τις άλλες. Νωρίς–νωρίς έπεσε το φως της μέρας, το σκοτάδι πλημμύρισε κάθε γωνιά στο στερέωμα. Ο χειμώνας βαρύς, σκληρή στιγμή η παγωνιά, ο αγέρας γύρω αγριεμένος. Τα ζωντανά της φύσης φοβισμένα κούρνιασαν νωρίς κι αυτά, ψάχνοντας ζεστή φωλίτσα, να ξεπεράσουν την αμίλητη ερημιά του σκοταδιού.
Όμως οι άνθρωποι, εμείς, οι άνθρωποι όλοι πάνω στη γη, απόψε δε βλέπω να φοβούνται. Δε νιώθω να τρέμουν τα χειλάκια των παιδιών ούτε της γραίας τα ξερομαυρισμένα από το χρόνο χέρια. Τα χέρια μας θα γίνουν απόψε πιο μεγάλα, οι αγκαλιές μας θα γίνουν πελώριες. Τα μάτια μας δεν θα λοξοκοιτάξουν, δε θα ξεφύγει τίποτε απόψε, δεν θα ξεχάσουμε κανέναν.
Ελα Γεωργία, έλα Σοφία. Ελα κοντά Βασίλη, ζύγωσε λίγο ακόμη πιο κοντά Δημήτρη. Δεν θα ξεχάσουμε κανέναν, κανείς δε μένει μόνος του απόψε. Τα χέρια έπλεξαν χορό, στεφάνι ολόχαρο στα μαλλιά μας από ηλιαχτίδες που λάμπουν και στης νύχτας το σκοτάδι. Οι ψυχές απόψε και βλέπουν και μιλούν. Οι ανθρώπινες ψυχές αισθάνονται αλλιώς απόψε. Βγήκαν για να γιορτάσουν τη χαρά, οι ψυχές για τις ψυχές.
Φάνηκε πια της φύσης η ελπίδα.
Αρχισε το φως πιότερο να γίνεται, οι μέρες μεγαλώνουν.
Ο πόνος και οι κόποι της ζωής ατέλειωτος καϋμός.
Μπορούμε να ξεφύγουμε, φωνάζουν οι στιγμές.
Δεν είναι μόνο πόνος η ζωή, δεν έχει μόνο σύννεφα ο δρόμος.
Απόψε νιώθουμε την άλλη μας ζωή, άνθρωποι, άνθρωποι, άνθρωποι.
Η γη μας, πιο όμορφη γίνεται απόψε κι ας νύχτωσε νωρίς-νωρίς.
Χίλιες οι σκέψεις μας, πολλές, οι ατυχίες μύριες, το δάκρυ μας κι αυτό ανθρώπινο, πολλά στερνά, κρυφά. Σκέψη και πνεύμα απόψε αντάμα έστησαν χορό. Δε θα κοιμηθούν, θα ξαναγεννηθούν, τρόπο καινούργιο ψάχνουν για να βρουν. Δεν θα είναι κρύες οι ψυχές κι ας λυσσομανά από ώρα. Δε θα είναι άδειες απόψε οι ψυχές κι ας έχω άδειες τις τσέπες στο φτωχό μου πανωφόρι. Δεν είναι μόνη η ματιά μου απόψε κι ας είμαι ολομόναχος. Ολων των κόσμων οι ματιές ενώνονται απόψε, γίνονται μία. Κοιτούν ψηλά στον Ουρανό, ψάχνοντας ταπεινά να βρουν αλήθεια, την αιώνια αλήθεια και τον σκοπό της ύπαρξής μας. Δεν θα κρυώνω απόψε γιατί τα αστέρια κατέβηκαν στη γη. Δεν θα είναι τα αστέρια μας χρυσά, μη κι ασημένια, δεν θα φαντάζουν κρύα, μα ζεστά. Λόγος ζεστός, ολόγλυκα φιλιά στους ταπεινούς της γης συνοδοιπόρους.
Δεν θα φοβηθώ απόψε να τραγουδήσω γιατί όλοι μαζί με μια φωνή θα υμνολογούμε τον ερχομό της αναγέννησης, της ελπίδας. Το φως της ψυχής, μας πλημμυρίζει, αισθάνομαι την πανανθρώπινη αλήθεια κι έτσι με τη συνείδησή μου σύμμαχο θα ηρεμώ. Αρκούμαι πια που σκέφτομαι, μου φτάνει που αισθάνομαι, ευχαριστώ που ζω.
Συνοδοιπόρε μου, έχω και το δικό σου βλέμμα τριγύρω μου. Νιώθω και τη δική σου ζεστασιά κοντά μου, ακούω την ανάσα σου ανάσα μου, πιάνομαι στα χέρια σου κι ακολουθώ. Ψάχνω κι απόψε καρτερώ εσένα, εσένα που γεννήθηκες απλός, ολόγυμνος, αληθινός. Ασήμαντος κι εσύ, φτωχός, μόνος κι εγώ, φτωχός. Σ΄ ακολουθώ και στο πλάι σου δύναμη παίρνω, θάρρος απεριόριστο, θείο Δώρο, μεγαλείο, που μόνο ψυχή αγνή θέλει για να το νιώσεις. Αδολη ψυχή θέλει να το δεχτείς. Ακολουθώ εσένα που χθες πονούσες σαν κι εγώ, ακολουθώ εσένα που χθες γελούσες σαν εμένα.
Ελάτε παιδιά, ελάτε τώρα πιο κοντά, μα πιο κοντά δε γίνεται, απόψε είμαστε ένα. Δε μας χωρίζει τίποτα απόψε, τίποτα δεν μας τρομάζει. Χωράμε όλοι μας στην ίδια αγκαλιά, μία να είναι η συντροφιά, κι από νωρίς ως το πρωί θα νιώθουμε ένα, όπως κι εγώ όπως κι εσύ, μαζί.
