Του καθηγητή ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΙΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι στην Ινδία τα προβλήματα υποσιτισμού και θανάτων από πείνα θα μπορούσαν να επιλυθούν άμεσα καθώς η χώρα αυτή διαθέτει τεράστιους αριθμούς αγελάδων, εφόσον, βέβαια, η αγελάδα δεν αποτελούσε για τους Ινδούς, “ιερό ζώο” που απαγορεύεται όχι μόνο να σφαγιασθεί για να προσφέρει “κρέας για φαγητό”, αλλά ακόμη και να ενοχληθεί !
Ο Γερμανός κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ στην μονογραφία του με τίτλο «Το Προτεσταντικό Ήθος και το Πνεύμα του Καπιταλισμού» υποστήριξε την άποψη ότι το προτεσταντικό ήθος, έδωσε τα απαραίτητα ψυχορμήματα για την θρησκευτική προσήλωση κάθε ατόμου στην επαγγελματική του απασχόληση και την αδιάκοπη επιδίωξη του οικονομικού κέρδους και της αποταμίευσης που αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος.
Το προτεσταντικό ήθος ήρθε σε ρήξη με το ρωμαιοκαθολικό καθώς ενώ οι Καθολικοί έδιναν ιδιαίτερη έμφαση στις αγαθές επίγειες πράξεις για μεταφυσική επιβράβευση “...στην επουράνειο Βασιλεία” οι Προτεστάντες διακήρυξαν αιρετικά ότι η οικονομική επιτυχία στην επίγεια ζωή αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση και συνάμα επιβεβαίωση της “...κληρονομίας της επουράνιας βασιλείας”, για τους πιστούς.
Το προτεσταντικό δόγμα του Τζων Κάλβιν, ειδικότερα, θεώρησε ως δεδομένο γεγονός τον προκαθορισμό της θέσης κάθε πιστού στην μετέπειτα ζωή και έτσι καμία συγκεκριμένη πράξη, ακόμη και η επιλογή του ασκητικού και μοναστικού βίου δεν μπορούσε να αλλάξει τις προκαθορισμένες αποφάσεις του Υψίστου.
Σύμφωνα με το Κάλβιν κάθε καλός προτεστάντης μπορεί να εντοπίσει τις ενδείξεις που του χρειάζονται ακολουθώντας πιστά το “προτεσταντικό ήθος” που περιλαμβάνει την σκληρή δουλειά, την σοβαρότητα, την αποφυγή κάθε σπατάλης, την αποταμίευση και τον περιορισμό των σαρκικών απολαύσεων και της ηδονής. Οι ενδείξεις ότι το άτομο ανήκει στους “εκλεκτούς του Κυρίου” είναι ταυτόσημες με την κοινωνική-οικονομική του επιτυχία στην επίγεια ζωή του. Ακολουθώντας πιστά τις προδιαγραφές του δόγματος του Κάλβιν, και επικουρούμενο από λίγη καλή τύχη, το άτομο μπορεί να επιτύχει κοινωνικό-οικονομική άνοδο…Επαγωγικά η συλλογική απόληξη μυριάδων τέτοιων ατομικών επιδόσεων δημιούργησε το απαραίτητο υπόβαθρο για την εδραίωση του Καπιταλισμού.
Έρευνες με βάση τη θεωρητική τοποθέτηση του Μαξ Βέμπερ πιστοποίησαν το γεγονός ότι ο δρόμος για την ανάπτυξη του καπιταλιστικού συστήματος χαρακτήρισε προτεσταντικά κράτη και ομάδες και πληθυσμιακά σύνολα προτεσταντών που ζούσαν σε χώρες με μικτά χριστιανικά δόγματα. Εύλογα ο καπιταλισμός δεν αναπτύχθηκε σαν κυρίαρχο οικονομικό σύστημα σε χώρες όπου πρυτανεύει το ρωμαιοκαθολικό θρησκευτικό ήθος ή και το δικό μας ορθόδοξο, δεδομένου ότι τα δόγματα αυτά εμμένουν στην «ματαιότητα της ευημερίας στην επίγεια» ζωή και, φυσικά, στη «ματαιότητα» της συσσώρευσης υλικών αγαθών επί γης.
