Ο μόνος τρόπος για να μπει ένα τέλος στις διάφορες ακτιβιστικές
δράσεις, προφάσεις, αντιδράσεις περί δήθεν ξεπουλήματος και μη
ενημέρωσης, αλλά και στις καθυστερήσεις που προκαλούν πολλοί από αυτούς
που (υποτίθεται ότι) μετέχουν στην προσπάθεια να βγει η χώρα από το
τέλμα της ακινησίας, βάζοντας διάφορα γραφειοκρατικά εμπόδια και
προσπαθώντας να εξυπηρετήσουν φίλους του, είναι να εδραιωθεί στην
πεποίθηση του ελληνικού λαού πως προκαλούν τόσο μεγάλη βλάβη στο δημόσιο
συμφέρον, ώστε άνετα μπορεί να τους κατηγορήσει κανείς για εθνική
προδοσία.
Διάφοροι απίστευτοι τύποι, που είτε επιδιώκουν εξυπηρέτηση κομματικών συμφερόντων, είτε υπερτιμήθηκαν χωρίς βεβαίως να τους αξίζει, είτε βρέθηκαν σε θέσεις ευθύνης χωρίς κανέναν λόγο, διεξάγουν αυτή τη στιγμή έναν πόλεμο κατά της ίδιας τους της χώρας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αμφισβητεί κάθε επένδυση, με τη στάση του ενισχύει διάφορες παράνομες δράσεις κατά επενδυτικών σχεδίων, αποκρατικοποιήσεων, ακόμη και του ίδιου του αγωγού ΤΑΡ.
Τα στελέχη του μιλούν συνεχώς για «ντίλερ επιχειρηματικών συμφερόντων» και «ξεπούλημα της χώρας», προκειμένου να αποτρέψουν οποιαδήποτε επένδυση, οδηγώντας έτσι τη χώρα στο χάος.
Μέσα στα υπουργεία, διάφοροι κομματάρχες παλαιού τύπου καθυστερούν οτιδήποτε φθάνει στα γραφεία τους, προσπαθώντας να εντοπίσουν τι συμφέρει περισσότερο μικροκομματικά συμφέροντα και καθόλου τη χώρα.
Διάφοροι τύποι σε δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς και αρχές δίνουν μάχες οπισθοφυλακών, αρνούμενοι (όπως συνέβη με την περίπτωση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους) να εφαρμόσουν πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, όπως αυτή για την ταχύτερη απορρόφηση του ΕΣΠΑ.
Όταν οι υπουργοί δεν τα βγάζουν πέρα μαζί τους (γιατί άραγε;) αναγκάζεται να παρέμβει ο ίδιος ο πρωθυπουργός.
Μέσα σ’ όλα αυτά, μάθαμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει… Τμήμα Ενέργειας, το οποίο μάλιστα εκδίδει ανακοινώσεις, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι… ανατρέπει τον «εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό» - ενώ στην ουσία το μόνο για το οποίο ενδιαφέρονται είναι να μην ιδιωτικοποιηθεί τίποτε και να συνεχιστεί η κατάσταση που μας οδήγησε στην καταστροφή.
Όσο για την κατάσταση στο ΕΣΠΑ, για την επιτάχυνση της απορρόφησης του οποίου ορκίστηκε αρμόδιος υφυπουργός, ο Κυριάκος Βιρβιδάκης, πρόκειται για κάτι το αφόρητο.
Ώριμα έργα (κυρίως των δήμων) παραμένουν άνευ λόγου στα συρτάρια, χαμένα στη γραφειοκρατία, στην αναποτελεσματικότητα και στην απροθυμία.
Εδώ και τρία χρόνια τουλάχιστον οι διαχειριστικές αρχές βρίσκονται σε διάλυση, την ώρα που οι Ευρωπαίοι μας προσφέρουν την μία διευκόλυνση μετά την άλλη.
Με αποκορύφωμα τις τελευταίες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με μεγαλύτερες προκαταβολές και εξαιρετικά μειωμένη εθνική συμμετοχή, καθώς και άλλες επιπλέον διευκολύνσεις.
Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά;
Μα επειδή κανείς μέχρι τώρα εκ των πολιτικών προϊσταμένων δεν έχει επιδείξει την αναγκαία πυγμή, δεν έχει χτυπήσει το χέρι στο τραπέζι, δεν έχει στείλει στον εξαποδώ όλους αυτούς τους απίστευτους γραφειοκράτες που αδιαφορούν μπροστά στο θέαμα της χώρας που βουλιάζει και που (λέμε τώρα) είναι η ίδια τους η πατρίδα.
Κάθε φορά που κάποιος ζητά να μάθει το πώς και το γιατί, λαμβάνει κάτι περίπλοκες απαντήσεις και… έξω από την πόρτα – η υπηρεσία έχει αυτή τη γνώμη, προχωρούμε ταχύτατα, είμαστε πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και ό,τι άλλο παρελκυστικό βάζει ο νους του ανθρώπου.
Το πρόβλημα δεν θα λυθεί αν κάποιος (ο καινούργιος αρμόδιος υφυπουργός εν προκειμένω) δεν εισβάλλει στα γραφεία των γραφειοκρατών και δεν στείλει μερικούς σπίτι τους.
Οι άνθρωποι αυτοί βλάπτουν συνειδητά την πατρίδα και υπάρχουν σε όλα τα υπουργεία.
Αυτό που απαιτεί η περίσταση είναι η δημιουργία μιας task force που θα πετάξει από τις καρέκλες τους τόσο τους μόνιμους υπαλλήλους που ασχολούνται με το ΕΣΠΑ και έχουν εξελιχθεί σε αυθεντίες της καθυστέρησης (υπό το πρόσχημα των ελέγχων και για ύποπτους λόγους), όσο και διάφορους μετακλητούς στους οποίους οι υπουργοί ανέθεσαν την εποπτεία της απορρόφησης, ενώ δεν γνωρίζουν ούτε τα τρία κακά της μοίρας τους.
Όταν τα κοινοτικά κονδύλια δεν απορροφώνται, δεν φθάνει το κοινοτικό χρήμα στον λαό και δεν δημιουργούνται θέσεις εργασίας.
Δεν θέλει φιλοσοφία για να το καταλάβει κανείς αυτό.
Θέλει πατριωτισμό – τον οποίο δεν διαθέτουν!