(του Μάρκου Μπόλαρη)
«Θεοί δ΄ελέαιρον άπαντες,
Νόσφι Ποσειδάωνος ο δ΄ασπερχές μενέαινεν
Αντιθέω Οδυσήι πάρος ήν γαίαν ικέσθαι
Αλλ΄ ο μέν Αιθίοπας μετεκίαθε τήλοθ΄εόντας
Αιθίοπας , τοί διχθά δεδαίαται, έσχατοι ανδρών
Οι μεν δυσομένου Υπερίονος, οι δ΄ανιόντος
Αντιόων ταύρων τε αρνειών εκατόμβης …»
Δηλαδή , μου λέει ο Δημήτρης,
συμμαθητής από τους χρόνους του Δημοτικού Σχολείου,
δεν μας φτάνει ο καύσωνας, αποφάσισες να μας παιδέψεις και με τον Όμηρο !
Ακριβώς το αντίθετο, ισχυρίζομαι !
Την δρόσον Αερμών, επιδιώκω !
Θαλασσινής αύρας εραστής, δηλώνω !
«Να μας πάρεις μακριά , να μας πάς στα πέρα μέρη !
Φύσα θάλασσα πλατιά !
Φύσα αγέρι , φύσα αγέρι», σιγοτραγουδούμε από τους γυμνασιακούς χρόνους μας συνοδεύοντας τον Διονύση της Θαλασσογραφίας μας.
Κι ο Γιάννης Κακριδής με τον Νίκο Καζαντζάκη, στην περίφημη πιά μετάφρασή τους των Ομηρικών έργων, να σημειώσω ότι η Οδύσσεια ολοκληρώθηκε και δημοσιεύτηκε, πρίν να προλάβει να πιάσει στα χέρια του το τελικό κείμενο ο Καζαντζάκης που είχε αναχωρήσει πρότερα, μεταφράζουν από τη Ραψωδία Α΄ τους παραπάνω από 19 έως 25 στίχους,
ως εξής :
«Κι οι αθάνατοι τον συμπονούσαν όλοι,
Εξόν τον Ποσειδώνα, που άπαυτα του θεικού Οδυσσέα
Θυμό κρατούσε, στην πατρίδα του πριχού διαγείρει πίσω.
Μα τότε αυτός για τους απόμακρους Αιθίοπες είχε φύγει,
Για τους Αιθίοπες, που στην τελείωση του κόσμου χώρια ζούνε,
Μισοί στου Ήλιου τα βασιλέματα, μισοί στ΄ανάτελά του,
Κι εκεί τρανές θυσίες του πρόσφεραν από κριγιούς και ταύρους …»
Είναι η εισαγωγή στην Οδύσσεια, μετά το «Άνδρα μοι έννεπε Μούσα πολύτροπον..»,
και πραγματικά αποτελεί πρόκληση για τον σημερινό αναγνώστη, άμεση πρόκληση, να ξεδιπλώσει στο γραφείο τον χάρτη, εννοώ να αναζητήσει τον χάρτη της περιοχής στο Google maps, χάρτη της Μεσογείου και της Αφρικής εν ταυτώ, να σημειώσει επ΄αυτού που βρίσκεται η αυτή η χώρα, η Αιθιοπία και οι Αιθίοπες, έσχατοι ανδρών, κατά τον Όμηρο, να και αναλογιστεί, να αναλογιστούμε όλοι μας ότι ένα θεμελειώδες κείμενο της παγκόσμιας πιά λογοτεχνίας, ένα έπος γραμμένο και τραγουδισμένο από τους Έλληνες πρίν 2700 – 2800 χρόνια, αναφέρεται στους Αιθίοπας, τους μεν δυσομένου Υπερίονος τους δ΄ανιόντος, στις εσχατιές του κόσμου. Θέλω με τούτο απλώς να αναδείξω, επιμένοντας, πόσο είναι το εύρος της ελληνικής ψυχής, ποιά είναι η ευρύτητα των οριζόντων του μυαλού τους, απ΄αρχής της ιστορίας , από τα ανυπέρβλητα εισαγωγικά κείμενα , από τον ακρογωνιαίο λίθο των Ομηρικών επών, με την μουσική ανάδειξη και ακριβολόγο χρήση της τελειότερης γλώσσας που μιλήθηκε ποτέ από άνθρωπο, με την οποία εκφράζεται και δομείται ένας ολόκληρος Πολιτισμός, αυτής που μας παραδόθηκε στις αμμουδιές του Αιγαίου, τότε και σήμερα , νύν και αεί ! Τοις γε νούν έχουσι !