Σε χώρες με θρησκευτικά συστήματα του Ισλάμ, του Ιουδαϊσμού, του Ινδουισμού, του Βραχμανισμού με δοξασίες και συστήματα αξιών που συγγενεύουν με το γενικότερο πνεύμα του ρωμαιοκαθολικού δόγματος οδηγούν στο συμπέρασμα ότι σε μερικές χώρες οι θρησκευτικές δομές έδρασαν ανασταλτικά στα θέματα της οικονομικής ανάπτυξης, σε άλλες χώρες λειτούργησαν θετικά συνεπικουρούμενες από εξωγενείς προς το οικονομικό σύστημα παράγοντες και σε άλλες δεν τεκμηριώθηκε θετική ή αρνητική σχέση μεταξύ θρησκευτικού δόγματος και οικονομικής ανάπτυξης
Η Ιαπωνία αποτελεί, φαινομενικά, μια κραυγαλέα αντίφαση της σχέσης ανάμεσα σε θρησκευτικές δοξασίες και οικονομική ανάπτυξη. Μια προσεκτική όμως μελέτη δογμάτων και δομών της ιαπωνικής κοινωνίας και των δοξασιών του shogun Tokugawa διαδραμάτισαν κεντρικό και καθοριστικά θετικό ρόλο στις διαδικασίες της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας του ανατέλλοντος ήλιου. Το δόγμα του Τογκουγκάγουα στην Ιαπωνία (όπου το 85% περίπου του πληθυσμού ανήκουν στο Σιντοϊσμό) υποστηρίζει τις αρχές της σκληρής εργασίας και της αποταμίευσης πόρων επιτρέποντας, ταυτόχρονα, την εισαγωγή των αναγκαίων κοινωνικών και πολιτικών-πολιτιστικών μεταρρυθμίσεων από τους παντοδύναμους και αδιαμφισβήτητους φορείς της εξουσίας διευκολύνοντας έτσι τόσο την εισαγωγή νεωτεριστικών θεσμών όσο και την εδραίωση του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος στην Ιαπωνία.
Ο καθηγητής ψυχολογίας του Χάρβαρντ, δόκτωρ Ντέηβιντ Μακ Λέλλαντ σε μια σχετική θεωρία του διατείνεται ότι ένας τόσο συγκεκριμένος παράγοντας όπως η προσωπικότητα του ατόμου μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία της οικονομικής ανάπτυξης ενός κοινωνικού συστήματος παρακωλύοντας ή διευκολύνοντας την πραγμάτωσή της ανάλογα με τη δομή της προσωπικότητας του ατόμου.
Συγκεκριμένα, εφόσον υπάρχουν οι απαραίτητοι οικονομικοί παράγοντες κεφαλαίων, τεχνολογικής και υλικοτεχνικής υποδομής τότε η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να πραγματωθεί εάν το συγκεκριμένο κοινωνικό σύστημα μεγάλος αριθμός ατόμων που κοινωνικοποιήθηκαν και διαπαιδαγωγήθηκαν στο σπίτι και το σχολείο με αρχές ελευθερίας διαθέτουν προσωπικότητα με κύρια χαρακτηριστικά “την ανάγκη για επιτυχία” και την επιθυμία για κοινωνικο-οικονομική άνοδο.
Ο Μακλέλλαντ και οι συνεργάτες του μελέτησαν την αρχαία ελληνική κοινωνία, αξιολόγησαν επικήδειους διαφόρων ιστορικών περιόδων της αρχαιότητας και συμπέραναν ότι η οικονομική ανάπτυξη συντελέστηκε αφού επί δυο και τρεις γενιές η διαπαιδαγώγηση των παιδιών των ελληνικών οικογενειών στην αρχαιότητα είχε σαν απόληξη την καθιέρωση προσωπικοτήτων με έντονη επιθυμία για επιτυχία, κοινωνικοοικονομική άνοδο και βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου και ταυτόχρονα ανεξάρτητο χαρακτήρα.
Αντιθέτως η οικονομική πρόοδος ανεστάλη και ουσιαστικά “μαράθηκε” όταν η διαπαιδαγώγηση των παιδιών ήταν τέτοια ώστε να δημιουργεί ενήλικους με έντονα συντηρητικά στοιχεία προσωπικότητας, με δυνατές υποσυνείδητες ανάγκες για “ασφάλεια και σιγουριά” για διατήρηση των κεκτημένων, για αισθησιακές απολαύσεις και καλοπέραση.
