρα, ο οποίος κινήθηκε προς το μέρος του, με αποτέλεσμα εκείνη να φύγει τρέχοντας.
Και τα δύο θύματά του κατέθεσαν ιδιαίτερα φορτισμένα στο δικαστήριο και, μάλιστα, το ένα κορίτσι ξέσπασε σε κλάματα.
«Ηρθε ξαφνικά από πίσω μου και μου έβαλε το μαχαίρι στον λαιμό. Εγώ τότε πάγωσα και αυτός ξεκίνησε αρχικά να ψάχνει τις τσέπες του παλτού μου και μετά την τσάντα μου, την οποία φορούσα στην πλάτη μου. Αφαίρεσε τα πράγματα από την τσάντα της πλάτης που φορούσα και τότε άρχισε να προσπαθεί να ακουμπήσει σε διάφορα σημεία από το σώμα μου κι εγώ προσπαθούσα να τον απωθήσω, ενώ αυτός με δύναμη με τραβούσε πάνω του. Τότε πέρασε ένα μηχανάκι και μου είπε “get down” και πέσαμε κάτω και πίσω από ένα αυτοκίνητο», ανέφερε η 22χρονη περιγράφοντας τη σοκαριστική της εμπειρία.
Το πέρασμα της μηχανής δεν θορύβησε τον δράστη, ο οποίος επιχείρησε να τη βιάσει κατά φύση και αφού δεν τα κατάφερε, τη βίασε παρά φύση. «Προσπάθησε, όμως έκλαιγα και πόναγα πάρα πολύ. Τότε με γύρισε μπρούμυτα. Προσπάθησε κι εγώ πονούσα όλο και πιο πολύ», θα περιγράψει η νεαρή κοπέλα, που το επόμενο πρωί τον κατήγγειλε στο Αστυνομικό Τμήμα Πατησίων.
«Τον δάγκωσα»
Ο νεαρός Αιγύπτιος επιχείρησε να βιάσει και την 20χρονη Ρωσίδα, αφού, σύμφωνα με μάρτυρες αλλά και την κατάθεση της ίδιας, στις 5 Φεβρουαρίου 2020, ο κατηγορούμενος της επιτέθηκε, χωρίς ευτυχώς να επιτύχει τον σκοπό του. «Κατεβαίνοντας ένα σκοτεινό σημείο ένιωσα να με πιάνει κάποιος κεφαλοκλείδωμα από πίσω και μετά να μου πιάνουν τα οπίσθια πάνω από τα ρούχα. Στην αρχή σάστισα, γιατί δεν κατάλαβα τι είχε συμβεί, προσπάθησα να αντισταθώ και με έριξε κάτω. Εκεί προσπάθησε να βάλει το χέρι μέσα από τα ρούχα στο παντελόνι, αλλά δεν τα κατάφερε. Προσπάθησα να ξανασηκωθώ και με έριξε κάτω. Αρχισα να φωνάζω βοήθεια και προσπάθησε να μου κλείσει το στόμα, αλλά εγώ του δάγκωσα το χέρι για να φωνάξω. Μετά περνούσε ένα ζευγάρι που άκουσε τις φωνές μου και ο άνδρας ήρθε προς το μέρος μας για να δει τι συμβαίνει. Αυτός που μου επιτέθηκε τρόμαξε και έφυγε προς τα σκαλάκια», είπε στην κατάθεσή της η νεαρή γυναίκα.
«Εχω μετανιώσει, νιώθω σκοτάδι μέσα μου»
Ο κατηγορούμενος είχε φτάσει στην Ελλάδα 4 μήνες πριν από τα περιστατικά, μέσω Βουλγαρίας. Δεν εργαζόταν κάπου γιατί δεν διέθετε χαρτιά.
«Εμενα στον δρόμο, στην οδό Αχαρνών συνήθως, όπου έβρισκα στον δρόμο από Αγιο Νικόλαο προς Αγιο Παντελεήμονα. Γι’ αυτό που μου λέτε θέλω να σας πω ότι, επειδή έχω μετανιώσει και νιώθω ένα σκοτάδι μέσα μου, θα σας πω την αλήθεια. Εγώ εκείνη την ημέρα, δεν θυμάμαι ακριβώς ημερομηνία, περπατούσα στον δρόμο προς Ανω Πατήσια. Καθώς περπάταγα, είδα μία κοπέλα. Αρχισα να την ακολουθώ, γιατί δεν είχα καθόλου λεφτά […] και είχα σκοπό να την κλέψω για να έχω λίγα χρήματα να πάρω κάτι να φάω. Την ακολουθούσα για περίπου 5 με 10 λεπτά. Σε κάποιο σημείο που είδα ότι είναι πολύ σκοτεινά, έβγαλα ένα πλαστικό μαχαίρι και αφού έπεσα πάνω της για να τη φοβίσω, της έβαλα το μαχαίρι στον λαιμό και, αφού είδα ότι φοβήθηκε και σταμάτησε να κινείται, της είπα στα αγγλικά πού ήταν το κινητό της, εγώ πήγα να πάρω το κινητό αρχικά και στη συνέχεια πήρα το πορτοφόλι της», είπε ο κατηγορούμενος.
