Ένας από τους πιο γνωστούς μύθους της Ελληνικής Μυθολογίας μας, είναι η αρπαγή της όμορφης Ευρώπης από τον Δία, ο οποίος την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και μεταμορφώθηκε σε έναν ρωμαλέο ταύρο. Ο ...
Πόσο μακριά είναι ο μύθος από την πραγματικότητα άραγε; Από το αφήγημα του μύθου στις μέρες μας κατανοούμε, ότι η Ευρώπη είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον Ελληνικό πολιτισμό. Όμως για την μορφή του ταύρου που πήρε ο Δίας, όπως την απεικόνισαν οι καλλιτέχνες πρόγονοί μας πριν από χιλιάδες χρόνια σε διάφορες παραστάσεις. βλέπουμε ότι δεν είναι άλλη από τον φαινότυπο μιας πραγματικής Ελληνικής φυλής βοοειδών. Η οποία υπάρχει εδώ και χιλιάδες χρόνια στον τόπο μας και σήμερα κινδυνεύει με εξαφάνιση. Είναι αυτή η μορφή του ταύρου που βλέπουμε να απεικονίζεται στο κέρμα των 2 ευρώ της Ελληνικής έκδοσης. (Εικ 1)
Κοιτάζοντας την μορφή του ταύρου διαπιστώνει κανείς πως δεν είναι άλλη από ένα ταύρο της Ελληνικής Στεπικής φυλής τύπου Κατερίνης. Έτσι όπως καταγράφεται στα επιστημονικά βιβλία της ζωοτεχνίας και όπως την αναγνωρίζουμε στα πολύ λίγα εναπομείναντα ζώα της φυλής αυτής που υπήρχαν κάποτε στην Πιερία και σήμερα ευτυχώς υπάρχουν στην περιοχή της Θεσσαλίας. Τα ζώα αυτά αποτελούν έναν σπάνιο γενετικό πόρο που, λόγω των ανεξέλεγκτων για πολλά χρόνια εισαγωγών ζώων και της έλλειψης σχεδιασμού, κινδύνεψε να εξαφανιστεί (Εικ. 2).
Δυστυχώς για την σύγχρονη εντατική κτηνοτροφία (με τα πολλά διατροφικά σκάνδαλα) οι «ειδικοί» αποφάνθηκαν ότι η Ελληνική Στεπική φυλή τύπου Κατερίνης να είναι ακατάλληλη για την «σύγχρονη κτηνοτροφία». Οι αιτίες είναι πολλές, μία από αυτές η απουσία γνώσεων των ιδιοτήτων της και των ιδιοτήτων των παραγόμενων προϊόντων από αυτήν. Κύριος λόγος όμως, ο μύθος της εντατικότατης, της μεγάλης παραγωγή που προσφέρουν οι εισαγόμενες φυλές σε ένα λανθασμένο μοντέλο ανάπτυξης χωρίς να λαμβάνονται υπόψη βασικοί παράμετροι της ζωοτεχνίας. Χωρίς να υπολογίζεται η καλή υγεία και η ανθεκτικότητα των ντόπιων φυλών, που οφείλεται κυρίως στην προσαρμογή τους στις συνθήκες του συγκεκριμένου χώρου. Χωρίς να υπολογίζονται οι μικρότερες ανάγκες τους σε φροντίδα, διατροφή, φάρμακα, ιδιότητες που οδηγούν σε λύσεις σύγχρονων προβλημάτων, όπως το αποτύπωμα του άνθρακα στην παραγωγή ή στην ανθεκτικότητα που αναπτύσσονται στα χημικοθεραπευτικά. Χωρίς να υπολογίζεται η καλύτερη ποιότητα και γεύση των παραγόμενων προϊόντων. Ακόμα και χωρίς να λογαριάζεται η ιστορική αξία των ζώων αυτών, που τα κάνει μοναδικά όχι μόνο για την παραγωγή ποιοτικών προϊόντων (τοπικά, παραδοσιακά, βιολογικά), αλλά και για αγροτουριστική χρήση. Για όλους αυτούς τους λόγους αλλά και για καθαρά… εμπορικούς, η Αγελάδα φυλής Κατερίνης κινδύνευσε να χαθεί. Να μας στερήσει (λόγω της απερισκεψίας μας βασικά) από έναν γενετικό πόρο που μπορεί να έχει στρατηγική σημασία για την πρωτογενή παραγωγή, καθώς μπορεί να αποτελέσει την πρώτη ύλη τόσο για τη σύγχρονη ανταγωνιστική όσο και για τη ζητούμενη βιώσιμη και περιβαλλοντικά φιλική γεωργία και κτηνοτροφία με παραγόμενα προϊόντα.
