Μία από τις μεγαλύτερες εταιρίες παραγωγής βιοντίζελ στον κόσμο, ανοίγεται σε ένα νέο κλάδο, αυτόν των αερομεταφορών.
Η εταιρεία επιθυμεί...
να γίνει πρωταγωνιστής – για ακόμη μία φορά – στον τομέα των ανανεώσιμων καυσίμων για αεροσκάφη. Όραμά της είναι η δημιουργία καυσίμων χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα τα οποία θα προέρχονται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας – ακόμη και από το λάδι που έχουμε χρησιμοποιήσει για να τηγανίσουμε πατάτες σπίτι μας.
Η φινλανδική εταιρεία Neste, για την οποία γίνεται λόγος, παράγει βιοντίζελ για περισσότερο από μια δεκαετία. Το 2005, η εταιρεία επένδυσε για πρώτη φορά στις ανανεώσιμες τεχνολογίες, κίνηση που αρχικά δεν τελεσφόρησε. Αργότερα, όμως η φιλοσοφία της και τα καινοτόμα προϊόντα της κατέγραψαν τεράστια επιτυχία και σήμερα θεωρείται ηγέτης των ανανεώσιμων καυσίμων.
Η εταιρεία σκοπεύει να ρίξει περίπου 230 εκατομμύρια δολάρια στο τραπέζι για να εξοπλίσει το διυλιστήριο ανανεώσιμων πηγών της στο Ρότερνταμ με κύριο στόχο την παραγωγή ακόμη πιο βιώσιμων καύσιμων (SAF) για jet και αεροσκάφη. Σε συνδυασμό με την επέκταση στις εγκαταστάσεις της στη Σιγκαπούρη, η εταιρεία εκτιμά ότι θα είναι σε θέση να παράγει 1,5 εκατομμύρια τόνους SAF ετησίως έως το τέλος του 2023. Ο αριθμός αυτός είναι πολύ μεγαλύτερος σε σύγκριση με τους μόλις 100.000 τόνους που παράγει αυτή τη στιγμή.
«Οι πολίτες θα αρχίσουν να πετούν ξανά αλλά από εδώ και στο εξής επιθυμία τους θα είναι να πετούν με ένα πιο φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο» δήλωσε ο Ceo της εταιρείας σε συνέντευξή του. «Όπως κάναμε με το ανανεώσιμο ντίζελ, έτσι προχωράμε τώρα και στη δημιουργία της νέας αυτής αγοράς».
Η Neste Oyj στοιχηματίζει ότι τα βιώσιμα αεροπορικά καύσιμα, SAF, θα προσελκύσουν επιχειρήσεις που επιθυμούν να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Εκτιμά, επίσης ότι η υψηλότερη τιμή του καυσίμου δεν θα αποτελέσει εμπόδιο, καθώς τα αεροπορικά ταξίδια θα ξαναρχίσουν σύντομα και οι αεροπορικές εταιρείες θα ανακτήσουν το χαμένος έδαφος.
Κόστος: Το μεγαλύτερο εμπόδιο
«Πρέπει να στραφούμε αποκλειστικά στα βιοκαύσιμα όσο το δυνατό γρηγορότερα», δηλώνουν ειδικοί. Ωστόσο, η περιορισμένη διαθεσιμότητα και το υψηλό κόστος καθιστούν δυσκολότερη τη στροφή αυτή. «Τα νέα καύσιμα κοστίζουν τρεις έως πέντε φορές περισσότερο από τα ορυκτά καύσιμα. Η τιμή θα πρέπει να μειωθεί» υποστηρίζουν.
Αξίζει να σημειωθεί στο σημείο αυτό πως τα βιώσιμα καύσιμα αεροπορικών εταιρειών παράγονται από απόβλητα και υπολείμματα, όπως χρησιμοποιημένο μαγειρικό λάδι και ζωικό λίπος. Με τον τρόπο αυτό οι εκπομπές άνθρακα μειώνονται έως και 80% σε σύγκριση με την κανονική κηροζίνη. Πριν φύγει από το διυλιστήριο, το SAF αναμιγνύεται με ορυκτά καύσιμα, έως και 50% κατ ‘ανώτατο όριο. Μόλις φτάσει στο αεροδρόμιο, το καύσιμο εισέρχεται στην ίδια δεξαμενή από την οποία ανεφοδιάζονται όλα τα αεροπλάνα και αναμειγνύονται με κανονική κηροζίνη.