‘Απλα οριζόντων, απλωσιά θαλασσινή , απεραντοσύνη του πόντου, οίνοπας ο πόντος κι άλλοτε μέλας, ωκεάνειο εύρος αντιλήψεων , οικουμενικών διαστάσεων υφηλίου, από ανατολών ηλίου μέχρι δυσμών, ή , για το ξαναγράψω ομηρικώς, «οι μεν δυσομένου Υπερίονος οι δ΄ανιόντος» ! Τούτη η ευρύτητα είναι που ετυμολόγησε και την λέξη , κι ως λαός είπαμε : τούτος είναι ανοιχτόμυαλος κι ο άλλος στενόμυαλος, και πάλιν, τούτος είναι ανοιχτόκαρδος κι ο άλλος στενόκαρδος ! Κι εάν επιμένω σ΄αυτήν την ανοιχτοσύνη, καθώς εν εαυτώ μνημονεύω την ευχαριστία «επλάτυνάς με , Κύριε», εάν εστιάζω σ΄ αυτόν τον διαχρονικό θαλασσινό πλατυσμό είναι γιατί σ΄ αντίθεση με την προαιώνια παράδοση των Ελλήνων, των θαλασσομάχων απογόνων του Οδυσσέα, που επιστρέφουν στην Ιθάκη ακόμη κι όταν ο Ποσειδώνας αντιμάχεται, αφού «Θεοί δ΄ελέαιρον άπαντες», κι αν επικεντρώνω είναι επειδή στις μέρες μας στην αφόρητη μικροελλαδική μας τραγικότητα, κυκλοφορούν τινές μηδίζοντες, που τους πέφτει μακριά το μαργαριτάρι της Ανατολικής Μεσογείου , το Καστελλόριζο , που θεωρούν το Κυπριακό και τις εξελίξεις του αλλότριο ζήτημα, που δεν νοιάζονται τι τρέχει με τις ληστρικές αρπαγές περιουσιών στη Χειμάρα, που αγνούν την συμβολή της Φιλοσοφικής Σχολής της Ελληνικής Γλώσσας του Πανεπιστημίου της Μαριούπολης, που δεν νοιάζονται τι σημαίνει η λειτουργία εκατό τώρα χρόνια του σχολείου «Πλάτων» στο Σικάγο, που δεν αναρωτήθηκαν τι σηματοδοτεί ο Ναός του Αγίου Νικολάου στο Ground Zero της Νέας Υόρκης, που δεν γνωρίζουν την λειτουργία των σχολείων στην ελληνική γλώσσα από την δουλειά του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας στην Αφρική και βέβαια στην χώρα των Αιθιόπων μέχρι σήμερα, που αγνοούν την μεγαλοσύνη των ελληνικών εφοπλιστικών και ναυτιλιακών εταιρειών που πρωτοπορούν στον κόσμο, ως πραγματικοί διάδοχοι του Οδυσσέα και της παρέας του στους αιώνες και θαρρούν , τούτοι οι αμαθείς τάχα και υπέυθυνοι, ότι η Ελλάδα μπορεί να παίξει απλώς τον ρόλο της Καραιβικής της Ευρώπης κι οι Έλληνες, για ένα κομμάτι ψωμί, να παριστάνουν τους σερβιτόρους και θαλαμηπόλους ! Λήρος !
