Πρόκειται για μία από τις εμβληματικές προσωπικότητες του μακεδονικού αγώνα.
Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.
Το 1881 είναι ένα μείζον ιστορικό ορόσημο για την Ελλάδα. Απελευθερώνεται με την καίρια και αποφασιστική συμβολή του σπουδαίου πατριώτη πρωθυπουργού μας Αλέξανδρου Κουμουνδούρου – του οποίου η προσφορά δεν έχει αποτιμηθεί στο βάθρο που αρμόζει – η Θεσαλλία και η Άρτα και προσαρτώνται στην ελληνική επικράτεια. Ενώ...
Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.
Το 1881 είναι ένα μείζον ιστορικό ορόσημο για την Ελλάδα. Απελευθερώνεται με την καίρια και αποφασιστική συμβολή του σπουδαίου πατριώτη πρωθυπουργού μας Αλέξανδρου Κουμουνδούρου – του οποίου η προσφορά δεν έχει αποτιμηθεί στο βάθρο που αρμόζει – η Θεσαλλία και η Άρτα και προσαρτώνται στην ελληνική επικράτεια. Ενώ...
και η προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας στην Ελλάδα από την Βουλγαρία, με τα γεγονότα που την συνοδεύουν επηρεάζουν ζωτικά την ψυχοσύνθεση του νεαρού Παύλου, που αποφοιτεί στα 1885 από το Γυμνάσιο. Το εθνικό του φρόνημα πλήττεται από τα γεγονότα της Ρωμυλίας και προβληματίζεται να καταταγεί εθελοντής στο στρατό ή να βγεί στο αντάρτικο στα ελληνοτουρκικά σύνορα και να πολεμήσει. Όμως ένα αναπάντεχο σπάσιμο του ποδιού του, θα τον κρατήσει αναγκαστικά στην Αθήνα. Πάραυτα ένα χρόνο αργότερα το 1886 δίνει εξετάσεις και εισάγεται στην Στρατιωτική Σχολή των Ευελπίδων. Έχει πλέον χαράξει τη μοίρα του που θα επικαθορίσει το μέλλον της Μακεδονίας μας. Η ένοπλη δράση που με ακόρεστη δίψα αποζητά, για να προσφέρει στην απλευθέρωση της Μακεδονίας μας είναι προ των πυλών.
Εμβόλιμα να αναφέρουμε ότι ο Παύλος Μελάς θα παντρευτεί μια κοπέλα υψηλού κοινωνικού ήθους από την μεγαλοαστική οικογένεια Δραγούμη, της οποία τα βήματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τους πατριωτικούς αγώνες των Ελλήνων. Παντρεύεται την Ναταλία Δραγούμη, αδελφή του Ίωνα Δραγούμη, που δονείται από φλογερό πατριωτισμό και με την ευδόνητη ευαισθησία του υπηρετεί άλλοτε φανερά ως Διπλωμάτης, άλλοτε μυστικά ως οργανωτής επαναστατικών τμημάτων τον αγώνα, στις αλύτρωτες περιοχές του ελληνισμού. Ο ευγενής αυτός εραστής της εθνικής ιδέας, φεύ θα βρεί τραγικό θάνατο δολοφονημένος απο σφαίρες ελληνικές, αποτελώντας τραγικό θύμα της έξαψης των πολιτικών παθών, μεταξύ Βενιζελικών και Κωνσταντινικών, αφού ο Ίωνας είναι ο θεωρητικός του αντιβενιζελισμού. Ο Παύλος Μελάς λοιπόν παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην περιοχή της Μακεδονίας μας, που στενάζει απο την τρομοκρατία, τους φόνους και τις ληστρικές επιδρομές των αδίστακτων κομιτατζήδων.