Σύγχρονα δεδομένα ψυχολογικών και κοινωνιολογικών ερευνών επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι μέσα από τις διαδικασίες κοινωνικοποίησης όταν τα βιώματα των νέων γενεών απολήγουν σε δημιουργία συντηρητικής προσωπικότητας, η οικονομική ανάπτυξη είναι καταδικασμένη σε αποτυχία καθώς τα άτομα αποφεύγουν κάθε ρίσκο και αποζητούν την ασφάλεια και την σταθερότητα που τόσο εύγλωττα εκφράζει το λαϊκό μας ρητό περιγράφοντας την ψυχολογία της απασχόλησης στον Δημόσιο Τομέα ότι... “τρεις κι εξήντα, αλλά βρέξει, χιονίσει η καραβάνα θα γεμίσει!...”
Αντίθετα η δημιουργία δομών προσωπικότητας με έντονη ανάγκη για προσωπική επιτυχία και κοινωνικό-οικονομική βελτίωση κάνει τα άτομα περισσότερο ριψοκίνδυνα, θετικά σε αλλαγές, μεταρρυθμίσεις και καινοτόμους νεωτερισμούς.
Στη σύγχρονη Ελλάδα εμφανώς η περασμένη γενιά των επιτυχημένων βιοτεχνών και μικρομεσαίων επιχειρηματιών έδωσε τη θέση της σε μια νέα γενιά που «βολεύτηκε» στη δημόσιο-υπαλληλική νοοτροπία της συντήρησης και διατήρησης των κεκτημένων παρά για ρίσκο και αναζήτηση αλλαγής....
Η οικονομική ανάπτυξη ενός κοινωνικού συστήματος προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, την ύπαρξη κεφαλαίου, άρτια εκπαιδευμένου ανθρώπινου δυναμικού, υποδομή τεχνολογικών γνώσεων, πολιτικών δομών και το κατάλληλο ψυχολογικό κλίμα. Το ψυχολογικό κλίμα περιλαμβάνει την επίδραση ψυχοκοινωνικών παραγόντων στη διαμόρφωση οικονομικών διαδικασιών και μεγεθών αφορά δηλαδή στα αίτια και τις συνθήκες με τις οποίες καθαρά ψυχοκοινωνικές μεταβλητές διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο σε καθαρά οικονομικές διαδικασίες, επηρεάζοντας την υποδομή του οικονομικού συστήματος και τις γενικότερες δομές του κοινωνικού συστήματος.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι στην Ινδία τα προβλήματα υποσιτισμού και θανάτων από πείνα θα μπορούσαν να επιλυθούν άμεσα καθώς η χώρα αυτή διαθέτει τεράστιους αριθμούς αγελάδων, εφόσον, βέβαια, η αγελάδα δεν αποτελούσε για τους Ινδούς, “ιερό ζώο” που απαγορεύεται όχι μόνο να σφαγιασθεί για να προσφέρει “κρέας για φαγητό”, αλλά ακόμη και να ενοχληθεί !
Ο Γερμανός κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ στην μονογραφία του με τίτλο «Το Προτεσταντικό Ήθος και το Πνεύμα του Καπιταλισμού» υποστήριξε την άποψη ότι το προτεσταντικό ήθος, έδωσε τα απαραίτητα ψυχορμήματα για την θρησκευτική προσήλωση κάθε ατόμου στην επαγγελματική του απασχόληση και την αδιάκοπη επιδίωξη του οικονομικού κέρδους και της αποταμίευσης που αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος.
Το προτεσταντικό ήθος ήρθε σε ρήξη με το ρωμαιοκαθολικό καθώς ενώ οι Καθολικοί έδιναν ιδιαίτερη έμφαση στις αγαθές επίγειες πράξεις για μεταφυσική επιβράβευση “...στην επουράνειο Βασιλεία” οι Προτεστάντες διακήρυξαν αιρετικά ότι η οικονομική επιτυχία στην επίγεια ζωή αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση και συνάμα επιβεβαίωση της “...κληρονομίας της επουράνιας βασιλείας”, για τους πιστούς.