Ναι, τούτες τις ζεστές μέρες , Ιουλίου αρχομένου μηνός, θυμούμαι την εκπληκτική γεωγραφική άνεση του Αριστοφάνη, ο οποίος διδάσκων την κωμωδία του, ανοίγει τους ορίζοντες στο Αθηναικό κοινό, και την μια αναφέρεται σε ευδαίμονα πόλι παρά την Ερυθράν θάλασσαν, ήγουν στη ρότα των πλεουμένων για την Αιθιοπία, στην ρότα για άλλη ανοιχτωσιά , αυτήν του ωκεανού του Ινδικού, λέγων :
«Ατάρ έστι γ΄ οποίαν λέγετον ειδαίμων πόλις
παρά την Ερυθράν θάλασσαν»
Κι ύστερα στενορεία τη φωνή διά του κωμικού ηθοποιού, θυμίζει στους θεατές του Διονυσιακού Θεάτρου των Αθηνών , σαν ΄ναι σε παράδοση μαθήματος γεωπολιτικής σε σημερινή πανεπιστημιακή αίθουσα και απαριθμεί τις σημερινές γεωστρατιωτικές και γεωοικονομικοπολιτικές εκκρεμμότητες στην Ανατολική Μεσόγειο, σαν ΄χε επίγνωση των κωμικοτραγικών διαστάσεων της ιστορίας, κι ονοματίζει τους Μήδους και τους Πέρσες, την Λιβυή, και την Βαβυλώνα, την Αίγυπτο και την Φοινίκη, μέσα σ΄ένα διασκεδαστικό όμορφο παιχνίδι με τους «‘Όρνιθες», επιβεβαιώνοντας την ευρύτητα , την ανοιχτοσύνη των θαλασσινών οριζόντων των Ελλήνων, όπως την βίωσαν ναυβάτες και ναύκληροι αυτοί οι ίδιοι , στους καιρούς και τους χρόνους, σε θαλασσοταραχές και φουρτούνες, σε πολέμους και σε εμπόρια, σε αποικίες και αποικισμούς σ΄όλο τον κόσμο, διασχίζοντες θαλασσοδαρμένοι, κωπηλατούντες κι ιστιοπλοούντες τον «πολιόν πόντον», ήγουν την αφρισμένη θάλασσα ! Τρείς εναυάγησα, γράφει σε επιστολή του στους Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος, τρείς εναυάγησε στις θάλασσες του Οδυσσέα, των Σειρήνων, της Σκύλας και της Χάρυβδης, της Κίρκης και των Λαιστρυγόνων, τρείς παρ΄ολίγον θαλασσοπνιγμένο τον ξέβγαλε το κύμα στις αμμουδιές του Ομήρου.
Αλλά σήμερα κι όλες τούτες τις μέρες του Ιούλη, του Αλωνάρη της Λαογραφίας μας, που αθάνατο νεαρό μας τον παρέδωσε ο χρωστήρας του Γιάννη Τσαρούχη,
«κύματά τε έσβεσε νήνεμος αίθρη» ,
γράφει , απολαμβάνοντας την καλοσύνη του καιρού, την νηνεμία της θάλασσας, την πρόκληση του γιαλού για την δροσιά της κολύμβησης,
ο Αριστοφάνης, στον 778 στίχο των Ορνίθων κι όπως μεταφράζει ο Φάνης Κακριδής,
«Και καταλάγιασε τα κύματα μια καλοσυνάτη απανεμιά»,
κι είναι αυτή η νήνεμος αίθρη, που μας προσκαλεί να χαρούμε το «Σώμα του καλοκαιριού»,
«τώρα που ο ουρανός καίει απέραντος
Τα φρούτα βάφουνε το στόμα τους
Της γής οι πόροι ανοίγονται σιγά σιγά
Και πλάι απ΄το νερό που στάζει
Συλλαβίζοντας
Ένα πελώριο φυτό κοιτάει κατάματα τον ήλιο»,
αφού ο άλλος Οδυσσέας,
ο Οδυσσέας του Αιγαίου, πήρε τον λόγο από τον Όμηρο, πήρε την σκυτάλη από τον Αριστοφάνη, πήρε την κάλαμο από τον Ρωμανό, πήρε την περγαμηνή από τον Δαμασκηνό, για να συνεχίζει το τραγούδι :
‘Σώμα του βράχου και ρίγος της καρδιάς
Μεγάλο ανέμισμα της κόμης λυγαριάς
Άχνα βασιλικού πάνω από το σγουρό
Εφηβαίο
Γεμάτο αστράκια και πευκοβελόνες
Σώμα βαθύ πλεούμενο της μέρας» !
