Πέμπτη 20 Μαΐου 2021

"Καταπέλτης" ο στρατηγός Ζιαζιάς: Αφορμή το φρικτό έγκλημα στα Γλυκά Νερά


 
“Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η εγκληματικότητα και η παρεχόμενη ασφάλεια στον πολίτη, έχουν αρχίσει να γίνονται τα μεγαλύτερα προβλήματα της Ελληνικής κοινωνίας. Κάθε σύγχρονο κράτος που θέλει να βελτιώνει την ποιότητα ζωής και να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και τις ανάγκες των πολιτών του, πρέπει να προσφέρει στους πολίτες του, πρώτα και πάνω απ΄ όλα, ασφάλεια. Δυστυχώς όμως, επί των ημερών μας, οι εν ψυχρώ δολοφονίες μέσα στους δρόμους της πρωτεύουσας, μέσα στα σπίτια και όχι μόνο, τείνουν... 
 
 
να γίνουν φαινόμενο καθημερινό και η κυβέρνηση φαίνεται απλός παρατηρητής”, αναφέρει σε ανάρτησή του στο Facebook, ο στρατηγός Ζιαζιάς, με αφορμή το φρικτό έγκλημα στα Γλυκά Νερά.

Η ανασφάλεια που νοιώθει ο λαός μας δεν προκύπτει απλώς μόνο από την ποσοτική αύξηση ορισμένων εγκλημάτων, αλλά κυρίως από την αλλαγή της ποιότητας του εγκλήματος, που γίνεται πιο οργανωμένο, βίαιο και κερδοσκοπικό, αδίστακτο και προκλητικό, αλλά βέβαια και από την κυβερνητική απάθεια. Η αποτρόπαια δολοφονία της 20χρονης μητέρας πριν από λίγες μέρες στα Γλυκά Νερά, η οποία συντάραξε το Πανελλήνιο και έτυχε ευρείας κάλυψης ακόμη και από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, επανέφερε στην επικαιρότητα το ζήτημα της εγκληματικότητας και της αντιμετώπισής της ,στη χώρα μας .

“Η κατάσταση έχει σαφώς ξεφύγει και υπουργός Προστασίας του Πολίτη, οφείλει να βγει και να δώσει κάποιες εξηγήσεις μετά από τόσες υποσχέσεις και εγγυήσεις που έχει δώσει στους πολίτες για την ασφάλεια τους και μετά τις προεκλογικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης . Σε ένα κράτος όπου δεν υπάρχει κανένα σοβαρό νομοθετικό πλαίσιο, με απαράδεκτους νόμους τύπου Παρασκευόπουλου, με εγκληματίες που μπαινοβγαίνουν στις φυλακές για τουρισμό, με ποινές χάδι που αποτελούν την χαρά κάθε ληστή, κάθε μαφιόζου, κάθε βιαστή, κάθε δολοφόνου, ο πολίτης δεν μπορεί να νοιώθει ασφαλής, δεν μπορεί ούτε να κυκλοφορήσει στη γειτονιά του χωρίς να νοιώθει ότι παραμονεύει το έγκλημα σε κάθε γωνία. Όπου γυριζει στο σπίτι του και αναρωτιέται πάντα αν θα το βρει λεηλατημένο. Όπου πέφτει να κοιμηθείς και πετάγεται το βράδυ με κάθε θόρυβο, φοβούμενος μη τον σκοτώσουν στον ύπνο του.

Προεκλογικά, δυο χρόνια πριν, ο νυν πρωθυπουργός δήλωνε: «Για εμάς είναι προτεραιότητα η ασφάλεια, δεν το κρύβουμε. Δεν λέμε ότι η ασφάλεια είναι δεξιά, κεντρώα, αριστερή πολιτική…….. Για αυτό να ξέρετε ότι για εμάς αυτή είναι πολιτική αδιαπραγμάτευτη, ξέρουμε τι θα κάνουμε την επόμενη μέρα στο ζήτημα της ασφάλειας, ξέρουμε πώς θα ενισχύσουμε την αστυνομία. Είναι κάτι το οποίο έχουμε ξανακάνει και θα το κάνουμε και τώρα». Δυστυχώς, σαν κυβέρνηση δεν κάνατε ΤΙΠΟΤΕ , συνεχίσατε την γεμάτη ιδεοληψίες πολιτική της προηγούμενης διακυβέρνησης, στο θέμα της ασφαλείας και μετά το αποτρόπαιο έγκλημα στα Γλυκά Νερά , τρέχετε πίσω από τις εξελίξεις και υπό την πίεση της κοινωνίας επιχειρείτε δήθεν αυστηροποίηση του ποινικού κώδικα , πάντα βλέποντας το θέμα επικοινωνιακά και όχι ουσιαστικά .

