Κι όμως, ο Γιάννης Μακρής, ο επιχειρηματίας που εκτελέστηκε εν ψυχρώ έξω από το σπίτι του στη Βούλα, λίγο πριν το τέλος είχε συναντηθεί με τον δολοφόνο του.
Σύμφωνα με...
δημοσίευμα της Real News, τον Οκτώβριο του 2018, λίγες ώρες πριν αφήσει την τελευταία του πνοή μέσα στο αυτοκίνητό του, ο Γιάννης Μακρής έπινε καφέ σε διπλανά τραπέζια με τους δολοφόνους του στο κέντρο της Γλυφάδας.
Οι δύο δράστες, αδέλφια, βουλγαρικής καταγωγής, ο ένας εκ των οποίων διαφεύγει της σύλληψης, αναγνωρίστηκαν από φίλο του επιχειρηματία, ο οποίος ήταν μαζί του εκείνο το μεσημέρι. Όπως κατέθεσε ο ίδιος στους αστυνομικούς, ο Γιάννης Μακρής του είχε εκμυστηρευτεί ότι τον τελευταίο καιρό έβλεπε συνέχεια μπροστά του «τα περίεργα αυτά άτομα».
Σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, οι δράστες παρακολουθούσαν το θύμα τους τουλάχιστον από τις 12 Οκτωβρίου, όταν και έφτασαν αεροπορικώς από τη Σόφια στην Αθήνα. Χρησιμοποίησαν τρία αυτοκίνητα, με το τελευταίο να το νοικιάζουν δύο ημέρες πριν από τη δολοφονία και να το παραδίδουν την επομένη αυτής, νωρίτερα από την καθορισμένη, όπως καταθέτει υπάλληλος της εταιρείας.
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα της Real News, το τελευταίο «τσεκ» έγινε το μεσημέρι πριν από τη δολοφονία. Σύμφωνα με την κατάθεση του φίλου του Γιάννη Μακρή, οι δυο τους είχαν βρεθεί στη Γλυφάδα για έναν καφέ.
«Κάποια στιγμή ο Γιάννης όταν ήμασταν έξω από το μαγαζί μου έδειξε δύο άτομα και μου είπε ότι τους βλέπει συνέχεια μπροστά του και τον κοιτάζουν περίεργα. Εγώ τους παρατήρησα. Ο ένας ήταν μελαχρινός, πιο ψηλός από εμένα, περίπου 1,80 μ., πολύ γυμνασμένος με ξυρισμένα τα πλαϊνά μαλλιά και με ένα κοτσιδάκι μικρό στο πίσω και πάνω μέρος. Επίσης είχε μούσια. Ο άλλος ήταν περίπου ίδιου αναστήματος, αλλά πιο εύσωμος με κοιλιά, όχι γυμνασμένος. Είχε καράφλα κι ένα μουσάκι κάτω από το πηγούνι», κατέθεσε ο φίλος του επιχειρηματία.
Του επιδείχθηκε μάλιστα υλικό από τις κάμερες κλειστού κυκλώματος που είναι εγκατεστημένες στην εταιρεία, απ’ όπου οι δράστες νοίκιασαν τα αυτοκίνητα και αναγνώρισε τους δράστες.
Παράλληλα, το επιχείρημα του Βούλγαρου, ότι δεν είναι εκείνος στο βίντεο της εκτέλεσης Μακρή είναι ότι φιλικό του πρόσωπο τον αναγνώρισε στο υλικό που του επιδείχθηκε από τρεις κάμερες κλειστού κυκλώματος σε σπίτι, κοντά σε αυτό του επιχειρηματία.
Τέλος τους δράστες προδίδουν και τα τηλέφωνα, καθώς μετά από αίτημα της αστυνομίας, οι εταιρείες κινητής τηλεφωνία έκαναν γνωστό ότι στις 22 Οκρωβρίου 2018 ενεργοποιήθηκαν στο όνομα του δράστη που συνελήφθη δύο τηλεφωνικές συνδέσεις για τις οποίες προκύπτουν τα εξής:
Οι συγκεκριμένες τηλεφωνικές συνδέσεις ήταν ενεργές στις 22, 27, 30 και 31 Οκτωβρίου 2018. Πραγματοποίησαν μόνο μεταξύ τους επικοινωνίες και ενεργοποίησαν η μεν πρώτη, κεραίες που εξυπηρετούν τις περιοχές της Βούλας, Άνω Βούλας, Γλυφάδας και Ελληνικού, ενώ η δεύτερη, κεραίες που εξυπηρετούν την περιοχή της Γλυφάδας.
Στις 31 Οκτωβρίου και ώρα 20:06:46 η πρώτη τηλεφωνική σύνδεση κάλεσε τη δεύτερη, ενεργοποιώντας κεραία πλησίον του τόπου του εγκλήματος. Μετά τη δολοφονία δεν εμφανίζουν καμία επικοινωνία.
Πάντως μυστήριο αποτελεί ακόμα το κίνητρο της πληρωμένης αυτής εκτέλεσης. Η οικογένεια του Γιάννη Μακρή ακόμα δεν μπορεί να σκεφτεί κάποιον λόγο για να θέλουν να του κάνουν κακό. Όπως κατέθεσαν τόσο η σύζυγός του, όσο και ο πατέρας του, ο Γιάννης Μακρής δεν έδειχνε να φοβάται. Κυκλοφορούσε με τη βέσπα ή με το αυτοκίνητο μέσα στο οποίο τον σκότωσαν, χωρίς να έχει προστασία, ενώ δεν είχε εκφράσει σε κανέναν καμία ανησυχία.
