Το 1967 προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες η ταινία που χαρακτηρίστηκε «ελληνικό γουέστερν», με τίτλο «Οι σφαίρες δεν γυρίζουν πίσω».
Πρωταγωνιστούσαν οι...
Πρωταγωνιστούσαν οι...
Κώστας Καζάκος, Άγγελος Αντωνόπουλος, Μέμα Σταθοπούλου, Μπέτυ Αρβανίτη, Σπύρος Καλογήρου και πλήθος ηθοποιών στους δευτέρους ρόλους. Η ταινία εντυπωσίασε για τα εξωτερικά γυρίσματα στη λίμνη Στυμφαλία, καθώς αποτυπωνόταν πειστικά η ελληνική ύπαιθρος και η φυσική ομορφιά της περιοχής.
Τα ορεινά τοπία, αλλά και το φυσικό σκηνικό της λίμνης, μάγεψαν το κοινό και η Στυμφαλία, που βρίσκεται στην ορεινή Κορινθία έγινε γνωστή.
Σύμφωνα με το σενάριο του Νίκου Φώσκολου, ο Στάθης (Αγγελος Αντωνόπουλος) κατηγορήθηκε για τον φόνο ενός ληστή και χαρακτηρίστηκε ως αρχηγός συμμορίας, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στη φυλακή. Λίγο πριν εκτελεστεί, κατάφερε να αποδράσει και οι αρχές ανέθεσαν την ανεύρεσή του σε έναν άλλο κατάδικο, τον Τσάκο (Κ. Καζάκος), με αντάλλαγμα την ελευθερία του.
Εκτός από τον Τσάκο όμως, τον φυγά κυνηγούσαν και άλλοι ληστές της περιοχής, που πίστευαν ότι έχει στην κατοχή του τα λάφυρα μιας ληστείας, τα οποία ήθελαν να αποκτήσουν. Κατά τη διάρκεια του κυνηγητού, ο Στάθης σώζει τη ζωή του Τσάκου και ο «κυνηγός κεφαλών», αλλάζει στρατόπεδο. Αποφασίζει να προστατέψει τον καταζητούμενο και την οικογένειά του από τους υπόλοιπους ληστές.
Η ταινία είχε μεγάλη επιτυχία και έκοψε περίπου 307 χιλιάδες εισιτήρια. Αν και το θέμα της είχε πάψει να απασχολεί την καθημερινότητα των ανθρώπων της υπαίθρου, αφού οι ληστές είχαν σταματήσει τη δράση τους στις αρχές του 1900, η περιπέτεια στην ύπαιθρο, παρέμενε ενδιαφέρουσα για το κοινό.
Την επιτυχία της ταινίας δεν εξασφάλισε μόνο το θέμα, αλλά και τα ονόματα των πρωταγωνιστών. Ειδικότερα, ο Κώστας Καζάκος ήταν πολύ δημοφιλής γιατί την προηγούμενη κινηματογραφική σεζόν, είχε πρωταγωνιστήσει μαζί με την Τζένη Καρέζη στην ταινία, «Κονσέρτο για πολυβόλα». Οι δύο ηθοποιοί είχαν έρθει κοντά στα γυρίσματα και ξεκίνησαν τη σχέση τους, που κατέληξε στον γάμο. «Οι σφαίρες δεν γυρίζουν πίσω» ήταν η πρώτη σκηνοθετική δουλειά του Νίκου Φώσκολου, ο οποίος ήταν ήδη γνωστός στο κοινό, από τα δεκάδες σενάρια επιτυχημένων ταινιών που είχε υπογράψει στο παρελθόν.
ΑΡΧΙΚΆ Ο ΦΏΣΚΟΛΟΣ ΕΊΧΕ ΔΏΣΕΙ ΣΤΗ ΦΊΝΟ ΦΙΛΜΣ ΤΟ ΣΕΝΆΡΙΟ, ΜΕ ΣΚΟΠΌ ΝΑ ΣΚΗΝΟΘΕΤΉΣΕΙ ΤΗΝ ΤΑΙΝΊΑ ΚΆΠΟΙΟΣ ΆΛΛΟΣ. Ο ΦΙΛΟΠΟΊΜΗΝ ΦΊΝΟΣ ΌΜΩΣ, ΑΝΑΓΝΩΡΊΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΤΑΛΈΝΤΟ ΤΟΥ, ΤΟΝ ΠΡΟΈΤΡΕΨΕ ΝΑ ΥΠΟΓΡΆΨΕΙ ΚΑΙ ΤΗ ΣΚΗΝΟΘΕΣΊΑ ΛΈΓΟΝΤΆΣ ΤΟΥ «ΤΑ ΣΕΝΆΡΙΑ ΣΟΥ ΕΊΝΑΙ ΑΠΌ ΜΌΝΑ ΤΟΥΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΜΈΝΑ ΚΑΙ ΕΊΝΑΙ ΚΡΊΜΑ ΝΑ ΠΑΊΡΝΕΙ ΆΛΛΟΣ ΤΗ ΔΌΞΑ ΓΙΑ ΤΟ ΈΡΓΟ ΠΟΥ ΈΧΕΙΣ ΉΔΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΉΣΕΙ».
