Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΚΑΤΕΡΙΝΗ


Τα κάλαντα ή «κόλιντα» όπως τα αποκαλούσαν οι εντόπιοι, ήταν η χαρά των παιδιών. Αυτό, επειδή τους δινόταν η ευκαιρία να αποκτήσουν από τα φιλοδωρήματα κάποιο χρηματικό ποσό, που το θεωρούσαν δικό τους και μπορούσαν να το ξοδέψουν όπως αυτά ήθελαν. Συνήθως το ποσό χρησιμοποιόταν για να πραγματοποιηθεί η αγορά κάποιου παιχνιδιού, που ήταν αδύνατο να αποκτηθεί από τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Για πολλά παιδιά όμως τα έσοδα από τα κάλαντα πήγαιναν υποχρεωτικά στον οικογενειακό προϋπολογισμό, για να αντιμετωπιστούν δαπάνες διαβίωσης.

Το...




φιλοδώρημα δεν ήταν πάντοτε χρηματικό. Πολλές φορές ήταν κουραμπιές, φρούτο (μήλο φιρίκι ή μανταρίνι) και ξηροί καρποί, όπως άσπαστα καρύδια, φουντούκια, αμύγδαλα καθώς και ξερά σύκα, αλλά ακόμα και χαρούπια, τα λεγόμενα ξυλοκέρατα. Για τη συλλογή τους πολλά παιδιά είχαν καλαθάκι. Όταν τα παιδιά που έλεγαν τα κάλαντα ήταν δύο ή περισσότερα, έριχναν τα χρήματα (συνήθως κέρματα μικρής αξίας) μέσα σε ένα χαρτονένιο σφραγισμένο κουτί, που είχε μία σχισμή (σαν κουμπαράς). Στο τέλος της ημέρας το άνοιγαν και αφού έκαναν την καταμέτρηση των χρημάτων, προχωρούσαν στο μοίρασμά τους.

Τα κάλαντα ψάλλονταν στη γειτονιά μου (Αστικά) πάντοτε το πρωί της παραμονής της γιορτής. Οι επισκέψεις στα σπίτια άρχιζαν από νωρίς μόλις χάραζε. Σε άλλες γειτονιές, όπως αυτή της Αγ. Παρασκευής, τα έψαλλαν το απόγευμα προς το βράδυ της παραμονής. Αυτό με βόλευε προσωπικά, διότι τελειώνοντας τα κάλαντα το πρωί στη γειτονιά μου, τα επαναλάμβανα κατόπιν στη γειτονιά της γιαγιάς μου, που ήταν αυτή της Αγ. Παρασκευής. Στο κέντρο της πόλης και κυρίως στην αγορά, όπου ήταν τα εμπορικά καταστήματα, έψαλλαν προς το μεσημέρι οι χορωδίες του Γυμνασίου και της Γ.Ε.Χ.Α. Επίσης τα κάλαντα έπαιζε και η μουσική του Δήμου. Αργά το βράδυ έψαλαν και άλλες μικτές χορωδίες μεγάλων, που περιδιάβαιναν τις γειτονιές. Μία χορωδία που έκανε τότε πολύ εντύπωση και όλοι την περίμεναν να περάσει από τη γειτονιά τους για να την ακούσουν, ήταν η χορωδία της Ευαγγελικής εκκλησίας.

Οι ύμνοι που έψαλαν οι χορωδίες ήταν το «Δόξα Θεώ», το «Χριστός γεννάται, δοξάσατε» και το «Άγια νύχτα».

