Στις 22 Δεκεμβρίου 1972, ο κόσμος παγώνει στο άκουσμα μιας είδησης που μοιάζει βγαλμένη από εφιάλτη. Δεκαέξι άνθρωποι εντοπίζονται ζωντανοί στις παγωμένες Άνδεις, 70 ημέρες μετά τη συντριβή του αεροσκάφους στο οποίο επέβαιναν. Η διάσωσή τους αποκαλύπτει μια ιστορία ακραίας αντοχής, απόγνωσης και ηθικών ορίων που ξεπεράστηκαν για χάρη της ζωής.
Το...
αεροπλάνο της Πολεμικής Αεροπορίας της Ουρουγουάης, που μετέφερε την ομάδα ράγκμπι Old Christians Club μαζί με συγγενείς και φίλους, είχε απογειωθεί στις 13 Οκτωβρίου 1972 με προορισμό το Σαντιάγο της Χιλής. Κατά τη διάρκεια της πτήσης, και εξαιτίας λανθασμένων υπολογισμών, το αεροσκάφος συνετρίβη σε υψόμετρο άνω των 3.500 μέτρων, σε μια από τις πιο αφιλόξενες περιοχές του πλανήτη.
Από τους 45 επιβαίνοντες, αρκετοί σκοτώθηκαν ακαριαία. Άλλοι υπέκυψαν τις επόμενες ημέρες από τα τραύματα, το ψύχος και τις χιονοστιβάδες. Οι επιζώντες βρέθηκαν αποκλεισμένοι σε ένα λευκό, ατελείωτο τοπίο, χωρίς τρόφιμα, χωρίς επαφή με τον έξω κόσμο, με θερμοκρασίες που έπεφταν κάτω από τους -30 βαθμούς Κελσίου.
Μετά από εβδομάδες πείνας και εξάντλησης, οι επιζώντες έρχονται αντιμέτωποι με μια αδιανόητη πραγματικότητα. Καθώς δεν υπήρχε καμία φυτική ή ζωική τροφή στο περιβάλλον και τα ελάχιστα εφόδια είχαν εξαντληθεί, παίρνουν μια απόφαση που θα τους στιγματίσει αλλά και θα τους σώσει. Τρέφονται με τις σάρκες των νεκρών συνεπιβατών τους, μια πράξη που οι ίδιοι περιέγραψαν αργότερα ως «ύστατη επιλογή ζωής».
Η απόφαση αυτή δεν πάρθηκε ελαφρά. Όπως εξήγησαν αργότερα, ήταν αποτέλεσμα συλλογικής συζήτησης, βαθιάς ηθικής σύγκρουσης και της πίστης ότι όσοι είχαν χαθεί θα ήθελαν οι υπόλοιποι να επιβιώσουν.
Η λύτρωση έρχεται όταν δύο από τους επιζώντες, ο Φερνάντο Παράδο και ο Ρομπέρτο Κανέσα, αποφασίζουν να διασχίσουν με τα πόδια τις Άνδεις, χωρίς εξοπλισμό, μέσα στο χιόνι. Μετά από δέκα ημέρες πορείας, συναντούν έναν Χιλιανό κτηνοτρόφο και δίνουν σήμα κινδύνου.
Στις 22 Δεκεμβρίου, ελικόπτερα φτάνουν στο σημείο της συντριβής και διασώζουν τους 16 επιζώντες. Η είδηση κάνει τον γύρο του κόσμου και προκαλεί σοκ, θαυμασμό αλλά και έντονες συζητήσεις για τα όρια της ανθρώπινης επιβίωσης.
Το δράμα των Άνδεων παραμένει μέχρι σήμερα μία από τις πιο συγκλονιστικές ιστορίες επιβίωσης στην Ιστορία.
Από τους 45 επιβαίνοντες, αρκετοί σκοτώθηκαν ακαριαία. Άλλοι υπέκυψαν τις επόμενες ημέρες από τα τραύματα, το ψύχος και τις χιονοστιβάδες. Οι επιζώντες βρέθηκαν αποκλεισμένοι σε ένα λευκό, ατελείωτο τοπίο, χωρίς τρόφιμα, χωρίς επαφή με τον έξω κόσμο, με θερμοκρασίες που έπεφταν κάτω από τους -30 βαθμούς Κελσίου.
Μετά από εβδομάδες πείνας και εξάντλησης, οι επιζώντες έρχονται αντιμέτωποι με μια αδιανόητη πραγματικότητα. Καθώς δεν υπήρχε καμία φυτική ή ζωική τροφή στο περιβάλλον και τα ελάχιστα εφόδια είχαν εξαντληθεί, παίρνουν μια απόφαση που θα τους στιγματίσει αλλά και θα τους σώσει. Τρέφονται με τις σάρκες των νεκρών συνεπιβατών τους, μια πράξη που οι ίδιοι περιέγραψαν αργότερα ως «ύστατη επιλογή ζωής».
Η απόφαση αυτή δεν πάρθηκε ελαφρά. Όπως εξήγησαν αργότερα, ήταν αποτέλεσμα συλλογικής συζήτησης, βαθιάς ηθικής σύγκρουσης και της πίστης ότι όσοι είχαν χαθεί θα ήθελαν οι υπόλοιποι να επιβιώσουν.
Η λύτρωση έρχεται όταν δύο από τους επιζώντες, ο Φερνάντο Παράδο και ο Ρομπέρτο Κανέσα, αποφασίζουν να διασχίσουν με τα πόδια τις Άνδεις, χωρίς εξοπλισμό, μέσα στο χιόνι. Μετά από δέκα ημέρες πορείας, συναντούν έναν Χιλιανό κτηνοτρόφο και δίνουν σήμα κινδύνου.
Στις 22 Δεκεμβρίου, ελικόπτερα φτάνουν στο σημείο της συντριβής και διασώζουν τους 16 επιζώντες. Η είδηση κάνει τον γύρο του κόσμου και προκαλεί σοκ, θαυμασμό αλλά και έντονες συζητήσεις για τα όρια της ανθρώπινης επιβίωσης.
Το δράμα των Άνδεων παραμένει μέχρι σήμερα μία από τις πιο συγκλονιστικές ιστορίες επιβίωσης στην Ιστορία.
