Παρασκευή 9 Ιουλίου 2021

Με πνοές θαλασσινού αγέρα ...



(του Μάρκου Μπόλαρη)


"Τον αλάδρομον αλάμενος
άμ ΄ ανέμων πνοαίσι βαίην....".
Ήταν μιά ζεστή ημέρα στην Αθήνα, στην Ελλάδα όλη.
Και πώς αλλιώς ;
Ιουλίου μηνός μεσούντος.
Αλωνάρης και γάρ.

 
Κόπος το θέρος, κόπος κι ο αλωνισμός. Συνυφασμένος ο κόπος κι ο βίος, τότε. Αλλάξαν οι καιροί.

Αλλά κι εμείς, όπως ο Αριστοφάνης, καθώς έγραφε την κωμωδία, ταλαιπωρημένος από την ζέστα του Ιούλη, παράτησε τα φτερά, τις μελάνες και τους πάπυρους, επειδή πεθύμησε λίγη θαλασσινή δροσιά κι αέρα, τούτες τις θερμές μέρες καταμεσής του καλοκαιριού, στρέφουμε κι εμείς το νού στο Σαββατοκύριακο, στη δροσιά της κολύμβησης σε γαλανά καθαρά νερά , αιγαιοπελαγίτικα, λιβυκά, ή Ιόνια δεν έχει σημασία, κι αναζητούμε δρόμους θαλασσινούς.

"Τον αλάδρομον αλάμενος", διαπιστώνει

επιχειρώντας να δραπετεύσει από την ζέστα ή μήπως προτρέποντας κι υποδεικνύοντας την αλητεία, ο Αριστοφάνης, ήγουν, τον θαλασσινό δρόμο τριγυρνώντας, "άμ΄ανέμων πνοαίσιν βαίην", να πήγαινα, ν' αλώνιζα τα πέλαγα με τις πνοές του ανέμου !

Εφτά λέξεις κι άλλαξε το κλίμα !

'Ανέμων πνοαίσι βαίην τον αλάδρομον αλάμενος !

Σήκωσα το πανάκι κι αφέθηκα στις δροσερές πνοές του θαλασσινού αγέρα να ταξιδεύω σε νοτισμένους απ΄την αρμύρα υγρούς δρόμους !

Φύσα θάλασσα πλατιά , τραγουδά ο σιόρ Διονύσιος, θαλασσογραφώντας.

Από φωνών υδάτων πολλών, θαυμαστοί οι μετεωρισμοί της θαλάσσης , εκστατικός συμπληρώνει ο Δαβίδ.

Ξανοιχτήκαμε στο πέλαγο !

Ξανοιχτήκαμε στους καιρούς, στους χρόνους, σ΄ αγέρηδες και σε φουρτούνες.

Λαός θαλασσινός, λαός με ανοιχτούς ορίζοντες, πώς λέει ο σοφός Πλάτωνας, σαν τα βατράχια που κάθονται ένα γύρω από την λίμνη, έτσι κι οι Έλληνες στους αιώνες, κύκλω της θαλάσσης.

Τον αλάδρομον αλάμενος !

Τον αλατισμένο δρόμο, τον αρμυρό της θάλασσαας επιλέγοντας, βιώνοντας αριστοφανικώς την κωμική τραγικότητα του βίου μας,

Θάλασσα τους θαλασσινούς μην τους θαλασσοδέρνεις, η επίκληση κι η τσαμπούνα δίνει τον ρυθμό στον μπάλλο, στον ικαριώτικο, στον καβοντορίτικο, στον κεχαγιάδικο.

Άμ΄ανέμων πνοαίσι βαίην !

Φουσκώναν τα πανιά, φουσκώνουν και τώρα χάριν αναψυχής πλέον, αναμμένες οι μηχανές των γιγαντιαίων σήμερα καραβιών του χύδην φορτίου, των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, των καραβιώνν που μεταφέρουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο,

Και να παρούσα

η απλοχωριά της θάλασσας, των ωκεανών, του πολιού πόντου που τον τραγουδούν διαχρονικά οι Έλληνες από τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του, τους ναυάρχους του Μεγαλέξανδρου, στη Μεσόγειο και στον Ινδικό Ωκεανό, την Γοργόνα την αδερφή του Μεγαλέξανδρου που ανταριάζει τα πέλαγα αναζητώντας τον, τον Ιωάννη Δαμασκηνό που θαυμασίως περιγράφει τα εν τη Ερυθρά Θαλάσση μεγάλα, ίππον και αναβάτην έριψεν εις θάλασσαν, μέχρι τον Νίκο Καββαδία με τον μάυρο θερμαστή του από το Τζιμπούτι,, τον Ανδρέα Καρκαβίτσα και την ναυτοσύνη των Ρωμιών στη Μαύρη Θάλασσα, τον κυρ Φώτη τον Κόντογλου με τα Αιβαλιώτικα, τα Μοσχονησιώτικα, τις θάλασσες και τα καίκια , αλλά και τους αιμοβόρους πειρατές στις νέες θάλασσες της Οικουμένης.