Όμως οι άνθρωποι, εμείς, οι άνθρωποι όλοι πάνω στη γη, απόψε δε βλέπω να φοβούνται. Δε νιώθω να τρέμουν τα χειλάκια των παιδιών ούτε της γραίας τα ξερομαυρισμένα από το χρόνο χέρια. Τα χέρια μας θα γίνουν απόψε πιο μεγάλα, οι αγκαλιές μας θα γίνουν πελώριες. Τα μάτια μας δεν θα λοξοκοιτάξουν, δε θα ξεφύγει τίποτε απόψε, δεν θα ξεχάσουμε κανέναν.
Ελα Γεωργία, έλα Σοφία. Ελα κοντά Βασίλη, ζύγωσε λίγο ακόμη πιο κοντά Δημήτρη. Δεν θα ξεχάσουμε κανέναν, κανείς δε μένει μόνος του απόψε. Τα χέρια έπλεξαν χορό, στεφάνι ολόχαρο στα μαλλιά μας από ηλιαχτίδες που λάμπουν και στης νύχτας το σκοτάδι. Οι ψυχές απόψε και βλέπουν και μιλούν. Οι ανθρώπινες ψυχές αισθάνονται αλλιώς απόψε. Βγήκαν για να γιορτάσουν τη χαρά, οι ψυχές για τις ψυχές.
Φάνηκε πια της φύσης η ελπίδα.
Αρχισε το φως πιότερο να γίνεται, οι μέρες μεγαλώνουν.
Ο πόνος και οι κόποι της ζωής ατέλειωτος καϋμός.
Μπορούμε να ξεφύγουμε, φωνάζουν οι στιγμές.
Δεν είναι μόνο πόνος η ζωή, δεν έχει μόνο σύννεφα ο δρόμος.
Απόψε νιώθουμε την άλλη μας ζωή, άνθρωποι, άνθρωποι, άνθρωποι.
Η γη μας, πιο όμορφη γίνεται απόψε κι ας νύχτωσε νωρίς-νωρίς.
Χίλιες οι σκέψεις μας, πολλές, οι ατυχίες μύριες, το δάκρυ μας κι αυτό ανθρώπινο, πολλά στερνά, κρυφά. Σκέψη και πνεύμα απόψε αντάμα έστησαν χορό. Δε θα κοιμηθούν, θα ξαναγεννηθούν, τρόπο καινούργιο ψάχνουν για να βρουν. Δεν θα είναι κρύες οι ψυχές κι ας λυσσομανά από ώρα. Δε θα είναι άδειες απόψε οι ψυχές κι ας έχω άδειες τις τσέπες στο φτωχό μου πανωφόρι. Δεν είναι μόνη η ματιά μου απόψε κι ας είμαι ολομόναχος. Ολων των κόσμων οι ματιές ενώνονται απόψε, γίνονται μία. Κοιτούν ψηλά στον Ουρανό, ψάχνοντας ταπεινά να βρουν αλήθεια, την αιώνια αλήθεια και τον σκοπό της ύπαρξής μας. Δεν θα κρυώνω απόψε γιατί τα αστέρια κατέβηκαν στη γη. Δεν θα είναι τα αστέρια μας χρυσά, μη κι ασημένια, δεν θα φαντάζουν κρύα, μα ζεστά. Λόγος ζεστός, ολόγλυκα φιλιά στους ταπεινούς της γης συνοδοιπόρους.
Δεν θα φοβηθώ απόψε να τραγουδήσω γιατί όλοι μαζί με μια φωνή θα υμνολογούμε τον ερχομό της αναγέννησης, της ελπίδας. Το φως της ψυχής, μας πλημμυρίζει, αισθάνομαι την πανανθρώπινη αλήθεια κι έτσι με τη συνείδησή μου σύμμαχο θα ηρεμώ. Αρκούμαι πια που σκέφτομαι, μου φτάνει που αισθάνομαι, ευχαριστώ που ζω.
Συνοδοιπόρε μου, έχω και το δικό σου βλέμμα τριγύρω μου. Νιώθω και τη δική σου ζεστασιά κοντά μου, ακούω την ανάσα σου ανάσα μου, πιάνομαι στα χέρια σου κι ακολουθώ. Ψάχνω κι απόψε καρτερώ εσένα, εσένα που γεννήθηκες απλός, ολόγυμνος, αληθινός. Ασήμαντος κι εσύ, φτωχός, μόνος κι εγώ, φτωχός. Σ΄ ακολουθώ και στο πλάι σου δύναμη παίρνω, θάρρος απεριόριστο, θείο Δώρο, μεγαλείο, που μόνο ψυχή αγνή θέλει για να το νιώσεις. Αδολη ψυχή θέλει να το δεχτείς. Ακολουθώ εσένα που χθες πονούσες σαν κι εγώ, ακολουθώ εσένα που χθες γελούσες σαν εμένα.
Ελάτε παιδιά, ελάτε τώρα πιο κοντά, μα πιο κοντά δε γίνεται, απόψε είμαστε ένα. Δε μας χωρίζει τίποτα απόψε, τίποτα δεν μας τρομάζει. Χωράμε όλοι μας στην ίδια αγκαλιά, μία να είναι η συντροφιά, κι από νωρίς ως το πρωί θα νιώθουμε ένα, όπως κι εγώ όπως κι εσύ, μαζί.
Μαζί…, μαζί…., μαζί…..
Μόνο μη ξεχαστούμε, ΜΗ, μία φορά θα ζήσουμε πάνω σ΄ αυτή τη γη.
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ και ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ
λογοτεχνικά κείμενα: Αγγελος Αγγελίδης