Τα κάλαντα των Χριστουγέννων που θυμάμαι ότι έψαλλα, όπως και όλα τα παιδιά της γειτονιάς, ήταν το «Καλήν ημέραν άρχοντες» και το «Χριστούγεννα, πρωτούγεννα» :

Καλήν ημέραν (εσπέραν) άρχοντες (αν εί-) αν είναι ο ορισμός σας,
Χριστού τη θεία γέννηση (να πω-) να πω στ’ αρχοντικό σας

Χριστός γεννάται σήμερον (εν Βη-) εν Βήθλεέμ τη πόλει
οι ουρανοί αγάλλονται (χαίρει-) χαιρεί η φύσις όλη

Εν τω σπηλαίω τίκτεται (εν φά-) εν φάτνη των αλόγων,
ο Βασιλεύς των ουρανών (και ποι-) και ποιητής των όλων

Εκ της Περσίας έρχονται (τρεις Μά-) τρεις Μάγοι με τα δώρα,
άστρο λαμπρό τους οδηγεί, (χωρίς-) χωρίς να λείψει ώρα.

Πλήθος αγγέλων ψάλλουσι (το «Δό-) το Δόξα εν υψίστοις»
και τούτο άξιόν εστί (η των-) η των ποιμένων πίστις.

Όταν ο νοικοκύρης του σπιτιού αντάμειβε την προσπάθειά μας με φιλοδώρημα, τότε φεύγοντας από το σπίτι ψάλλαμε:

Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε, (πέτρα-) πετρά να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού, (χρόνια-) χρονιά πολλά να ζήσει.

Και του χρόνου!!!

Όταν όμως ο νοικοκύρης δεν εμφανιζόταν να μας φιλοδωρήσει παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις μας : «Και του χρόνου»!! «Και του χρόνου»!! ! τότε φεύγοντας ψάλλαμε :

Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε, (γέμα-) γεμάτο καλιακούδια,
τα μ’σά κλωσσούν τα μ’σά τσιμπούν,

(τα μ’σά-) τα μ’σά βγάζουν τα μάτια!!!

Ακόμη ψάλλαμε :

Χριστούγεννα πρωτούγεννα πρώτη γιορτή του χρόνου,
για βγείτε για να μάθετε πως ο Χριστός γεννιέται,
γεννιέται κι ανατρέφεται με μέλι και με γάλα,
το μέλι τρώνε οι άρχοντες το γάλα οι αφεντάδες,
και το μελισσοβότανο το λούζονται οι κυράδες,

Ανοίξτε τα κουτάκια σας, τα διπλοκλειδωμένα

και δώστε μας τον κόπο μας, να πάμε σ΄ άλλη πόρτα!

Και του χρόνου!!

Τα παιδιά ποντιακής καταγωγής έψαλλαν με συνοδεία κεμεντζέ το :

Χριστός γεννέθεν, χαρά σον κόσμον,
ακαλή η ώρα καλή ση μέρα,
ακαλόν παιδίον οψές γεννέθεν,
ψες γεννέθεν, ουράνεστέθεν.

Τον εγέννησεν η Παναΐα,
τον ανέστεσεν Αειπαρθένος.
Εκαβάλλκεψεν χρυσόν πουλάριν,
εκατήη σο σταυροδρόμιν.

Έρπαξαν ατόν οι σκύλ’ Εβραίοι,
σκύλ’ Εβραίοι και μίλ’ Εβραίοι.
Ας σ’ αρχοντικά κι ασ σην καρδίαν,
γαίμαν έσταξεν, φλογήν κι εφάνθεν.

Όπου έσταξεν κι᾿ εμυροστάθεν,
έμυρισ’ ατόν ο κόσμος όλος.
Να μυρίσ’ ατόν κι εσύ αφέντα,
εκατήη στό σταυροδρόμιν.

Έμπα σον νουντάν κι έλα σην πόρτα,
έξου στέκουν τά παλληκάρεα.
Έβγαλ’ τον κισέ και δος παράδας
έξου στέκουν τά παλληκάρεα.

Και θυμίζουν Σον Νοικοκύρην,
Νοικοκύρην και Βασιλέαν.

Από το βιβλίο του Παρασκευά Καλπακτσόγλου με τίτλο:
«Το σπίτι μου …. Η γειτονιά μου …. Η πόλη μου ….»