Η φινλανδική εταιρεία Neste, για την οποία γίνεται λόγος, παράγει βιοντίζελ για περισσότερο από μια δεκαετία. Το 2005, η εταιρεία επένδυσε για πρώτη φορά στις ανανεώσιμες τεχνολογίες, κίνηση που αρχικά δεν τελεσφόρησε. Αργότερα, όμως η φιλοσοφία της και τα καινοτόμα προϊόντα της κατέγραψαν τεράστια επιτυχία και σήμερα θεωρείται ηγέτης των ανανεώσιμων καυσίμων.
Η εταιρεία σκοπεύει να ρίξει περίπου 230 εκατομμύρια δολάρια στο τραπέζι για να εξοπλίσει το διυλιστήριο ανανεώσιμων πηγών της στο Ρότερνταμ με κύριο στόχο την παραγωγή ακόμη πιο βιώσιμων καύσιμων (SAF) για jet και αεροσκάφη. Σε συνδυασμό με την επέκταση στις εγκαταστάσεις της στη Σιγκαπούρη, η εταιρεία εκτιμά ότι θα είναι σε θέση να παράγει 1,5 εκατομμύρια τόνους SAF ετησίως έως το τέλος του 2023. Ο αριθμός αυτός είναι πολύ μεγαλύτερος σε σύγκριση με τους μόλις 100.000 τόνους που παράγει αυτή τη στιγμή.
«Οι πολίτες θα αρχίσουν να πετούν ξανά αλλά από εδώ και στο εξής επιθυμία τους θα είναι να πετούν με ένα πιο φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο» δήλωσε ο Ceo της εταιρείας σε συνέντευξή του. «Όπως κάναμε με το ανανεώσιμο ντίζελ, έτσι προχωράμε τώρα και στη δημιουργία της νέας αυτής αγοράς».
Η Neste Oyj στοιχηματίζει ότι τα βιώσιμα αεροπορικά καύσιμα, SAF, θα προσελκύσουν επιχειρήσεις που επιθυμούν να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Εκτιμά, επίσης ότι η υψηλότερη τιμή του καυσίμου δεν θα αποτελέσει εμπόδιο, καθώς τα αεροπορικά ταξίδια θα ξαναρχίσουν σύντομα και οι αεροπορικές εταιρείες θα ανακτήσουν το χαμένος έδαφος.
Κόστος: Το μεγαλύτερο εμπόδιο
«Πρέπει να στραφούμε αποκλειστικά στα βιοκαύσιμα όσο το δυνατό γρηγορότερα», δηλώνουν ειδικοί. Ωστόσο, η περιορισμένη διαθεσιμότητα και το υψηλό κόστος καθιστούν δυσκολότερη τη στροφή αυτή. «Τα νέα καύσιμα κοστίζουν τρεις έως πέντε φορές περισσότερο από τα ορυκτά καύσιμα. Η τιμή θα πρέπει να μειωθεί» υποστηρίζουν.
Αξίζει να σημειωθεί στο σημείο αυτό πως τα βιώσιμα καύσιμα αεροπορικών εταιρειών παράγονται από απόβλητα και υπολείμματα, όπως χρησιμοποιημένο μαγειρικό λάδι και ζωικό λίπος. Με τον τρόπο αυτό οι εκπομπές άνθρακα μειώνονται έως και 80% σε σύγκριση με την κανονική κηροζίνη. Πριν φύγει από το διυλιστήριο, το SAF αναμιγνύεται με ορυκτά καύσιμα, έως και 50% κατ ‘ανώτατο όριο. Μόλις φτάσει στο αεροδρόμιο, το καύσιμο εισέρχεται στην ίδια δεξαμενή από την οποία ανεφοδιάζονται όλα τα αεροπλάνα και αναμειγνύονται με κανονική κηροζίνη.