Οι δύο δράστες, αδέλφια, βουλγαρικής καταγωγής, ο ένας εκ των οποίων διαφεύγει της σύλληψης, αναγνωρίστηκαν από φίλο του επιχειρηματία, ο οποίος ήταν μαζί του εκείνο το μεσημέρι. Όπως κατέθεσε ο ίδιος στους αστυνομικούς, ο Γιάννης Μακρής του είχε εκμυστηρευτεί ότι τον τελευταίο καιρό έβλεπε συνέχεια μπροστά του «τα περίεργα αυτά άτομα».
Σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, οι δράστες παρακολουθούσαν το θύμα τους τουλάχιστον από τις 12 Οκτωβρίου, όταν και έφτασαν αεροπορικώς από τη Σόφια στην Αθήνα. Χρησιμοποίησαν τρία αυτοκίνητα, με το τελευταίο να το νοικιάζουν δύο ημέρες πριν από τη δολοφονία και να το παραδίδουν την επομένη αυτής, νωρίτερα από την καθορισμένη, όπως καταθέτει υπάλληλος της εταιρείας.
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα της Real News, το τελευταίο «τσεκ» έγινε το μεσημέρι πριν από τη δολοφονία. Σύμφωνα με την κατάθεση του φίλου του Γιάννη Μακρή, οι δυο τους είχαν βρεθεί στη Γλυφάδα για έναν καφέ.
«Κάποια στιγμή ο Γιάννης όταν ήμασταν έξω από το μαγαζί μου έδειξε δύο άτομα και μου είπε ότι τους βλέπει συνέχεια μπροστά του και τον κοιτάζουν περίεργα. Εγώ τους παρατήρησα. Ο ένας ήταν μελαχρινός, πιο ψηλός από εμένα, περίπου 1,80 μ., πολύ γυμνασμένος με ξυρισμένα τα πλαϊνά μαλλιά και με ένα κοτσιδάκι μικρό στο πίσω και πάνω μέρος. Επίσης είχε μούσια. Ο άλλος ήταν περίπου ίδιου αναστήματος, αλλά πιο εύσωμος με κοιλιά, όχι γυμνασμένος. Είχε καράφλα κι ένα μουσάκι κάτω από το πηγούνι», κατέθεσε ο φίλος του επιχειρηματία.
Του επιδείχθηκε μάλιστα υλικό από τις κάμερες κλειστού κυκλώματος που είναι εγκατεστημένες στην εταιρεία, απ’ όπου οι δράστες νοίκιασαν τα αυτοκίνητα και αναγνώρισε τους δράστες.
Παράλληλα, το επιχείρημα του Βούλγαρου, ότι δεν είναι εκείνος στο βίντεο της εκτέλεσης Μακρή είναι ότι φιλικό του πρόσωπο τον αναγνώρισε στο υλικό που του επιδείχθηκε από τρεις κάμερες κλειστού κυκλώματος σε σπίτι, κοντά σε αυτό του επιχειρηματία.
Τέλος τους δράστες προδίδουν και τα τηλέφωνα, καθώς μετά από αίτημα της αστυνομίας, οι εταιρείες κινητής τηλεφωνία έκαναν γνωστό ότι στις 22 Οκρωβρίου 2018 ενεργοποιήθηκαν στο όνομα του δράστη που συνελήφθη δύο τηλεφωνικές συνδέσεις για τις οποίες προκύπτουν τα εξής:
Οι συγκεκριμένες τηλεφωνικές συνδέσεις ήταν ενεργές στις 22, 27, 30 και 31 Οκτωβρίου 2018. Πραγματοποίησαν μόνο μεταξύ τους επικοινωνίες και ενεργοποίησαν η μεν πρώτη, κεραίες που εξυπηρετούν τις περιοχές της Βούλας, Άνω Βούλας, Γλυφάδας και Ελληνικού, ενώ η δεύτερη, κεραίες που εξυπηρετούν την περιοχή της Γλυφάδας.
Στις 31 Οκτωβρίου και ώρα 20:06:46 η πρώτη τηλεφωνική σύνδεση κάλεσε τη δεύτερη, ενεργοποιώντας κεραία πλησίον του τόπου του εγκλήματος. Μετά τη δολοφονία δεν εμφανίζουν καμία επικοινωνία.
Πάντως μυστήριο αποτελεί ακόμα το κίνητρο της πληρωμένης αυτής εκτέλεσης. Η οικογένεια του Γιάννη Μακρή ακόμα δεν μπορεί να σκεφτεί κάποιον λόγο για να θέλουν να του κάνουν κακό. Όπως κατέθεσαν τόσο η σύζυγός του, όσο και ο πατέρας του, ο Γιάννης Μακρής δεν έδειχνε να φοβάται. Κυκλοφορούσε με τη βέσπα ή με το αυτοκίνητο μέσα στο οποίο τον σκότωσαν, χωρίς να έχει προστασία, ενώ δεν είχε εκφράσει σε κανέναν καμία ανησυχία.
Πιθανόν, οι δουλειές της εταιρείας security που διατηρούσε να ενόχλησαν κάποιους, αλλά αυτό μένει να το ερευνήσει διεξοδικά η αστυνομία.