να κάνει κάποια συναλλαγή, η οποία προσφέρεται και ηλεκτρονικά, είναι από πανάκριβη έως και απαγορευτική. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, οι τράπεζες επιβάλλουν χρεώσεις σε μία μεγάλη γκάμα καθημερινών συναλλαγών που κάνουν οι πελάτες, προκαλώντας σε πολλές περιπτώσεις γκρίνιες και αγανάκτηση.
Μάλιστα πριν από καιρό η κυβέρνηση αναγκάστηκε να αναλάβει πρωτοβουλίες, προκειμένου να μειωθούν οι συναλλαγές, αλλά εκ του αποτελέσματος, φάνηκε ότι η παρέμβαση αυτή ήταν «σταγόνα στον ωκεανό».
Σε αυτό το κλίμα έχει πολυδιαφημιστεί το IRIS, ένα εργαλείο που αναμφίβολα είναι εξαιρετικά χρήσιμο και κυρίως δωρεάν, ωστόσο δεν καλύπτει το σύνολο των αναγκών των πολιτών.
Μία συνήθης ανάγκη είναι ένας εργαζόμενος να λαμβάνει τον μισθό του σε μία τράπεζα, και να έχει πιστωτική κάρτα που έχει εκδοθεί από κάποια άλλη και βέβαια πληρώνεται μέσα από εκείνη. Σε αυτή την περίπτωση ο εν λόγω πελάτης, προκειμένου να εξασφαλίσει τα απαραίτητα χρήματα ώστε να πληρώσει τον λογαριασμό της κάρτας, είναι αναγκασμένος να κάνει μεταφορά χρημάτων μεταξύ των λογαριασμών του στις δύο τράπεζες.
Το κόστος της παραπάνω κίνησης συνήθως φτάνει περίπου τα 4 ευρώ ανά συναλλαγή, εφόσον πρόκειται για άμεση μεταφορά. Για κάποιες τράπεζες οι εν λόγω χρεώσεις έχουν αυξηθεί το τελευταίο 6μηνο. Το IRIS για μεταφορά ενός πελάτη στον εαυτό του δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
Για παράδειγμα, ένας πελάτης τράπεζας έχει εισόδημα από τρεις διαφορετικές πηγές (μισθός, ενοίκιο, μέρισμα) και πληρώνει την κάρτα του στην 4η τράπεζα, τότε θα πρέπει να πληρώνει συνολικά 12 έως 15 ευρώ για τις τρεις συναλλαγές. Και όταν αυτό επαναλαμβάνεται κάθε μήνα, γίνεται αντιληπτό ότι πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο κόστος.
Οι τράπεζες, από την πλευρά τους, κάνοντας καμπάνια κατά καιρούς, αναφέρουν ότι οι προμήθειες που πληρώνουν οι έλληνες πελάτες, είναι σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με τους Ευρωπαίους.
Αυτό σε μεγάλο βαθμό είναι μεν αλήθεια, αλλά αυτό που αποκρύπτεται είναι οι διαφορετικές συνθήκες που υπάρχουν στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, τα επιτόκια καταθέσεων στην Ευρώπη είναι κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με την Ελλάδα, ενώ η πρόσβαση των δανειοληπτών στο τραπεζικό σύστημα στη χώρα μας είναι πολύ πιο δύσκολη, από ό,τι στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Επίσης, κάτι που μάλλον είναι δύσκολο να το καταλάβει κάποιος είναι ότι, εάν κάποιος από το εξωτερικό κάνει ένα έμβασμα στην Ελλάδα, η Τράπεζα που αποστέλλει το ποσό δεν λαμβάνει καμία προμήθεια, ενώ αντίθετα η τράπεζα υποδοχής στην Ελλάδα λαμβάνει. Επίσης ιδιαίτερα ακριβή είναι η αποστολή εμβάσματος στο εξωτερικό.
Ας δούμε μερικές χαρακτηριστικές προμήθειες:
Σε αυτό το κλίμα έχει πολυδιαφημιστεί το IRIS, ένα εργαλείο που αναμφίβολα είναι εξαιρετικά χρήσιμο και κυρίως δωρεάν, ωστόσο δεν καλύπτει το σύνολο των αναγκών των πολιτών.