Ευτυχώς όμως βρέθηκαν κτηνοτρόφοι που την διατήρησαν. Ένας από αυτούς στον οποίο οφείλεται η ύπαρξή της σε μεγάλο βαθμό είναι ο κ. Δημήτρης Δήμος από την Αύρα Τρικάλων στην περιοχή της Καλαμπάκας, ο οποίος την διατήρησε και την προσέχει ως κόρη οφθαλμού (Εικ. 3).
Η Ελληνική αγελάδα Στεπικής φυλής τύπου Κατερίνης (KTR)
Η αγελάδα φυλής Κατερίνης (η πρώτη αναφορά της χρονολογείται από το 1930) είναι χαρακτηριστικός αντιπρόσωπος τύπος, μαζί με την αγελάδα Συκιάς της Ελληνικής Στεπικής φυλής Βοοειδών, μιας πανάρχαιας αυτόχθονης φυλής, η οποία ζει στον ελλαδικό χώρο εδώ και χιλιάδες χρόνια. Υπολογίζεται πως η στεπική αγελάδα τύπου Κατερίνης υπάρχει εδώ και 10.000 χρόνια. Το γονιδίωμα που κουβαλά συντίθεται από ένα σύνθετο μωσαϊκό ιστορικών και πρόσφατων συμβάντων ανάμειξης μεταξύ γειτόνων και καλά διαχωρισμένων φυλών.
Το όνομα της φυλής προέρχεται από την ομώνυμη πόλη της Κατερίνης πρωτεύουσα της Περιφερειακής Ενότητας Πιερίας της Κεντρικής Μακεδονίας, όπου δεν υπάρχουν σήμερα ζώα της φυλής. Τα τελευταία ζώα που αναφέρονται στην περιοχή της Πιερίας είναι γύρω στα 1975 (Εικ. 4). Οι κάτοικοι της Πιερίας αναφέρανε την αγελάδα ως «Μελισσώ» λόγω του χρώματος και «Στεφανοκέρατη» λόγω του σχήματος των κεράτων που είναι όρθια μακριά σε σχήμα λύρας (Εικ.5).
Η αγελάδα τύπου Κατερίνης αποτελεί τον τελευταίο ζωντανό φαινοτυπικό αντιπρόσωπο των αρχαίων βοοειδών που βλέπουμε στα αγγεία των προγόνων μας. Τα ζώα αυτά κουβαλούν το γενετικό απόθεμα που είχαν εδώ και χιλιάδες χρόνια. Ο λευκός κύκλος γύρω από το ρύγχος καθώς και τα κέρατα μακριά όρθια σε σχήμα λύρας είναι χαρακτηριστικά σημάδια πρωτόγονης φυλής. Αλώστε και ο ‘Όμηρος στην ραψωδία που περιγράφει την ασπίδα του Αχιλλέα (ραψωδία Σ΄, στίχος 571) αναφέρετε σε ταύρους ορθοκέρατους. (Εικ. 6).
Ανήκει σε μια ομάδα πολύ αρχαίων ευρωπαϊκών φυλών. Είναι από τους λίγους τύπους βοοειδών που είναι άμεσος απόγονος του Ούρος – Bos primigenius, δηλαδή Βους ο πρωτογενής, γνωστός επίσης ως Βους ο αρχέγονος, του εξαφανισμένου είδους άγριων βοοειδών, όπου το τελευταίο ζώα πέθανε από φυσικά αίτια το 1627 σε δάσος της Πολωνίας. Ο πληθυσμός της προέρχεται από την πρώτη φυλή βοοειδών για την οποία υπάρχουν ευρήματα από την εξημέρωσή της.
Ο κύριος πληθυσμός εκτράφηκε κυρίως στην Κεντρική Μακεδονία πριν από τη δεκαετία του 1940, ενώ ένας άλλος μικρός υποπληθυσμός περιορίστηκε στη Νότια Θεσσαλία. Στο παρελθόν, η φυλή χρησιμοποιήθηκε για σκοπούς εργασίας.