Ιούλιος και ανέμων πνοαίσι βαίην.

Μελτέμια θαλασσινά, μελτέμια καλοκαιρινά, ανέμων πνοαίσι, και φουσκώνουν τα πανιά, κι ανοίγουν τα μυαλά στην γνώση, στην κατανόηση, στην παρατήρηση, στην ανάλυση, στην φιλοσοφία, στην ωραιότητα του κόσμου, στην ομορφιά του ανθρώπου, στη θεολογία και την θεογονία, στην γεωπονία και την ιατρική, στην ναυσιπλοία και στην δημοκρατία.

Κι άν τούτες τις θερμές μέρες του Αλωνάρη,

με βλέπετε κι επιμένω στην θάλασσα και πάντα εν αυτή, στον Οδυσσέα και την Κίρκη, στις Σειρήνες και τους Λωτοφάγους, στη Σκύλα και την Χάρυβδη, στον οίνοπα πόντο και στους θαυμαστούς μετεωρισμούς της θαλάσσης,

κι άν τούτες τις μέρες της ζέστας

διαβάζετε και διαπιστώνετε μιά εμμονή στον επίμονο τεττιγισμό του τζίτζικα, που σημαδεύει τα καλοκαίρια μας, ως ηχέτης, δηλαδή ως φωνακλάς, ως ο θορυβών του πυρόξανθου θέρους μας ,

κι εάν πάλιν σε τούτες τις γραμμές του καύσωνος

διαβάζετε την αριστοφάνεια προτροπή γιά να δραπευτεύσουμε τον θαλασσινό δρόμο παίρνοντας, πανάκι σηκώνοντας, το διάκι κρατώντας, το χέρι βουτώντας απ΄την κουπαστή στο νερό γιά δροσιά, την τέντα σιάζοντας, το ψαθάκι φορώντας, ώστε ν΄αφήσουμε τις πνοές των ανέμων να μας πάν στα πέρα μέρη, φύσα θάλασσα πλατιά, ανέμων πνοαίσι βαίην,

τούτο γίνεται ως θαλασσινό αντίδοτο,

ως ιστορικό αντιβιοτικό, ως παιγνίδισμα της λύρας στ΄Ανώγεια και τον Αποκόρωνα, ως φύσηγμα τσαμπούνας στην Κάλυμνο, ως λάλημα κλαρίνου στη Δημητσάνα και την Κόνιτσα, σαν εωθινό κάλεσμα του ζουρνά στα Σέρρας, ή σαν πρόκληση από τα παρχάρια γιά διπάτ από κεμεντζέ της Τραπεζούντας ή σαν πενιές γλυκόλαλου τρίχορδου σμυρναίικου μπουζουκιού σε προσφυγική γειτονιά του Πειραιά, απέναντι

στην ανέλπιδη μαυρίλα που εκπορεύεται από αργυρώνητους τάχα και δημοσιογράφους, από αστοχήσαντες κατώτερους των περιστάσεων πολιτικούς, που περιφέρονται στο 'Αστυ των Αθηνών, ευτελείς κι ανίκανοι ν΄ αντιληφθούν τα δρώμενα στο Διονυσιακό Θέατρο, στο Λύκειο του Αριστοτέλη , των φιλοσοφιστών την αμφισβήτηση, την ανατρεπτική ισχύ της στάσης του Σωκράτη, καθώς περινούστατοι εστιάζουν στην διανομή δηναρίων σε κράχτες και κεκραγότες, στην αναμονή κατασπατάλησης , έτι και έτι , ευρωπαικών κονδυλίων γιά την ανάπτυξη δήθεν της παντέρμης Ελλάδας, κατώτεροι των περιστάσεων, ανίκανοι διαχειρίσης των ανατεθέντων ευθυνών, που επιμένουν άγευστοι δημοκρατικής ευαισθησίας σε πιστοποιητικά φρονημάτων,

έτσι ώστε ,

αντί να ψυχοπλακωθούμε,

αντί να μαυρίσει το είναι μας,

ανοίγουμε παράθυρο στο φώς !

Μήπως τι άλλο είναι η πορεία αυτού του Λαού, εάν όχι μιά πορεία στο φώς, στην θάλασσα,

Λαού που παρακαλεί τον ήλιο ν΄ανατείλει, Ήλιε ανά - Ήλιε ανάτειλε,

Λαού που τραγουδά και παλεύει γιά τον φωτισμό του Ήλιου της Δικαιοσύνης, του νοητού και την μυρσίνη την δοξαστική παρ΄αιγιαλόν !

Σαββατοκύριακο .

Ελάτε, με τον Αριστοφάνη, τον αλάδρομον αλάμενοι, άμ΄ανέμων πνοαίσι βαίημεν !

Δροσερεύοντες και κολυμβώντες !