Το προτεσταντικό δόγμα του Τζων Κάλβιν, ειδικότερα, θεώρησε ως δεδομένο γεγονός τον προκαθορισμό της θέσης κάθε πιστού στην μετέπειτα ζωή και έτσι καμία συγκεκριμένη πράξη, ακόμη και η επιλογή του ασκητικού και μοναστικού βίου δεν μπορούσε να αλλάξει τις προκαθορισμένες αποφάσεις του Υψίστου.
Σύμφωνα με το Κάλβιν κάθε καλός προτεστάντης μπορεί να εντοπίσει τις ενδείξεις που του χρειάζονται ακολουθώντας πιστά το “προτεσταντικό ήθος” που περιλαμβάνει την σκληρή δουλειά, την σοβαρότητα, την αποφυγή κάθε σπατάλης, την αποταμίευση και τον περιορισμό των σαρκικών απολαύσεων και της ηδονής. Οι ενδείξεις ότι το άτομο ανήκει στους “εκλεκτούς του Κυρίου” είναι ταυτόσημες με την κοινωνική-οικονομική του επιτυχία στην επίγεια ζωή του. Ακολουθώντας πιστά τις προδιαγραφές του δόγματος του Κάλβιν, και επικουρούμενο από λίγη καλή τύχη, το άτομο μπορεί να επιτύχει κοινωνικό-οικονομική άνοδο…Επαγωγικά η συλλογική απόληξη μυριάδων τέτοιων ατομικών επιδόσεων δημιούργησε το απαραίτητο υπόβαθρο για την εδραίωση του Καπιταλισμού.
Έρευνες με βάση τη θεωρητική τοποθέτηση του Μαξ Βέμπερ πιστοποίησαν το γεγονός ότι ο δρόμος για την ανάπτυξη του καπιταλιστικού συστήματος χαρακτήρισε προτεσταντικά κράτη και ομάδες και πληθυσμιακά σύνολα προτεσταντών που ζούσαν σε χώρες με μικτά χριστιανικά δόγματα. Εύλογα ο καπιταλισμός δεν αναπτύχθηκε σαν κυρίαρχο οικονομικό σύστημα σε χώρες όπου πρυτανεύει το ρωμαιοκαθολικό θρησκευτικό ήθος ή και το δικό μας ορθόδοξο, δεδομένου ότι τα δόγματα αυτά εμμένουν στην «ματαιότητα της ευημερίας στην επίγεια» ζωή και, φυσικά, στη «ματαιότητα» της συσσώρευσης υλικών αγαθών επί γης.
Σε χώρες με θρησκευτικά συστήματα του Ισλάμ, του Ιουδαϊσμού, του Ινδουισμού, του Βραχμανισμού με δοξασίες και συστήματα αξιών που συγγενεύουν με το γενικότερο πνεύμα του ρωμαιοκαθολικού δόγματος οδηγούν στο συμπέρασμα ότι σε μερικές χώρες οι θρησκευτικές δομές έδρασαν ανασταλτικά στα θέματα της οικονομικής ανάπτυξης, σε άλλες χώρες λειτούργησαν θετικά συνεπικουρούμενες από εξωγενείς προς το οικονομικό σύστημα παράγοντες και σε άλλες δεν τεκμηριώθηκε θετική ή αρνητική σχέση μεταξύ θρησκευτικού δόγματος και οικονομικής ανάπτυξης
Η Ιαπωνία αποτελεί, φαινομενικά, μια κραυγαλέα αντίφαση της σχέσης ανάμεσα σε θρησκευτικές δοξασίες και οικονομική ανάπτυξη. Μια προσεκτική όμως μελέτη δογμάτων και δομών της ιαπωνικής κοινωνίας και των δοξασιών του shogun Tokugawa διαδραμάτισαν κεντρικό και καθοριστικά θετικό ρόλο στις διαδικασίες της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας του ανατέλλοντος ήλιου. Το δόγμα του Τογκουγκάγουα στην Ιαπωνία (όπου το 85% περίπου του πληθυσμού ανήκουν στο Σιντοϊσμό) υποστηρίζει τις αρχές της σκληρής εργασίας και της αποταμίευσης πόρων επιτρέποντας, ταυτόχρονα, την εισαγωγή των αναγκαίων κοινωνικών και πολιτικών-πολιτιστικών μεταρρυθμίσεων από τους παντοδύναμους και αδιαμφισβήτητους φορείς της εξουσίας διευκολύνοντας έτσι τόσο την εισαγωγή νεωτεριστικών θεσμών όσο και την εδραίωση του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος στην Ιαπωνία.