Έτσι ξεκίνησε μια «δεύτερη» και ακόμα πιο επιτυχημένη καριέρα, αυτή του σκηνοθέτη, που με τον καιρό πέρασε και στην τηλεόραση. Το ίδιο ηχηρό ήταν και το όνομα του Μίμη Πλέσσα, ο οποίος έγραψε τη μουσική για την ταινία.
Φώσκολος και Πλέσσας διακρίθηκαν για τη δουλειά τους στο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αποσπώντας τα βραβεία σεναρίου/ σκηνοθεσίας και μουσικής αντίστοιχα. Από πολλούς, η ταινία χαρακτηρίστηκε «spaghetti western», κατηγορία, που αν και ήταν πολύ δημοφιλής στο εξωτερικό, δεν έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους κριτικούς ως προς την ποιότητά της.
Η κριτική που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα τα «ΝΕΑ» εκείνη την εποχή, κάθε άλλο παρά αρνητική ήταν:
«Μια τέλεια στο είδος της ταινία. Τέλεια στο σενάριο, τέλεια στο μοντάζ, τέλεια στην ερμηνεία, τέλεια στη φωτογραφία, αλλά πάνω απ΄όλα τέλεια στη σκηνοθεσία. Ο Νίκος Φώσκολος, με την πρώτη του κιόλας ταινία, αναδεικνύεται σε άριστο σκηνοθέτη. Δίχως καμιά υπερβολή οι «Σφαίρες του» μπορούν να σταθούν πλάι στις ταινίες του Τζων Φορντ, του Χάουαρντ Χωκς, του Χιούστον, του Άντονυ Μαν. Με άλλα λόγια, ο Φώσκολος χαρίζει στον ελληνικό κινηματογράφο, με τις Σφαίρες, το πρώτο αριστούργημα στο είδος της «ορεινής περιπέτειας», όπως θα μπορούσε να ονομαστεί το ελληνικό «γουέστερν».
ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Τα ορεινά τοπία, αλλά και το φυσικό σκηνικό της λίμνης, μάγεψαν το κοινό και η Στυμφαλία, που βρίσκεται στην ορεινή Κορινθία έγινε γνωστή.
Σύμφωνα με το σενάριο του Νίκου Φώσκολου, ο Στάθης (Αγγελος Αντωνόπουλος) κατηγορήθηκε για τον φόνο ενός ληστή και χαρακτηρίστηκε ως αρχηγός συμμορίας, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στη φυλακή. Λίγο πριν εκτελεστεί, κατάφερε να αποδράσει και οι αρχές ανέθεσαν την ανεύρεσή του σε έναν άλλο κατάδικο, τον Τσάκο (Κ. Καζάκος), με αντάλλαγμα την ελευθερία του.
Εκτός από τον Τσάκο όμως, τον φυγά κυνηγούσαν και άλλοι ληστές της περιοχής, που πίστευαν ότι έχει στην κατοχή του τα λάφυρα μιας ληστείας, τα οποία ήθελαν να αποκτήσουν. Κατά τη διάρκεια του κυνηγητού, ο Στάθης σώζει τη ζωή του Τσάκου και ο «κυνηγός κεφαλών», αλλάζει στρατόπεδο. Αποφασίζει να προστατέψει τον καταζητούμενο και την οικογένειά του από τους υπόλοιπους ληστές.
Η ταινία είχε μεγάλη επιτυχία και έκοψε περίπου 307 χιλιάδες εισιτήρια. Αν και το θέμα της είχε πάψει να απασχολεί την καθημερινότητα των ανθρώπων της υπαίθρου, αφού οι ληστές είχαν σταματήσει τη δράση τους στις αρχές του 1900, η περιπέτεια στην ύπαιθρο, παρέμενε ενδιαφέρουσα για το κοινό.
