Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2024

Η μετάβαση στο ''μη είναι'' και το σπήλαιο του Σωκράτη



ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΑ

Τι είναι η γέννηση μιας ζωής; Το θαύμα της ανατολής του ήλιου απ' τα χρυσαφένια παλάτια του, που προσιδιάζει με την αρχή της πορείας του ανθρώπου την οποία περιγράφει εικονοπλαστικά με την τρυφερή και λυρική γραφή της η Μελισσάνθη (''Στην νύχτα που έρχεται'').

Την...  

 
περιγράφει σαν τη γύρη που ταξιδεύει στον άνεμο, ρίχνει ρίζες κάποια στιγμή στο χώμα και γίνεται δέντρο ζωής. Πετάει κλαδιά και φύλλα πολλαπλασιασμού και ακονίζει τις αντιστάσεις της όσο κρατούν τα ατέλειωτα καλοκαίρια, μέχρι να 'ρθουν να τη βρουν οι βαριές συννεφιές και οι καταιγίδες του χειμώνα που κυοφορούν τον παράξενο άνεμο του θανάτου.

Του θανάτου τον οποίο προαναγγέλλει μια τρίλια πουλιού κρυμμένου στη φυλλωσιά του δέντρου, εικόνα που παραπέμπει στον ''αόρατο θίασο'' του Καβάφη (''Απολείπειν ο θεός Αντώνιον'') - τον οποίο είχαν ερμηνεύσει οι Αλεξανδρινοί ως θεϊκό σημάδι προειδοποίησης στον Ρωμαίο στρατηγό Μάρκο Αντώνιο (από τον προστάτη του θεό Διόνυσο) για τον θάνατο που πλησίαζε - έχοντας υπόψη τους, προφανώς, σχετικό χωρίο του ιστορικού Πλουτάρχου (''Βίοι Παράλληλοι''-Βίος Αντωνίου, 75).

Τον θάνατο που πλησίαζε για τον Μάρκο Αντώνιο (83-30 π Χ) την νύχτα της παραμονής της εισόδου των στρατευμάτων του Οκτάβιου στην πολιορκημένη Αλεξάνδρεια, την οποία υπεράσπιζε (μαζί με όλη την Ανατολή) εξ ονόματος της αγαπημένης του Κλεοπάτρας (69- 30 π Χ), τελευταίας βασίλισσας της Αιγύπτου πριν την προσάρτηση της χώρας της στην επεκτεινόμενη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Εικόνα τρομακτική η καβαφική προτροπή για αποδοχή με αξιοπρέπεια της ήττας από τον Αντώνιο και αποχαιρετισμό της ζωής (''Αλεξάνδρειας'') με τις ελπίδες και τα όνειρά του. Πολύ περισσότερο, όταν τον έτρωγε η αβεβαιότητα του επικείμενου θανάτου, κι ας αιωρούνταν στον αέρα γι' αυτόν και τους άλλους κοινούς θνητούς ο παρηγορητικός λόγος του Σωκράτη (469-399) ''Ουκ έστιν ανδρί αγαθώ κακόν ουδέν ζώντι ούτε τελευτήσαντι'' (μ.τ.φ: ''Ο καλός άνθρωπος δεν παθαίνει τίποτα κακό ούτε ζωντανός ούτε και νεκρός'', Πλάτων: ''Απολογία'').

Ωστόσο ''Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον'' και υπογράφει εν τέλει τον θάνατο του ανθρώπου. Τον θάνατο που στη Μελισσάνθη μοιάζει με παράξενο άνεμο ο οποίος σαρώνει το δέντρο της ζωής ρίχνοντάς το βίαια κάτω με τις ρίζες ψηλά στον αέρα.

Έτσι το λαμπρό άστρο της βυθίζεται στον ορίζοντα της δύσης, που το ρουφάει αργά, σταθερά και ανελέητα σκοτεινιάζοντας τα χρώματά της, μέχρι που χάνονται οι λάμψεις στα σύννεφα και το χρυσάφι στον ουρανό. Το μουντό σκοτάδι θολώνει τον αέρα και σπρώχνει το χλωμό άστρο της ζωής έξω απ' τη γη σκορπίζοντας παγερή ανατριχίλα στην τελευταία της πράξη.

Η μετάβαση στο ''μη είναι'' φοβίζει, κι ας μας συντροφεύει η αρχαία σκέψη ότι διαρκώς γεννιόμαστε και διαρκώς πεθαίνουμε. ''Η ζωή μας'', λέει ο Κωνσταντίνος Τσάτσος (''Αφορισμοί και διαλογισμοί''), ''είναι θεμελιωμένη πάνω σε μια ανυπερνίκητη απάτη, σχεδόν ψευδαίσθηση: να περπατάμε νύχτα σε δάσος γεμάτο θανάσιμα δόκανα και να είμαστε βέβαιοι, βαθιά μέσ' στην ψυχή μας, πως θα το περάσουμε ζωντανοί, ενώ είναι βέβαιο μόνο το αντίθετο, ο θάνατος. Γιατί το δάσος δεν τελειώνει...''.

