Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, πολλές γυναίκες, ως επί το πλείστον των Πρώτων Εθνών (αυτόχθονων κατοίκων του Καναδά), έχουν εξαφανιστεί κατά τη χρήση της εθνικής οδού. Σύμφωνα με πληροφορίες, περίπου 23 κοινωνικές ομάδες Πρώτων Εθνών ζουν κοντά στον αυτοκινητόδρομο, στο μεγαλύτερο μέρος του οποίου επικρατεί, σχεδόν, νεκρική σιγή. Εκτός από κάποια περαστικά αυτοκίνητα ή φορτηγά που διέρχονται, η εθνική οδός είναι σχεδόν ερημική.
Για τους κατοίκους της περιοχής, λοιπόν, που δεν διέθεταν κανένα μεταφορικό μέσο δεν υπήρχε άλλη μορφή μεταφοράς. Έτσι, για πολλές νεαρές γυναίκες που προσπαθούσαν να φτάσουν σε κάποιο μέρος κατά το μήκος του δρόμου το ωτοστόπ ήταν προφανώς η καλύτερη, ακόμη και η μόνη, εναλλακτική λύση.
Αλλά το 1989, η δολοφονία της Αλμπέρτα Γουίλιαμς στον μελλοντικό «αυτοκινητόδρομο των δακρύων» ήταν η πρώτη από πολλές που θα ακολουθούσαν, σύμφωνα με το CBS. Ακόμη οκτώ νεαρά κορίτσιακαι γυναίκες θα εξαφανίζονταν κατά μήκος της εθνικής οδού έως το 2006, με καμία από τις συγκεκριμένες εξαφανίσεις να μην έχει διαλευκανθεί από τις αρχές.
Η Royal Canadian Mounted Police ξεκίνησε έρευνα το 2005 για να εξετάσει τις εξαφανίσεις και τις δολοφονίες. Συνδέοντας άλλες μυστηριώδεις δολοφονίες σε κοντινούς ή συνδετικούς αυτοκινητόδρομους, η RCMP συμπεριέλαβε περισσότερες γυναίκες στο ερευνητικό της έργο. Μέχρι σήμερα, έχει διαπιστώσει ότι 18 γυναίκες έχουν πέσει θύματα εγκλημάτων σε αυτοκινητόδρομους στη Βρετανική Κολομβία, με τον αυτοκινητόδρομο των δακρύων να βρίσκεται βορειοδυτικά της επαρχίας.
Ο συγκεκριμένος αυτοκινητόδρομος καλύπτει μια απόσταση 725 χλμ., αποτελώντας μέρος της κύριας εθνικής οδού Trans-Canada η οποία μετρά συνολικά 7.530 χλμ.
Το «αυτοκινητόδρομος των δακρύων» αναφέρεται συγκεκριμένα στην έκταση μεταξύ του λιμανιού του Prince Rupert και της πόλης του Prince George, μια απόσταση που για να καλυφθεί οδικώς χρειάζονται τουλάχιστον 8 ώρες. Πρόκειται κυρίως για έναν ερημικό δρόμο, με πολύ λίγες στάσεις, που τα τελευταία χρόνια εξυπηρετείται και από κάποια μέσα μαζικής μεταφοράς μετά από παράπονα και ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια των Πρώτων Εθνών που κατοικούν γύρω από αυτόν.