Δευτέρα 18 Ιουλίου 2022

Στο λυκαυγές ...


(Του Μάρκου Μπόλαρη)


Ήταν ηλιόλουστη η μέρα!
Πρωινό καλοκαιρινό!

Τέλειωνε ο Γιούνης, καθώς τον ονοματίζει ο Γιάννης Τσαρούχης στον πίνακα της μοναδικής προσωπογραφίας, που... 

 
παριστά τον πρώτο μήνα του θέρους σαν ένα όμορφο καστανό, μακρυμάλλικο παλικάρι μ' φτερούγες σαν Αρχάγγελο ή πάλιν σαν τον Τίμιο Πρόδρομο, να κρατά στο χέρι το βλαστάρι της ευφορίας.

Είχαμε βρεθεί τότε στις Καρυές, στ' Αγιονόρος, φοιτητές της Νομικής, προσκαλεσμένοι σε ένα ιστορικό κελλί της Αθωνικής πρωτεύουσας, ήπιαμε ένα τσίπουρο στην αξάτα, που 'χε θέα όλο το Βόρειο Αιγαίο, την Θάσο και την Σαμοθράκη, την Ίμβρο και την Λήμνο, κι εν μέσω της ευωχίας , πνευματικής τε άμα τε και οινοπνευματικής, ο μέγας μαίστωρ της ζωγραφικής στράφηκε στον φιλοξενούντα Γέροντα Ιερόθεο και απηύθυνε την ερώτηση :

- Μέ ποιόν από τους μήνες μου μοιάζει τούτος ;

κι έδειξε έναν από τους συμφοιτητές της παρέας.

- Είναι ίδιος ο Ιούνιος, απάντησε χωρίς δισταγμό ο Αγιορείτης, ολόιδιος ο Γιούνης σου !

Τέλειωνε κι ο Γιούνης, το λοιπόν, ηλιόλουστο το πρωινό, κρατούσε ακόμη η δροσεράδα της νύκτας κι εμείς , συμμαθητές, από τα χρόνια του δημοτικού σχολειού, του 4ου των Σερρών, κοντά στα Ταμπάχανα, πίσω απ' τα ψαράδικα, συμμαθητές και συνοδοιπόροι της ζωής, κατηφορίζαμε την οδό Μεραρχίας Σερρών οδηγώντας το αυτοκίνητο, γελαζούμενοι κι ευτυχείς ! Μιά απ' τις αγαπημένες συμμαθήτριες φωτογράφιζε ! Έμοιαζε σάν πηγαίναμε ημερήσια εκδρομή με το σχολειό, αλλά ήμαστε ήδη στα εξήντα τέσσερα !

Ήταν όμως τέτοια η ατμόσφαιρα , έξω καρδιά !

Έλαμπαν τα πρόσωπα !

Χριστέ μου, τι όμορφο πρωινό !

Οδεύαμε γιά τον πρωινό καφέ κατηφορίζοντας προς τον Σιδηροδρομικό Σταθμό !

Μας περίμενε ο συμμαθητής μας, ο Απόστολος !

Φτάσαμε , κατεβήκαμε , τον είδαμε, κινήθηκε προς το εσωτερικό του κατστήματος , όπου το κουζινάκι γιά να ψήσει τον καφέ , άλλωστε η οικογένειά του έχει παράδοση δεκαετιών στον ποιοτικό καφέ στα Σέρρας.

Φορούσε ένα όμορφο καλοκαιρινό ψάθινο καπέλλο Παναμά !

Δεν μου έδειξε το πρόσωπο !

Ξύπνησα !

Ευφροσύνη αλλά κι η απροσδόκητη εξέλιξη !

Τον έχασα μόλις που φτάσαμε !

Δεν πρόλαβα να τον δώ !

Ήταν ο αγαπημένος μου !

Καθόμαστε στο ίδιο θρανίο !

Αλλά ...

Στις 13 του Σεπτέμβρη, στα χίλια εννιακόσια εβδομήντα, την χρονιά που ξεσκολίσαμε απ' το Δημοτικό, το τέταρτο σχολειό πίσω απ' τα ψαράδικα, που στεγαζόταν και στεγάζεται άχρι τανύν, σ' ένα παλιό οθωμανικό σπίτι, στο τότε καλοστρωμένο καλντερίμι της οδού Δυτικής Θράκης, όπου παίζαμε μπίλιες και σκλαβάκια, κι αγοράζαμε κασάτο παγωτό Κρί - Κρί από τον μοναδικό κι απροσδιόριστης ηλικίας Γιορδανάκη,

στις δεκατρείς του Σεπτέμβρη του 1970, σ' ένα τραγικό αυτοκινητιστικό ατύχημα έξω από την Δράμα, ο Απόστολος, στα δώδεκα του χρόνια, αντί να 'ρθεί μαζί μας στο Γυμνάσιο, πέταξε γιά να συναριθμηθεί με τους Αγγέλους των Ουρανίων Τάξεων !

Κι εμείς χαρούμενοι, τέλη του Γιούνη , πενήντα δύο χρόνους μετά , ωσάν να εκδράμαμε σχολικώς, κατηφορίσαμε γιά να πιούμε πρωινό καφεδάκι μαζί του !

Ξύπνησα, ανακάθισα, ήταν πάρα πολύ ευχάριστο το πρωινό, τέλη του Ιουνίου !

Όνειρο κι αυτό !

