Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018

Λιχαδονήσια: Oι μικρές Σεϋχέλλες της Βόρειας Εύβοιας


Η χερσόνησος της Λιχάδας είναι ένα από τα μυστικά της... 

 
 
 
 
 
Βόρειας Εύβοιας που σιγά-σιγά αποκαλύπτονται, ενώ η εξόρμηση στα γοητευτικά προστατευόμενα νησάκια φέρνει λίγο από… Σεϋχέλλες.

Ας ξεκινήσουμε τη διαδρομή μας ανακαλύπτωντας τα υπέροχα Λιχαδονήσια .

Oδεύουμε προς τη χερσόνησο της Λιχάδας κάπως ανορθόδοξα, έχοντας διασχίσει μεγάλο μέρος της βορειοανατολικής Εύβοιας· στροφές μέσα σε δάση με αιωνόβια πλατάνια, στάσεις σε βρύσες με τρεχούμενο νερό, πέρασμα από τα Βασιλικά και το Ψαροπούλι, πευκοδάση που πέφτουν στη θάλασσα, ιστορίες και μύθοι της περιοχής που το τοπίο φέρνει στην κουβέντα.



Καταλήγουμε βορειοδυτικά, στη χερσόνησο της Λιχάδας, το κομμάτι της Εύβοιας που πέφτει στον Μαλιακό κόλπο, με στάση στον Κάβο Λιθάρι, το αρχαίο ακρωτήριο Κήναιο. Είναι το σημείο από το οποίο, σύμφωνα με το μύθο, οργισμένος ο Δίας έπειτα από άλλη μία ζηλοτυπία της Ηρας ξεσπάει άδικα στον υπηρέτη του Λίχα, πετώντας τον στη θάλασσα. Το σώμα του δύστυχου θνητού γίνεται τότε κομμάτια, τα οποία ο Ποσειδώνας μετέβαλε σε μικρά νησάκια, τα σημερινά Λιχαδονήσια.



Η ποταμόβαρκα με το ευφάνταστο όνομα «Τα είδα όλα» περνάει ανά μισάωρο από τον Κάβο στα ηφαιστειογενή Λιχαδονήσια, τα ακατοίκητα κομμάτια του σώματος του Λίχα, που έχουν ανακηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος και είναι ανοιχτά στο κοινό μέχρι τις 7 το απόγευμα. Πλέοντας διακριτικά ανάμεσά τους, συναντάμε τις δύο φώκιες από την οικογένεια των τεσσάρων Monachus monachus που έχουν δραπετεύσει από το θαλάσσιο πάρκο της Αλοννήσου και έχουν εγκατασταθεί εδώ. «Εχουν έρθει η WWF και η ΜOm και μας λένε πως, για να μένουν στην περιοχή, έχουν βρει κάτι ενδιαφέρον», λέει ο Γιώργος Λυμπέρης.

Εκεί, στην πίσω πλευρά της Μονολιάς (το μεγαλύτερο Λιχαδονήσι με υψόμ. 17), μεγάλωσε ο πατέρας του, ο κυρ Γιάννης, μέχρι τα επτά του χρόνια, οπότε έπρεπε να πάει σχολείο. Εκεί υπάρχουν ακόμη και σήμερα ερειπωμένα κάποια από τα σπίτια των κατοίκων της ηφαιστειογενούς νήσου, πριν αυτή κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος και απαγορευτεί η κατοίκησή της. Στη βόρεια πλευρά είναι δύσκολο να πλησιάσει κανείς όσο το τοπίο με τις ελιές και τα πουρνάρια γίνεται όλο και πιο πυκνό και άγριο, φιλοξενώντας αποκλειστικά αγριοκάτσικα.




Δεύτερο σε μέγεθος νησάκι η Στρογγύλη, με το Φάρο. Πίσω στην παραλία της Μονολιάς με τα γαλαζοπράσινα αβαθή νερά, παιδάκια αφήνονται σε εξερεύνηση του ιδιόμορφου τοπίου και σε ατελείωτα παιχνίδια, ενώ παρέες στην καντίνα έχουν βαλθεί να καταναλώσουν τις μπίρες, το ούζο και το χταποδάκι που φέρνουν εδώ τα πλεούμενα της οικογένειας Λυμπέρη. Οσο για την απολαυστική κυρία Σούλα, μας αποκαλύπτει τη δική της ιστορία που έκανε τα Λιχαδονήσια φιλόξενα στις φώκιες: «Τότε που η σαρδέλα ακόμα ήταν φθηνή, ερχόμασταν με τον άντρα μου και φέρναμε ένα καφάσι μαζί μας. Μόλις άκουγαν τη μηχανή της ποταμόβαρκας, έκαναν την εμφάνισή τους!».

