Τετάρτη 5 Μαΐου 2021

200 χρόνια μετά το 1821 και η Επανάσταση στη Μακεδονία


Παναγιώτης Γ. Αλεκάκης, Φιλόλογος – Ιστορικός, Δρ Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Α.Π.Θ., Διευθυντής 2ου ΓΕΛ Κατερίνης

Δυστυχώς, τέλη Σεπτεμβρίου του 1821 η επαναστατική εξέγερση στη Χαλκιδική οδεύει προς το τέλος της. Ο σουλτάνος διατάσσει τον Γιουσούφ να συγκεντρώσει εκεί πολύ στρατό και στη συνέχεια διόρισε ως διοικητή τους τον... 
 
 
βεζίρη Μεχμέτ Εμίν πασά, τον επονομαζόμενο Εμπού Λουμπούτ (ροπαλοφόρο) λόγω της σκληρότητάς του, με την εντολή να κάνει εκστρατεία κατά των επαναστατών της Κασσάνδρας και του Αγίου Όρους (βλ. Ι. Βσδραβέλλης, Οι Μακεδόνες εις τους υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνας 1796-1832, σ. 214-5). Ο Μεχμέτ Εμίν στα μέσα Οκτωβρίου εκστρατεύει με τρεις χιλιάδες στρατιώτες εναντίον των 430 υπερασπιστών της Κασσάνδρας, οι οποίοι όμως πέτυχαν να γεμίσουν το χαντάκι του ισθμού της με πτώματα ανδρών και αλόγων και ο Εμμ. Παπάς να γράψει στις 20 Οκτωβρίου «τους εχθρούς δεν τους έχουν πλέον δια τίποτε» (βλ. Ι. Μαμαλάκης, Νέα στοιχεία σχετικά με την επανάστασιν της Χαλκιδικής το 1821, ΔΙΕΕ 14, σ. 526-7).

Όμως, ο Λουμπούτ δεν εγκαταλείπει τις προσπάθειες και στις 24 Οκτωβρίου δίνει διαταγή να μετακινηθούν προς την Κασσάνδρα οι στρατιώτες τους των καζάδων της Θεσσαλονίκης, της Βέροιας, της Έδεσσας, των Γιαννιτσών, Τεκελί και Κλίσας και επιπλέον 40 εργάτες από κάθε καζά (βλ. Ι. Βασδραβέλλης, Οι Μακεδόνες, σ. 222-3). Τα ξημερώματα της 30ής Οκτωβρίου γίνεται η επίθεση και ο Εμίν πασάς γίνεται κύριος της χερσονήσου. Ακολούθησαν φόνοι, λεηλασίες και ωμότητες σε βάρος των κατοίκων και των προσφύγων, που είχαν βρει καταφύγιο εκεί. Στο Άγιον Όρος επικράτησαν η σύγχυση, η απειθαρχία, η υποταγή προεστών και ο πανικός, ιδίως σε αυτούς που είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία και είχαν εκτεθεί. Σημειώθηκε και διαρροή κάποιων με θησαυρούς των μονών (ιερά κειμήλια και λείψανα) προς τη Σκιάθο, την Σκόπελο, τα Ψαρά, την Ύδρα και την Πελοπόννησο (βλ. Ι. Μαμαλάκης, Διήγησις, ΕΕΦΣΠΘ 7, σ. 232).

Ο Εμμ. Παπάς είχε περάσει στο Άγιον Όρος, όπου είδε την κατάσταση και απελπισμένος αναχώρησε μαζί με μοναχούς και συναγωνιστές του για την Ύδρα. Το πλήγμα που είχε υποστεί ήταν τόσο μεγάλο, που δεν άντεξε και έπαθε συγκοπή κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Στην Ύδρα τον έθαψαν με μεγάλες τιμές στις 5 Δεκεμβρίου 1821 στο ναό της Υπαπαντής. Η ιδιαίτερη πατρίδα του και η Θεσσαλονίκη έστησαν ανδριάντα στον ένθερμο Έλληνα πατριώτη, στον πραγματικό αρχηγό και υπερασπιστή της Μακεδονίας, ανταποδίδοντας έτσι τη μεγάλη τους οφειλή.

Στο σημείο αυτό και πριν την εξαγωγή συμπερασμάτων για την αποτυχία της επανάστασης στη Χαλκιδική, αξίζει να παραθέσουμε ένα απόσπασμα από ανέκδοτη επιστολή του γιου του Εμμ.Παπά, του Αναστάσιου, προς τον οποίο κάνει προτροπές μια γυναικεία μορφή λέγοντάς του: « ‘Παιδί μου, πάψε πια να είσαι σκυθρωπός, πάψε να είσαι μόν’ Αναστάσιος Εμμ. Παπά, ο γιος του καλού σου πατέρα. Είσαι ένας Μακεδόνας και το καθήκον σε καλεί. Εμπρός λοιπόν, αγαπημένο μου παιδί, δείξε πως είσαι Μακεδόνας. Γίνου ένας Αριστόδημος και κάτω απ’ αυτό το όνομα πολέμα για την πατρίδα. Όρμα απάνω στον εχθρό σαν ένας Μακεδόνας, φτιάξε αργυρές ασπίδες, ξαναζωντάνεψε την αήττητη φάλαγγα…’ Αυτά και άλλα παρόμοια μου είπε και χάθηκε μεμιάς. Μου είναι αδύνατον πια, Θανασάκη μου, να μην υπακούσω στη φωνή της, το αποφάσισα. Σπεύδω προς τα ένδοξα πεδία των μαχών του Μαραθώνος και των Θερμοπυλών. Εκεί με περιμένει το στεφάνι ενός πραγματικού στρατιώτη ή ίσως ακόμα και ο θάνατος. Αλλά για μένα είναι το ίδιο. Ο θάνατος για την πατρίδα είναι το γλυκύτερο χάρισμα. Αν πεθάνω, μη λυπάσαι, αδελφέ μου. Για την πατρίδα πεθαίνω ευχαρίστως».

Συνοψίζοντας για την επανάσταση στη Χαλκιδική, πρέπει να επισημανθεί ότι αποτέλεσε έναν αντιπερισπασμό μακροχρόνιο, που καθυστέρησε την κάθοδο του Μπαϊράμ πασά προς την επαναστατημένη Ελλάδα και συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στο να διατεθούν εχθρικά οι Ευρωπαίοι έναντι των Τούρκων, σύμφωνα με τον Άγγλο διπλωμάτη Urquhart (βλ. The Spirit of the East, 2, σ. 78-9). Για την αποτυχία της δεν φέρουν ευθύνη οι κάτοικοί της, γιατί έδειξαν ανδρεία και μαχητικότητα, αλλά η Κεντρική Μακεδονία ήταν γεμάτη από τους πολεμικούς κατακτητές Γιουρούκους και τα εθρικά στρατεύματα είχαν κοντά τους για ανεφοδιασμό ένα μεγάλο κέντρο, τη Θεσσαλονίκη. Ανάμεσα στα αίτια της αποτυχίας ήταν η έλλειψη έμπειρων αρχηγών της τακτικής του κλεφτοπόλεμου και της σχετικής προετοιμασίας. Δεν συντονίστηκε επίσης με την εξέγερση άλλων περιοχών της Μακεδονίας, όπως του Ολύμπου, των Πιερίων και του Βέρμιου, που ξέσπασε τρεις μήνες αργότερα και για την οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

(συνεχίζεται)