“Οι κυβερνώντες φαίνεται συνεχίζουν την πολιτική του «κάνετε ότι κοιμάστε» και πως «μα συμβαίνουν παντού αυτά…..», με την απίθανη και άστοχη δήλωση ενός στελέχους του «επιτελικού κράτους», το οποίο σχολιάζοντας την άγρια δολοφονία της 20χρονης μητέρας , είπε πως… «κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί στον καθέναν από εμάς»! Όχι κύριε υφυπουργέ , ο λαός σας πληρώνει και μάλιστα πολύ ακριβά για να κυβερνήσετε αυτή τη χώρα και να του παρέχεται μια στοιχειώδη ασφάλεια , για « να μην συμβούν στον καθένα μας», αυτά τα τραγικά που συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στην χώρα μας και αφορούν την εγκληματικότητα και την ασφάλεια των πολιτών.

Όμως πως μπορεί κάποιος να ψάξει να βρει λογική σε ένα κράτος που προτιμά να διαθέτει τους αστυνομικούς για να ελέγχουν… SMS, μάσκες και διόδια για τον μαζικό έλεγχο των πολιτών, παρά να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την εγκληματικότητα που μαστίζει τη χώρα.

“Που παρέχει άνετα μια ντουζίνα αστυνομικούς για να φυλάνε τον κάθε τυχάρπαστο εκβιαστή, άλλα αδυνατεί να προστατεύσει τη γειτονιά, την οικογένεια, το νοικοκυριό, από τα νύχια της εγκληματικότητας.

Που δημιουργεί πολυάριθμα αστυνομικά σώματα για να φυλάνε τα Πανεπιστήμια, τις πορείες ,άλλα επικαλείται έλλειψη προσωπικού για την προστασία των σπιτικών μας. Αυτή η ιδιότυπη ανοχή, που καλλιεργήθηκε τα τελευταία χρόνια ,πρέπει να τελειώσει . Απαιτείται άμεση και περισσότερη αστυνόμευση στις γειτονιές, αλλά και ενίσχυση των αστυνομικών τμημάτων με το προσωπικό που είναι σήμερα αποσπασμένο για να φυλάσσει πολιτικούς και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες.

“Πραγματικά, δεν μπορεί να το χωρέσει ο νους του απλού πολίτη, που ζει πλέον υπό καθεστώς αυξημένης ανασφάλειας , ότι μία ταξιαρχία (!!!) αστυνομικών – πάνω από 3.400 – διατίθεται γα την φύλαξη “υψηλών” προσώπων. Τα νούμερα που δημοσιεύονται για υπουργούς, αρχηγούς κομμάτων, πρώην υπουργούς και αρχηγούς, βουλευτές,δημοσιογράφους , επιχειρηματίες και ματαιόδοξους, μεγαλοσχήμονες του κόμματος, προκαλούν αλγεινότατες εντυπώσεις στην κοινωνία μας . Η Αστυνομία υφίσταται για την κοινωνία και όχι στην υπηρεσία κομματικών συμφερόντων. Γενική διαπίστωση είναι ότι οι αστυνομικοί στους δρόμους είναι λιγότεροι από αυτούς στην ασφάλεια υψηλών προσώπων .

“Παρόλα αυτά , κάνουν ό,τι μπορούν, υπό πολύ δυσμενείς γι’ αυτούς συνθήκες για να προστατεύσουν τον πολίτη . Ας κάνει λοιπόν κάτι ουσιαστικό επιτέλους η κυβέρνηση, για να τους ενισχύσει και διευκολύνει στο δύσκολο έργο τους. Ας σταθεί πλάι τους με έργα, όχι με λόγια. Οι πολίτες πρέπει να νοιώθουν σιγουριά και ασφάλεια στα σπίτια τους, στη δουλειά τους, στις καθημερινές μετακινήσεις και δραστηριότητές τους . Η Ελληνική Αστυνομία έχει και την εκπαίδευση και τα στελέχη και τις επιχειρησιακές δυνατότητες για να φέρει σε πέρας την αποστολή της. Απαιτείται όμως πολιτική βούληση και αξιοκρατία. Η κοινωνία μας απαιτεί αυστηρότεροι νόμοι, νόμοι που να εφαρμόζονται και όχι να ψηφίζονται για να ξεπεραστούν επικοινωνιακά κυβερνητικές δυσκολίες , απαιτεί αυστηρότερες ποινές, οργανωμένο σωφρονιστικό σύστημα, πέραν από κομματικές ιδεοληψίες και εκλογικές σκοπιμότητες . Και όλοι πρέπει να γνωρίζουν ότι κράτος που δεν εμπνέει αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνης στους πολίτες του, δεν μπορεί να ανταποκριθεί ούτε στις ανάγκες ούτε στις προσδοκίες της κοινωνίας. Δεν μπορεί να πάει μπροστά”, καταλήγει.