Του Αγγέλου Πάκλαρα, Θεολόγου για την Romfea.gr
"Αρχή άνδρα δείκνυσι" (Σοφοκλής)
Εάν ένας κληρικός και μάλιστα ιεράρχης έμεινε στην εκκλησιαστική ιστορία, ως ένας από τους ευφυεστάτους και ικανοτέρους σε κάθε τομέα, εκκλησιαστικό, ποιμαντικό και συγγραφικό, αυτός αναμφιβόλως ήταν ο πρύτανης της Ελλαδικής Εκκλησίας, ο μεγαλοπρεπής μητροπολίτης Κίτρους και Κατερίνης Βαρνάβας.
Το να αναλύσει κάποιος το πολυσχιδές και ατελείωτο έργο του, χρειάζονται σελίδες ολόκληρες.
Εμείς στην μνήμη του, που σαν σήμερα έφυγε από την ζωή, θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε, όσο μπορούμε την επί γης πορεία του.
Ο κατά κόσμον Νικόλαος Τζωρτάτος, γεννημένος στην πόλη των Πατρών, το έτος 1918, μετά την εγκύκλιο μόρφωσή του, έλαβε το πτυχίο του πανεπιστημίου των Αθηνών, το 1939, ενώ το 1952, αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας.
Παράλληλα σπούδασε και στην Νομική Σχολή Αθηνών. Χειτοτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος απο τον Μητροπολίτη Καρυστίας και Σκύρου
Παντελεήμονα Φωστίνη, τον μετέπειτα Χίου και Ψαρών, λαβών το όνομα Βαρνάβας. Υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας των μητροπόλεων Καρυστίας και Ελασσώνος.
Στον ελληνοιταλικό πόλεμο, προσέφερε τις υπηρεσίες του, ως στρατιωτικός ιερέας.
Το 1946, διδάσκει ως καθηγητής της Θεολογικής Σχολής στην Αμερική, στην δε επιστροφή του αναλαμβάνει διευθυντής και καθηγητής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, της μεταπανεπιστημιακής Σχολής των ιεροκηρύκων, εξομολόγων και κατηχητών και διευθυντής του Θεολογικού οικοτροφείου, το 1950.
Στις 26 Μαρτίου 1954, εκλέγεται μητροπολίτης Κίτρους και Κατερίνης, 36 μόλις ετών, εις διαδοχήν του προκατόχου του, Μητροπολίτου Κίτρους Κωνσταντίνου Κοΐδάκη.
Η χειροτονία του τελείται στον Καθεδρικό Ναό των Αθηνών, στις 28 Μαρτίου.
Ενθρονίζεται στην πόλη της Κατερίνης, στις 15 Απριλίου, από τον τοποτηρητή Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμων Παπαγεωργίου και άλλων αρχιερέων
Ιδρύει στην μητρόπολή του, εκκλησιαστικό φροντιστήριο, ορφανοτροφείο και εκκλησιαστικό γηροκομείο στην περιοχή του Σβορώνου.
Χειροτονεί στα τριάντα έτη αρχιερατείας του, δεκάδες ιερείς, επιμορφώνοντάς τους, ενώ ανεγείρει νέους Ναούς και εμπλουτίζει τους παλαιούς, μεταφέροντας ακόμη και Αγίες Τράπεζες και ιερά Σκεύη από την Ρωσία.
Δημιουργεί ενοριακά κέντρα νεότητος, αρρένων και θηλέων, ανεγείρει πνευματικό κέντρο και εκκλησιαστική βιβλιοθήκη, ιδίων κόπων του, η μετέπειτα "Βαρνάβειος Βιβλιοθήκη."
Εμπλουτίζει με μοναχούς και μοναχές τις ιερές μονές της Μητροπόλεώς του. Ενισχύει και ιδρύει φιλόπτωχα ταμεία σε όλες τις ενορίες του.
Δημιουργεί εβδομαδιαίες ενοριακές συγκεντρώσεις, μορφωτικές διαλέξεις και κατηχητικά σχολεία όλων των βαθμίδων.
Εκδίδει το εκκλησιαστικό περιοδικό "Ορθόδοξος Επιστασία". Διορίζει μονίμους πνευματικούς για το Μυστήριο της ιεράς Εξομολογήσεως.
Ιδρύει σχολή βυζαντινής μουσικής, σταθμό Α' Βοηθειών και Κοινωνικής συμπαραστάσεως.
Συγγράφει τον βίο και την ακολουθία του Αγίου Διονυσίου, του εν τω Ολύμπω και τόμο για την 50ετηρίδα από της απελευθερώσεως της Κατερίνης.