Τέτοια ζωντάνια, τέτοια χρώματα, τέτοια φωτοχυσία, τέτοια ευεξία !

Κι ύστερα η έκπληξη, το ψαθάκι του Παναμά, κι η έξοδος !

Άνοιξα το παράθυρο.

Δροσιά να μπεί ... του Γιούνη.

Κι εκείνη την στιγμή φρεσκάρισε ο νούς.

Δροσέρεψε .

Ξημέρωνε των Αγίων Αποστόλων,

η επέτειος της απελευθέρωσης των Σερρών.

Τα Σέρρας απελευθερώθηκαν μετά την τριήμερη μάχη στο Κιλκίς και τον Λαχανά , την πιό πολύνεκρη μάχη του Ελληνικού Στρατού στα διακόσια χρόνια ζωής του νεοελληνικού κράτους !

Λυκαυγές .

Ξημέρωνε των Αγίων Αποστόλων.
Κι ο γλυκός μου φίλος γιόρταζε !
Και γιατί να χρησιμοποιώ ως χρόνο τον αόριστο ;
Κι ο καλός συμμαθητής μου, ο Αποστόλης γιορτάζει , ενεστώς.
Τι κι άν περάσαν πενήντα δυό χρόνια απουσίας .
Η απουσία της αγάπης βιώνεται ως παρουσία φιλίας, έστω και εν εσόπτω,
έστω και διά χρηματισμού εν ονείρω , αφού τους αγαπημένους μας τους σώζουμε συνοδοιπορούντες διά βίου !

Είχαν περάσει λίγες μόνον μέρες από το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής, τούτη την διαιώνια γέφυρα που ενώνει εν ιλαρότητι αιώνες και πρόσωπα, πατέρων και μητέρων, πάππων και προπάππων, αδερφών και διδασκάλων, που τον μνημονεύσαμε , το εν Χώρα Ζώντων, ευχόμενοι .

Είχαν περάσει μόνον λίγες μέρες, από το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής, όπου πάντες οι απ' αιώνος κεκοιμημένοι μνημονεύονται, που μαζί με τον αιτό του Ψηλορείτη , τον αγέρωχο Νίκο Ξυλούρη, ξανασιγομουρμούριζα τους στίχους του Κ.Χ. Μύρη, στην συγκλονιστική μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου, τον Απόστολο κι όχι μόνον έχοντας στον νού :

" Τη μέρα της Πεντηκοστής,
τη νύχτα της γονατιστής
πάν’ οι ψυχές και κάθονται
βουβές στα περιβόλια.

Τρυπώνουν στις κρυφές γωνιές
μαζί με τις αράχνες
και μας κοιτούν αμίλητες
αθώρητες και μόνες.


Τη μέρα της Πεντηκοστής,
τη νύχτα της γονατιστής
πάν’ οι ψυχές και κρέμονται
στα ρούχα και στο φράχτη.

Φωλιάζουν στο καλό κρασί
και στο παλιό πιθάρι
γεμίζουν τις ραγισματιές
κι ανοίγουν τους φεγγίτες."

Μα τι γέφυρες προαιώνιες είναι τούτες, τι διαδρομές του μυαλού υποσυνείδητες , τι διαδρομές υπόγειες που ακολουθούν οι πόθοι μας, όπως αξεπέραστα ορμήνευε η Σωτηρία Μπέλλου με τον Νιόνιο της Θεσσαλονίκης, τι συναντήσεις στις κρυφές γωνιές, που τραγουδά ο Ξυλούρης, ή μήπως πάλι τι συναντήσεις δροσερές καταπώς μας προιδεάζουν οι Δροσουλίτες που τούτες τις μέρες ξεπορτίζουν χαράματα από το Σφακιανό Φραγκοκάστελλο γιά να χαθούν έφιπποι στο Λιβυκό πέλαγος, τι ονείρατα είναι τούτα, που μοιάζει να μας κοινωνούν με τα άνω , μας χρηματίζουν κατ' όναρ να συνεχίσουμε διά της άλλης οδού, μα τι καφέδες ευώδεις, πρωινοί του Γιούνη, στις δροσιές του ξημερώματος, την χαραυγή της γιορτής των Αγίων Αποστόλων !

Η γιαγιά Αγγελική,

μικρασιάτισσα γειτόνισσα απ' την Κιουτάχεια, μοναδική τεχνήτρα του αργαλειού όπου ύφαινε έργα τέχνης, ανατολίτικα χαλιά ποιότητας, η γιαγιά Αγγελική που μισές ελληνικές έλεγε, μισές τούρκικες τις λέξεις, με φώναζε εκείνες τις μέρες του Δημοτικού Σχολειού, με έστελνε στο καφεκοπτείο της οικογένειας του Αποστόλη, στην Πλατεία Εμπορίου και μου παρήγγελνε :

- Μάρκο, σα Ταμπάχανα τα πάεις , γκαιβέν τα πάρεις ! Τρία ντραχμές ορβίθ' , ντίο ντραχμές γκαιβέν !

Ολούρμου, γιάβρουμ ;

- Ολούρμου, γιαγιά !

Ορίστε , να κεραστούμε !

Γκαιβέν με ορβίθ' , ή κατά το επισημότερον, καφέ με ρεβύθι !

Εις μνημόσυνον αιώνιον έσται δίκαιος !

Καλό Σαββατοκύριακο !