Δεν τελειώνει και συνεχίζεται ξεφορτώνοντας τις ψυχές στον δικό τους πλανήτη, τον πλανήτη των ψυχών, όπου - τουλάχιστον για τους Έλληνες - νησίδα ζωής στον ωκεανό ανυπαρξίας είναι το ''Σπήλαιο'' του Σωκράτη...

Ο Θεός των χριστιανών, θα μου πείτε - ο Θεός των σύγχρονων Ελλήνων - νικά όλους τους φιλοσόφους στην ψυχή τους, αν και στο βάθος-βάθος υπάρχει προσέγγιση. Έτσι η ψυχή ''ουσία άυλη, άφθαρτη και αθάνατη''... ''κάτι το αόρατον, πάγκαλον και θείον'', (Πλάτων: ''Φαίδων'') οδεύει είτε στα Ηλύσια πεδία των άξιων μετά θάνατον (βλ. ''Παράδεισο'' στον Χριστιανισμό) είτε στα Τάρταρα των ανάξιων και αμαρτωλών (βλ. ''Κόλαση'' στον Χριστιανισμό).

Στα Ηλύσια του πλανήτη των ψυχών το αποκούμπι τους λέγεται ''Σπήλαιο''. Το ''Σπήλαιο του Σωκράτη'', όπου χιονίζει μια αιωνιότητα, αλλά τα δρομολόγια των ψυχών εκτελούνται κανονικά. Ένα αόρατο φέγγος κυματίζει μόνιμα εκεί πάνω απ' την Ειμαρμένη των ενσαρκωμένων ψυχών εκπέμποντας μαγικά τον αψηλάφητο φωσφορισμό τους.

Στο φαντασιακό περιβάλλον με τους υπόγειους θαλάμους απεριόριστων διαστάσεων, τα αυτοσχέδια κιόσκια με τις ενσαρκωμένες ψυχές (ενταγμένες σε συστήματα διαστρωμάτωσης με βάση τον χρόνο) και τα σκοτεινά ανάγλυφα του ''Σπηλαίου'' , μπορεί να αναγνωρίσει κανείς την ενσώματη εικόνα πλήθους αρχαίων και μεταγενέστερων Ελλήνων, που μοιάζουν να βγήκαν από ασύλητους τάφους νεκροπόλεων με θησαυρούς ασύμμετρης πένθιμης ύλης.

Ο Χρόνος βαδίζει γοργά, τακτικά και αδυσώπητα για όλους. Έτσι βρίσκονται από κοινού, αργά ή γρήγορα, στη δύση της ζωής τους επώνυμοι και ανώνυμοι, πλούσιοι και φτωχοί, τίμιοι και άτιμοι, τυχεροί και άτυχοι (για να θυμηθώ την τριλογία του Γρηγόρη Ξενόπουλου), επιβεβαιώνοντας το ''κοινή γαρ τύχη...'' του Ισοκράτη για το αναπόφευκτο του θανάτου.

''Tertium non datur'': Δεν υπάρχει τρίτη περίπτωση (επιλογή μεταξύ ζωής και θανάτου, για να το προσαρμόσω στο θέμα μας), έλεγαν οι Ρωμαίοι. Και η τραγική ειρωνεία είναι ότι - ενώ η μέρα τελειώνει τον βίο της με λαμπρό ηλιοβασίλεμα για να ξαναγεννηθεί την επομένη - η ζωή του ανθρώπου επί της γης τελειώνει δια παντός μέσα σρ επιθανάτια αγωνία...

Η θυσία του Εσταυρωμένου Χριστού μπορεί να συμφιλίωσε θεωρητικά τον άνθρωπο με τον θάνατο απελευθερώνοντάς τον από τον φόβο της μοίρας, της ανυπαρξίας και της ενοχής και της καταδίκης για τις επίγειες αμαρτίες του, στην πράξη όμως η συμφιλίωση αυτή εξανεμίζεται απ' την αγωνία του θανάτου. η οποία φέρνει τον άνθρωπο αντιμέτωπο με το απόλυτο άγνωστο μετά θάνατο και με την έσχατη ανυπαρξία.

Ανυπαρξία που έκανε τον Γάλλο φιλόσοφο Ζαν Πωλ Σάρτρ να εκφράσει τολμηρά το ''σύνδρομο'' της βαθιάς αγωνίας ενός ετοιμοθάνατου λέγοντας ''Καλύτερα να υπάρχει μια κόλαση κι ας πήγαινα εκεί'' (βλ. ἐμβληματικὸ, φιλοσοφικό δοκίμιο ''Τὸ Είναι καὶ τὸ Μηδὲν''), υπό την έννοια ότι η Κόλαση ( συγκριτικά με την ανείπωτη αγωνία του ανθρώπου στην τελική διάβαση, στο πέρασμα δηλαδή της ύπαρξής του στην ανυπαρξία) - μπορεί να αντιμετωπιστεί με καθαρὴ λογικὴ...

Συμπληρωματική βιβλιογραφία

Βούλα Ηλιάδου: Ο Πλανήτης των Ψυχών (κεφ: Η Ειμαρμένη των ενσαρκωμένων ψυχών), εκδ. Βακχικόν, 2021.

Κρινιώ Καλογερίδου