Στη συνέχεια περιέγραψε λεπτό προς λεπτό την αποτρόπαια πράξη του, λέγοντας κυνικά: «Ολα έγιναν πολύ γρήγορα. Η κοπέλα προσπαθούσε να αμυνθεί, αλλά εγώ της έλεγα να σταματήσει. Δεν πήγα να κάνω αυτό το πράγμα, αλλά να την κλέψω. Οταν όμως έπεσε μπροστά μου και έπεσε κι αυτή κάτω και δεν μπορούσε να κινηθεί, το είδα σαν ευκαιρία».
Ο κατηγορούμενος ομολόγησε την πράξη του τόσο στην Αστυνομία όσο και ενώπιον της ανακρίτριας στις 27 Μαρτίου 2020, αλλά κατά τη συμπληρωματική του απολογία στις 19 Ιουνίου 2020 είχε αλλάξει λίγο την απολογία του υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν σε καλή ψυχολογική κατάσταση και είχε καταναλώσει αλκοόλ. «Την πράξη την ομολογώ. Απλώς ήμουν πιωμένος, είχα πιει. Δεν ήξερα τι έκανα».
«Εμενα στον δρόμο, στην οδό Αχαρνών συνήθως, όπου έβρισκα στον δρόμο από Αγιο Νικόλαο προς Αγιο Παντελεήμονα. Γι’ αυτό που μου λέτε θέλω να σας πω ότι, επειδή έχω μετανιώσει και νιώθω ένα σκοτάδι μέσα μου, θα σας πω την αλήθεια. Εγώ εκείνη την ημέρα, δεν θυμάμαι ακριβώς ημερομηνία, περπατούσα στον δρόμο προς Ανω Πατήσια. Καθώς περπάταγα, είδα μία κοπέλα. Αρχισα να την ακολουθώ, γιατί δεν είχα καθόλου λεφτά […] και είχα σκοπό να την κλέψω για να έχω λίγα χρήματα να πάρω κάτι να φάω. Την ακολουθούσα για περίπου 5 με 10 λεπτά. Σε κάποιο σημείο που είδα ότι είναι πολύ σκοτεινά, έβγαλα ένα πλαστικό μαχαίρι και αφού έπεσα πάνω της για να τη φοβίσω, της έβαλα το μαχαίρι στον λαιμό και, αφού είδα ότι φοβήθηκε και σταμάτησε να κινείται, της είπα στα αγγλικά πού ήταν το κινητό της, εγώ πήγα να πάρω το κινητό αρχικά και στη συνέχεια πήρα το πορτοφόλι της», είπε ο κατηγορούμενος.
Στη συνέχεια περιέγραψε λεπτό προς λεπτό την αποτρόπαια πράξη του, λέγοντας κυνικά: «Ολα έγιναν πολύ γρήγορα. Η κοπέλα προσπαθούσε να αμυνθεί, αλλά εγώ της έλεγα να σταματήσει. Δεν πήγα να κάνω αυτό το πράγμα, αλλά να την κλέψω. Οταν όμως έπεσε μπροστά μου και έπεσε κι αυτή κάτω και δεν μπορούσε να κινηθεί, το είδα σαν ευκαιρία».
Ο κατηγορούμενος ομολόγησε την πράξη του τόσο στην Αστυνομία όσο και ενώπιον της ανακρίτριας στις 27 Μαρτίου 2020, αλλά κατά τη συμπληρωματική του απολογία στις 19 Ιουνίου 2020 είχε αλλάξει λίγο την απολογία του υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν σε καλή ψυχολογική κατάσταση και είχε καταναλώσει αλκοόλ. «Την πράξη την ομολογώ. Απλώς ήμουν πιωμένος, είχα πιει. Δεν ήξερα τι έκανα».