Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Στις 10 Μαρτίου ο Σταύρος Λυγερός αποκάλυψε ότι ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας απέπεμψε την προϊσταμένη της Νομικής Υπηρεσίας του ΥΠΕΞ, όταν αυτή αρνήθηκε να προετοιμάσει υπόμνημα νομικών επιχειρημάτων για την στοιχειοθέτηση της αποφάσεως να κλείσουν τα σύνορα στους λαθρομετανάστες και να ανασταλεί η διαδικασία χορηγήσεως ασύλου. Η...
Στις 10 Μαρτίου ο Σταύρος Λυγερός αποκάλυψε ότι ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας απέπεμψε την προϊσταμένη της Νομικής Υπηρεσίας του ΥΠΕΞ, όταν αυτή αρνήθηκε να προετοιμάσει υπόμνημα νομικών επιχειρημάτων για την στοιχειοθέτηση της αποφάσεως να κλείσουν τα σύνορα στους λαθρομετανάστες και να ανασταλεί η διαδικασία χορηγήσεως ασύλου. Η...
προϊσταμένη έκρινε ότι από νομικής απόψεως η απόφαση αυτή ήταν αντίθετη με το Διεθνές Δίκαιο. Το ίδιο πρόσωπο φέρεται ότι έχει επιβάλει στο ΥΠΕΞ και την νομική άποψη ότι είναι αντίθετη με το Διεθνές Δίκαιο η κατάθεση συντεταγμένων στον ΟΗΕ για την ελληνική υφαλοκρηπίδα – ΑΟΖ. Η αποκαθήλωσή της, παρουσιάζεται ως “τέρμα εποχής” για ένα πρόσωπο που είχε φθάσει σε σημείο να εκφράζει και να επιβάλει πολιτική άποψη σε μείζονα εθνικά ζητήματα.
Στις 16 Μαρτίου, η εφημερίδα ΕΣΤΙΑ επιβεβαίωσε τα παραπάνω, αποκαλύπτοντας το τουρκικό σχέδιο επίθεσης που έθεσε σε εφαρμογή το καθεστώς Ερντογάν με όπλο τους λαθρομετανάστες. Το δημοσίευμα αποκαλύπτει ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός συγκάλεσε σύσκεψη με αντικείμενο το κλείσιμο των συνόρων με την Τουρκία, δύο ημέρες πριν ο Ερντογάν ανακοινώσει δημοσίως ότι σταματά να εμποδίζει τους λαθρομετανάστες να περάσουν μαζικώς προς την Ελλάδα. Επρόκειτο για ένα σχέδιο με τελικό στόχο την πλήρη αποσταθεροποίησή της Ελλάδος, με αλυσιδωτές συνέπειες για τα εθνικά της συμφέροντα. Στην συγκεκριμένη σύσκεψη ετέθη το θέμα προετοιμασίας νομικής θεμελιώσεως για την αναστολή της Συνθήκης της Γενεύης του 1951 (περί προσφύγων) και το σφράγισμα των συνόρων, η οποία ετοιμάσθηκε μετά την αποπομπή και αντικατάσταση της προϊσταμένης της Νομικής Υπηρεσίας του ΥΠΕΞ.
Η νίκη που πέτυχε η Ελλάδα σε αυτή την πρώτη μάχη του Υβριδικού Πολέμου που έχει εξαπολύσει εναντίον της η Τουρκία, στηρίχθηκε στην εκμετάλλευση του λάθους του κράτους – συμμορία να υποτιμήσει τα ανακλαστικά της χώρας και την ικανότητα – αποφασιστικότητα του ιδίου του Έλληνα πρωθυπουργού. Δεν είναι τυχαίες οι ασυνήθιστες προσωπικές επιθέσεις Ερντογάν στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όλα αυτά, στοιχειοθετούν ένα σκηνικό που αναδεικνύει δύο σημαντικά στοιχεία για την λειτουργία της παρούσης κυβερνήσεως, που βεβαίως καμμία σχέση δεν έχει με τους παλιάτσους “εσωτερικής κατανάλωσης” της συγκυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Το πρώτο στοιχείο που αναδεικνύεται, είναι ότι μια κρατική λειτουργός κρατούσε με τις νομικές ερμηνείες της “όμηρες” τις προηγούμενες κυβερνήσεις, με αποτέλεσμα να αδρανήσουν στα μείζονα ζητήματα υφαλοκρηπίδος – ΑΟΖ. Μια σειρά πρωθυπουργών και υπουργών, αποδέχθηκαν χωρίς να αντιδράσουν την κατάσταση αυτή που εκ των πραγμάτων έχει αποδειχθεί επιζήμια για τα εθνικά συμφέροντα, δίνοντας χώρο στην Τουρκία. Η παρούσα κυβέρνηση, έθεσε τέρμα σε αυτή την κατάσταση.
