Το ΕΕΤΗΔΕ είχε έρθει για να αντικαταστήσει τον Φόρο Ακίνητης Περιουσίας
Οι επιπτώσεις της εφαρμογής των μέτρων των Μνημονίων την προηγούμενη δεκαετία, δηλαδή η υπερφορολόγηση, η δραστική μείωση των μισθών, οι μεγάλες περικοπές των συντάξεων και...
των κοινωνικών παροχών, η εκτίναξη στα ύψη της ανεργίας και του δημόσιου χρέους ,το κλείσιμο των επιχειρήσεων, η συρρίκνωση του Α.Ε.Π. και η μείωση του πληθυσμού κατέστρεψαν την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Φυσικά, η ταφόπλακα μπήκε για το μέλλον της Πατρίδα μας, με την πανδημία και τα αχρείαστα λοκντάουν.
Γέννημα θρέμμα των μνημονίων είναι ο άδικος και λαομίσητος ΕΝΦΙΑ (Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων).Ένα φορολογικό μέτρο που σχεδιάστηκε και εφαρμόστηκε υπό την ασφυκτική πίεση των ξένων δανειστών, με προχειρότητα και χωρίς την απαραίτητη ανάλυση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων που θα προκαλούσε.
Η αλήθεια είναι ότι ο ΕΝΦΙΑ ήρθε το 2013 να αντικαταστήσει έναν ακόμη άδικο φόρο -και αποτελεί αναμφίβολα φυσική εξέλιξη του-, το Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Επιφανειών (ΕΕΤΗΔΕ) που έγινε πιο γνωστό ως «χαράτσι της ΔΕΗ», καθώς εισπράττονταν μαζί με το λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος και επιβάρυνε τις δομημένες επιφάνειες χωρίς φορολογικό όριο.
Ο φόρος θεσπίστηκε εν όψει του δεύτερου μνημονίου το 2011 από τον τότε υπουργό οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο. Το «έκτακτο» τέλος το οποίο το 2013 μετονομάστηκε σε Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ακινήτων (ΕΕΤΑ) επιβάρυνε κάθε ακίνητο που είχε ενεργό λογαριασμό της ΔΕΗ με ένα φόρο που αντιστοιχούσε μεσοσταθμικά με 4 ευρώ για κάθε τετραγωνικό μέτρο κατοικίας. Η επιβολή του φόρου προκάλεσε έντονες επικρίσεις και εντάσεις, καθώς έπληξε για πρώτη φορά την ιδιοκτησία ακινήτου στο σύνολο της, πάνω στην οποία οι σύγχρονοι Έλληνες έκτισαν το 95% της καθαρής περιουσίας τους.
Ένας φόρος, που οι ξένοι δανειστές θεωρούσαν αδιανόητη την μη ύπαρξη του, παρότι η ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα κουβαλούσε ήδη 20 βασικούς και δευτερεύοντες φόρους. Ωστόσο τον επέβαλαν «δια πυρός και σιδήρου» και πλέον στην Ελλάδα φορολογείται όχι μόνο η εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας, αλλά και η απλή κατοχή της. Γεγονός, που δεν φούσκωσε απλά τις υποχρεώσεις και τα χρέη ιδιοκτητών και νοικοκυριών, αλλά αποτέλεσε καίριο πλήγμα στην αγορά ακινήτων. Ήταν ένας φόρος ακινήτων που ήρθε για να μείνει. Από μια προσωρινή εισπρακτική δυνατότητα κατά τον Ευ. Βενιζέλο, διετίας το πολύ, πήρε χαρακτηριστικά μονιμότητας.
Το ΕΕΤΗΔΕ είχε έρθει για να αντικαταστήσει τον Φόρο Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ) ο οποίος θεσπίστηκε το 2009 και αρχικά είχε όριο τα 400.000 ευρώ αντικειμενική αξία και πάνω. Στη συνέχεια το 2010 το όριο επιβολής ΦΑΠ υποχώρησε στις 300.000 ευρώ, για να καταλήξει το 2011 στις 200.000 ευρώ αντικειμενική αξία.
Ο ΦΑΠ ήταν ο απόγονος του Ειδικού Τέλους Ακινήτων (ΕΤΑΚ) που θέσπισε η κυβέρνηση Καραμανλή το 2008 και με τη σειρά του είχε αντικαταστήσει τον Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ) που είχε τεθεί σε εφαρμογή το 1997, επί πρωθυπουργίας Κώστα Σημίτη. Ο ΦΜΑΠ προέκυπτε μέσα από κλίμακες, ανάλογα την αντικειμενική αξία του ακινήτου. Ο συγκεκριμένος φόρος, όπως καταδεικνύει η ονομασία του, δεν επιβάρυνε όλους τους φορολογουμένους, αλλά αυτούς των οποίων η ακίνητη περιουσία υπερέβαινε ένα όριο, το οποίο τη χαρακτήριζε ως «μεγάλη».