Λαός θαλασσινών, σώμα βαθύ πλεούμενο της μέρας και της ιστορίας, παιδιά και γόνος του Οδυσσέα, συνταξιδιώτες της γοργόνας, που σκαλισμένη από μερακλήδες ταλιαδώρους, στην πρώρα των καικιών του Αιγαίου, ναί της αδερφής του Μεγαλέξανδρου, που θρηνούσε και φουρτούνιαζε το πέλαγος, γιαυτό, κι από την κούνια της μάννας μας, τρέχουμε σαν τα καβούρια να πλατσουρίσουμε στην αγκάλη της θάλασσας, να γίνουμε μέτοχοι της απεραντοσύνης της, να ανοιχτούμε στη απλοχωρία της, να ξανοίξει ο νούς μας στην οικουμενικότητά της !
Ακόμη κι όταν μελανιάζει στα βαθιά μ΄ αγριεμένα κύματα, ακόμη κι όταν οι στεριές περνάν δαρμένες στα νύχια του χιονιά ,
Ακόμη κι όταν μαυρίζει τις ψυχές μας η αντάρα, καιρούς - καιρούς,
ακόμη κι όταν τυχάρπαστοι, ανίκανοι ή και μηδίσαντες κρατούνε το τιμόνι,
ακόμη κι εάν οι αφελείς και πονηροί ιδιοτελώς ανοίξουν τους ασκούς του Αιόλου,
« ‘Ομως και πίσω απ΄όλα αυτά χαμογελάς
Αιθίοπας , τοί διχθά δεδαίαται, έσχατοι ανδρών
Οι μεν δυσομένου Υπερίονος, οι δ΄ανιόντος
Αντιόων ταύρων τε αρνειών εκατόμβης …»
Δηλαδή , μου λέει ο Δημήτρης,
συμμαθητής από τους χρόνους του Δημοτικού Σχολείου,
δεν μας φτάνει ο καύσωνας, αποφάσισες να μας παιδέψεις και με τον Όμηρο !
Ακριβώς το αντίθετο, ισχυρίζομαι !
Την δρόσον Αερμών, επιδιώκω !
Θαλασσινής αύρας εραστής, δηλώνω !
«Να μας πάρεις μακριά , να μας πάς στα πέρα μέρη !
Φύσα θάλασσα πλατιά !
Φύσα αγέρι , φύσα αγέρι», σιγοτραγουδούμε από τους γυμνασιακούς χρόνους μας συνοδεύοντας τον Διονύση της Θαλασσογραφίας μας.
Κι ο Γιάννης Κακριδής με τον Νίκο Καζαντζάκη, στην περίφημη πιά μετάφρασή τους των Ομηρικών έργων, να σημειώσω ότι η Οδύσσεια ολοκληρώθηκε και δημοσιεύτηκε, πρίν να προλάβει να πιάσει στα χέρια του το τελικό κείμενο ο Καζαντζάκης που είχε αναχωρήσει πρότερα, μεταφράζουν από τη Ραψωδία Α΄ τους παραπάνω από 19 έως 25 στίχους,
ως εξής :
«Κι οι αθάνατοι τον συμπονούσαν όλοι,
Εξόν τον Ποσειδώνα, που άπαυτα του θεικού Οδυσσέα
Θυμό κρατούσε, στην πατρίδα του πριχού διαγείρει πίσω.
