Μελέτη που πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του τεχνολογικού πανεπιστημίου του Μονάχου TUM) έδειξε ότι τα «φυτικά» έλαια και ειδικά το ελαιόλαδο μπορούν να ρυθμίσουν το αίσθημα της πείνας μετά από την κατανάλωση τους.
Εργαστηριακές ομάδες του πανεπιστημίου του Μονάχου και της Βιέννης, με την επιμέλεια των καθηγητών Peter Schieberle καιVeronica Somoza, αντίστοιχα, μελέτησαν τέσσερα διαφορετικά εδώδιμα λίπη και έλαια: λαρδί, λίπος βουτύρου, κραμβέλαιο και ελαιόλαδο.
Για μία περίοδο τριών μηνών, οι συμμετέχοντες της μελέτης έφαγαν 500γρ γιαούρτι χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, τα οποία εμπλουτίστηκαν με ένα από τα παραπάνω λίπη ή έλαια σε καθημερινή βάση, ως συμπλήρωμα στην κανονική διατροφή τους.
«Το ελαιόλαδο είχε τη μεγαλύτερη επίδραση στον κορεσμό» είπε ο καθηγητής Schieberle, επικεφαλής της έδρας TUM της χημείας τροφίμων και διευθυντής του γερμανικού ερευνητικού κέντρου για τη χημεία τροφίμων. «Η ομάδα του ελαιολάδου παρουσίασε υψηλότερη συγκέντρωση της ορμόνης σεροτονίνη στο αίμα, μια ορμόνη που είναι υπεύθυνη για τον κορεσμό. Ακόμα οι συμμετέχοντες δήλωσαν πως βρήκαν το γιαούρτι που ήταν εμπλουτισμένο με ελαιόλαδο πολύ χορταστικό.» Κατά τη διάρκεια της έρευνας, κανένας από τους συμμετέχοντες δεν παρουσίασε αύξηση στο ποσοστό σωματικού λίπους ή στο σωματικό βάρος τους.
Τα αποτελέσματα ήταν συναρπαστικά, καθώς τοκραμβέλαιο και το ελαιόλαδο εμπεριέχουν παρόμοια λιπαρά οξέα. Οι ερευνητές αποφάσισαν να στρέψουν την προσοχή τους σε ένα εντελώς διαφορετικό συστατικό, στις αρωματικές ενώσεις που εμπεριέχονται στο ελαιόλαδο. Στο δεύτερο μέρος της έρευνας, η μια ομάδα κατανάλωνε γιαούρτι εμπλουτισμένο με αρωματικές ενώσεις ελαιολάδου και το άλλο πλήρες γιαούρτι.
Οι ερευνητές βρήκαν ότι η συνολική ημερήσια πρόσληψη της ομάδας που κατανάλωνε ελαιόλαδο παρέμεινε η ίδια, ενώ η άλλη ομάδα κατανάλωνε 176 θερμίδες περισσότερες ημερησίως, παρ όλο που τα δύο διαφορετικά είδη γιαουρτιού είχαν τις ίδιες θερμίδες. Επίσης, επισημάνθηκε πως η ομάδα που κατανάλωνε το γιαούρτι με τις αρωματικές ενώσεις ελαιολάδου υιοθέτησε αυτή τη διατροφική συνήθεια στο καθημερινό διαιτολόγιο, ενώ η ομάδα που κατανάλωνε το πλήρες γιαούρτι δεν συνέχισε να το καταναλώνει μετά το τέλος της έρευνας. Επιπλέον, η ομάδα που κατανάλωνε το πλήρες γιαούρτι είχε μικρότερη συγκέντρωση της ορμόνης σεροτονίνη στο αίμα.
Το πόση ώρα μετά το γεύμα διαρκεί το αίσθημα κορεσμού εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, αλλά η συγκέντρωση γλυκόζης στο αίμα είναι ιδιαίτερα σημαντική. Όσο πιο γρήγορα πέφτει η συγκέντρωση γλυκόζης στο αίμα, τόσο πιο γρήγορα τα σωματικά κύτταρα απορροφούν τη γλυκόζη από το αίμα, και τόσο πιο σύντομα θα έρθει πάλι το αίσθημα της πείνας. Στο επόμενο μέρος λοιπόν της έρευνας, οι ερευνητές προσδιόρισαν ποιες από αυτές τις αρωματικές ενώσεις του ελαιολάδου είναι πιο αποτελεσματικές στο να αποτρέπουν την απορρόφηση της γλυκόζης.
Γι αυτή την έρευνα χρησιμοποιήθηκε ελαιόλαδο από την Ισπανία, την Ελλάδα, την Ιταλία και την Αυστραλία. Οι ερευνητές κατάφεραν να προσδιορίσουν δύο συστατικά τα οποία μειώνουν την απορρόφηση της γλυκόζης από το αίμα στα ηπατικά κύτταρα, την εξανάλη και την Ε2-εξανάλη.