Μία συνήθης ανάγκη είναι ένας εργαζόμενος να λαμβάνει τον μισθό του σε μία τράπεζα, και να έχει πιστωτική κάρτα που έχει εκδοθεί από κάποια άλλη και βέβαια πληρώνεται μέσα από εκείνη. Σε αυτή την περίπτωση ο εν λόγω πελάτης, προκειμένου να εξασφαλίσει τα απαραίτητα χρήματα ώστε να πληρώσει τον λογαριασμό της κάρτας, είναι αναγκασμένος να κάνει μεταφορά χρημάτων μεταξύ των λογαριασμών του στις δύο τράπεζες.
Το κόστος της παραπάνω κίνησης συνήθως φτάνει περίπου τα 4 ευρώ ανά συναλλαγή, εφόσον πρόκειται για άμεση μεταφορά. Για κάποιες τράπεζες οι εν λόγω χρεώσεις έχουν αυξηθεί το τελευταίο 6μηνο. Το IRIS για μεταφορά ενός πελάτη στον εαυτό του δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
Για παράδειγμα, ένας πελάτης τράπεζας έχει εισόδημα από τρεις διαφορετικές πηγές (μισθός, ενοίκιο, μέρισμα) και πληρώνει την κάρτα του στην 4η τράπεζα, τότε θα πρέπει να πληρώνει συνολικά 12 έως 15 ευρώ για τις τρεις συναλλαγές. Και όταν αυτό επαναλαμβάνεται κάθε μήνα, γίνεται αντιληπτό ότι πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο κόστος.
Οι τράπεζες, από την πλευρά τους, κάνοντας καμπάνια κατά καιρούς, αναφέρουν ότι οι προμήθειες που πληρώνουν οι έλληνες πελάτες, είναι σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με τους Ευρωπαίους.
Αυτό σε μεγάλο βαθμό είναι μεν αλήθεια, αλλά αυτό που αποκρύπτεται είναι οι διαφορετικές συνθήκες που υπάρχουν στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, τα επιτόκια καταθέσεων στην Ευρώπη είναι κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με την Ελλάδα, ενώ η πρόσβαση των δανειοληπτών στο τραπεζικό σύστημα στη χώρα μας είναι πολύ πιο δύσκολη, από ό,τι στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Επίσης, κάτι που μάλλον είναι δύσκολο να το καταλάβει κάποιος είναι ότι, εάν κάποιος από το εξωτερικό κάνει ένα έμβασμα στην Ελλάδα, η Τράπεζα που αποστέλλει το ποσό δεν λαμβάνει καμία προμήθεια, ενώ αντίθετα η τράπεζα υποδοχής στην Ελλάδα λαμβάνει. Επίσης ιδιαίτερα ακριβή είναι η αποστολή εμβάσματος στο εξωτερικό.
Ας δούμε μερικές χαρακτηριστικές προμήθειες:
- Αναλήψεις μετρητών με χρεωστικές κάρτες από ΑΤΜ άλλη τράπεζας από 0,60 έως 0,75 ευρώ. Για αναλήψεις σε ξένο νόμισμα η προμήθεια μπορεί να φτάσει και τα 4 ευρώ.
- Η ετήσια συνδρομή ανανέωσης χρεωστικής κάρτας έως και 20 ευρώ.
- Για παροχή αντιγράφου κινήσεων σε συγκεκριμένη διεύθυνση, η μηνιαία χρέωση ανέρχεται έως και 1,5 ευρώ ανά αποστολή.
- Για την υπηρεσία ειδοποιήσεων (Alerts), μέσω των e-mail είναι δωρεάν, ενώ για τα sms η χρέωση είναι από 0,2 ευρώ ανά sms έως 20 ευρώ ανά έτος.
- Για άμεσες χρεώσεις με χρέωση λογαριασμού αναλόγως του Οργανισμού (μεμονωμένες ή επαναλαμβανόμενες – πάγιες) η χρέωση κυμαίνεται από 0 έως 0,60 ευρώ ανά συναλλαγή.
- Για εξερχόμενη μεταφορά πίστωσης 5.000 ευρώ εντός SEPA (Ενιαίος Χώρος Πληρωμών σε Ευρώ / Single European Payments Area η προμήθεια είναι από 12 έως 17 ευρώ ανά συναλλαγή μέσω τραπεζικού καταστήματος και από 1 έως 1,40 ευρώ ανά συναλλαγή μέσω internet / mobile banking).
- Για εισερχόμενη μεταφορά πίστωσης 5.000 ευρώ εντός SEPA η προμήθεια κυμαίνεται από 3 έως 4 ευρώ.
Οι προμήθειες αλλάζουν στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, εφόσον η μεταφορά είναι με υψηλή προτεραιότητα.