Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012

Φόβος 2012


                                               Γράφει η Δέσποινα A. Καλαϊτζίδου
(στον Μπ. Μπρεχτ)

Ήταν κάποιος που φοβόταν. 
Φοβόταν τόσο που όταν τα μεγαλύτερα παιδιά τον απειλούσαν στο σχολείο ότι θα τον χτυπήσουν αν δεν τους δώσει το χαρτζιλίκι του, αυτός κατέβαζε το κεφάλι και τους το ‘δινε.
Φοβόταν τόσο που όταν αγάπησε παθιασμένα μια γυναίκα δεν της το φανέρωσε ποτέ.

Φοβόταν τόσο που όταν του ζήτησαν ν’ αρνηθεί τα πιστεύω του για να πιάσει μια μικρή θεσούλα, τ’ απαρνήθηκε.
Όταν έβλεπε να δέρνουν τη συντρόφισσά του, εκείνος κοιτούσε τον ουρανό.
Κι όταν του είπαν πως θα πεθάνει, αν δεν παραδώσει την πατρίδα του στους εχθρούς, αυτός την παρέδωσε.

Ένιωθε λίγο μίζερος, εκεί, μόνος, μα ο φόβος φυλούσε τον έρημο μέσα στα ράιχ του μυαλού του.
Κι ένιωθε μια ασφάλεια, μέσα στην τάξη του σπιτιού, την ησυχία του.

Όμως ο χρόνος γρήγορα πέρασε, λες κι ήταν μέρες.
Κι όταν έβγαλε δειλά το πρόσωπό του από την πόρτα είδε πως
τα μεγαλύτερα παιδιά είχαν γίνει οι αφέντες του.
η γυναίκα που αγαπούσε παθιασμένα είχε γίνει γυναίκα άλλου.
Είχε χάσει τη μικρή θεσούλα με το που βρέθηκε κάποιος πιο πειθήνιος από ‘κείνον.
Η συντρόφισσά του είχε γίνει ήρωας.
Κι οι εχθροί της πατρίδας ετοιμάζονταν να πάρουν και το δικό του κεφάλι.

Δέσποινα A. Καλαϊτζίδου
Καθηγήτρια - Συγγραφέας