Επίσης, ανακάλυψαν πως το Ιταλικό ελαιόλαδο περιείχε μεγαλύτερη συγκέντρωση από αυτές τις δυο αρωματικές ενώσεις. «Τα ευρήματά μας έδειξαν πως οι αρωματικές ενώσεις είναι ικανές να ρυθμίζουν τον κορεσμό», κατέληξε ο καθηγητής Schieberle. «Ελπίζουμε ότι αυτή η έρευνα θα ανοίξει τον δρόμο για την ανακάλυψη νέων, μειωμένης περιεκτικότητας σε λίπος, τροφίμων που θα αυξάνουν το αίσθημα του κορεσμού».
Για μία περίοδο τριών μηνών, οι συμμετέχοντες της μελέτης έφαγαν 500γρ γιαούρτι χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, τα οποία εμπλουτίστηκαν με ένα από τα παραπάνω λίπη ή έλαια σε καθημερινή βάση, ως συμπλήρωμα στην κανονική διατροφή τους.
«Το ελαιόλαδο είχε τη μεγαλύτερη επίδραση στον κορεσμό» είπε ο καθηγητής Schieberle, επικεφαλής της έδρας TUM της χημείας τροφίμων και διευθυντής του γερμανικού ερευνητικού κέντρου για τη χημεία τροφίμων. «Η ομάδα του ελαιολάδου παρουσίασε υψηλότερη συγκέντρωση της ορμόνης σεροτονίνη στο αίμα, μια ορμόνη που είναι υπεύθυνη για τον κορεσμό. Ακόμα οι συμμετέχοντες δήλωσαν πως βρήκαν το γιαούρτι που ήταν εμπλουτισμένο με ελαιόλαδο πολύ χορταστικό.» Κατά τη διάρκεια της έρευνας, κανένας από τους συμμετέχοντες δεν παρουσίασε αύξηση στο ποσοστό σωματικού λίπους ή στο σωματικό βάρος τους.
Τα αποτελέσματα ήταν συναρπαστικά, καθώς τοκραμβέλαιο και το ελαιόλαδο εμπεριέχουν παρόμοια λιπαρά οξέα. Οι ερευνητές αποφάσισαν να στρέψουν την προσοχή τους σε ένα εντελώς διαφορετικό συστατικό, στις αρωματικές ενώσεις που εμπεριέχονται στο ελαιόλαδο. Στο δεύτερο μέρος της έρευνας, η μια ομάδα κατανάλωνε γιαούρτι εμπλουτισμένο με αρωματικές ενώσεις ελαιολάδου και το άλλο πλήρες γιαούρτι.
Οι ερευνητές βρήκαν ότι η συνολική ημερήσια πρόσληψη της ομάδας που κατανάλωνε ελαιόλαδο παρέμεινε η ίδια, ενώ η άλλη ομάδα κατανάλωνε 176 θερμίδες περισσότερες ημερησίως, παρ όλο που τα δύο διαφορετικά είδη γιαουρτιού είχαν τις ίδιες θερμίδες. Επίσης, επισημάνθηκε πως η ομάδα που κατανάλωνε το γιαούρτι με τις αρωματικές ενώσεις ελαιολάδου υιοθέτησε αυτή τη διατροφική συνήθεια στο καθημερινό διαιτολόγιο, ενώ η ομάδα που κατανάλωνε το πλήρες γιαούρτι δεν συνέχισε να το καταναλώνει μετά το τέλος της έρευνας. Επιπλέον, η ομάδα που κατανάλωνε το πλήρες γιαούρτι είχε μικρότερη συγκέντρωση της ορμόνης σεροτονίνη στο αίμα.
Το πόση ώρα μετά το γεύμα διαρκεί το αίσθημα κορεσμού εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, αλλά η συγκέντρωση γλυκόζης στο αίμα είναι ιδιαίτερα σημαντική. Όσο πιο γρήγορα πέφτει η συγκέντρωση γλυκόζης στο αίμα, τόσο πιο γρήγορα τα σωματικά κύτταρα απορροφούν τη γλυκόζη από το αίμα, και τόσο πιο σύντομα θα έρθει πάλι το αίσθημα της πείνας. Στο επόμενο μέρος λοιπόν της έρευνας, οι ερευνητές προσδιόρισαν ποιες από αυτές τις αρωματικές ενώσεις του ελαιολάδου είναι πιο αποτελεσματικές στο να αποτρέπουν την απορρόφηση της γλυκόζης.
Γι αυτή την έρευνα χρησιμοποιήθηκε ελαιόλαδο από την Ισπανία, την Ελλάδα, την Ιταλία και την Αυστραλία. Οι ερευνητές κατάφεραν να προσδιορίσουν δύο συστατικά τα οποία μειώνουν την απορρόφηση της γλυκόζης από το αίμα στα ηπατικά κύτταρα, την εξανάλη και την Ε2-εξανάλη.
Επίσης, ανακάλυψαν πως το Ιταλικό ελαιόλαδο περιείχε μεγαλύτερη συγκέντρωση από αυτές τις δυο αρωματικές ενώσεις. «Τα ευρήματά μας έδειξαν πως οι αρωματικές ενώσεις είναι ικανές να ρυθμίζουν τον κορεσμό», κατέληξε ο καθηγητής Schieberle. «Ελπίζουμε ότι αυτή η έρευνα θα ανοίξει τον δρόμο για την ανακάλυψη νέων, μειωμένης περιεκτικότητας σε λίπος, τροφίμων που θα αυξάνουν το αίσθημα του κορεσμού».