Ο ΕΝΦΙΑ «γεννήθηκε» στις 20 Δεκεμβρίου του 2013 στην ελληνική Βουλή (Ν. 4223/2013) και θεωρείται έργο του τότε υπουργού Οικονομικών και νυν διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Στουρνάρα, με τον σχεδιασμό του να γίνεται υπό την ευθύνη του καθηγητή -ειδικό σε φορολογικά ζητήματα- Νίκου Καραβίτη. Σύμφωνα με τον τέως «τσάρο» της ελληνικής οικονομίας ο ΕΝΦΙΑ σχεδιάστηκε με τέτοιο τρόπο, ώστε να «ελαφρύνει φορολογικά τις κατοικίες και τις επιχειρήσεις που επιβαρύνονταν μέχρι τώρα, και να φορολογήσει με λογικό και αναλογικό τρόπο τα κτίρια και την γη που δεν επιβαρύνονταν…»!
Στην πράξη, ο ΕΝΦΙΑ είναι ένας άδικος και παράλογος φόρος, που δεν έλαβε υπόψη του τα οικονομικά δεδομένα της χώρας μας και των ιδιοκτητών ακινήτων, καταστρατηγώντας την θεμελιώδη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25Σ).Για την ουσία του θέματος, όλες οι αναπτυγμένες χώρες της Δύσης έχουν ένα φόρο στα ακίνητα, απλώς ο φόρος στις χώρες αυτές είναι από μισός και κάτω σε σχέση με αυτό που ισχύει στην χρεοκοπημένη Ελλάδα.
Παρά τις υποσχέσεις κοινοβουλευτικών κομμάτων της αντιπολίτευσης ότι θα καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ, όταν γίνονταν κυβερνήσεις δεν τον «ακουμπούσαν». Όπως απέδειξε η ιστορία των δέκα χρόνων που πέρασαν ο ΕΝΦΙΑ είναι ακλόνητος και κλειδί για τη μονιμοποίηση του αποτελεί η εισπραξιμότητα του έως και σήμερα. Μπορεί για κάποιους να είναι μειωμένος και για άλλους «φουσκωμένος», ανάλογα με το μέγεθος και την αξία της ακίνητης περιουσίας που διαθέτει ο καθένας, όμως για τα κρατικά δημόσια ταμεία αποτελεί σίγουρο και αξιόπιστο έσοδο.
Εν ολίγοις, ουδέν μονιμότερον του προσωρινού. Ο ΕΝΦΙΑ μπορεί να άλλαξε στο πέρασμα των χρόνων όνομα, μορφή, τρόπο υπολογισμού και καταβολής, όμως ο φόρος που πολλοί «εμίσησαν», τα έσοδα του όμως κανείς και ο οποίος -υποτίθεται- ήρθε ως προσωρινός, συνεχίζει «να ζει και να βασιλεύει» μέχρι σήμερα.
Γέννημα θρέμμα των μνημονίων είναι ο άδικος και λαομίσητος ΕΝΦΙΑ (Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων).Ένα φορολογικό μέτρο που σχεδιάστηκε και εφαρμόστηκε υπό την ασφυκτική πίεση των ξένων δανειστών, με προχειρότητα και χωρίς την απαραίτητη ανάλυση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων που θα προκαλούσε.
Η αλήθεια είναι ότι ο ΕΝΦΙΑ ήρθε το 2013 να αντικαταστήσει έναν ακόμη άδικο φόρο -και αποτελεί αναμφίβολα φυσική εξέλιξη του-, το Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Επιφανειών (ΕΕΤΗΔΕ) που έγινε πιο γνωστό ως «χαράτσι της ΔΕΗ», καθώς εισπράττονταν μαζί με το λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος και επιβάρυνε τις δομημένες επιφάνειες χωρίς φορολογικό όριο.
Ο φόρος θεσπίστηκε εν όψει του δεύτερου μνημονίου το 2011 από τον τότε υπουργό οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο. Το «έκτακτο» τέλος το οποίο το 2013 μετονομάστηκε σε Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ακινήτων (ΕΕΤΑ) επιβάρυνε κάθε ακίνητο που είχε ενεργό λογαριασμό της ΔΕΗ με ένα φόρο που αντιστοιχούσε μεσοσταθμικά με 4 ευρώ για κάθε τετραγωνικό μέτρο κατοικίας. Η επιβολή του φόρου προκάλεσε έντονες επικρίσεις και εντάσεις, καθώς έπληξε για πρώτη φορά την ιδιοκτησία ακινήτου στο σύνολο της, πάνω στην οποία οι σύγχρονοι Έλληνες έκτισαν το 95% της καθαρής περιουσίας τους.
