Το...
διώροφο νεοκλασικό, το οποίο ξεχωρίζει φυσικά για τις δύο περήφανες Καρυάτιδες, χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και διαθέτει όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά της λαϊκής αρχιτεκτονικής της περιοχής. Το αποτέλεσμα είναι σπάνιο και χωρίς κάποια αισθητική που να παραπέμπει σε κάτι ψεύτικο. Είναι κάτι αυθεντικό στην καρδιά της πόλης κι αυτό το καθιστά μοναδική την ομορφιά του.
Μόνο έτσι άλλωστε θα μπορούσε να... μαγέψει τον Γιάννη Τσαρούχη, ο οποίος το έκανε πίνακα ή να καθηλώσει τον περίφημο Γάλλο φωτογράφο, Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν, ο οποίος δημιούργησε μια εμβληματική φωτογραφία του κτηρίου.
Πέρα από τη λαϊκή αρχιτεκτονική του, το σπίτι στην Ασωμάτων «κουβαλάει» θρύλους κι ιστορίες που ενισχύουν τη μοναδικότητα του στην εξέλιξη της Αθήνας. Χαρακτηριστικότερος είναι αυτός που «μιλάει» για τον καημό του ιδιοκτήτη για τον χαμό των δύο θυγατέρων του, ένας αστικός θρύλος που, πάντως, δεν επιβεβαιώνεται από τους συγγενείς. Ενδεχομένως, ακόμα κι αυτό να αποτελεί ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει σπάνια την οικία με τις δύο Καρυάτιδες.
Η ιστορία του
Το σπίτι χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα κι αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα του αθηναϊκού νεοκλασικισμού και της λαϊκής αρχιτεκτονικής της περιοχής. Οι δύο Καρυάτιδες που κοσμούν την πρόσοψη του κτιρίου αποτελούν δημιούργημα του Αιγινίτη γλύπτη, Ιωάννη Καρακατσάνη, ο οποίος υπήρξε «μαθητής» του Λεωνίδα Δρόση.
Ο Καρακατσάνης ήταν ο ιδιοκτήτης της οικίας, στην οποία διέμενε με την οικογένεια του. Μάλιστα, η γυναίκα του Ξανθή κι η αδελφή του Ευδοξία αποτέλεσαν τα μοντέλα για τις δύο Καρυάτιδες. Έφυγε από τη ζωή το 1906 κι η οικογένεια του αποφάσισε να πουλήσει το σπίτι, το οποίο το 1989 ανακηρύχθηκε διατηρητέο από το Υπουργείο Πολιτισμού, αποτρέποντας έτσι την κατάρρευση του. Μια δεκαετία αργότερα, έγινε η ανακαίνιση του με την επίβλεψη του αρχιτεκτονικού γραφείου του Στέφανου Πάντου - Κίκκου και πλέον φιλοξενεί τον Σύλλογο Ελλήνων Ολυμπιονικών.
Ο αστικός θρύλος
Όπως προαναφέραμε το σπίτι «συνοδεύουν» ιστορίες και θρύλοι που του προσδίδουν ένα μοναδικό μυστήριο. Ο πιο ξακουστός αστικός θρύλος είναι αυτός που «μιλάει» για τον καημό του ιδιοκτήτη για τον χαμό των δύο θυγατέρων του, τον οποίο σύμφωνα με την ιστορία διέδιδε ο Παναγιώτης Κρητικάκος, ο οποίος είχε το κουρείο στο ισόγειο του οικήματος. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του κουρέα, ο ιδιοκτήτης είχε δύο κόρες που πέθαναν με τραγικό τρόπο και για να τιμήσει την μνήμη τους τοποθέτησε τις Καρυάτιδες.
Οι εκδοχές για τον τρόπο με τον οποίο πέθαναν ήταν αρκετές, καθώς ο Κρητικάκος προσπαθούσε να διατηρεί ένα μυστήριο που πρόσθετε φήμη και προβολή στην περιοχή. Οι συγκεκριμένες φήμες, πάντως, φαίνεται ότι δεν έχουν βάση καθώς η γυναίκα του Ιωάννη Καρακατσάνη, Ξανθή, και η αδελφή του Ευδοξία, πέθαναν το 1949 και το 1950 αντίστοιχα κι αφού είχαν αποκτήσει παιδιά και εγγόνια. Πλέον, στη θέση του κουρείου στεγάζεται το Ινστιτούτο των Ελληνικών Μύλων.