Εκδίδει εγκόλπιο ημερολόγιο και φυλλάδια αντιαιρετικού περιεχομένου. Αντιπροσώπευσε την Εκκλησία της Ελλάδος σε διεθνή συνέδρια.
Επισκέπτηκε όλα τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Ηταν μέλος σε επιτροπές νομοκανονικών θεμάτων της Ιεράς Συνόδου.
Εξέδωσε 50 περίπου επιστημονικά και οικοδομητικά έργα. Πολλά από αυτά μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες και βραβεύτηκαν από την Ακαδημία Αθηνών.
Είχε ανακηρυχθεί διδάκτωρ των Πανεπιστημίων Αθηνών, Βελιγραδίου, Λένιγκραντ, Σόφιας, Πρέσοβ και του θεολογικού Ινστιτούτου των Παρισίων.
Ηταν επίτιμος διδάκτωρ της Νομικής Σχολής της Θεσσαλονίκης και του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου. Υπήρξε μέλος της εταιρείας Διοικητικών μελετών.
Διετέλεσε μέλος του εποπτικού συμβουλίου, ενώ ήταν συνεργάτης της Θρησκευτικής και Ηθικής Εγκυκλοπαίδειας, καθώς και της Εγκυκλοπαίδειας Πάπυρος-Λαρούς. Διευθυντής του θεολογικού περιοδικού "Αναγέννησις" στην Αθήνα.
Τον Μάιο του 1982 εξελέγη παμψηφεί Αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, στην τάξη των ηθικών και πολιτικών επιστημών και στην έδρα του Συγκριτικού Δικαίου, των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Μεγίστη ήταν η αντίστασή του, όταν ψηφίστηκε ο νόμος του πολιτικού γάμου. Δυστυχώς η πρωτοφανής ευρυμάθειά του, η εκκλησιαστική του παιδεία και η θεολογική και ποιμαντική του κατάρτιση, όπως πολλοί είπαν ήταν εγκλωβισμένη εντός των μικρών ορίων της Επαρχίας του...
Προτάθηκε δύο φορές για τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο των Αθηνών, τα έτη 1962 και 1974, δίχως δυστυχώς να καταφέρει να εκλεγεί.
Κατόρθωσε να προάγει στον βαθμό της Αρχιερωσύνης, δύο πνευματικά του τέκνα, τον ιεροκήρυκά του και μετέπειτα Μητροπολίτη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, Διονύσιο Λαδόπουλο, το 1974 και τον τότε Πρωτοσύγκελλό του, τον μετέπειτα Μητροπολίτη Χίου Νικηφόρο Τζιφόπουλο.
Επί αρχιερατείας του η μητρόπολή του, τιτλοφορήθηκε Κίτρους και Κατερίνης. Ερχόμενος όμως αντιμέτωπος από πολλών ετών με την επάρατο νόσο, πάλεψε σκληρά, αλλά τελικά ητήθηκε...
Σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, έφυγε από τα επίγεια, οδεύοντας προς τα ουράνια στις 19 Αυγούστου 1985, στο Θεαγένειο Νοσοκομείο, στην Θεσσαλονίκη.
Η Ιερά Μητρόπολη Κίτρους μετά από 31 έτη, έχανε τον ποιμενάρχη της, τον αγωνιστή, τον άκαμπτο, τον ακούραστο και ανιδιοτελή αρχιερέα της, που υπηρέτησε τον ευλαβή λαό της Πιερίας, ξοδεύοντας και πολλαπλασιάζοντας όλα τα τάλαντα που τόσο πλούσια, του χάρισε ο Δωρεοδότης Θεός.
Το σκήνος του μετεφέρθη, στον Μητροπολιτικό Ναό της Θείας Αναλήψεως, όπου ετέθη σε προσκύνηση. Εκεί ετελέσθη και η εξόδιος ακολουθία του, 22 Αυγούστου, προεξάρχοντος του Μητροπολίτου Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου και δεκάδων Αρχιερέων.
Μετά την λιτάνευσή του, στις οδούς της πόλεως, ετάφη κάτω από τον Μητροπολιτικό Ναό, στα δεξιά του Ιερού Βήματος, πλησίον των προκατόχων του, Μητροπολιτών Παρθενίου Βαρδάκα και Κωνσταντίνου Κοϊδάκη.
Ο τότε μετέπειτα διάδοχός του, ο νυν πρώην Κίτρους Αγαθόνικος, άνθρωπος με φόβο Θεού και μεγάλη πνευματικότητα, συνέχισε το πολυσχιδές έργο του μακαριστού Βαρνάβα, επί 25 περίπου έτη, αλλά δυστυχώς φέρει πλέον και ο ίδιος τον βαρύ σταυρό της ασθενείας του, τα τελευταία έτη, εν σιωπή, υπομονή και πρωτοφανή καρτερικότητα.
