Με αφορμή την προσφάτως εκδηλωθείσα αντιπαράθεση μεταξύ της βουλγαρικής κυβέρνησης και αυτής της...
Βόρειας Μακεδονίας, εξαιτίας του βουλγαρικού βέτο ως προς την εν προκειμένω έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, οφείλουμε να υπενθυμίσουμε πως η κατά ταύτα αντιπαράθεση έχει ιστορικές ρίζες που παραπέμπουν στο γεγονός ότι η Βουλγαρία δεν αναγνωρίζει ιστορικά και διεθνοπολιτικά, δηλαδή παλαιόθεν και σήμερα τα Σκόπια ως ανεξάρτητη εθνική οντότητα.
Για τη Σόφια τα Σκόπια ήταν ανέκαθεν τμήμα του βουλγαρικού έθνους. Αυτή η παράσταση εδράζεται στην ιστορική διαδρομή των δύο χωρών, κυρίως δε στη γλωσσική διάσταση των Σκοπίων, που παραπέμπει σε ένα βουλγαρικό ιδίωμα. Αυτήν την αντίληψη υιοθέτησε και προέβαλε και η Αθήνα στη διαδρομή της αντιπαράθεσης για το αποκαλούμενο μακεδονικό ζήτημα μέχρι και τη συμφωνία των Πρεσπών, όπου και η ανωτέρω πολιτική εν τίνι βαθμό ανετράπη.
Η Βουλγαρία, τόσο στο παρελθόν, όσο και σήμερα, θεωρεί τα Σκόπια ως εδαφική συγκρότηση και ως λαό, χώρο υπαγόμενο ταυτοτικά στο βουλγαρικό έθνος, σε μια διαδρομή αιώνων, η οποία και αλλοιώθηκε από την κυρίαρχη παρουσία και τις πολιτικές πρακτικές του στρατάρχη Τίτο.
Η αντιπαράθεση που υφίσταται σήμερα μεταξύ Σόφιας και Σκοπίων, και που έχει ως κορύφωσή της την άρνηση της Βουλγαρίας να επιτρέψει την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Βόρειας Μακεδονίας με την ΕΕ, είναι προϊόν του εγχειρήματος κατασκευής ενός έθνους, μιας τεχνητής δηλαδή πολιτειακής συγκρότησης, που δεν έχει ιστορική ή και σύγχρονη εθνική πραγματικότητα ως ταυτότητα και ως πολιτισμός.
Πρόκειται για μια συνηθισμένη πρακτική, η οποία δεν παραπέμπει στο γνωστό «κομίζομεν γλαύκα ες Αθήνας», αλλά στην απεικόνιση μιας αληθούς διάστασης των ιστορικών γεγονότων, τα οποία αφορούν στη σύγκλιση συμφερόντων που παρακάμπτουν εν προκειμένω ιστορικές διαδρομές λαών, κρατών και εθνών κατασκευάζοντας κατά ταύτα κρατικές οντότητες.
Σήμερα και σε συνέχεια των ανωτέρω, ο Πρωθυπουργός των Σκοπίων, σε μια άκομψη και προδήλως ατυχή αντίδραση, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να προσεγγίσει κατευναστικά τη Σόφια, έτσι ώστε να κερδίσει την εύνοιά της προς άρση του ευρωπαϊκού της βέτο, προβαίνει σε μια κατά το δοκούν ανάγνωση της ιστορίας ως προς τον ρόλο της Βουλγαρίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καταλήγοντας σε μια ιλαροτραγική εικόνα, όπου ένα κράτος παρουσιάζει ταυτόχρονα διαφορετική ανάγνωση της ιστορίας του απέναντι σε διαφορετικά κράτη και λαούς της περιοχής.
Οφείλουμε κατά τα ανωτέρω να υπογραμμίσουμε πως ακόμα και εάν οι βουλγαρικές αντιρρήσεις, κατόπιν υφισταμένων ή και επερχομένων γερμανικών πιέσεων, αρθούν, η αντιπαράθεση μεταξύ Βουλγαρίας και Σκοπίων, που άπτεται του γλωσσικού ιδιώματος και όχι μόνο, δεν πρόκειται να παύσει οριστικά καθ’ ότι παραπέμπει σε ζητήματα ζωτικής σημασίας, που αφορούν στην εθνική ταυτότητα των εμπλεκομένων κατά ταύτα χωρών.
Υπάρχει δε μια διαδικασία μακράς διαδρομής ως προς την τελική ένταξη μιας χώρας στην ΕΕ, στην οποία η Βουλγαρία θα θέτει αδιαλείπτως επί τάπητος τα θέματα αυτά.
Από την άλλη τα Σκόπια, δεδομένου ότι στη διάρκεια της ενταξιακής της διαδρομής θα χρηματοδοτείται γενναία προκειμένου να αναδιαρθρωθεί εκσυγχρονιστικά το πολιτικό της σύστημα, θα επιχειρεί την πραγμάτωση τακτικών ελιγμών υπηρετώντας τη στρατηγική της στόχευση, χωρίς όμως να αποποιείται την ταυτότητα, την οποία εδώ και δεκαετίες υιοθέτησε, στηριζόμενη στην ηγεμονική κατά ταύτα στήριξη διεθνών παραγόντων, πράγμα που αφεύκτως θα επιφέρει κατά καιρούς την αναθέρμανση του συγκρουσιακού φαινομένου με γειτονικές χώρες.