Με κομμένη την ανάσα εστιάζει στην άθλια προπαγάνδα της βουλγαρικής εξαρχίας και την μεθοδευμένη της προσπάθεια μέσω της τρομοκρατίας, να εκβουλγαρίσει τους ελληνικούς πληθυσμούς. Καταβάλλει έτσι προσπάθεια με τους συναδέλφους του στρατιωτικούς : Αλέξανδρο και Κωνσταντίνο Μαζαράκη, Γεώργιο Τσόντο, Αθανάσιο Εξαδάκτυλο,να ευαισθητοποιήσει τόσο τους πολιτικούς της κεντρικής πολιτικής μας σκηνής, όσο και την κοινή γνώμη στη Ελλάδα για να αναληφθεί ένοπλη πρωτοβουλία προστασίας της Μακεδονίας, απο την ανηλεή τρομοκράτηση της βουλγαρικής εξαρχίας. Δοθέντος ότι η επίσημη ελληνική κυβέρνηση, διατηρώντας εύθραυστες διπλωματικές ισορροπίες, αλλά και διακατεχόμενη απο τα αιώνια διπλωματικά μας φοβικά σύνδρομα, δεν αποτολμούσε οιοδήποτε εγχείρημα υποστήριξης αντάρτικου στην Μακεδονία.
Επίσημα στην πρώτη φάση της ένοπλης παρουσίας του Παύλου Μελά, η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει να εμπλακεί, προκειμένου να μην θραυστεί το υφιστάμενο διπλωματικό status quo. Ο Παύλος όμως που εν τω μεταξύ έχει πληγωθεί βαθιά από την τραγική έκβαση της ήττας του ελληνοτουρκικού πολέμου – στον οποίον μετείχε ενεργά- γεογονός που στιγματίζει ανεξάλειπτα το ηθικό του ελληνικού λαού, αλλά και το στρατιωτικό φρόνημα των ενόπλων δυνάμεών μας, αποφασίζει να κατέβει παράνομα-μυστικά στην Μακεδονία, για να αποτυπώσει ο ίδιος την κατάσταση. Τον Φεβρουάριο του 1904 λοιπόν ο Παύλος Μελάς μαζί με τους Κοντούλη, Παπούλα και Κολοκοτρώνη, μπαίνει παράνομα στην Μακεδονία και επιχειρεί μια πρώτη προσέγγιση με τους θύλακες αντίστασης των Ελλήνων της περιοχής. Η παρουσία του ωστόσο δεν περνά απαρατήρητη στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία, από τα τουρκικά στρατεύματα και έτσι αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα.
Έχοντας μορφώσει άποψη για τους ανελέητους διωγμούς και τα φονικά των κομιτατζήδων. Θα επιστρέψει ωστόσο τον Ιούλιο του 1904 ως δήθεν ζωέμπορος με το ψευδώνυμο Πέτρος Δέδες. Τέλος για Τρίτη και τελευταία φορά θα ξαναμπεί στη Μακεδονία περνώντας από τα σύνορα της Κοζάνης, στις 27 Αυγούστου του 1904 με ένοπλο σώμα 35 ανδρών που συναποτελείται απο Μακεδόνες, Κρητικούς και Λάκωνες, ως επικεφαλής Σωμάτων Μοναστηρίου-Καστοριάς. Αναπτύσσοντας ένοπλη δράση σ΄αυτή την φάση της στρατιωτικής παρουσίας του χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας, το οποίο συνθέτει απο τα ονόματα των δυο παιδιών του.
Στο μακρύ αυτό στρατιωτικό οδοιπορικό του, για να οργανώσει στρατιωτικά την άμυνα των ένοπλων αντάρτικων ομάδων της Μακεδονίας μας, ο Παύλος Μελάς, θα αναπτερώσει στο έπακρο το ηθικό και το πατριωτικό φρόνημα των τρομοκρατούμεων πληθυσμών μας, από τους εξαρχικούς του βουλγαρικού κομιτάτου.
Σ΄αυτή την μακρά και δύσβατη πορεία του θα αντιμετωπίσει πλήθος εμποδίων ακόμα και φυσικών, που καθιστούν τον αγώνα δύσκολο. Μα το ηθικό του δε κάμπτεται αλλά αντιθέτως πυργώνεται, καθώς βλέπει την ελπίδα και τη σπίθα της απελευθέρωσης της Μακεδονίας μας να αναγεννώνται. Τα ενθυμήματα, οι επιστολές και οι προσωπικές καταγραφές του Παύλου Μελά κατά την πολυτάραχη παρουσία του στην Μακεδονία, για να οργανώσει την άμυνα των πληθυσμών μας κατά των κομιτατζήδων είναι συγκλονιστικά. Αναδύουν ένα σπάνιο άρωμα αγνού πατριωτισμού, εθνικής έξαρσης, κοινωνικής ανιδιοτέλειας ενώ είναι διάστικτα από την άχραντη θρησκευτική ευλάβεια του Παύλου Μελά, που προσεύχονταν διαρκώς στον Θεό για να προστατεύσει την Ελλάδα.
