Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

Για ένα αδειανό πουκάμισο










    Γράφει η Σοφία Βούλτεψη


   Είναι λυπηρό, αλλά ακόμη και σήμερα, που η χώρα παλεύει με τα κύματα της χρεοκοπίας, κόμματα και πρόσωπα εξακολουθούν να συμπεριφέρονται όπως ακριβώς στον καιρό της (δανεικής) χρεοκοπίας.


Γέμισε η χώρα από πρόσωπα που πασχίζουν για την προσωπική πολιτική τους επιβίωση (ου μην αλλά και έξοδο από την αφάνεια) και λίγοι είναι εκείνοι που αντιλαμβάνονται την ανάγκη συσπείρωσης ενώπιον του κοινού κινδύνου.

Κάποιοι υποδύονται τους αντιμνημονιακούς υποψηφίους, αν και είναι γνωστό πως το αντιμνημόνιο χωρίς λεφτά είναι ένα αδειανό πουκάμισο, αν και οι ίδιοι γνωρίζουν πως λαμβάνουν τους μισθούς τους από το μνημόνιο (και στη χειρότερη περίπτωση από τη συνεχή έκδοση εντόκων γραμματίων).

Γνωρίζουν επίσης πως  – όταν και αν εκλεγούν – από τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους (πάλι δηλαδή μέσω μνημονίου) θα εξασφαλίζουν τα αναγκαία χρήματα για τις περιφέρειες και τους δήμους τους.

Και βέβαια, κάνουν ότι δεν αντιλαμβάνονται πως τα μεγάλα θέματα της επικαιρότητας δεν είναι ούτε το μνημόνιο, ούτε η προβολή τους, ούτε αν περιφερειάρχης ή δήμαρχος θα είναι ο τάδε ή ο δείνα.

Τα μεγάλα θέματα (χωρίς σειρά αξιολόγησης) είναι οι ευρωεκλογές, το Κυπριακό και η ανασυγκρότηση της Κεφαλονιάς.
Ποιος ασχολείται στον δημόσιο διάλογο;

Κανείς!

Αν και είναι γνωστό ότι μέσω αυτών των εκλογών (ευρωεκλογών και αυτοδιοικητικών), υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ανόδου των ακραίων – με τους δήθεν ευρωσκεπτικιστές να ρίχνουν νερό στον μύλο τους.

Αντί όλων αυτών των πολύ σοβαρών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, η χώρα, ο Ελληνισμός, συζητούμε για το αν έπρεπε να γίνουν την τάδε ή τη δείνα ημερομηνία οι αυτοδιοικητικές εκλογές, αν μας αρέσει ο τάδε ή ο δείνα υποψήφιος  και αν θα έπρεπε ή όχι να ψηφίσουν οι μετανάστες.

Την Τρίτη, 11 Φεβρουαρίου, Αναστασιάδης και Έρογλου συναντήθηκαν στη «νεκρή ζώνη» και συμφώνησαν επί του κοινού ανακοινωθέντος που θα αποτελέσει τη βάση για την έναρξη των συνομιλιών.

Προφανώς, αυτή δεν ήταν και πολύ σοβαρή είδηση για να την συζητήσουμε – σε αντίθεση με τη μεγάλη φασαρία που έγινε όταν η Κύπρος μπήκε στο μνημόνιο και τα κροκοδείλια δάκρυα για το κούρεμα των καταθέσεων.

Φυσικά. Διότι πρέπει να απασχοληθούμε με τον αριθμό των υποψηφίων στις μεγάλες πόλεις, με τα χρίσματα, με τους «αντάρτες» και με ό,τι άλλο βάζει ο νους του ανθρώπου.

Πρέπει να ασχοληθούμε και με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, διοικούμενος από το 4% του παλιού ξέγνοιαστου καιρού, κοιτάει να δει πώς θα διαχειριστεί μια άγνωστη μάζα ψηφοφόρων, που ούτε ο ίδιος (ο ΣΥΡΙΖΑ) δεν ξέρει από πού κρατάει η σκούφια τους.

Ένας απίστευτος επαρχιωτισμός πλανάται πάνω από τη χώρα.

Ένας επικίνδυνος αμοραλισμός την καθιστά όμηρο μικροκομματικών και προσωπικών φιλοδοξιών, την ώρα που τόσο η Ευρώπη, όσο και η χώρα κινδυνεύουν εκ των ένδον.

Τώρα πια, ο κίνδυνος δεν είναι απλά ορατός.

Είναι δίπλα μας, μια ανάσα από εμάς, τον αγγίζουμε…