Μα τότε αυτός για τους απόμακρους Αιθίοπες είχε φύγει,
Για τους Αιθίοπες, που στην τελείωση του κόσμου χώρια ζούνε,
Μισοί στου Ήλιου τα βασιλέματα, μισοί στ΄ανάτελά του,
Κι εκεί τρανές θυσίες του πρόσφεραν από κριγιούς και ταύρους …»
Είναι η εισαγωγή στην Οδύσσεια, μετά το «Άνδρα μοι έννεπε Μούσα πολύτροπον..»,
και πραγματικά αποτελεί πρόκληση για τον σημερινό αναγνώστη, άμεση πρόκληση, να ξεδιπλώσει στο γραφείο τον χάρτη, εννοώ να αναζητήσει τον χάρτη της περιοχής στο Google maps, χάρτη της Μεσογείου και της Αφρικής εν ταυτώ, να σημειώσει επ΄αυτού που βρίσκεται η αυτή η χώρα, η Αιθιοπία και οι Αιθίοπες, έσχατοι ανδρών, κατά τον Όμηρο, να και αναλογιστεί, να αναλογιστούμε όλοι μας ότι ένα θεμελειώδες κείμενο της παγκόσμιας πιά λογοτεχνίας, ένα έπος γραμμένο και τραγουδισμένο από τους Έλληνες πρίν 2700 – 2800 χρόνια, αναφέρεται στους Αιθίοπας, τους μεν δυσομένου Υπερίονος τους δ΄ανιόντος, στις εσχατιές του κόσμου. Θέλω με τούτο απλώς να αναδείξω, επιμένοντας, πόσο είναι το εύρος της ελληνικής ψυχής, ποιά είναι η ευρύτητα των οριζόντων του μυαλού τους, απ΄αρχής της ιστορίας , από τα ανυπέρβλητα εισαγωγικά κείμενα , από τον ακρογωνιαίο λίθο των Ομηρικών επών, με την μουσική ανάδειξη και ακριβολόγο χρήση της τελειότερης γλώσσας που μιλήθηκε ποτέ από άνθρωπο, με την οποία εκφράζεται και δομείται ένας ολόκληρος Πολιτισμός, αυτής που μας παραδόθηκε στις αμμουδιές του Αιγαίου, τότε και σήμερα , νύν και αεί ! Τοις γε νούν έχουσι !
‘Απλα οριζόντων, απλωσιά θαλασσινή , απεραντοσύνη του πόντου, οίνοπας ο πόντος κι άλλοτε μέλας, ωκεάνειο εύρος αντιλήψεων , οικουμενικών διαστάσεων υφηλίου, από ανατολών ηλίου μέχρι δυσμών, ή , για το ξαναγράψω ομηρικώς, «οι μεν δυσομένου Υπερίονος οι δ΄ανιόντος» ! Τούτη η ευρύτητα είναι που ετυμολόγησε και την λέξη , κι ως λαός είπαμε : τούτος είναι ανοιχτόμυαλος κι ο άλλος στενόμυαλος, και πάλιν, τούτος είναι ανοιχτόκαρδος κι ο άλλος στενόκαρδος ! Κι εάν επιμένω σ΄αυτήν την ανοιχτοσύνη, καθώς εν εαυτώ μνημονεύω την ευχαριστία «επλάτυνάς με , Κύριε», εάν εστιάζω σ΄ αυτόν τον διαχρονικό θαλασσινό πλατυσμό είναι γιατί σ΄ αντίθεση με την προαιώνια παράδοση των Ελλήνων, των θαλασσομάχων απογόνων του Οδυσσέα, που επιστρέφουν στην Ιθάκη ακόμη κι όταν ο Ποσειδώνας αντιμάχεται, αφού «Θεοί δ΄ελέαιρον άπαντες», κι αν επικεντρώνω είναι επειδή στις μέρες μας στην αφόρητη μικροελλαδική μας τραγικότητα, κυκλοφορούν τινές μηδίζοντες, που τους πέφτει μακριά το μαργαριτάρι της Ανατολικής Μεσογείου , το Καστελλόριζο , που θεωρούν το Κυπριακό και τις εξελίξεις του αλλότριο ζήτημα, που δεν νοιάζονται τι τρέχει με τις ληστρικές αρπαγές