Στις 8 Μαρτίου 1904 ο Παύλος Μελάς με παραστατική ενάργεια γράφει «Όταν ξεκινήσαμεν ήτο σκότος βαθύ, οι οδηγοί αμφέβαλλαν και πάλιν περί του δυνατού της πορείας. Αλλ΄επειδή επεμένομεν, υπήκουσαν. Μόλις όμως διήλθομεν εις το σκότος την επικίνδυνην τουρκικήν ζώνη, αμέσως ως δια μαγείας, τα πυκνά νέφη διελύθησαν και η σελήνη και τα άστρα μας εφώτισαν τον φοβερώτατον δρόμον, τον οποίον επι 3 ώρας ηκολουθήσαμεν δια μέσου παρθένων δασών, κρημνών, ανωφερειών και λοιπών. Ναι Νάτα μου, επιστεύσαμεν όλοι, με όλην την ψυχή μας, ότι ο Θεός εκείνην την στιγμήν ευλόγει το έργον μας και δια των αστέρων του εφώτιζεν τον δρόμον μας. Η πεποίθησις αύτη μας έδωκε δυνάμεις υπερανθρώπους και χωρίς, να το εννοήσωμεν σχεδόν, εβαδίσαμεν επι 9 ώρας έκαστος φέρων βάρος 15-20 οκάδων. Τας δυσκολίας τας οποίας υπερνικήσαμεν, δεν ημπορώ να σου τας περιγράψω. Εις κάθε βήμα εκινδυνεύσαμεν να πέσωμεν ή να χάσωμεν τα μάτια μας απο τους κλάδους των δένδρων [……]. Το ψύχος είναι δριμύτατον. Τα πόδια μας παγωμένα, διότι η πυκνότατη δρόσος επάγωσε και περπατούμεν επι πάγου. Πίπτομεν ημιθανείς σχεδόν, τυλισσόμενοι εις την κάπαν μας. Εν τούτοις είναι περίεργον ότι τα βασανιστήριά μας τώρα μόνον τα ενθυμούμεθα. Όταν τα υφσιτάμεθα, ο νούς μας όλων ήτο εις την Μακεδονίαν !».
Και όταν ακόμα η ανθρώπινη φύση τους λυγίζει από τις κακουχίες, τα εμπόδια και τις δυσχέρειες της δύσκολης αποστολής τους, αναλογίζεται την ευθύνη του απέναντι στο έθνος και βρίσκει το κουράγιο και τη δύναμη να ανακτήσει την αγωνιστικότητά του. Γράφει ο Παύλος Μελάς αναπολώντας και τις απολεσθείσες στιγμές της οικογενειακής του ευτυχίας, που έχει θυσιάσει στον αγώνα. «Δεν φαντάζεσαι την κατάστασίν μου την ψυχικήν. Θέλω και πρέπει να μείνω εδώ, αλλά ο πολυτάραχος και σχεδόν άγριος βίος μου με κάμνει να νοσταλγώ τον ήσυχον και γλυκύν οικογενειακόν βίον….». Όταν ακόμα αντίπερα στην λεπταίσθητη και ρομαντική ψυχή του, αναλογίζεται πως θα φονεύσει Βουλγάρους κομιτατζήδες, όπως επιτάσσει το καθήκον για την ελευθερία της πατρίδος, γράφει με ηθική ένταση «Τρέμω και συγκινούμαι σκεπτόμενος ότι εγώ, ο οποίος ουδέ μύγαν εσκεμμένως εσκότωσα ποτέ, απο αύριον θα φονεύσω….». Αλλά και όταν η σκέψη του βασανιστικά γυρίζει στην οικογενειακή θαλπωρή των παιδιών του και της λατρεμένης γυναίκας του γράφει εξομολογητικά «Χαίρε αγάπη μου, μη με σκέπτεσαι πλέον εμένα, αλλ΄ευχήσου δια την επιτυχία της αγίας αποστολής μας ….». Λόγια που μυροβολούν την εντιμότητα, την φιλοπατρία, την ανιδιοτέλεια και την λεπταισθησία της οικουμενικής ελληνικής ψυχής. Όμως πλησιάζει η ώρα του δραματικού τέλους, για τον ακατάβλητο εθνομάρτυρα της ελληνικής ελευθερίας και αφού προηγηθεί με προδοτικό τρόπο η περικύκλωσή του στην Στάτιστα, κατά την τρίτη αποστολή του στη Μακεδονία. Εμβόλιμα θα πρέπει να αναφερθούμε στην σισύφεια προσπάθεια που καταβάλλει ο Παύλος Μελάς για να συγκροτήσει την άμυνα των αντάρτικων ομάδων στη Μακεδονία μας, να εκδιώξει τους Βούλγαρους κομιτατζήδες που τρομοκρατούν, βιάζουν και ληστεύουν τους πληθυσμούς μας και να τους εμπνεύσει το όραμα, την πίστη και την ελπίδα, ότι η Ελλάδα είναι δίπλα τους, για να τους απελευθερώσει. Ο Παύλος Μελάς έχει την αρωγή και την εμψυχωτική συμπαράσταση και άλλων σπουδαίων μορφών – πέραν των συμπολεμιστών του – που πασχίζουν ψυχή τε και σώματι, για την επιτυχή έκβαση του αγώνα.