Τα ζώα της φυλής αυτής τη δεκαετία του 60 ξεπερνούσαν τις 70.000, αλλά βαθμιαία εγκαταλείφτηκαν πολλές εκτροφές λόγω της διάδοσης στην αγορά άλλων κρεατοπαραγωγικών φυλών. Σήμερα, οι τελευταίοι πληθυσμοί χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βοείου κρέατος και γάλακτος εξαιρετικής ποιότητας
Η Αγελάδα Κατερίνης είναι προικισμένη με μεγάλη ανθεκτικότητα, ικανή να επιβιώνει σε απρόσιτες περιοχές και με περιορισμένους διατροφικούς πόρους, ανθεκτική σε ασθένειες, παράσιτα και αρπακτικά. Έχοντας πολύ χαμηλές διατροφικές απαιτήσεις έχει εγκλιματιστεί στο περιβάλλον και προσαρμοστεί καλά σε περιοχές με φτωχή βλάστηση εκμεταλλευόμενη και αξιοποιώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους ξηρούς και φτωχούς βοσκότοπους για χιλιάδες χρόνια (Εικ. 7 ).
Η γεωγραφική κατανομή της φυλής περιελάμβανε παλαιότερα την περιοχή της Κατερίνης και τις άλλες πεδιάδες της Βόρειας Ελλάδας. Σήμερα, η περιοχή κατανομής της περιορίζεται στις πεδιάδες της Θεσσαλίας (Τρίκαλα ,Καλαμπάκα) και στο οροπέδιο της Ανάβρα στη Νοτιοδυτική Θεσσαλία. Ο πληθυσμός σύμφωνα με το DAD-IS, το 2017 είναι 770 ζώων, εκ των οποίων 27 ταύροι, μεταξύ τεσσάρων εγγεγραμμένων κοπαδιών τριών κτηνοτρόφων. Τα αρχικά ζώα που είχαν καταγραφεί το 1995 ήταν περίπου 80 ζώα. Σήμερα η Αγελάδα Κατερίνης βρίσκεται σε πρόγραμμα διατήρησης (Εικ. 8).
Μικρόσωμη και «αβελτίωτη» – Μορφολογικά και παραγωγικά χαρακτηριστικά
Τα βοοειδή της φυλής Κατερίνης (KTR) είναι μεσαίου έως μεγάλου μεγέθους αρκετά εύσωμα και με χαμηλή παραγωγική ικανότητα, με ένα πιο αναπτυγμένο πρόσθιο μέρος του σώματος και δυνατά πόδια. Παρουσιάζουν τα τυπικά χαρακτηριστικά του στελέχους Podolian, αλλά με μειωμένο μέγεθος. Το μέσο ύψος του ώμου είναι 123cm για τα αρσενικά και 113cm για τα θηλυκά και το μέσο βάρος είναι 375kg για τους ταύρους (με κορυφές 400kg) και 280kg για τις αγελάδες. Το βασικό χρώμα του δέρματος είναι γκρι αλλά μπορεί να ποικίλλει από μαύρο σε καφέ, ενώ μπορεί να έχει κοκκινωπές αποχρώσεις. Τείνει σε μαύρο στο 30% των κεφαλών. Συνήθως ο χρωματισμός τους είναι πιο σκούρος από ό,τι στις άλλες φυλές Podolian.
Έχουν υπέροχο γκρι ή γκρι-ασημί χρώμα τριχώματος αλλά κυρίως σκούρο γκρι έως μαύρο. Οι ταύροι έχουν ρωμαλέα όψη, μαύροι ,χωρίς ραχιαία λωρίδα. Η οσφυϊκή γραμμή είναι μακριά και κυρτή, το στήθος με μια αξιοσημείωτη καμπύλη μεταξύ των πρόσθιων ακρών και των οπίσθιων και τα ισχία είναι πιο λεπτά με ένα μέσο μήκος (Εικ. 9). Ο μαστός είναι μικρός και καλυμμένος με τρίχωμα. Η ουρά είναι μακριά και καταλήγει σε μια πυκνή τούφα.