Το εγχείρημα ένταξης της εν λόγω χώρας στους κόλπους της ΕΕ δείχνει να εμφανίζει διαρθρωτικές δυσχέρειες, στο βαθμό που η κατασκευή του λεγομένου μακεδονικού έθνους θεμελιώνεται επί πλαστογραφημένων ιστορικών αφετηριακών δομών.
*Ομότιμος Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Σημερινή
Για τη Σόφια τα Σκόπια ήταν ανέκαθεν τμήμα του βουλγαρικού έθνους. Αυτή η παράσταση εδράζεται στην ιστορική διαδρομή των δύο χωρών, κυρίως δε στη γλωσσική διάσταση των Σκοπίων, που παραπέμπει σε ένα βουλγαρικό ιδίωμα. Αυτήν την αντίληψη υιοθέτησε και προέβαλε και η Αθήνα στη διαδρομή της αντιπαράθεσης για το αποκαλούμενο μακεδονικό ζήτημα μέχρι και τη συμφωνία των Πρεσπών, όπου και η ανωτέρω πολιτική εν τίνι βαθμό ανετράπη.
Η Βουλγαρία, τόσο στο παρελθόν, όσο και σήμερα, θεωρεί τα Σκόπια ως εδαφική συγκρότηση και ως λαό, χώρο υπαγόμενο ταυτοτικά στο βουλγαρικό έθνος, σε μια διαδρομή αιώνων, η οποία και αλλοιώθηκε από την κυρίαρχη παρουσία και τις πολιτικές πρακτικές του στρατάρχη Τίτο.
Η αντιπαράθεση που υφίσταται σήμερα μεταξύ Σόφιας και Σκοπίων, και που έχει ως κορύφωσή της την άρνηση της Βουλγαρίας να επιτρέψει την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Βόρειας Μακεδονίας με την ΕΕ, είναι προϊόν του εγχειρήματος κατασκευής ενός έθνους, μιας τεχνητής δηλαδή πολιτειακής συγκρότησης, που δεν έχει ιστορική ή και σύγχρονη εθνική πραγματικότητα ως ταυτότητα και ως πολιτισμός.
Πρόκειται για μια συνηθισμένη πρακτική, η οποία δεν παραπέμπει στο γνωστό «κομίζομεν γλαύκα ες Αθήνας», αλλά στην απεικόνιση μιας αληθούς διάστασης των ιστορικών γεγονότων, τα οποία αφορούν στη σύγκλιση συμφερόντων που παρακάμπτουν εν προκειμένω ιστορικές διαδρομές λαών, κρατών και εθνών κατασκευάζοντας κατά ταύτα κρατικές οντότητες.
Σήμερα και σε συνέχεια των ανωτέρω, ο Πρωθυπουργός των Σκοπίων, σε μια άκομψη και προδήλως ατυχή αντίδραση, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να προσεγγίσει κατευναστικά τη Σόφια, έτσι ώστε να κερδίσει την εύνοιά της προς άρση του ευρωπαϊκού της βέτο, προβαίνει σε μια κατά το δοκούν ανάγνωση της ιστορίας ως προς τον ρόλο της Βουλγαρίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καταλήγοντας σε μια ιλαροτραγική εικόνα, όπου ένα κράτος παρουσιάζει ταυτόχρονα διαφορετική ανάγνωση της ιστορίας του απέναντι σε διαφορετικά κράτη και λαούς της περιοχής.
Οφείλουμε κατά τα ανωτέρω να υπογραμμίσουμε πως ακόμα και εάν οι βουλγαρικές αντιρρήσεις, κατόπιν υφισταμένων ή και επερχομένων γερμανικών πιέσεων, αρθούν, η αντιπαράθεση μεταξύ Βουλγαρίας και Σκοπίων, που άπτεται του γλωσσικού ιδιώματος και όχι μόνο, δεν πρόκειται να παύσει οριστικά καθ’ ότι παραπέμπει σε ζητήματα ζωτικής σημασίας, που αφορούν στην εθνική ταυτότητα των εμπλεκομένων κατά ταύτα χωρών.
Υπάρχει δε μια διαδικασία μακράς διαδρομής ως προς την τελική ένταξη μιας χώρας στην ΕΕ, στην οποία η Βουλγαρία θα θέτει αδιαλείπτως επί τάπητος τα θέματα αυτά.
Από την άλλη τα Σκόπια, δεδομένου ότι στη διάρκεια της ενταξιακής της διαδρομής θα χρηματοδοτείται γενναία προκειμένου να αναδιαρθρωθεί εκσυγχρονιστικά το πολιτικό της σύστημα, θα επιχειρεί την πραγμάτωση τακτικών ελιγμών υπηρετώντας τη στρατηγική της στόχευση, χωρίς όμως να αποποιείται την ταυτότητα, την οποία εδώ και δεκαετίες υιοθέτησε, στηριζόμενη στην ηγεμονική κατά ταύτα στήριξη διεθνών παραγόντων, πράγμα που αφεύκτως θα επιφέρει κατά καιρούς την αναθέρμανση του συγκρουσιακού φαινομένου με γειτονικές χώρες.
Το εγχείρημα ένταξης της εν λόγω χώρας στους κόλπους της ΕΕ δείχνει να εμφανίζει διαρθρωτικές δυσχέρειες, στο βαθμό που η κατασκευή του λεγομένου μακεδονικού έθνους θεμελιώνεται επί πλαστογραφημένων ιστορικών αφετηριακών δομών.
*Ομότιμος Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Σημερινή