Εμβόλιμα να αναφέρουμε ότι ο Παύλος Μελάς θα παντρευτεί μια κοπέλα υψηλού κοινωνικού ήθους από την μεγαλοαστική οικογένεια Δραγούμη, της οποία τα βήματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τους πατριωτικούς αγώνες των Ελλήνων. Παντρεύεται την Ναταλία Δραγούμη, αδελφή του Ίωνα Δραγούμη, που δονείται από φλογερό πατριωτισμό και με την ευδόνητη ευαισθησία του υπηρετεί άλλοτε φανερά ως Διπλωμάτης, άλλοτε μυστικά ως οργανωτής επαναστατικών τμημάτων τον αγώνα, στις αλύτρωτες περιοχές του ελληνισμού. Ο ευγενής αυτός εραστής της εθνικής ιδέας, φεύ θα βρεί τραγικό θάνατο δολοφονημένος απο σφαίρες ελληνικές, αποτελώντας τραγικό θύμα της έξαψης των πολιτικών παθών, μεταξύ Βενιζελικών και Κωνσταντινικών, αφού ο Ίωνας είναι ο θεωρητικός του αντιβενιζελισμού. Ο Παύλος Μελάς λοιπόν παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην περιοχή της Μακεδονίας μας, που στενάζει απο την τρομοκρατία, τους φόνους και τις ληστρικές επιδρομές των αδίστακτων κομιτατζήδων.
Με κομμένη την ανάσα εστιάζει στην άθλια προπαγάνδα της βουλγαρικής εξαρχίας και την μεθοδευμένη της προσπάθεια μέσω της τρομοκρατίας, να εκβουλγαρίσει τους ελληνικούς πληθυσμούς. Καταβάλλει έτσι προσπάθεια με τους συναδέλφους του στρατιωτικούς : Αλέξανδρο και Κωνσταντίνο Μαζαράκη, Γεώργιο Τσόντο, Αθανάσιο Εξαδάκτυλο,να ευαισθητοποιήσει τόσο τους πολιτικούς της κεντρικής πολιτικής μας σκηνής, όσο και την κοινή γνώμη στη Ελλάδα για να αναληφθεί ένοπλη πρωτοβουλία προστασίας της Μακεδονίας, απο την ανηλεή τρομοκράτηση της βουλγαρικής εξαρχίας. Δοθέντος ότι η επίσημη ελληνική κυβέρνηση, διατηρώντας εύθραυστες διπλωματικές ισορροπίες, αλλά και διακατεχόμενη απο τα αιώνια διπλωματικά μας φοβικά σύνδρομα, δεν αποτολμούσε οιοδήποτε εγχείρημα υποστήριξης αντάρτικου στην Μακεδονία.