Στην κεφαλή εντοπίζουμε τα φαινοτυπικά χαρακτηριστικά της φυλής όπως τα ορθοκέρατα μακριά κέρατα σε σχήμα λύρας και το χαρακτηριστικό λευκό δακτυλίδι γύρω από το ρύγχος που αποτελούν και υποχρεωτικά φαινοτυπικά στοιχεία της φυλής. Γενικά το κεφάλι είναι μεγάλο, ελαφρώς στρογγυλεμένο. Τα κέρατα είναι μακριά όρθια, σε σχήμα λύρας, ανοιχτόχρωμα στη βάση και πιο σκοτεινά προς την άκρη. Ο λαιμός είναι μέτριος έως βραχύς και ισχυρός. Το μοσχάρι κατά τη γέννηση έχει ένα καστανοκίτρινο τρίχωμα (όπως τα ελαφάκια), το οποίο γίνεται γκρι κατά τον απογαλακτισμό (Εικ. 10).
Η μέση ηλικία των ζώων αναπαραγωγής είναι 40 μήνες για τους ταύρους και 84 μήνες για τις αγελάδες με μεγάλη μακροζωία. Ο μέσος όρος των παραγωγών είναι 9 χρόνια, αλλά οι αγελάδες μπορούν να ζευγαρώσουν ακόμη και 20 φορές στη ζωή τους. Η παραγωγική ωριμότητα είναι 24 μήνες για τα αρσενικά και 20 για τα θηλυκά. Η ηλικία κατά τον πρώτο τοκετό είναι κατά μέσο όρο 34 μήνες (που κυμαίνονται από 20 έως 48), με μέσο όρο 450 ημέρες. Οι νεαροί ταύροι σφάζονται σε 15-20 μήνες, με ζων βάρος 200-300Kg και πολύ μεταβλητή απόδοση σφαγίου, που κυμαίνεται από 40 έως 55%. Σε δοκιμή σε μόσχους που σφάζονται στους 18 μήνες το μέσο βάρος κατά τη σφαγή ήταν 216kg με απόδοση 53,89%. Η παραγωγή γάλακτος είναι αρκετή για να τροφοδοτήσει τον μόσχο και είναι 400-500Kg, φτάνοντας τα 700kg σε βέλτιστες συνθήκες αναπαραγωγής, σε γαλακτοπαραγωγή 5-6 μηνών.
Αρκετές σύγχρονες φυλές προέρχονται από τους προγόνους της φυλής Κατερίνης, όπως τα Ελληνικά Κόκκινα βοοειδή και του Αγρίνιου που προέρχονται από διασταυρώσεις φυλής Κατερίνης με τη Βραχυκερατική δύο ελληνικών φυλών. Επίσης σε πολλές κτηνοτροφικές μονάδες έγινα «αναβάθμισης» της φυλής Κατερίνης με ξένες φυλές (Εικ. 11).
Γνωριμία με τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του κρέατος της αγελάδας φυλής Κατερίνης: Εδώ ισχύει… το δικό μας είναι καλύτερο!!!
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται, οι καταναλωτές να επικεντρώνονται στην αναζήτηση τροφίμων ζωικής προέλευσης τα οποία είναι υγιεινά, υψηλής ποιότητας, με θετικά αποτελέσματα στην υγεία του ανθρώπου. Θέλουν τρόφιμα, χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά (άπαχα), χαμηλής περιεκτικότητας σε χοληστερόλη, φτωχά σε κορεσμένα λίπη, αλλά πλούσια σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (Ω3 και Ω6). Η αναζήτηση αυτών τον χαρακτηριστικών έχει θέσει ένα νέο πλαίσιο εκτροφής στον χώρο της κτηνοτροφίας.
Το κρέας της φυλής Κατερίνης εκτιμήθηκε τόσο για τη γεύση όσο και για τα υγιεινά χαρακτηριστικά του. Η ερευνά για τι φυσικές παραμέτρους του κρέατος της φυλής Κατερίνης έδειξαν ότι το παραγόμενο κρέας χαρακτηρίζεται από χαμηλή περιεκτικότητα σε λίπος και υψηλή περιεκτικότητα σε Ω3. (Καρατοσίδου 2013). Το ωμό κρέας των ταύρων της Κατερίνης είναι λιγότερο κόκκινο, έχει μεγαλύτερη υγρασία και είναι πιο άπαχο. Το λίπος αυτού του κρέατος είναι πλουσιότερο σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα Ω3, Ω6 και μιας χαμηλής αναλογίας Ω6/Ω3 και SFA/PUFA, που στο σύνολό τους συνθέτουν ένα κρέας ιδανικό για την πρόληψη της δυσλειτουργίας του καρδιαγγειακού συστήματος. Το λίπος τους δεν εναποτίθεται μεταξύ των μυικών ινών αλλά κυρίως στα εσωτερικά όργανα. Επίσης δίνει πολύ καλή απόδοση σε σφάγιο, λιγότερες απώλειες κατά την ψύξη και αποδεκτά ποσοστά των τεμαχίων του σφαγίου.
Τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του σφαγίου της Ελληνικής φυλής Κατερίνης μπορούν να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις του σύγχρονου καταναλωτή με βάση τα παραπάνω αποτελέσματα. Η άριστη ποιότητα του κρέατος της φυλής Κατερίνης, κάνει αυτό τον γονότυπο των ζώων αντικείμενο που αξίζει να διαφυλαχθεί και να βελτιωθεί.
Η δική μας «νύμφη» κάνει το πιο νόστιμο και υγιεινό φαγητό!
Χάρη στον κ. Δημήτρη Δήμος η περίφημη αρχέγονη αυτόχθονη Αγελάδα Στεπικής φυλής τύπου Κατερίνης, ζώο “γέννημα θρέμμα” του τόπου μας έχει διασωθεί στο περίφημο κτήμα του, που ονομάζεται “Η κιβωτός του Δήμου”, στην Αύρα Τρικάλων.
Εκεί η Κατερινιώτισσά η επονομαζόμενη «Μελισσώ η Στεφανοκέρατη» ως προκομμένη «νύμφη» έφτιαξε το σπιτικό της και από τα «αλώνια» βρέθηκε στα «σαλόνια» της υψηλής γαστρονομίας (Εικ. 12). Δεν έχει σημασία ότι οι συγγενείς της στο παρελθόν χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για εργασία στους αγρούς και δευτερευόντως για να παράγουν κρέας και γαλακτοκομικά προϊόντα. Για τον κ. Δημήτρη Δήμος ένα όνειρο ζωής και ένας αγώνας μεγάλος ξεκίνησε ώστε τα προϊόντα της να μπορέσουν να καταξιωθούν.
Έχοντας τις γευστικές εμπειρίες των προϊόντων της Κατερινιώτισσας, μια μέρα παίρνει μέσα στο δισάκι του αυτά τα προϊόντα και υπό μάλης κάτι χαρτιά από έρευνες που έκαναν αξιόλογοι επιστήμονες με όραμα για την Ελληνική κτηνοτροφία, τα οποία αποδείκνυαν την υψηλή διατροφική αξία τους, βάζοντας και λίγο στραβά την τραγιάσκα του ξεκίνησε για την Αθήνα. Μπορεί να ήταν επαρχιώτης (πιο παλιά τους λέγαμε ‘’χωριάτες’’ ενώ σήμερα ‘’από την περιφέρεια΄’’) αλλά ήξερε καλά πως μέσα στο δισάκι του κουβαλούσε χρυσάφι.
Ήταν αποφασισμένος να τα δώσει στους καλύτερους μάγειρες (chef) που αναζητούν την αυθεντικότητα σε προϊόντα, που ξέρουν πώς να τα μεταχειριστούν για να δημιουργήσουν εξόχως γευστικά εδέσματα της ελληνικής κουζίνας. Και το αποτέλεσμα, σφόδρα εντυπωσιακό, που προκάλεσε αναστεναγμούς απόλαυσης από τους ανθρώπους που το γευτήκαν (όπως ανέφεραν τα μέσα ενημέρωσης της εποχής) (Εικ. 13) Ένα όνειρο ζωής για την αξιοποίηση των προϊόντων της αγελάδας φυλής Κατερίνης άρχισε να πραγματοποιείται.
Μια πολιτιστική κληρονομία απαραίτητη για το περιβάλλον και τις διατροφικές απαιτήσεις του σύγχρονου ανθρώπου.
