Του Γεωργίου Τσερτεκίδη
Φοιτητή Πολιτικών Επιστημών
Με το τρομοκρατικό χτύπημα στο Μάντσεστερ της Αγγλίας έχει καταστεί πλέον σαφές κάτι το οποίο ίσως να μην ήταν απολύτως ξεκάθαρο για ορισμένους. Η τρέλα του τυφλού μίσους της τρομοκρατίας και συγκεκριμένα της ισλαμικής τρομοκρατίας δεν διαθέτει κανένα απολύτως όριο ή φραγμό. Η μαζική δολοφονία οκτάχρονων, δεκάχρονων, δωδεκάχρονων και δεκατετράχρονων παιδιών αποτελεί πλέον μία από τις μεθόδους και τα άρρωστα-μακάβρια «επιτεύγματα» της τρομοκρατίας στον ευρωπαϊκό χώρο. Το...
ζήτημα της ασφάλειας όπως είναι λογικό, οφείλει να αναβαθμιστεί ακόμη περισσότερο τόσο στις ατζέντες των ευρωπαϊκών εν προκειμένω κυβερνήσεων, όσο και σε αυτήν την Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Χωρίς να υπονοείται σε καμία περίπτωση η υιοθέτηση κάποιου ρόλου «ειδήμονος» από τον γράφοντα, σε αυτή τη φάση ωστόσο θα επιχειρηθεί ένας γόνιμος εάν είναι δυνατόν προβληματισμός και μια επισήμανση κάποιων επιλογών ως καίριες για την ασφάλεια των ευρωπαϊκών και όχι μόνο κοινωνιών.
Σε μία πρώτη φάση αναγκαίο είναι να ξεκαθαριστεί ότι οι καταδικαστέες και απάνθρωπες πρακτικές που υιοθετούνται από τις εξτρεμιστικές- τρομοκρατικές ομάδες ή τους μοναχικούς ριζοσπαστικοποιημένους ισλαμιστές δεν μπορούν και δεν πρέπει να συγχέονται με το Ισλάμ και τον μουσουλμανικό κόσμο συλλήβδην. Οι εκφραστές και θιασώτες του εξτρεμιστικού πολιτικού Ισλάμ αποτελούν παρέκκλιση, παρερμηνεία και διαστροφή της ουσιαστικής και γνήσιας διδασκαλίας του Ισλάμ η οποία ουδεμία σχέση έχει με αυτές τις απάνθρωπες και αρρωστημένες πρακτικές που υιοθετούν οι τρομοκράτες χρησιμοποιώντας απλά το μανδύα του Ισλάμ σε μια ανεπιτυχή -φυσικά- προσπάθεια «ηθικοποίησης» της δράσης τους.
Στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, γεγονός αποτελεί η σχετικοποίηση των συνόρων. Έτσι η μετανάστευση η οποία σύμφωνα με την παγκόσμια ιστορία αποτελεί φυσιολογικό φαινόμενο στην ανθρώπινη δραστηριότητα, έχει πλέον λάβει διαστάσεις αρκετά μεγαλύτερες από όσες η Ευρώπη των μέχρι πρότινος αμιγώς εθνικών κρατών είχε συνηθίσει κατά τη σύγχρονη εποχή. Σε αυτό το σημείο αυτονόητος θα πρέπει να θεωρείται ο όσο το δυνατόν πιο ενδελεχής έλεγχος των νεοεισερχομένων στην ευρωπαϊκή επικράτεια. Εκεί χρειάζεται και η συνεργασία με τις αρχές των χωρών προέλευσης των νέων μεταναστών, η παροχή δηλαδή επαρκούς πληροφόρησης για περιπτώσεις ριζοσπαστικοποίησης και διασύνδεσης με εξτρεμιστικούς-τρομοκρατικούς κύκλους.
Μία ,για πολύ περισσότερο από μία χιλιετία, αμιγώς χριστιανική Ευρώπη, φαίνεται τις τελευταίες δεκαετίες με τη διόγκωση των μουσουλμανικών κοινοτήτων σε όλη σχεδόν την επικράτειά της , να μετασχηματίζεται σε κάτι νέο. Αυτή η μετασχηματισμένη Ευρώπη που όπως κάθε τι ανθρώπινο συνεχώς εξελίσσεται, δε μπορεί να αντιμετωπίζει την νεοεμφανισθείσα σχετικά στον παραδοσιακό κεντρικό και δυτικό πυρήνα της, ισλαμική τρομοκρατία με ξεπερασμένες μεθόδους και απαρχαιωμένα εργαλεία. Πέραν της χρήσης των νέων τεχνολογιών για την εξασφάλιση πληροφοριών- όπως ακριβώς συμβαίνει-καίριας σημασίας αναδεικνύεται και η συνεργασία με τις τοπικές μουσουλμανικές κοινότητες. Η δημιουργία δηλαδή δικτύων πληροφοριών μέσα στις ίδιες τις ευρωπαϊκές μουσουλμανικές κοινότητες, για την πρόληψη περιστατικών ριζοσπαστικοποίησης μελών τους.
Φυσικά για να αξιοποιούνται όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα οι όποιες διαθέσιμες πληροφορίες είναι ξεκάθαρο πως χρειάζεται η επικαιροποίση του νομικού και θεσμικού πλαισίου. Η προσαρμογή του δηλαδή στις νέες συνθήκες, απαιτήσεις και προκλήσεις. Υπάρχει σαφώς η ανάγκη για μία πλήρως εξοπλισμένη νομικά και θεσμικά Ευρώπη στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας.