Τους "αγώνας τιμώμεν και τας βασάνους δια Χριστόν" του αοιδίμου Μητροπολίτου Κίτρους και Κατερίνης, κυρού Βαρνάβα.
Εμείς στην μνήμη του, που σαν σήμερα έφυγε από την ζωή, θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε, όσο μπορούμε την επί γης πορεία του.
Ο κατά κόσμον Νικόλαος Τζωρτάτος, γεννημένος στην πόλη των Πατρών, το έτος 1918, μετά την εγκύκλιο μόρφωσή του, έλαβε το πτυχίο του πανεπιστημίου των Αθηνών, το 1939, ενώ το 1952, αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας.
Παράλληλα σπούδασε και στην Νομική Σχολή Αθηνών. Χειτοτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος απο τον Μητροπολίτη Καρυστίας και Σκύρου
Παντελεήμονα Φωστίνη, τον μετέπειτα Χίου και Ψαρών, λαβών το όνομα Βαρνάβας. Υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας των μητροπόλεων Καρυστίας και Ελασσώνος.
Στον ελληνοιταλικό πόλεμο, προσέφερε τις υπηρεσίες του, ως στρατιωτικός ιερέας.
Το 1946, διδάσκει ως καθηγητής της Θεολογικής Σχολής στην Αμερική, στην δε επιστροφή του αναλαμβάνει διευθυντής και καθηγητής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, της μεταπανεπιστημιακής Σχολής των ιεροκηρύκων, εξομολόγων και κατηχητών και διευθυντής του Θεολογικού οικοτροφείου, το 1950.
Στις 26 Μαρτίου 1954, εκλέγεται μητροπολίτης Κίτρους και Κατερίνης, 36 μόλις ετών, εις διαδοχήν του προκατόχου του, Μητροπολίτου Κίτρους Κωνσταντίνου Κοΐδάκη.
Η χειροτονία του τελείται στον Καθεδρικό Ναό των Αθηνών, στις 28 Μαρτίου.
Ενθρονίζεται στην πόλη της Κατερίνης, στις 15 Απριλίου, από τον τοποτηρητή Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμων Παπαγεωργίου και άλλων αρχιερέων
Ιδρύει στην μητρόπολή του, εκκλησιαστικό φροντιστήριο, ορφανοτροφείο και εκκλησιαστικό γηροκομείο στην περιοχή του Σβορώνου.
Χειροτονεί στα τριάντα έτη αρχιερατείας του, δεκάδες ιερείς, επιμορφώνοντάς τους, ενώ ανεγείρει νέους Ναούς και εμπλουτίζει τους παλαιούς, μεταφέροντας ακόμη και Αγίες Τράπεζες και ιερά Σκεύη από την Ρωσία.
Δημιουργεί ενοριακά κέντρα νεότητος, αρρένων και θηλέων, ανεγείρει πνευματικό κέντρο και εκκλησιαστική βιβλιοθήκη, ιδίων κόπων του, η μετέπειτα "Βαρνάβειος Βιβλιοθήκη."
Εμπλουτίζει με μοναχούς και μοναχές τις ιερές μονές της Μητροπόλεώς του. Ενισχύει και ιδρύει φιλόπτωχα ταμεία σε όλες τις ενορίες του.
Δημιουργεί εβδομαδιαίες ενοριακές συγκεντρώσεις, μορφωτικές διαλέξεις και κατηχητικά σχολεία όλων των βαθμίδων.
Εκδίδει το εκκλησιαστικό περιοδικό "Ορθόδοξος Επιστασία". Διορίζει μονίμους πνευματικούς για το Μυστήριο της ιεράς Εξομολογήσεως.
Ιδρύει σχολή βυζαντινής μουσικής, σταθμό Α' Βοηθειών και Κοινωνικής συμπαραστάσεως.
Συγγράφει τον βίο και την ακολουθία του Αγίου Διονυσίου, του εν τω Ολύμπω και τόμο για την 50ετηρίδα από της απελευθερώσεως της Κατερίνης.
Εκδίδει εγκόλπιο ημερολόγιο και φυλλάδια αντιαιρετικού περιεχομένου. Αντιπροσώπευσε την Εκκλησία της Ελλάδος σε διεθνή συνέδρια.
Επισκέπτηκε όλα τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Ηταν μέλος σε επιτροπές νομοκανονικών θεμάτων της Ιεράς Συνόδου.
Εξέδωσε 50 περίπου επιστημονικά και οικοδομητικά έργα. Πολλά από αυτά μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες και βραβεύτηκαν από την Ακαδημία Αθηνών.