Επίσημα στην πρώτη φάση της ένοπλης παρουσίας του Παύλου Μελά, η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει να εμπλακεί, προκειμένου να μην θραυστεί το υφιστάμενο διπλωματικό status quo. Ο Παύλος όμως που εν τω μεταξύ έχει πληγωθεί βαθιά από την τραγική έκβαση της ήττας του ελληνοτουρκικού πολέμου – στον οποίον μετείχε ενεργά- γεογονός που στιγματίζει ανεξάλειπτα το ηθικό του ελληνικού λαού, αλλά και το στρατιωτικό φρόνημα των ενόπλων δυνάμεών μας, αποφασίζει να κατέβει παράνομα-μυστικά στην Μακεδονία, για να αποτυπώσει ο ίδιος την κατάσταση. Τον Φεβρουάριο του 1904 λοιπόν ο Παύλος Μελάς μαζί με τους Κοντούλη, Παπούλα και Κολοκοτρώνη, μπαίνει παράνομα στην Μακεδονία και επιχειρεί μια πρώτη προσέγγιση με τους θύλακες αντίστασης των Ελλήνων της περιοχής. Η παρουσία του ωστόσο δεν περνά απαρατήρητη στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία, από τα τουρκικά στρατεύματα και έτσι αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα.
Έχοντας μορφώσει άποψη για τους ανελέητους διωγμούς και τα φονικά των κομιτατζήδων. Θα επιστρέψει ωστόσο τον Ιούλιο του 1904 ως δήθεν ζωέμπορος με το ψευδώνυμο Πέτρος Δέδες. Τέλος για Τρίτη και τελευταία φορά θα ξαναμπεί στη Μακεδονία περνώντας από τα σύνορα της Κοζάνης, στις 27 Αυγούστου του 1904 με ένοπλο σώμα 35 ανδρών που συναποτελείται απο Μακεδόνες, Κρητικούς και Λάκωνες, ως επικεφαλής Σωμάτων Μοναστηρίου-Καστοριάς. Αναπτύσσοντας ένοπλη δράση σ΄αυτή την φάση της στρατιωτικής παρουσίας του χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας, το οποίο συνθέτει απο τα ονόματα των δυο παιδιών του.
Στο μακρύ αυτό στρατιωτικό οδοιπορικό του, για να οργανώσει στρατιωτικά την άμυνα των ένοπλων αντάρτικων ομάδων της Μακεδονίας μας, ο Παύλος Μελάς, θα αναπτερώσει στο έπακρο το ηθικό και το πατριωτικό φρόνημα των τρομοκρατούμεων πληθυσμών μας, από τους εξαρχικούς του βουλγαρικού κομιτάτου.
Σ΄αυτή την μακρά και δύσβατη πορεία του θα αντιμετωπίσει πλήθος εμποδίων ακόμα και φυσικών, που καθιστούν τον αγώνα δύσκολο. Μα το ηθικό του δε κάμπτεται αλλά αντιθέτως πυργώνεται, καθώς βλέπει την ελπίδα και τη σπίθα της απελευθέρωσης της Μακεδονίας μας να αναγεννώνται. Τα ενθυμήματα, οι επιστολές και οι προσωπικές καταγραφές του Παύλου Μελά κατά την πολυτάραχη παρουσία του στην Μακεδονία, για να οργανώσει την άμυνα των πληθυσμών μας κατά των κομιτατζήδων είναι συγκλονιστικά. Αναδύουν ένα σπάνιο άρωμα αγνού πατριωτισμού, εθνικής έξαρσης, κοινωνικής ανιδιοτέλειας ενώ είναι διάστικτα από την άχραντη θρησκευτική ευλάβεια του Παύλου Μελά, που προσεύχονταν διαρκώς στον Θεό για να προστατεύσει την Ελλάδα.