Χωρίς να θεωρούνται εξεζητημένες ή εξαιρετικά καινοτόμες οι προτάσεις του υποφαινόμενου καθώς επί των συγκεκριμένων ζητημάτων έχουν εκφραστεί σημαντικοί επιστήμονες και αναλυτές, κρίνεται απλά σκόπιμη η ανάδειξη και η επισήμανσή τους στο δημόσιο διάλογο σε μία τόσο κρίσιμη για την Ευρώπη και ολόκληρο τον πλανήτη χρονική περίοδο.
Χωρίς να υπονοείται σε καμία περίπτωση η υιοθέτηση κάποιου ρόλου «ειδήμονος» από τον γράφοντα, σε αυτή τη φάση ωστόσο θα επιχειρηθεί ένας γόνιμος εάν είναι δυνατόν προβληματισμός και μια επισήμανση κάποιων επιλογών ως καίριες για την ασφάλεια των ευρωπαϊκών και όχι μόνο κοινωνιών.
Σε μία πρώτη φάση αναγκαίο είναι να ξεκαθαριστεί ότι οι καταδικαστέες και απάνθρωπες πρακτικές που υιοθετούνται από τις εξτρεμιστικές- τρομοκρατικές ομάδες ή τους μοναχικούς ριζοσπαστικοποιημένους ισλαμιστές δεν μπορούν και δεν πρέπει να συγχέονται με το Ισλάμ και τον μουσουλμανικό κόσμο συλλήβδην. Οι εκφραστές και θιασώτες του εξτρεμιστικού πολιτικού Ισλάμ αποτελούν παρέκκλιση, παρερμηνεία και διαστροφή της ουσιαστικής και γνήσιας διδασκαλίας του Ισλάμ η οποία ουδεμία σχέση έχει με αυτές τις απάνθρωπες και αρρωστημένες πρακτικές που υιοθετούν οι τρομοκράτες χρησιμοποιώντας απλά το μανδύα του Ισλάμ σε μια ανεπιτυχή -φυσικά- προσπάθεια «ηθικοποίησης» της δράσης τους.
Στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, γεγονός αποτελεί η σχετικοποίηση των συνόρων. Έτσι η μετανάστευση η οποία σύμφωνα με την παγκόσμια ιστορία αποτελεί φυσιολογικό φαινόμενο στην ανθρώπινη δραστηριότητα, έχει πλέον λάβει διαστάσεις αρκετά μεγαλύτερες από όσες η Ευρώπη των μέχρι πρότινος αμιγώς εθνικών κρατών είχε συνηθίσει κατά τη σύγχρονη εποχή. Σε αυτό το σημείο αυτονόητος θα πρέπει να θεωρείται ο όσο το δυνατόν πιο ενδελεχής έλεγχος των νεοεισερχομένων στην ευρωπαϊκή επικράτεια. Εκεί χρειάζεται και η συνεργασία με τις αρχές των χωρών προέλευσης των νέων μεταναστών, η παροχή δηλαδή επαρκούς πληροφόρησης για περιπτώσεις ριζοσπαστικοποίησης και διασύνδεσης με εξτρεμιστικούς-τρομοκρατικούς κύκλους.
Μία ,για πολύ περισσότερο από μία χιλιετία, αμιγώς χριστιανική Ευρώπη, φαίνεται τις τελευταίες δεκαετίες με τη διόγκωση των μουσουλμανικών κοινοτήτων σε όλη σχεδόν την επικράτειά της , να μετασχηματίζεται σε κάτι νέο. Αυτή η μετασχηματισμένη Ευρώπη που όπως κάθε τι ανθρώπινο συνεχώς εξελίσσεται, δε μπορεί να αντιμετωπίζει την νεοεμφανισθείσα σχετικά στον παραδοσιακό κεντρικό και δυτικό πυρήνα της, ισλαμική τρομοκρατία με ξεπερασμένες μεθόδους και απαρχαιωμένα εργαλεία. Πέραν της χρήσης των νέων τεχνολογιών για την εξασφάλιση πληροφοριών- όπως ακριβώς συμβαίνει-καίριας σημασίας αναδεικνύεται και η συνεργασία με τις τοπικές μουσουλμανικές κοινότητες. Η δημιουργία δηλαδή δικτύων πληροφοριών μέσα στις ίδιες τις ευρωπαϊκές μουσουλμανικές κοινότητες, για την πρόληψη περιστατικών ριζοσπαστικοποίησης μελών τους.
Φυσικά για να αξιοποιούνται όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα οι όποιες διαθέσιμες πληροφορίες είναι ξεκάθαρο πως χρειάζεται η επικαιροποίση του νομικού και θεσμικού πλαισίου. Η προσαρμογή του δηλαδή στις νέες συνθήκες, απαιτήσεις και προκλήσεις. Υπάρχει σαφώς η ανάγκη για μία πλήρως εξοπλισμένη νομικά και θεσμικά Ευρώπη στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας.
Χωρίς να θεωρούνται εξεζητημένες ή εξαιρετικά καινοτόμες οι προτάσεις του υποφαινόμενου καθώς επί των συγκεκριμένων ζητημάτων έχουν εκφραστεί σημαντικοί επιστήμονες και αναλυτές, κρίνεται απλά σκόπιμη η ανάδειξη και η επισήμανσή τους στο δημόσιο διάλογο σε μία τόσο κρίσιμη για την Ευρώπη και ολόκληρο τον πλανήτη χρονική περίοδο.