Το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας της ΕΕ βάζει φρένο στις παροχές και τα επιδόματα οικονομικής στήριξης των ασθενέστερων.
Φρένο στις έκτακτες παροχές βάζει...
από το 2025 το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, σημειώνει η «Απογευματινή», με αποτέλεσμα φέτος να είναι η τελευταία χρονιά που η κυβέρνηση θα έχει τη δυνατότητα να μοιράσει το «παραπάνω» από τις υπερεισπράξεις στα φορολογικά έσοδα. Την ίδια στιγμή, σε καθοδική αναθεώρηση του στόχου για τον ρυθμό ανάπτυξης το 2024 αναμένεται να προχωρήσει το οικονομικό επιτελείο, στη σκιά των χαμηλότερων προβλέψεων από τους ξένους οίκους για όλες τις χώρες-μέλη και των μέτριων επιδόσεων της οικονομίας το 2023, καθώς το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2% έναντι εκτίμησης για 2,4%.
Έπειτα από αυτή την εξέλιξη, η πρόβλεψη στον προϋπολογισμό για επιτάχυνση φέτος στο 2,9% θεωρείται υπεραισιόδοξη, με τον πήχη να τοποθετείται κάτω από αυτό το όριο. Ωστόσο, οι νέες επί τα χείρω εκτιμήσεις για την έκταση της ανάπτυξης θα ληφθούν το επόμενο διάστημα με βάση την εικόνα που θα δώσουν οι πρόδρομοι δείκτες. Σε δημοσιονομικό πεδίο δεν αλλάζει κάτι με το Σύμφωνο Σταθερότητας, καθώς οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα και το δημόσιο χρέος παραμένουν «κλειδωμένοι» στο 2,1% του ΑΕΠ και στο 152,3% του ΑΕΠ αντίστοιχα, ενώ αμετάβλητες είναι οι προβλέψεις και για τον πληθωρισμό (μέση «ταχύτητα» 2,6% το 2024).
Το ύψος του πλεονάσματος
Στο μεταξύ, στις 22 Απριλίου ξεκαθαρίζει το τοπίο για το ύψος του πλεονάσματος του 2023 με βάση τα στοιχεία που θα ανακοινώσει η Eurostat και θα σφραγίσουν τις επόμενες έκτακτες κινήσεις από την κυβέρνηση για την αποκατάσταση των απωλειών στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών που επέφερε ο υψηλός πληθωρισμός της περασμένης διετίας. Οι κινήσεις αυτές θα είναι και οι τελευταίες, καθώς από το 2025 το σκηνικό αλλάζει δραστικά με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες να βάζουν φραγμό σε έκτακτα επιδόματα και επιταγές ακρίβειας που δίνονται με τη μορφή εισοδηματικών ενισχύσεων πρωτίστως σε ευάλωτους. Το στίγμα έδωσε στη Βουλή ο Κωστής Χατζηδάκης επισημαίνοντας χαρακτηριστικά ότι «αν ένα έτος πετύχουμε παραπάνω έσοδα από το προβλεπόμενο, δεν θα έχουμε τη δυνατότητα να τα μοιράσουμε σε παροχές. Αλλά και αντίστροφα, αν έχουμε λιγότερα έσοδα, δεν θα είμαστε υποχρεωμένοι να προβούμε σε περικοπές δαπανών». Όπως είπε ο υπουργός, «με αυτό τον τρόπο αποθαρρύνουμε υπέρμετρη αύξηση δαπανών σε καλές οικονομικές περιόδους-η οποία λειτουργεί πληθωριστικά-και ταυτόχρονα προστατεύουμε τις δημόσιες δαπάνες σε περιόδους οικονομικής ύφεσης. Δεν ξοδεύουμε τα περισσεύματα. Τα κρατάμε, ώστε στις δύσκολες περιόδους να μην υπάρχει πίεση στους πολίτες, όπως αυτή που υπήρξε για τους Έλληνες πολίτες την προηγούμενη δεκαετία».
Μείωση του χρέους
Με το νέο Σύμφωνο που θα εφαρμοσθεί πλήρως από το επόμενο έτος, ακόμα και αν το πρωτογενές πλεόνασμα λόγω υπερεισπράξεων είναι υψηλότερο από τον στόχο ολόκληρο, το «περίσσευμα» θα κατευθύνεται αποκλειστικά στη μείωση του χρέους. Το επίκεντρο της δημοσιονομικής προσαρμογής μετακινείται από το πρωτογενές πλεόνασμα στον ρυθμό αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών καθώς δεν πρέπει να υπερβαίνει το πλαφόν του 2,6% που πιθανότατα θα τεθεί. Μόνο στην περίπτωση που οι δαπάνες συγκρατηθούν χαμηλότερα από αυτό το όριο θα δημιουργείται ταμειακός χώρος για παροχές. Αντίθετα, όπως επισήμανε ο Κωστής Χατζηδάκης, «χειρότερη εκτέλεση επί του στόχου δαπανών θα αφαιρεί χώρο από τα επόμενα έτη. Και στην περίπτωση υπέρβασης του στόχου κατά ποσοστό που ξεπερνά το 0,3% του ΑΕΠ για ένα έτος ή 0,6% σωρευτικά, η ΕΕ θα μπορεί να θέσει το κράτος-μέλος σε διαδικασία υπερβολικού ελλείματος».