Η φωτογραφία που έφτασε την αιωνιότητα
Η επιρροή του σπιτιού στην τέχνη ήταν σημαντική, αυτή η μοναδικότητα του... μάγεψε πολλούς καλλιτέχνες. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί η ασπρόμαυρη φωτογραφία του Γάλλου, Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν, ο οποίος αποθανάτισε το 1953 δύο μαυροντυμένες ηλικιωμένες γυναίκες να περνούν μπροστά από το «Σπίτι με τις Καρυάτιδες».
Ο Μπρεσόν θέλοντας να τονίσει τις συμβολικές αντιθέσεις που απεικονίζονται στη φωτογραφία, είχε πει ότι: «Ξαφνικά συνειδητοποιώ ότι οι φωτογραφίες θα μπορούσαν να φθάσουν την αιωνιότητα μέσω της στιγμής». Με την εν λόγω φωτογραφία του Μπρεσόν είχε ασχοληθεί κι ο συγγραφέας, Δημοσθένης Κούρτοβικ, ο οποίος μέσα από το βιβλίο του «Τετέλεσται, δοκίμια πάνω σε φωτογραφίες» προσπάθησε να αναλύσει τους συμβολισμούς της.
Επίσης, ο Γιάννης Τσαρούχης, παίρνοντας έμπνευση από την νεοκλασική αρχιτεκτονική της Αθήνας, το αποτύπωσε το 1952 σε υδατογραφία με τίτλο «Το σπίτι με τις Καρυάτιδες» και το 1971 σε πίνακα με τίτλο «Σπίτι στην Αγίων Ασωμάτων», παντρεύοντας το κλασικό παρελθόν με το λαϊκό στοιχείο. Επίσης το 1988 έβαλε το σπίτι της Οδού Αγίων Ασωμάτων να δεσπόζει στο σκηνικό που έφτιαξε για την παράσταση «Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη» που ανέβηκε στο Θέατρο του Λυκαβηττού.
Το σπίτι της Εκάβης
Ο Κώστας Ταχτσής, ο οποίος ήταν ένας από τους χαρακτηριστικούς εκπροσώπους της μεταπολεμικής γενιάς της ελληνικής πεζογραφίας, ενσωμάτωσε στοιχεία επηρεασμένα από το «Σπίτι με τις Καρυάτιδες» στη μυθοπλασία του έργου του, «Τρίτο Στεφάνι» που εκδόθηκε το 1962. Συγκεκριμένα, το σπίτι αποτέλεσε την οικία της Εκάβης στο περίφημο μυθιστόρημα του.
Στο blog «omadaasty» σε θέμα για την Αθήνα του Ταχτσή, αναφέρεται ότι: «Η χρήση του Σπιτιού με τις Καρυάτιδες στο Τρίτο Στεφάνι μοιάζει να αποκρυσταλλώνει όλη την ιδεολογική φόρτιση του νεοκλασικισμού σαν συνδετικού κρίκου ανάμεσα στην αρχαία και την σύγχρονη Αθήνα. Αποτυπωμένο πρώτη φορά το 1952 από τον Γιάννη Τσαρούχη, το λαϊκό νεοκλασικό της Αγίων Ασωμάτων θα περάσει από το Τρίτο Στεφάνι για να συμπεριληφθεί, τριάντα χρόνια αργότερα και πάλι από τον Τσαρούχη στα σκηνικά των Θεσμοφοριάζουσων του Αριστοφάνη, σε μετάφραση του ίδιου του Κώστα Ταχτσή, μετάφραση που ο ίδιος υποστήριζε ότι συγγένευε με τη γλώσσα που μιλούσαν οι γυναίκες των παιδικών του χρόνων, τις λογοτεχνικές αντανακλάσεις των οποίων τοποθετεί στο ίδιο σπίτι.
Σε αυτό το πλαίσιο, ίσως να μην είναι τυχαίο ότι ο πατέρας της Εκάβης, έτερος ένοικος αυτού του σπιτιού – συμβόλου, εμφανίζεται ως «πρακτικός αρχαιολόγος» που ήθελε «να γεφυρώσει το χάσμα που χώριζε την αρχαία Ελλάδα από την νέα». Μιλώντας για λογοτεχνικές αντανακλάσεις, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι ο Άκης, alter ego του Κώστα Ταχτσή στο Τρίτο Στεφάνι, ξεκινά την πορεία του ως ζωγράφος ζωγραφίζοντας «παλιά αθηναϊκά σπίτια», μια αναφορά ίσως στον Γιάννη Τσαρούχη, που έθεσε τη βάση για το πέρασμα του Σπιτιού με τις Καρυάτιδες στον μύθο».