περιουσιών στη Χειμάρα, που αγνούν την συμβολή της Φιλοσοφικής Σχολής της Ελληνικής Γλώσσας του Πανεπιστημίου της Μαριούπολης, που δεν νοιάζονται τι σημαίνει η λειτουργία εκατό τώρα χρόνια του σχολείου «Πλάτων» στο Σικάγο, που δεν αναρωτήθηκαν τι σηματοδοτεί ο Ναός του Αγίου Νικολάου στο Ground Zero της Νέας Υόρκης, που δεν γνωρίζουν την λειτουργία των σχολείων στην ελληνική γλώσσα από την δουλειά του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας στην Αφρική και βέβαια στην χώρα των Αιθιόπων μέχρι σήμερα, που αγνοούν την μεγαλοσύνη των ελληνικών εφοπλιστικών και ναυτιλιακών εταιρειών που πρωτοπορούν στον κόσμο, ως πραγματικοί διάδοχοι του Οδυσσέα και της παρέας του στους αιώνες και θαρρούν , τούτοι οι αμαθείς τάχα και υπέυθυνοι, ότι η Ελλάδα μπορεί να παίξει απλώς τον ρόλο της Καραιβικής της Ευρώπης κι οι Έλληνες, για ένα κομμάτι ψωμί, να παριστάνουν τους σερβιτόρους και θαλαμηπόλους ! Λήρος !
Ναι, τούτες τις ζεστές μέρες , Ιουλίου αρχομένου μηνός, θυμούμαι την εκπληκτική γεωγραφική άνεση του Αριστοφάνη, ο οποίος διδάσκων την κωμωδία του, ανοίγει τους ορίζοντες στο Αθηναικό κοινό, και την μια αναφέρεται σε ευδαίμονα πόλι παρά την Ερυθράν θάλασσαν, ήγουν στη ρότα των πλεουμένων για την Αιθιοπία, στην ρότα για άλλη ανοιχτωσιά , αυτήν του ωκεανού του Ινδικού, λέγων :
«Ατάρ έστι γ΄ οποίαν λέγετον ειδαίμων πόλις
παρά την Ερυθράν θάλασσαν»
Κι ύστερα στενορεία τη φωνή διά του κωμικού ηθοποιού, θυμίζει στους θεατές του Διονυσιακού Θεάτρου των Αθηνών , σαν ΄ναι σε παράδοση μαθήματος γεωπολιτικής σε σημερινή πανεπιστημιακή αίθουσα και απαριθμεί τις σημερινές γεωστρατιωτικές και γεωοικονομικοπολιτικές εκκρεμμότητες στην Ανατολική Μεσόγειο, σαν ΄χε επίγνωση των κωμικοτραγικών διαστάσεων της ιστορίας, κι ονοματίζει τους Μήδους και τους Πέρσες, την Λιβυή, και την Βαβυλώνα, την Αίγυπτο και την Φοινίκη, μέσα σ΄ένα διασκεδαστικό όμορφο παιχνίδι με τους «‘Όρνιθες», επιβεβαιώνοντας την ευρύτητα , την ανοιχτοσύνη των θαλασσινών οριζόντων των Ελλήνων, όπως την βίωσαν ναυβάτες και ναύκληροι αυτοί οι ίδιοι , στους καιρούς και τους χρόνους, σε θαλασσοταραχές και φουρτούνες, σε πολέμους και σε εμπόρια, σε αποικίες και αποικισμούς σ΄όλο τον κόσμο, διασχίζοντες θαλασσοδαρμένοι, κωπηλατούντες κι ιστιοπλοούντες τον «πολιόν πόντον», ήγουν την αφρισμένη θάλασσα ! Τρείς εναυάγησα, γράφει σε επιστολή του στους Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος, τρείς εναυάγησε στις θάλασσες του Οδυσσέα, των Σειρήνων, της Σκύλας και της Χάρυβδης, της Κίρκης και των Λαιστρυγόνων, τρείς παρ΄ολίγον θαλασσοπνιγμένο τον ξέβγαλε το κύμα στις αμμουδιές του Ομήρου.
