Σε παιχνίδι με τη φωτιά κινδυνεύει να εξελιχθεί το σχέδιο της κυβέρνησης να εφαρμόσει εκβιαστικές και διχαστικές μεθόδους για να δώσει ώθηση στο πρόγραμμα των εμβολιασμών που συνεχίζει να εξελίσσεται με πολύ χαμηλότερους από τους αναγκαίους ρυθμούς.
Ήδη...
οι δύο πρώτες αποφάσεις που ανακοινώθηκαν τις προηγούμενες ημέρες έχουν προκαλέσει πολλές αντιδράσεις αλλά και πολλές αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα και την επιτυχία που θα έχουν. Αφενός η πρωθυπουργική εξαγγελία για την προπληρωμένη κάρτα αξίας 150 ευρώ στους νέους 18-25 ετών και αφετέρου το μοντέλο δύο ταχυτήτων στα καταστήματα εστίασης και ψυχαγωγίας από τις 15 Ιουλίου έχουν βρεθεί στο επίκεντρο όχι μόνο ποικίλων -και πολιτικών- αντιπαραθέσεων αλλά και ενός ιδιόμορφου κοινωνικού αυτοματισμού.
Ο ακόμη μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει με την τακτική της η κυβέρνηση είναι ο σκεπτικισμός που παρατηρείται αυτή τη στιγμή σε ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας απέναντι στα εμβόλια για τον κορονοϊό να πάρει προϊόντος του χρόνου και άλλες, ευρύτερες διαστάσεις. Αν και από τα σημερινά κόμματα της Βουλής εκτός από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ συντάσσονται αναφανδόν υπέρ του εμβολιασμού επίσης το ΚΙΝΑΛ, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25, είναι πλέον εμφανές ότι διαμορφώνονται καινούργιες οριζόντιες διαχωριστικές γραμμές στο κοινωνικό σύνολο. Αφενός οι επιστημονικές επιφυλάξεις που καταγράφονται καθημερινώς και αφετέρου τα θέματα δημοκρατίας που ανακύπτουν, δημιουργούν ένα μείγμα που ανά πάσα στιγμή μπορεί να αποδειχθεί εκρηκτικό και να φέρει δυσάρεστες εκπλήξεις σε όσους επαναπαύονται έως τώρα στην εικόνα των μέσων ενημέρωσης και των δημοσκοπήσεων.
Έχει μάλιστα ενδιαφέρον το γεγονός ότι ανακοινώθηκε ως κίνητρο στους εικοσάρηδες το «150άρι» δια στόματος του ίδιου του κ. Μητσοτάκη την ώρα όμως που οι έρευνες στο εξωτερικό -και σε χώρες όπως η Βρετανία- δείχνουν ότι η μετάλλαξη Δέλτα, η οποία προβάλλεται ως νέα απειλή, δεν προκαλεί προβλήματα στις νεότερες ηλικίες. Για την ακρίβεια τα έως τώρα στοιχεία δείχνουν ότι παρά την αυξημένη μεταδοτικότητα η θνητότητα στους κάτω των 50 ετών είναι πρακτικά μηδαμινή ενώ αντιθέτως χρειάζεται να επικεντρωθεί ο εμβολιασμός περισσότερο στις μεγαλύτερες ηλικίες.
Στην πιο καλοπροαίρετη εκδοχή, η κυβέρνηση έχει καταληφθεί από άγχος βλέποντας ότι δεν κτίζεται το τείχος ανοσίας που υπολόγιζε στο σύνολο του πληθυσμού. Κι ενώ πάντως μια μερίδα επιστημόνων, έστω και αν θεωρούνται «αιρετικοί», επιμένουν ότι το βάρος έπρεπε να δοθεί ώστε να μειωθεί το ποσοστό των ανεμβολίαστων κυρίως στους ηλικιωμένους, η κυβέρνηση μαζί με την επιτροπή των ειδικών μοιάζουν σα να μαστιγώνουν τη θάλασσα. Σε κάθε περίπτωση, αποφεύγεται ένας ευρύς δημόσιος επιστημονικός διάλογος με όλες τις απόψεις, όπως γίνεται στις περισσότερες χώρες του εξωτερικού, καθώς στην Ελλάδα κυριάρχησαν από την αρχή οι επικίνδυνοι αφορισμοί περί «ψεκασμένων» τους οποίους δυστυχώς υιοθέτησε δημοσίως και ο πρωθυπουργός.