Το δεύτερο στοιχείο σχετίζεται με την ετοιμότητα της ελληνικής κυβερνήσεως να διαγνώσει εγκαίρως και με διαύγεια τις τουρκικές προθέσεις και να αντιδράσει αποτελεσματικά. Εφόσον κατά βάση μόνο πρόσωπα έχουν αλλάξει σε επίπεδο κυβερνήσεως και στενού κρατικού μηχανισμού με αρμοδιότητα την ασφάλεια και άμυνα της χώρας, αποτελεί πειρασμό ο εντοπισμός κάποιας σημαντικής θεσμικής αλλαγής που επήλθε μετά την κυβερνητική αλλαγή της 7ης Ιουλίου 2019. Απλή αναζήτηση, εντοπίζει ως μόνη θεσμική αλλαγή από την οποία μπορεί να πιστοποιηθεί μια αναβάθμιση στον τομέα της αξιολογήσεως – εκτιμήσεως Πληροφοριών και Χειρισμού Κρίσεων σε κυβερνητικό επίπεδο, αυτή της θεσπίσεως θέσεως συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
“Δημοσιογραφική αδεία”, τολμούμε να πούμε ότι σε αυτόν τον νέο θεσμό – επιτελείο, μπορεί να πιστωθεί η διευκρινισμένη εικόνα για την εξέλιξη των πραγμάτων από τον πρωθυπουργό. Και δεν εννοούμε φυσικά τον “συμβατικό” αναπληρωτή σύμβουλο καθηγητή κ. Ντόκο, ο οποίος με τις αντιπαραγωγικές δημόσιες δηλώσεις του “κάηκε”, αλλά τους πραγματικούς επαΐοντες με στρατιωτικό υπόβαθρο.
Εκ των ανωτέρω, μπορούμε να καταλήξουμε σε ένα βασικό συμπέρασμα. Η ενίσχυση των θεσμικών οργάνων του Κράτους για την Εθνική Ασφάλεια, καθίσταται ζωτικής σημασίας σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα πιο περίπλοκος και η τουρκική επίθεση εξελίσσεται πλέον ανοικτά. Το κράτος – συμμορία μας το είπε ανοιχτά: “Δεν έχετε δει ακόμη, τίποτα“! Το πιστεύουμε και περιμένουμε. Δεν υπάρχει χώρος για ερασιτεχνισμούς και επιπόλαιες μικροπολιτικές προσεγγίσεις. Εάν η παρούσα κυβέρνηση κέρδισε την πρώτη μάχη χάρη στο επιτελικό όργανο του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα είναι τόσες που επιβάλουν την συγκρότηση και ενός ανώτερου “σφικτού” θεσμικού οργάνου: ένα Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας (ΣΕΑ) υψηλού κύρους.