Αλλά σήμερα κι όλες τούτες τις μέρες του Ιούλη, του Αλωνάρη της Λαογραφίας μας, που αθάνατο νεαρό μας τον παρέδωσε ο χρωστήρας του Γιάννη Τσαρούχη,
«κύματά τε έσβεσε νήνεμος αίθρη» ,
γράφει , απολαμβάνοντας την καλοσύνη του καιρού, την νηνεμία της θάλασσας, την πρόκληση του γιαλού για την δροσιά της κολύμβησης,
ο Αριστοφάνης, στον 778 στίχο των Ορνίθων κι όπως μεταφράζει ο Φάνης Κακριδής,
«Και καταλάγιασε τα κύματα μια καλοσυνάτη απανεμιά»,
κι είναι αυτή η νήνεμος αίθρη, που μας προσκαλεί να χαρούμε το «Σώμα του καλοκαιριού»,
«τώρα που ο ουρανός καίει απέραντος
Τα φρούτα βάφουνε το στόμα τους
Της γής οι πόροι ανοίγονται σιγά σιγά
Και πλάι απ΄το νερό που στάζει
Συλλαβίζοντας
Ένα πελώριο φυτό κοιτάει κατάματα τον ήλιο»,
αφού ο άλλος Οδυσσέας,
ο Οδυσσέας του Αιγαίου, πήρε τον λόγο από τον Όμηρο, πήρε την σκυτάλη από τον Αριστοφάνη, πήρε την κάλαμο από τον Ρωμανό, πήρε την περγαμηνή από τον Δαμασκηνό, για να συνεχίζει το τραγούδι :
‘Σώμα του βράχου και ρίγος της καρδιάς
Μεγάλο ανέμισμα της κόμης λυγαριάς
Άχνα βασιλικού πάνω από το σγουρό
Εφηβαίο
Γεμάτο αστράκια και πευκοβελόνες
Σώμα βαθύ πλεούμενο της μέρας» !
Λαός θαλασσινών, σώμα βαθύ πλεούμενο της μέρας και της ιστορίας, παιδιά και γόνος του Οδυσσέα, συνταξιδιώτες της γοργόνας, που σκαλισμένη από μερακλήδες ταλιαδώρους, στην πρώρα των καικιών του Αιγαίου, ναί της αδερφής του Μεγαλέξανδρου, που θρηνούσε και φουρτούνιαζε το πέλαγος, γιαυτό, κι από την κούνια της μάννας μας, τρέχουμε σαν τα καβούρια να πλατσουρίσουμε στην αγκάλη της θάλασσας, να γίνουμε μέτοχοι της απεραντοσύνης της, να ανοιχτούμε στη απλοχωρία της, να ξανοίξει ο νούς μας στην οικουμενικότητά της !
Ακόμη κι όταν μελανιάζει στα βαθιά μ΄ αγριεμένα κύματα, ακόμη κι όταν οι στεριές περνάν δαρμένες στα νύχια του χιονιά ,
Ακόμη κι όταν μαυρίζει τις ψυχές μας η αντάρα, καιρούς - καιρούς,
ακόμη κι όταν τυχάρπαστοι, ανίκανοι ή και μηδίσαντες κρατούνε το τιμόνι,
ακόμη κι εάν οι αφελείς και πονηροί ιδιοτελώς ανοίξουν τους ασκούς του Αιόλου,
« ‘Ομως και πίσω απ΄όλα αυτά χαμογελάς
Ανέγνοια
Και ξαναβρίσκεις την αθάνατή σου ώρα
Όπως στις αμμουδιές σε ξαναβρίσκει ο ήλιος
Όπως μες στην γυμνή σου υγεία ο ουρανός» !
Αρμενάκια της ιστορίας, εκ του αρμενίζω, πλέω με τ΄άρμενα , με τα πανιά,
αρμενάκια της οικουμένης, της απλοχωριάς, του πολιτισμού, της ανοιχτοκαρδίας,
στις αμμουδιές που μας ξαναβρίσκει ο ήλιος,
σφυρίζοντας με μια μπουρού στο χέρι, σας εύχομαι
Καλό καλοκαίρι !