Ο ακόμη μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει με την τακτική της η κυβέρνηση είναι ο σκεπτικισμός που παρατηρείται αυτή τη στιγμή σε ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας απέναντι στα εμβόλια για τον κορονοϊό να πάρει προϊόντος του χρόνου και άλλες, ευρύτερες διαστάσεις. Αν και από τα σημερινά κόμματα της Βουλής εκτός από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ συντάσσονται αναφανδόν υπέρ του εμβολιασμού επίσης το ΚΙΝΑΛ, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25, είναι πλέον εμφανές ότι διαμορφώνονται καινούργιες οριζόντιες διαχωριστικές γραμμές στο κοινωνικό σύνολο. Αφενός οι επιστημονικές επιφυλάξεις που καταγράφονται καθημερινώς και αφετέρου τα θέματα δημοκρατίας που ανακύπτουν, δημιουργούν ένα μείγμα που ανά πάσα στιγμή μπορεί να αποδειχθεί εκρηκτικό και να φέρει δυσάρεστες εκπλήξεις σε όσους επαναπαύονται έως τώρα στην εικόνα των μέσων ενημέρωσης και των δημοσκοπήσεων.
Έχει μάλιστα ενδιαφέρον το γεγονός ότι ανακοινώθηκε ως κίνητρο στους εικοσάρηδες το «150άρι» δια στόματος του ίδιου του κ. Μητσοτάκη την ώρα όμως που οι έρευνες στο εξωτερικό -και σε χώρες όπως η Βρετανία- δείχνουν ότι η μετάλλαξη Δέλτα, η οποία προβάλλεται ως νέα απειλή, δεν προκαλεί προβλήματα στις νεότερες ηλικίες. Για την ακρίβεια τα έως τώρα στοιχεία δείχνουν ότι παρά την αυξημένη μεταδοτικότητα η θνητότητα στους κάτω των 50 ετών είναι πρακτικά μηδαμινή ενώ αντιθέτως χρειάζεται να επικεντρωθεί ο εμβολιασμός περισσότερο στις μεγαλύτερες ηλικίες.
Στην πιο καλοπροαίρετη εκδοχή, η κυβέρνηση έχει καταληφθεί από άγχος βλέποντας ότι δεν κτίζεται το τείχος ανοσίας που υπολόγιζε στο σύνολο του πληθυσμού. Κι ενώ πάντως μια μερίδα επιστημόνων, έστω και αν θεωρούνται «αιρετικοί», επιμένουν ότι το βάρος έπρεπε να δοθεί ώστε να μειωθεί το ποσοστό των ανεμβολίαστων κυρίως στους ηλικιωμένους, η κυβέρνηση μαζί με την επιτροπή των ειδικών μοιάζουν σα να μαστιγώνουν τη θάλασσα. Σε κάθε περίπτωση, αποφεύγεται ένας ευρύς δημόσιος επιστημονικός διάλογος με όλες τις απόψεις, όπως γίνεται στις περισσότερες χώρες του εξωτερικού, καθώς στην Ελλάδα κυριάρχησαν από την αρχή οι επικίνδυνοι αφορισμοί περί «ψεκασμένων» τους οποίους δυστυχώς υιοθέτησε δημοσίως και ο πρωθυπουργός.
Όπως και νάχει, το «150άρι» σε πρώτη φάση δεν φαίνεται να λειτούργησε. Οι νέοι δεν «τσίμπησαν» στην παρότρυνση του κ. Μητσοτάκη να «τσιμπήσουν» σε αυτόν τον ιδιότυπο χρηματισμό. Από το σύνολο των 940.000 νέων αυτής της ηλικιακής ομάδας, κατά τα πρώτα εικοσιτετράωρα της εξαγγελίας ανταποκρίθηκαν περί τις 30.000 αν και στην πραγματικότητα είναι λιγότεροι αφού περί τις 9.000 είχαν εμβολιαστεί ή κλείσει ραντεβού πριν από την πρωθυπουργική ανακοίνωση. Είναι προφανές ότι τα ποσοστά κινούνται παρά πολύ χαμηλά κι αυτό επιβεβαιώνει ότι οι νέοι -παρά τα «κίνητρα» και τις προ πολλού άλλες πιέσεις και απειλές- δεν έχουν πειστεί είτε ότι κινδυνεύουν τόσο πολύ από τον ιό, είτε για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των συγκεκριμένων εμβολίων.