Ο εκάστοτε πρωθυπουργός μπορεί να επιλέγει τον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας αλλά ένα μόνιμο όργανο χαράξεως Εθνικής Στρατηγικής σε όλα τα ζητήματα εθνικής σημασίας είναι κάτι πολύ ευρύτερο. Ας σκεφτούμε απλώς τα εξής: πόσο πιθανό θα ήταν εάν υφίστατο Εθνική Στρατηγική θεσπισμένη επισήμως από ένα ΣΕΑ, να είχαμε φαινόμενα ξαφνικής στροφής 180 μοιρών σε μείζονα θέματα εξωτερικής πολιτικής από μια κυβέρνηση, όπως συνέβη με τις προσωπικές ιδεοληπτικές πολιτικές των Κοτζιά – Τσίπρα, υπό την τυχοδιωκτική ανοχή του Καμμένου, που ξεπούλησαν το όνομα της Μακεδονίας; Και πόσο πιθανό θα ήταν εάν υπήρχε ΣΕΑ, να επικρατούσαν πολιτικές μεμονωμένων κρατικών λειτουργών νομικής εξειδικεύσεως, όπως η αποπεμφθείσα προϊσταμένη της Νομικής Υπηρεσίας του ΥΠΕΞ, που επί σειρά ετών επέβαλε την προσωπική της άποψη στα εθνικά συμφέροντα;
Στις 16 Μαρτίου, η εφημερίδα ΕΣΤΙΑ επιβεβαίωσε τα παραπάνω, αποκαλύπτοντας το τουρκικό σχέδιο επίθεσης που έθεσε σε εφαρμογή το καθεστώς Ερντογάν με όπλο τους λαθρομετανάστες. Το δημοσίευμα αποκαλύπτει ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός συγκάλεσε σύσκεψη με αντικείμενο το κλείσιμο των συνόρων με την Τουρκία, δύο ημέρες πριν ο Ερντογάν ανακοινώσει δημοσίως ότι σταματά να εμποδίζει τους λαθρομετανάστες να περάσουν μαζικώς προς την Ελλάδα. Επρόκειτο για ένα σχέδιο με τελικό στόχο την πλήρη αποσταθεροποίησή της Ελλάδος, με αλυσιδωτές συνέπειες για τα εθνικά της συμφέροντα. Στην συγκεκριμένη σύσκεψη ετέθη το θέμα προετοιμασίας νομικής θεμελιώσεως για την αναστολή της Συνθήκης της Γενεύης του 1951 (περί προσφύγων) και το σφράγισμα των συνόρων, η οποία ετοιμάσθηκε μετά την αποπομπή και αντικατάσταση της προϊσταμένης της Νομικής Υπηρεσίας του ΥΠΕΞ.
Η νίκη που πέτυχε η Ελλάδα σε αυτή την πρώτη μάχη του Υβριδικού Πολέμου που έχει εξαπολύσει εναντίον της η Τουρκία, στηρίχθηκε στην εκμετάλλευση του λάθους του κράτους – συμμορία να υποτιμήσει τα ανακλαστικά της χώρας και την ικανότητα – αποφασιστικότητα του ιδίου του Έλληνα πρωθυπουργού. Δεν είναι τυχαίες οι ασυνήθιστες προσωπικές επιθέσεις Ερντογάν στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όλα αυτά, στοιχειοθετούν ένα σκηνικό που αναδεικνύει δύο σημαντικά στοιχεία για την λειτουργία της παρούσης κυβερνήσεως, που βεβαίως καμμία σχέση δεν έχει με τους παλιάτσους “εσωτερικής κατανάλωσης” της συγκυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Το πρώτο στοιχείο που αναδεικνύεται, είναι ότι μια κρατική λειτουργός κρατούσε με τις νομικές ερμηνείες της “όμηρες” τις προηγούμενες κυβερνήσεις, με αποτέλεσμα να αδρανήσουν στα μείζονα ζητήματα υφαλοκρηπίδος – ΑΟΖ. Μια σειρά πρωθυπουργών και υπουργών, αποδέχθηκαν χωρίς να αντιδράσουν την κατάσταση αυτή που εκ των πραγμάτων έχει αποδειχθεί επιζήμια για τα εθνικά συμφέροντα, δίνοντας χώρο στην Τουρκία. Η παρούσα κυβέρνηση, έθεσε τέρμα σε αυτή την κατάσταση.