Πίσω στον Κάβο κάθε αλμυρίκι φιλοξενεί τους δικούς του κατασκηνωτές σε άλλη μια ατελείωτη αμμουδιά της Βόρειας Εύβοιας. Ψαράδες επιδίδονται σε κάθε μορφής τεχνική ερασιτεχνικής αλιείας και ο δικός μας ιθαγενής ψαροτουφεκάς ξεναγός εμφανίζεται με ένα λαβράκι τριών κιλών. Το απολαύσαμε καλοψημένο σε ψαροταβέρνα δίπλα στο κύμα, ακούγοντας ιστορίες για τον εμίρη που πέρασε πρόσφατα από εδώ για να δοκιμάσει μόλις μία μπουκιά από καθένα από τα εκλεκτά ψάρια που παρήγγειλε. «Ροφό, σαργούς, καραβίδες… και τι δεν είχε το τραπέζι του». Είναι το θέμα των ημερών για το χωριό.

Το ανεπιτήδευτο ψαροχώρι απλώνεται σε μια ακτή μεγαλύτερη του ενός χιλιομέτρου, δεν συγκινεί ιδιαίτερα από οικιστικής άποψης κι έτσι το μάτι μένει μόνιμα στραμμένο στη θάλασσα και στα καΐκια. Προσφέρει καλές τιμές, πολλά ανακαινισμένα δωμάτια και διαμερίσματα πάνω από τις ψαροταβέρνες, ήσυχες διακοπές και σίγουρα… φρεσκότατο ψάρι. Ειδικά τώρα που αφθονούν οι καραβίδες, ο μπακαλιάρος και άλλα εκλεκτά ψάρια, είναι ιδανικός προορισμός για καλοφαγάδες και οικογένειες που θέλουν να μη μετακινούνται πολύ, να αφήνουν τα παιδιά ελεύθερα στη θάλασσα και να πιάνουν το τραπέζι της ταβέρνας από το πρωί για τάβλι και ούζο μέχρι αργά το βράδυ για ψάρι και δροσερό σπιτικό κρασί.



Από τα Λιχαδονήσια στον Κάβο και από εκεί στον Αη Γιώργη, η γνωριμία με τη Λιχάδα συνεχίζεται, φτάνοντας στο ομώνυμο χωριό που στέκει λίγο πιο πάνω, στους πρόποδες του Προφήτη Ηλία ή Ξεροσουβάλας. Εδώ έχουν αγοράσει και αναπαλαιώσει αρκετά σπίτια Ολλανδοί και Γερμανοί, φτιάχνοντας τη δική τους συνοικία. Από τις πέντε ταβέρνες του, έχει παραμείνει ανοιχτή μόλις μία, λόγω κρίσης, στα σοκάκια του οι εικόνες της καθημερινότητας θυμίζουν άλλες εποχές και ο τρεμάμενος από τα χρόνια παπα-Θόδωρος Μπούρας μοιάζει βγαλμένος από μυθιστόρημα του Παπαδιαμάντη, δίπλα στο θαύμα με τα κυπαρίσσια. Κάποτε οι επίτροποι της Παναγιάς της Λιχάδας αποφάσισαν να κόψουν το μικρό που μεγάλωνε λοξά, προς αποφυγήν ατυχήματος, αλλά την επόμενη μέρα το μεγάλο κυπαρίσσι δίπλα του άπλωσε σαν χέρι ένα κλαδί του και αγκάλιασε το μικρούλι, προστατεύοντάς το!

Προς το παρόν, μπορεί κανείς να αφεθεί σε ένα low budget μακροβούτι στα ίδια γαλαζοπράσινα αβαθή νερά της διπλανής Χρυσής Ακτής. Εκεί όπου η συνέχεια της υπέροχης αμμουδιάς του Γρεκολίμανου διατηρεί τις λίγες πέτρες της και οι ομπρελοξαπλώστρες προσφέρονται δωρεάν από την καντίνα.

Συνεχίζοντας προς την ίδια κατεύθυνση, περνώντας και από τα Γιάλτρα, τελειώνουν τα παραθαλάσσια όρια της Λιχάδας, όχι όμως και οι ομορφιές της καταπράσινης παρθένας γης της Βόρειας Εύβοιας. Κρύβει καταρράκτες και λίμνες στην ενδοχώρα της, είναι ιδανικός προορισμός για φυσιολάτρες εξερευνητές και για τζιπ που δεν φοβούνται τη σκόνη, προσφέρει πολλές μεγάλες παραλίες, άλλες ερημικές και άλλες οργανωμένες. Αναχωρώ από αυτόν τον τόσο δικό μας και τόσο εξωτικό ταυτόχρονα τόπο, κρατώντας τον καλοκαιρινό ήχο της κιθάρας και της αηδονίσιας φωνής της Βέρας δίπλα στον ελαφρύ παφλασμό της θάλασσας.