Η
Αγελάδα φυλής Κατερίνης με τον λευκό κύκλο γύρω από το στόμα, καθώς και
τα κέρατα σε σχήμα λύρας, ως στοιχεία ταυτοποίησης, είναι ο ζωντανός
αντιπρόσωπος των αρχαίων βοοειδών που βρίσκουμε απεικονισμένο σε
διάφορες περιοχές και σε διάφορες χρονικές εποχές. Απεικονίζεται συχνά
σε τοιχογραφίες σε σπηλιές και οικίες, πάνω σε πανέμορφα αγγεία και
νομίσματα της Μινωικής και Μυκηναϊκής περιόδους. Επίσης αποτέλεσε κατά
το παρελθόν αντικείμενο λατρείας από πολλούς λαούς
Η διάσωση και η αξιοποίηση της αρχέγονης αυτόχθονης Ελληνικής στεπικής φυλής – τύπου Κατερίνης όχι ως ένα μουσειακό προστατευόμενο είδος, αλλά ως ένα απόλυτα τοπικό, εξαιρετικής γευστικής και διατροφικής αξίας προϊόν είναι επιβεβλημένη. Αποτελεί μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, με τεράστια συμβολή στη διαμόρφωση της βιοποικιλότητας της υπαίθρου μας. Είναι το αντίβαρο, στο μύθο της μεγάλης παραγωγικότητας που προσφέρουν οι εισαγόμενες φυλές. Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των παραγόμενων προϊόντων που βασίζονται στα χαρακτηριστικά της χημικής σύστασης (χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά αλλά πλούσια σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα) και στην γαστρονομική εκτίμηση τους, σε μία απόλυτη συσχέτιση με το περιβάλλον και τον πολιτισμό μπορούν να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις του σύγχρονου καταναλωτή για τρόφιμα υψηλής ποιότητας
Η
αγελάδα που φέρει το όνομα της πρωτεύουσας της Περιφερειακής Ενότητάς
μας είναι μια γνήσια Ελληνίδα που χάρη στις διατροφικές της συνήθειες
μπορεί να μπει σιγά σιγά στα μεγάλα γαστρονομικά σαλόνια με την δική της
θρεπτική και γαστρονομική ταυτότητα, «Βόειο κρέας φυλής Κατερίνης»
(Εικ. 14)
Αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω θερμά τον κ. Δημήτρη Δήμο για την όλη του προσπάθεια που εδώ και 35 περίπου χρόνια αγωνίζεται για την διάσωση της αυτόχθονης Ελληνικής Στεπικής φυλής τύπου Κατερίνης και την ανάδειξη των συγκριτικών περιβαλλοντικών και γαστρονομικών πλεονεκτημάτων της. Επίσης να ευχαριστήσω και τους άλλους κτηνοτρόφους που διατηρούν στις κτηνοτροφικές τους μονάδες βοοειδή της φυλής Κατερίνης.
Η παρουσίαση της αυτόχθονης Ελληνικής Στεπικής φυλής τύπου Κατερίνης οφείλεται κατά ένα μεγάλο μέρος στην έντονη παρότρυνση του πρώην Δήμαρχου Κατερίνης και νυν Βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας κ. Σάββα Χιονίδη να γράψω ένα άρθρο για την δικία μας αγελάδα.
Για την επίτευξη της παρουσίασης, στοιχεία άντλησα από την έρευνα της κ. Δρ Δέσποινας Καρατοσίδη και των συνεργών της πάνω στις ιδιότητες του κρέατος Αγελάδων φυλής Κατερίνης. Από την εκδήλωση που πραγματοποίησαν από κοινού τα εστιατόρια Basegrill, Cookoovaya, το αγρόκτημα «Η Κιβωτός του Δήμου», καθώς και η Πανελλήνια Ένωση Εκτροφέων Αυτοχθόνων Φυλών Αγροτικών Ζώων (Π.Ε.Ε.Α.Φ.Α.Ζ.) για την ανάδειξη της εξαιρετικής γευστικής και διατροφικής αξίας των προϊόντων της αγελάδας Κατερίνης. Φωτογραφίες της Αγελάδας φυλής Κατερίνης και μιγάς αυτής είναι από το προσωπικό αρχείο του κ Κώστα Ντανά κτηνοτρόφος από τον Άγιο Δημήτρη Πιερίας
Τέλος θέλω να ευχαριστήσω τον συνταξιούχο κτηνίατρο της Νομαρχίας Πιερίας κ. Στέργιο Παρλίτση που μου ανέφερε στοιχεία για την Αγελάδα φυλής Κατερίνης την επονομαζόμενη ως ¨ Μελισσώ η Στεφανοκέρατη¨.