Τρίτη 18 Αυγούστου 2020

«Θύματα» διαδικτυακών απατών οι Έλληνες - Στα €11 εκατ. οι απώλειες το 2019


  
 
 
 
   Απώλειες, ύψους 11 εκατ. ευρώ, υπέστησαν το 2019 οι Έλληνες που πραγματοποίησαν τις συναλλαγές τους μέσω Διαδικτύου, μία αύξηση 42% σε ετήσια βάση

Θύματα απάτης συνεχίζουν... 

 
 
να πέφτουν οι Έλληνες, που χρησιμοποιούν το «πλαστικό χρήμα» σε ολοένα και περισσότερες συναλλαγές, με το Διαδίκτυο να εξελίσσεται σε… πεδίον δόξης λαμπρόν για τους επιτήδειους, σε αντίθεση με τα ATMs και τα POS.

Πιο αναλυτικά, όπως προκύπτει από την 6η Έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που αναλύει τις πληρωμές με κάρτα στον Ενιαίο Χώρο Πληρωμών σε Ευρώ (SEPA), ο οποίος αποτελείται από το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν, το Μονακό, τη Νορβηγία και την Ελβετία, η αξία των παράνομων συναλλαγών αυξήθηκε το 2018 στην Ελλάδα κατά 4% σε ετήσια βάση.

Σε αντίθεση, ωστόσο, με τις απάτες μέσω ATMs και τερματικών υποδοχής (POS), όπου σημειώνεται πτώση κατά 19% και 56% αντίστοιχα σε σχέση με το 2017, η αξία των συναλλαγών με τη χρήση καρτών στο Διαδίκτυο, που αποτελεί προϊόν απάτης, αυξήθηκε κατά 13%. «Το 2018, το 96% των έκνομων συναλλαγών με κάρτες αφορούσε σε πληρωμές μέσω διαδικτύου, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλεφώνου, το 3% σε συναλλαγές από ATMs και μόλις το 1% σε πληρωμές σε POS», επισημαίνεται χαρακτηριστικά.

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την έκθεση της ΕΚΤ, το 2018 αναλογούσαν 1,47 πιστωτικές κάρτες ανά Έλληνα κάτοικο, ενώ για κάθε κάρτα, που εκδόθηκε στην χώρα μας, αντιστοιχούσαν 61 συναλλαγές, με την αξία τους να υπολογίζεται σε 4.244 ευρώ. Τα περιστατικά απάτης το 2018 αφορούσαν στο 0,009% των συναλλαγών, που πραγματοποιήθηκαν με ελληνικές κάρτες ή στο 0,007% της αξίας αυτών. Πιο αναλυτικά, με βάση τον αριθμό των καρτών αντιστοιχούσαν πέντε απάτες, αξίας 291 ευρώ, για κάθε 1.000 κάρτες και με βάση τον πληθυσμό της χώρας οκτώ απάτες, συνολικής αξίας 427 ευρώ, ανά 1.000 κατοίκους.

«Η αξία της απάτης με κάρτες αυξήθηκε το 2018 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, τόσο σε απόλυτους όρους (κατά 13% στο 1,80 δισ. ευρώ σε σύνολο συναλλαγών 4,84 τρις ευρώ), όσο και σε σχετικούς όρους, δηλαδή ως μερίδιο της συνολικής αξίας των συναλλαγών (κατά 0,002 μονάδες σε 0,037%)», τονίζει η ΕΚΤ και προσθέτει: «Η συνολική αύξηση της απάτης οφείλεται κυρίως στην έξαρση των επίμαχων περιστατικών στις εξ αποστάσεως συναλλαγές (κατά 17,7% σε 1,43 δισ. ευρώ). Αυτός ο τύπος απάτης αντιπροσωπεύει το 79% όλων των απωλειών απάτης στις κάρτες, που έχουν εκδοθεί εντός του SEPA».

Έκαναν… φτερά 11 εκατ. ευρώ το 2019

Απώλειες, ύψους 11 εκατ. ευρώ, υπέστησαν το 2019 οι Έλληνες, που πραγματοποίησαν τις συναλλαγές τους μέσω Διαδικτύου, με την αξία των συναλλαγών απάτης να καταγράφει αύξηση 42% σε ετήσια βάση.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), πάντως, παρά την αύξηση της αξίας της απάτης, ο δείκτης της έντασης αυτής, που αφορά στην αναλογία της αξίας των περιστατικών απάτης προς την αξία των συναλλαγών, εξακολουθεί να διατηρείται στο χαμηλό επίπεδο του 0,02%, αντιστοιχώντας σε ένα ευρώ αξία απάτης ανά 5.900 ευρώ αξία συναλλαγών.

Ανάλογη εξέλιξη αποτυπώνεται και στον αριθμό συναλλαγών απάτης, όπου σημειώνεται αύξηση κατά 70% σε σχέση με το 2018. Ο δείκτης της έντασης της απάτης, που αφορά στην αναλογία του αριθμού των περιστατικών απάτης προς τον αριθμό των συναλλαγών, εξακολουθεί να παραμένει στο χαμηλό επίπεδο του 0,03%, αντιστοιχώντας σε μία συναλλαγή απάτης ανά 3.800 συναλλαγές. «Αναλύοντας την απάτη ανά τύπο συναλλαγής με κάρτες πληρωμών, διαπιστώνεται ότι η πλειονότητα των περιστατικών απάτης εξακολουθεί να εκδηλώνεται στις εξ αποστάσεως (card not present) συναλλαγές μέσω διαδικτύου ή ταχυδρομείου/τηλεφώνου. Τα περιστατικά αφορούν κυρίως σε διαδικτυακές συναλλαγές αγορών προϊόντων σε εμπόρους του εξωτερικού με κάρτες, που έχουν εκδοθεί στην Ελλάδα, όπως συνέβαινε και κατά τα προηγούμενα έτη», επισημαίνει η ΤτΕ και συνεχίζει: «Στην ελληνική αγορά η εφαρμογή του διεθνούς τεχνικού προτύπου 3D Secure από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών έχει συμβάλει σημαντικά στη διατήρηση της εγχώριας διαδικτυακής απάτης σε χαμηλό επίπεδο».