Είχε ανακηρυχθεί διδάκτωρ των Πανεπιστημίων Αθηνών, Βελιγραδίου, Λένιγκραντ, Σόφιας, Πρέσοβ και του θεολογικού Ινστιτούτου των Παρισίων.
Ηταν επίτιμος διδάκτωρ της Νομικής Σχολής της Θεσσαλονίκης και του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου. Υπήρξε μέλος της εταιρείας Διοικητικών μελετών.
Διετέλεσε μέλος του εποπτικού συμβουλίου, ενώ ήταν συνεργάτης της Θρησκευτικής και Ηθικής Εγκυκλοπαίδειας, καθώς και της Εγκυκλοπαίδειας Πάπυρος-Λαρούς. Διευθυντής του θεολογικού περιοδικού "Αναγέννησις" στην Αθήνα.
Τον Μάιο του 1982 εξελέγη παμψηφεί Αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, στην τάξη των ηθικών και πολιτικών επιστημών και στην έδρα του Συγκριτικού Δικαίου, των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Μεγίστη ήταν η αντίστασή του, όταν ψηφίστηκε ο νόμος του πολιτικού γάμου. Δυστυχώς η πρωτοφανής ευρυμάθειά του, η εκκλησιαστική του παιδεία και η θεολογική και ποιμαντική του κατάρτιση, όπως πολλοί είπαν ήταν εγκλωβισμένη εντός των μικρών ορίων της Επαρχίας του...
Προτάθηκε δύο φορές για τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο των Αθηνών, τα έτη 1962 και 1974, δίχως δυστυχώς να καταφέρει να εκλεγεί.
Κατόρθωσε να προάγει στον βαθμό της Αρχιερωσύνης, δύο πνευματικά του τέκνα, τον ιεροκήρυκά του και μετέπειτα Μητροπολίτη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, Διονύσιο Λαδόπουλο, το 1974 και τον τότε Πρωτοσύγκελλό του, τον μετέπειτα Μητροπολίτη Χίου Νικηφόρο Τζιφόπουλο.
Επί αρχιερατείας του η μητρόπολή του, τιτλοφορήθηκε Κίτρους και Κατερίνης. Ερχόμενος όμως αντιμέτωπος από πολλών ετών με την επάρατο νόσο, πάλεψε σκληρά, αλλά τελικά ητήθηκε...
Σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, έφυγε από τα επίγεια, οδεύοντας προς τα ουράνια στις 19 Αυγούστου 1985, στο Θεαγένειο Νοσοκομείο, στην Θεσσαλονίκη.
Η Ιερά Μητρόπολη Κίτρους μετά από 31 έτη, έχανε τον ποιμενάρχη της, τον αγωνιστή, τον άκαμπτο, τον ακούραστο και ανιδιοτελή αρχιερέα της, που υπηρέτησε τον ευλαβή λαό της Πιερίας, ξοδεύοντας και πολλαπλασιάζοντας όλα τα τάλαντα που τόσο πλούσια, του χάρισε ο Δωρεοδότης Θεός.
Το σκήνος του μετεφέρθη, στον Μητροπολιτικό Ναό της Θείας Αναλήψεως, όπου ετέθη σε προσκύνηση. Εκεί ετελέσθη και η εξόδιος ακολουθία του, 22 Αυγούστου, προεξάρχοντος του Μητροπολίτου Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου και δεκάδων Αρχιερέων.
Μετά την λιτάνευσή του, στις οδούς της πόλεως, ετάφη κάτω από τον Μητροπολιτικό Ναό, στα δεξιά του Ιερού Βήματος, πλησίον των προκατόχων του, Μητροπολιτών Παρθενίου Βαρδάκα και Κωνσταντίνου Κοϊδάκη.
Ο τότε μετέπειτα διάδοχός του, ο νυν πρώην Κίτρους Αγαθόνικος, άνθρωπος με φόβο Θεού και μεγάλη πνευματικότητα, συνέχισε το πολυσχιδές έργο του μακαριστού Βαρνάβα, επί 25 περίπου έτη, αλλά δυστυχώς φέρει πλέον και ο ίδιος τον βαρύ σταυρό της ασθενείας του, τα τελευταία έτη, εν σιωπή, υπομονή και πρωτοφανή καρτερικότητα.
Τους "αγώνας τιμώμεν και τας βασάνους δια Χριστόν" του αοιδίμου Μητροπολίτου Κίτρους και Κατερίνης, κυρού Βαρνάβα.
Είη η μνήμη του, 32 έτη μετά ατελεύτητος, πανσέβαστος και αιωνία.