Σε φιάσκο με βάση τις πρώτες ενδείξεις τείνει να εξελιχθεί και το μοντέλο των «δύο ταχυτήτων» στην εστίαση και την ψυχαγωγία. Σύμφωνα με όσα μεταφέρουν οι εκπρόσωποί τους οι επαγγελματίες ανά την Ελλάδα είναι αφενός επιφυλακτικοί και αφετέρου αρκετά μπερδεμένοι. Σε μεγάλο βαθμό παραμένει ακόμη άγνωστο με ποιους όρους θα εφαρμοστεί στην πράξη και την καθημερινότητα αυτό το μοντέλο και πώς θα ξεπεραστούν οι ουκ ολίγες δυσκολίες. Παράλληλα το κλίμα οργής και ενόχλησης που εκδηλώνεται σε ένα ισχυρό κομμάτι της κοινωνίας δημιουργεί εύλογους προβληματισμούς και κάνει πολλούς από τους ανθρώπους της αγοράς να λένε ότι δεν επιθυμούν να συμβάλουν σε ένα σκηνικό διχασμού «επιλέγοντας» ποιους πελάτες θα δέχονται και ποιους όχι με βάση τα αποκαλούμενα «πιστοποιητικά υγειονομικών φρονημάτων». Ενδεικτικό των τάσεων είναι ότι μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα στα κοινωνικά δίκτυα έχουν σχηματιστεί μεγάλες ομάδες καταστηματαρχών και επαγγελματιών που κατά χιλιάδες δηλώνουν ότι δεν πρόκειται να προχωρήσουν σε κανένα διαχωρισμό μεταξύ εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων. Ένα άλλο στοιχείο προβληματισμού άλλωστε είναι και το γεγονός ότι με βάση τους επίσημους αριθμούς αυτή τη στιγμή οι εμβολιασμένοι στη χώρα κινούνται περί το 35%. Κατά συνέπεια και με όρους καθαρά αριθμητικούς δεν αποτελούν -τουλάχιστον επί του παρόντος- την πλειονότητα του καταναλωτικού κοινού.
Το γενικότερο αυτό κλίμα, που ορισμένοι υποστηρίζουν ότι περνώντας οι εβδομάδες και σε συνδυασμό με τα άλλα προβλήματα στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο μπορεί να μεταβληθεί σε τσουνάμι, έχει φθάσει στο Μέγαρο Μαξίμου. Και γι αυτό τα τελευταία εικοσιτετράωρα, παρά τις επίσημες προσχηματικές δηλώσεις περί πειθούς και παροτρύνσεων, κλιμακώνεται το κλίμα τρομοκρατίας μέσω δηλώσεων από κορυφαίους υπουργούς. Την αρχή έκανε, έχοντας αναλάβει το ρόλο του «κακού», ο Αδ. Γεωργιάδης απειλώντας με «χρεοκοπία» το φθινόπωρο αν δεν υπάρξει γενικός εμβολιασμός. Καθώς μάλιστα δεν υπήρξε ανταπόκριση στην απειλή και οι έως τότε «καλοί» της ιστορίας, οι οικονομικοί υπουργοί, άρχισαν να προσχωρούν σε αυτή τη θεωρία. Παράλληλα, οι εκφραστές του Μεγάρου Μαξίμου Γ. Γεραπετρίτης και Α. Σκέρτσος αφήνοντας τα προσχήματα απειλούν με πρόσθετα μέτρα τους μη εμβολιασμένους, όχι μόνο κοινωνικού τύπου αλλά και οικονομικού. Προφανώς αμφότεροι, επαναπαυμένοι στις δημοσκοπικές δάφνες και τα υποστυλώματα της αντιπολίτευσης, δεν αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο η πίεση που ασκούν στην κοινωνία να γυρίσει μπούμερανγκ.
Ανδρέας Καψαμπέλης
www.dimokratianews.gr
Το γενικότερο αυτό κλίμα, που ορισμένοι υποστηρίζουν ότι περνώντας οι εβδομάδες και σε συνδυασμό με τα άλλα προβλήματα στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο μπορεί να μεταβληθεί σε τσουνάμι, έχει φθάσει στο Μέγαρο Μαξίμου. Και γι αυτό τα τελευταία εικοσιτετράωρα, παρά τις επίσημες προσχηματικές δηλώσεις περί πειθούς και παροτρύνσεων, κλιμακώνεται το κλίμα τρομοκρατίας μέσω δηλώσεων από κορυφαίους υπουργούς. Την αρχή έκανε, έχοντας αναλάβει το ρόλο του «κακού», ο Αδ. Γεωργιάδης απειλώντας με «χρεοκοπία» το φθινόπωρο αν δεν υπάρξει γενικός εμβολιασμός. Καθώς μάλιστα δεν υπήρξε ανταπόκριση στην απειλή και οι έως τότε «καλοί» της ιστορίας, οι οικονομικοί υπουργοί, άρχισαν να προσχωρούν σε αυτή τη θεωρία. Παράλληλα, οι εκφραστές του Μεγάρου Μαξίμου Γ. Γεραπετρίτης και Α. Σκέρτσος αφήνοντας τα προσχήματα απειλούν με πρόσθετα μέτρα τους μη εμβολιασμένους, όχι μόνο κοινωνικού τύπου αλλά και οικονομικού. Προφανώς αμφότεροι, επαναπαυμένοι στις δημοσκοπικές δάφνες και τα υποστυλώματα της αντιπολίτευσης, δεν αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο η πίεση που ασκούν στην κοινωνία να γυρίσει μπούμερανγκ.
Ανδρέας Καψαμπέλης
www.dimokratianews.gr