Το δεύτερο στοιχείο σχετίζεται με την ετοιμότητα της ελληνικής κυβερνήσεως να διαγνώσει εγκαίρως και με διαύγεια τις τουρκικές προθέσεις και να αντιδράσει αποτελεσματικά. Εφόσον κατά βάση μόνο πρόσωπα έχουν αλλάξει σε επίπεδο κυβερνήσεως και στενού κρατικού μηχανισμού με αρμοδιότητα την ασφάλεια και άμυνα της χώρας, αποτελεί πειρασμό ο εντοπισμός κάποιας σημαντικής θεσμικής αλλαγής που επήλθε μετά την κυβερνητική αλλαγή της 7ης Ιουλίου 2019. Απλή αναζήτηση, εντοπίζει ως μόνη θεσμική αλλαγή από την οποία μπορεί να πιστοποιηθεί μια αναβάθμιση στον τομέα της αξιολογήσεως – εκτιμήσεως Πληροφοριών και Χειρισμού Κρίσεων σε κυβερνητικό επίπεδο, αυτή της θεσπίσεως θέσεως συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
“Δημοσιογραφική αδεία”, τολμούμε να πούμε ότι σε αυτόν τον νέο θεσμό – επιτελείο, μπορεί να πιστωθεί η διευκρινισμένη εικόνα για την εξέλιξη των πραγμάτων από τον πρωθυπουργό. Και δεν εννοούμε φυσικά τον “συμβατικό” αναπληρωτή σύμβουλο καθηγητή κ. Ντόκο, ο οποίος με τις αντιπαραγωγικές δημόσιες δηλώσεις του “κάηκε”, αλλά τους πραγματικούς επαΐοντες με στρατιωτικό υπόβαθρο.
Εκ των ανωτέρω, μπορούμε να καταλήξουμε σε ένα βασικό συμπέρασμα. Η ενίσχυση των θεσμικών οργάνων του Κράτους για την Εθνική Ασφάλεια, καθίσταται ζωτικής σημασίας σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα πιο περίπλοκος και η τουρκική επίθεση εξελίσσεται πλέον ανοικτά. Το κράτος – συμμορία μας το είπε ανοιχτά: “Δεν έχετε δει ακόμη, τίποτα“! Το πιστεύουμε και περιμένουμε. Δεν υπάρχει χώρος για ερασιτεχνισμούς και επιπόλαιες μικροπολιτικές προσεγγίσεις. Εάν η παρούσα κυβέρνηση κέρδισε την πρώτη μάχη χάρη στο επιτελικό όργανο του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα είναι τόσες που επιβάλουν την συγκρότηση και ενός ανώτερου “σφικτού” θεσμικού οργάνου: ένα Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας (ΣΕΑ) υψηλού κύρους.
Ο εκάστοτε πρωθυπουργός μπορεί να επιλέγει τον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας αλλά ένα μόνιμο όργανο χαράξεως Εθνικής Στρατηγικής σε όλα τα ζητήματα εθνικής σημασίας είναι κάτι πολύ ευρύτερο. Ας σκεφτούμε απλώς τα εξής: πόσο πιθανό θα ήταν εάν υφίστατο Εθνική Στρατηγική θεσπισμένη επισήμως από ένα ΣΕΑ, να είχαμε φαινόμενα ξαφνικής στροφής 180 μοιρών σε μείζονα θέματα εξωτερικής πολιτικής από μια κυβέρνηση, όπως συνέβη με τις προσωπικές ιδεοληπτικές πολιτικές των Κοτζιά – Τσίπρα, υπό την τυχοδιωκτική ανοχή του Καμμένου, που ξεπούλησαν το όνομα της Μακεδονίας; Και πόσο πιθανό θα ήταν εάν υπήρχε ΣΕΑ, να επικρατούσαν πολιτικές μεμονωμένων κρατικών λειτουργών νομικής εξειδικεύσεως, όπως η αποπεμφθείσα προϊσταμένη της Νομικής Υπηρεσίας του ΥΠΕΞ, που επί σειρά ετών επέβαλε την προσωπική της άποψη στα εθνικά συμφέροντα;