Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013

«Τραχίνιες» στο Δίον από το Εθνικό Θέατρο


«Το μέλλον κανείς δε γνωρίζει. Το παρόν είναι εδώ!»
 
    Σοφία Ελευθεριάδου Ειρήνη Παξιμαδάκη
Γράφουν η Σοφία Ελευθεριάδου και η Ειρήνη Παξιμαδάκη
Φιλόλογοι εκπαιδευτικοί
  
 Την Κυριακή, 18 Αυγούστου, παρουσιάστηκε στο Αρχαίο Θέατρο του Δίου η τραγωδία του Σοφοκλή Τραχίνιες, η μοναδική τραγωδία του που φέρει ως τίτλο τον τόπο κατοικίας των γυναικών του χορού.
Πριν την έναρξη της παράστασης και κατά τη διάρκεια της προσέλευσης των θεατών, οι γυναίκες του χορού, κάτοικοι  της πόλης Τραχίνας -όπου φιλοξενείται η Διηάνειρα- ανεβαίνουν μία μία,  αφηγούνται τους άθλους του Ηρακλή και  εισάγουν τους θεατές στην υπόθεση της σχετικά άγνωστης τραγωδίας του Σοφοκλή. Η πρωτοτυπία αυτή προκάλεσε έκπληξη στο κοινό και μάλιστα όσοι προσήλθαν νωρίς στο θέατρο ένιωσαν πιο τυχεροί.
            Ο Ηρακλής κατά την επιστροφή του στην Τραχίνα φέρνει ως λάφυρο τη νεαρή και όμορφη Ιόλη. Η ζήλεια οδηγεί τη Διηάνειρα να του στείλει δώρο έναν χιτώνα αλειμμένο με μαγικό υγρό που της είχε προσφέρει ο Κένταυρος Νέσσος την ώρα που ξεψυχούσε χτυπημένος από τα βέλη του Ηρακλή, με την εντύπωση ότι έτσι θα τον κάνει να την αγαπάει για πάντα.  Όμως, τραγική ειρωνεία, ο Κένταυρος την έχει κοροϊδέψει: το υγρό είναι δηλητήριο, με αποτέλεσμα τον αργό και βασανιστικό θάνατο του ημίθεου.
            Η Διηάνειρα έγινε άθελά της συζυγοκτόνος λόγω της αγάπης και του πάθους της. «Ο έρωτας και θεούς κυβερνά», όπως λέει χαρακτηριστικά η πρωταγωνίστρια Άννα Μάσχα ως Διηάνειρα, που σήκωσε στους ώμους της το μεγαλύτερο βάρος της παράστασης. Οι Τραχίνιες είναι η μοναδική τραγωδία του Σοφοκλή που έχει το όνομα του χορού των γυναικών, αν και θα μπορούσε κάλλιστα  να φέρει το όνομα της ηρωίδας του έργου, όπως άλλες (Αντιγόνη, Ηλέκτρα). Οι γυναίκες της Τραχίνας όμως είναι σημαντικές, έχουν λόγο, συζητούν, συμβουλεύουν και συμπάσχουν με τη Διηάνειρα σαν φίλες «αν και δούλες». Πραγματικά οι ηθοποιοί – μέλη του χορού με εξαιρετικές φωνές και σωστή αλλά πρωτότυπη κίνηση για τραγωδία, ήταν βασικός συντελεστής της παράστασης. Αντίθετα, η κορυφαία του χορού δεν έπεισε.
            Το σκηνικό της Έλλης Παπαγεωργακοπούλου ήταν έξυπνα στημένο: ένας πελώριος κορμός δέντρου, σύμβολο δύναμης κι εξουσίας, στο κέντρο της ορχήστρας, που ήταν όλη καλυμμένη με μαύρο πλαστικό. Το πλαστικό αυτό δάπεδο άλλαζε ανάλογα με τον φωτισμό θυμίζοντας τα στοιχεία της φύσης: γη, αέρας, νερόφωτιά.   Επιπλέον, εμπόδιζε το σύννεφο σκόνης που συνήθως σηκώνεται στις παραστάσεις στο Αρχαίο Θέατρο του Δίου.
            Ενώ το έργο στο μεγαλύτερο μέρος του αναφέρεται στον Ηρακλή, ωστόσο αυτός εμφανίζεται μόνο προς το τέλος του έργου. Πετυχημένη η επιλογή του στιβαρού Αργύρη Ξάφη στον ρόλο του ημίθεου, λόγω και του σωματότυπου του ηθοποιού. Η Φιλαρέτη Κομνηνού ως τροφός περιέγραψε με παραστατικότητα την αυτοκτονία της Διηάνειρας αναδεικνύοντας με την καθαρή φωνή και τις αρμονικές  κινήσεις της το μέγεθος του ταλέντου της.
Πλεονέκτημα της παράστασης αποτελεί η ζωντανή μουσική, ενώ ο χορός και το τραγούδι αισθητοποιούν το συναίσθημα. Ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανέλαβε το ρίσκο να ξαναζωντανέψει, υπογράφοντας μάλιστα και τη μετάφραση, μια τραγωδία όχι από τις πιο «ευπώλητες», καινοτόμησε  και το αποτέλεσμα τον δικαίωσε.