Ένας φόρος, που οι ξένοι δανειστές θεωρούσαν αδιανόητη την μη ύπαρξη του, παρότι η ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα κουβαλούσε ήδη 20 βασικούς και δευτερεύοντες φόρους. Ωστόσο τον επέβαλαν «δια πυρός και σιδήρου» και πλέον στην Ελλάδα φορολογείται όχι μόνο η εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας, αλλά και η απλή κατοχή της. Γεγονός, που δεν φούσκωσε απλά τις υποχρεώσεις και τα χρέη ιδιοκτητών και νοικοκυριών, αλλά αποτέλεσε καίριο πλήγμα στην αγορά ακινήτων. Ήταν ένας φόρος ακινήτων που ήρθε για να μείνει. Από μια προσωρινή εισπρακτική δυνατότητα κατά τον Ευ. Βενιζέλο, διετίας το πολύ, πήρε χαρακτηριστικά μονιμότητας.
Το ΕΕΤΗΔΕ είχε έρθει για να αντικαταστήσει τον Φόρο Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ) ο οποίος θεσπίστηκε το 2009 και αρχικά είχε όριο τα 400.000 ευρώ αντικειμενική αξία και πάνω. Στη συνέχεια το 2010 το όριο επιβολής ΦΑΠ υποχώρησε στις 300.000 ευρώ, για να καταλήξει το 2011 στις 200.000 ευρώ αντικειμενική αξία.
Ο ΦΑΠ ήταν ο απόγονος του Ειδικού Τέλους Ακινήτων (ΕΤΑΚ) που θέσπισε η κυβέρνηση Καραμανλή το 2008 και με τη σειρά του είχε αντικαταστήσει τον Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ) που είχε τεθεί σε εφαρμογή το 1997, επί πρωθυπουργίας Κώστα Σημίτη. Ο ΦΜΑΠ προέκυπτε μέσα από κλίμακες, ανάλογα την αντικειμενική αξία του ακινήτου. Ο συγκεκριμένος φόρος, όπως καταδεικνύει η ονομασία του, δεν επιβάρυνε όλους τους φορολογουμένους, αλλά αυτούς των οποίων η ακίνητη περιουσία υπερέβαινε ένα όριο, το οποίο τη χαρακτήριζε ως «μεγάλη».
Ο ΕΝΦΙΑ «γεννήθηκε» στις 20 Δεκεμβρίου του 2013 στην ελληνική Βουλή (Ν. 4223/2013) και θεωρείται έργο του τότε υπουργού Οικονομικών και νυν διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Στουρνάρα, με τον σχεδιασμό του να γίνεται υπό την ευθύνη του καθηγητή -ειδικό σε φορολογικά ζητήματα- Νίκου Καραβίτη. Σύμφωνα με τον τέως «τσάρο» της ελληνικής οικονομίας ο ΕΝΦΙΑ σχεδιάστηκε με τέτοιο τρόπο, ώστε να «ελαφρύνει φορολογικά τις κατοικίες και τις επιχειρήσεις που επιβαρύνονταν μέχρι τώρα, και να φορολογήσει με λογικό και αναλογικό τρόπο τα κτίρια και την γη που δεν επιβαρύνονταν…»!
Στην πράξη, ο ΕΝΦΙΑ είναι ένας άδικος και παράλογος φόρος, που δεν έλαβε υπόψη του τα οικονομικά δεδομένα της χώρας μας και των ιδιοκτητών ακινήτων, καταστρατηγώντας την θεμελιώδη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25Σ).Για την ουσία του θέματος, όλες οι αναπτυγμένες χώρες της Δύσης έχουν ένα φόρο στα ακίνητα, απλώς ο φόρος στις χώρες αυτές είναι από μισός και κάτω σε σχέση με αυτό που ισχύει στην χρεοκοπημένη Ελλάδα.
Παρά τις υποσχέσεις κοινοβουλευτικών κομμάτων της αντιπολίτευσης ότι θα καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ, όταν γίνονταν κυβερνήσεις δεν τον «ακουμπούσαν». Όπως απέδειξε η ιστορία των δέκα χρόνων που πέρασαν ο ΕΝΦΙΑ είναι ακλόνητος και κλειδί για τη μονιμοποίηση του αποτελεί η εισπραξιμότητα του έως και σήμερα. Μπορεί για κάποιους να είναι μειωμένος και για άλλους «φουσκωμένος», ανάλογα με το μέγεθος και την αξία της ακίνητης περιουσίας που διαθέτει ο καθένας, όμως για τα κρατικά δημόσια ταμεία αποτελεί σίγουρο και αξιόπιστο έσοδο.
Εν ολίγοις, ουδέν μονιμότερον του προσωρινού. Ο ΕΝΦΙΑ μπορεί να άλλαξε στο πέρασμα των χρόνων όνομα, μορφή, τρόπο υπολογισμού και καταβολής, όμως ο φόρος που πολλοί «εμίσησαν», τα έσοδα του όμως κανείς και ο οποίος -υποτίθεται- ήρθε ως προσωρινός, συνεχίζει «να ζει και να βασιλεύει» μέχρι σήμερα.