Ο καθηγητής ψυχολογίας του Χάρβαρντ, δόκτωρ Ντέηβιντ Μακ Λέλλαντ σε μια σχετική θεωρία του διατείνεται ότι ένας τόσο συγκεκριμένος παράγοντας όπως η προσωπικότητα του ατόμου μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία της οικονομικής ανάπτυξης ενός κοινωνικού συστήματος παρακωλύοντας ή διευκολύνοντας την πραγμάτωσή της ανάλογα με τη δομή της προσωπικότητας του ατόμου.
Συγκεκριμένα, εφόσον υπάρχουν οι απαραίτητοι οικονομικοί παράγοντες κεφαλαίων, τεχνολογικής και υλικοτεχνικής υποδομής τότε η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να πραγματωθεί εάν το συγκεκριμένο κοινωνικό σύστημα μεγάλος αριθμός ατόμων που κοινωνικοποιήθηκαν και διαπαιδαγωγήθηκαν στο σπίτι και το σχολείο με αρχές ελευθερίας διαθέτουν προσωπικότητα με κύρια χαρακτηριστικά “την ανάγκη για επιτυχία” και την επιθυμία για κοινωνικο-οικονομική άνοδο.
Ο Μακλέλλαντ και οι συνεργάτες του μελέτησαν την αρχαία ελληνική κοινωνία, αξιολόγησαν επικήδειους διαφόρων ιστορικών περιόδων της αρχαιότητας και συμπέραναν ότι η οικονομική ανάπτυξη συντελέστηκε αφού επί δυο και τρεις γενιές η διαπαιδαγώγηση των παιδιών των ελληνικών οικογενειών στην αρχαιότητα είχε σαν απόληξη την καθιέρωση προσωπικοτήτων με έντονη επιθυμία για επιτυχία, κοινωνικοοικονομική άνοδο και βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου και ταυτόχρονα ανεξάρτητο χαρακτήρα.
Αντιθέτως η οικονομική πρόοδος ανεστάλη και ουσιαστικά “μαράθηκε” όταν η διαπαιδαγώγηση των παιδιών ήταν τέτοια ώστε να δημιουργεί ενήλικους με έντονα συντηρητικά στοιχεία προσωπικότητας, με δυνατές υποσυνείδητες ανάγκες για “ασφάλεια και σιγουριά” για διατήρηση των κεκτημένων, για αισθησιακές απολαύσεις και καλοπέραση.
Σύγχρονα δεδομένα ψυχολογικών και κοινωνιολογικών ερευνών επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι μέσα από τις διαδικασίες κοινωνικοποίησης όταν τα βιώματα των νέων γενεών απολήγουν σε δημιουργία συντηρητικής προσωπικότητας, η οικονομική ανάπτυξη είναι καταδικασμένη σε αποτυχία καθώς τα άτομα αποφεύγουν κάθε ρίσκο και αποζητούν την ασφάλεια και την σταθερότητα που τόσο εύγλωττα εκφράζει το λαϊκό μας ρητό περιγράφοντας την ψυχολογία της απασχόλησης στον Δημόσιο Τομέα ότι... “τρεις κι εξήντα, αλλά βρέξει, χιονίσει η καραβάνα θα γεμίσει!...”
Αντίθετα η δημιουργία δομών προσωπικότητας με έντονη ανάγκη για προσωπική επιτυχία και κοινωνικό-οικονομική βελτίωση κάνει τα άτομα περισσότερο ριψοκίνδυνα, θετικά σε αλλαγές, μεταρρυθμίσεις και καινοτόμους νεωτερισμούς.
Στη σύγχρονη Ελλάδα εμφανώς η περασμένη γενιά των επιτυχημένων βιοτεχνών και μικρομεσαίων επιχειρηματιών έδωσε τη θέση της σε μια νέα γενιά που «βολεύτηκε» στη δημόσιο-υπαλληλική νοοτροπία της συντήρησης και διατήρησης των κεκτημένων παρά για ρίσκο και αναζήτηση αλλαγής....