Στις 8 Μαρτίου 1904 ο Παύλος Μελάς με παραστατική ενάργεια γράφει «Όταν ξεκινήσαμεν ήτο σκότος βαθύ, οι οδηγοί αμφέβαλλαν και πάλιν περί του δυνατού της πορείας. Αλλ΄επειδή επεμένομεν, υπήκουσαν. Μόλις όμως διήλθομεν εις το σκότος την επικίνδυνην τουρκικήν ζώνη, αμέσως ως δια μαγείας, τα πυκνά νέφη διελύθησαν και η σελήνη και τα άστρα μας εφώτισαν τον φοβερώτατον δρόμον, τον οποίον επι 3 ώρας ηκολουθήσαμεν δια μέσου παρθένων δασών, κρημνών, ανωφερειών και λοιπών. Ναι Νάτα μου, επιστεύσαμεν όλοι, με όλην την ψυχή μας, ότι ο Θεός εκείνην την στιγμήν ευλόγει το έργον μας και δια των αστέρων του εφώτιζεν τον δρόμον μας. Η πεποίθησις αύτη μας έδωκε δυνάμεις υπερανθρώπους και χωρίς, να το εννοήσωμεν σχεδόν, εβαδίσαμεν επι 9 ώρας έκαστος φέρων βάρος 15-20 οκάδων. Τας δυσκολίας τας οποίας υπερνικήσαμεν, δεν ημπορώ να σου τας περιγράψω. Εις κάθε βήμα εκινδυνεύσαμεν να πέσωμεν ή να χάσωμεν τα μάτια μας απο τους κλάδους των δένδρων [……]. Το ψύχος είναι δριμύτατον. Τα πόδια μας παγωμένα, διότι η πυκνότατη δρόσος επάγωσε και περπατούμεν επι πάγου. Πίπτομεν ημιθανείς σχεδόν, τυλισσόμενοι εις την κάπαν μας. Εν τούτοις είναι περίεργον ότι τα βασανιστήριά μας τώρα μόνον τα ενθυμούμεθα. Όταν τα υφσιτάμεθα, ο νούς μας όλων ήτο εις την Μακεδονίαν !».
Και όταν ακόμα η ανθρώπινη φύση τους λυγίζει από τις κακουχίες, τα εμπόδια και τις δυσχέρειες της δύσκολης αποστολής τους, αναλογίζεται την ευθύνη του απέναντι στο έθνος και βρίσκει το κουράγιο και τη δύναμη να ανακτήσει την αγωνιστικότητά του. Γράφει ο Παύλος Μελάς αναπολώντας και τις απολεσθείσες στιγμές της οικογενειακής του ευτυχίας, που έχει θυσιάσει στον αγώνα. «Δεν φαντάζεσαι την κατάστασίν μου την ψυχικήν. Θέλω και πρέπει να μείνω εδώ, αλλά ο πολυτάραχος και σχεδόν άγριος βίος μου με κάμνει να νοσταλγώ τον ήσυχον και γλυκύν οικογενειακόν βίον….». Όταν ακόμα αντίπερα στην λεπταίσθητη και ρομαντική ψυχή του, αναλογίζεται πως θα φονεύσει Βουλγάρους κομιτατζήδες, όπως επιτάσσει το καθήκον για την ελευθερία της πατρίδος, γράφει με ηθική ένταση «Τρέμω και συγκινούμαι σκεπτόμενος ότι εγώ, ο οποίος ουδέ μύγαν εσκεμμένως εσκότωσα ποτέ, απο αύριον θα φονεύσω….». Αλλά και όταν η σκέψη του βασανιστικά γυρίζει στην οικογενειακή θαλπωρή των παιδιών του και της λατρεμένης γυναίκας του γράφει εξομολογητικά «Χαίρε αγάπη μου, μη με σκέπτεσαι πλέον εμένα, αλλ΄ευχήσου δια την επιτυχία της αγίας αποστολής μας ….». Λόγια που μυροβολούν την εντιμότητα, την φιλοπατρία, την ανιδιοτέλεια και την λεπταισθησία της οικουμενικής ελληνικής ψυχής. Όμως πλησιάζει η ώρα του δραματικού τέλους, για τον ακατάβλητο εθνομάρτυρα της ελληνικής ελευθερίας και αφού προηγηθεί με προδοτικό τρόπο η περικύκλωσή του στην Στάτιστα, κατά την τρίτη αποστολή του στη Μακεδονία. Εμβόλιμα θα πρέπει να αναφερθούμε στην σισύφεια προσπάθεια που καταβάλλει ο Παύλος Μελάς για να συγκροτήσει την άμυνα των αντάρτικων ομάδων στη Μακεδονία μας, να εκδιώξει τους Βούλγαρους κομιτατζήδες που τρομοκρατούν, βιάζουν και ληστεύουν τους πληθυσμούς μας και να τους εμπνεύσει το όραμα, την πίστη και την ελπίδα, ότι η Ελλάδα είναι δίπλα τους, για να τους απελευθερώσει. Ο Παύλος Μελάς έχει την αρωγή και την εμψυχωτική συμπαράσταση και άλλων σπουδαίων μορφών – πέραν των συμπολεμιστών του – που πασχίζουν ψυχή τε και σώματι, για την επιτυχή έκβαση του αγώνα.