Την επιτυχία της ταινίας δεν εξασφάλισε μόνο το θέμα, αλλά και τα ονόματα των πρωταγωνιστών. Ειδικότερα, ο Κώστας Καζάκος ήταν πολύ δημοφιλής γιατί την προηγούμενη κινηματογραφική σεζόν, είχε πρωταγωνιστήσει μαζί με την Τζένη Καρέζη στην ταινία, «Κονσέρτο για πολυβόλα». Οι δύο ηθοποιοί είχαν έρθει κοντά στα γυρίσματα και ξεκίνησαν τη σχέση τους, που κατέληξε στον γάμο. «Οι σφαίρες δεν γυρίζουν πίσω» ήταν η πρώτη σκηνοθετική δουλειά του Νίκου Φώσκολου, ο οποίος ήταν ήδη γνωστός στο κοινό, από τα δεκάδες σενάρια επιτυχημένων ταινιών που είχε υπογράψει στο παρελθόν.
ΑΡΧΙΚΆ Ο ΦΏΣΚΟΛΟΣ ΕΊΧΕ ΔΏΣΕΙ ΣΤΗ ΦΊΝΟ ΦΙΛΜΣ ΤΟ ΣΕΝΆΡΙΟ, ΜΕ ΣΚΟΠΌ ΝΑ ΣΚΗΝΟΘΕΤΉΣΕΙ ΤΗΝ ΤΑΙΝΊΑ ΚΆΠΟΙΟΣ ΆΛΛΟΣ. Ο ΦΙΛΟΠΟΊΜΗΝ ΦΊΝΟΣ ΌΜΩΣ, ΑΝΑΓΝΩΡΊΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΤΑΛΈΝΤΟ ΤΟΥ, ΤΟΝ ΠΡΟΈΤΡΕΨΕ ΝΑ ΥΠΟΓΡΆΨΕΙ ΚΑΙ ΤΗ ΣΚΗΝΟΘΕΣΊΑ ΛΈΓΟΝΤΆΣ ΤΟΥ «ΤΑ ΣΕΝΆΡΙΑ ΣΟΥ ΕΊΝΑΙ ΑΠΌ ΜΌΝΑ ΤΟΥΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΜΈΝΑ ΚΑΙ ΕΊΝΑΙ ΚΡΊΜΑ ΝΑ ΠΑΊΡΝΕΙ ΆΛΛΟΣ ΤΗ ΔΌΞΑ ΓΙΑ ΤΟ ΈΡΓΟ ΠΟΥ ΈΧΕΙΣ ΉΔΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΉΣΕΙ».
Έτσι ξεκίνησε μια «δεύτερη» και ακόμα πιο επιτυχημένη καριέρα, αυτή του σκηνοθέτη, που με τον καιρό πέρασε και στην τηλεόραση. Το ίδιο ηχηρό ήταν και το όνομα του Μίμη Πλέσσα, ο οποίος έγραψε τη μουσική για την ταινία.
Φώσκολος και Πλέσσας διακρίθηκαν για τη δουλειά τους στο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αποσπώντας τα βραβεία σεναρίου/ σκηνοθεσίας και μουσικής αντίστοιχα. Από πολλούς, η ταινία χαρακτηρίστηκε «spaghetti western», κατηγορία, που αν και ήταν πολύ δημοφιλής στο εξωτερικό, δεν έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους κριτικούς ως προς την ποιότητά της.
Η κριτική που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα τα «ΝΕΑ» εκείνη την εποχή, κάθε άλλο παρά αρνητική ήταν:
«Μια τέλεια στο είδος της ταινία. Τέλεια στο σενάριο, τέλεια στο μοντάζ, τέλεια στην ερμηνεία, τέλεια στη φωτογραφία, αλλά πάνω απ΄όλα τέλεια στη σκηνοθεσία. Ο Νίκος Φώσκολος, με την πρώτη του κιόλας ταινία, αναδεικνύεται σε άριστο σκηνοθέτη. Δίχως καμιά υπερβολή οι «Σφαίρες του» μπορούν να σταθούν πλάι στις ταινίες του Τζων Φορντ, του Χάουαρντ Χωκς, του Χιούστον, του Άντονυ Μαν. Με άλλα λόγια, ο Φώσκολος χαρίζει στον ελληνικό κινηματογράφο, με τις Σφαίρες, το πρώτο αριστούργημα στο είδος της «ορεινής περιπέτειας», όπως θα μπορούσε να ονομαστεί το ελληνικό «γουέστερν».
ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