Yannick Harrel. Réseau International. 20-10-21
[Καυτής πράγματι επικαιρότητας και διεθνούς χρησιμότητας το κατωτέρω άρθρο, προσφέρει και στον΄Ελληνα αναγνώστη ισχυρό φακό ποδηγέτησης της γνώσης, της κατανόησης και του λογικού ελέγχου της κατάστασης σκοτεινού και συνεχώς πιεστικότερου εφιάλτη επώδυνων εμπειριών, επικρεμάμενων απειλών και καταιγιστικής αντιφατικής ρητορικής, που συμπτωματικά ή μεθοδευμένα συγκλίνουν στην νευρική και πνευματική του παράλυση. Χρήσιμες και οι υποδείξεις αντίστασης, μολονότι τις προλαμβάνει το πρωτάκουστο και εν Νέα δημοκρατία νομοσχέδιο φίμωσης του αντιλόγου στο εξουσιαστικό αφήγημα.]
Η εποχή της δεκαετίας του 1950 και του 1960 στις επιστήμες ανθρώπινης συμπεριφοράς είναι συναρπαστική, καθώς τα αποτελέσματα των ερευνών τους δοκιμάζονται πλέον στις κοινωνίες μας: Έτσι τόσο τα πειράματα του Asch όσο και εκείνα του Bateson ή του Milgram είναι απαραίτητα για να καταλάβουμε πώς οι σημερινές κοινωνίες μπορεί να αντιδρούν ή αναγκάζονται να αντιδρούν σε συγκεκριμένα ερεθίσματα. Μια επιστημονική εισφορά με την οποία πολλοί ηγέτες έσπευσαν να πειραματιστούν σε μεγάλη κλίμακα εντός των φιλελεύθερων δημοκρατιών, σε σημείο να τις διαστρεβλώσουν εκ των έσω, και προπάντων σε περιόδους κρίσεως.
Είχαν βέβαια προϋπάρξει αυτών των μελετών έρευνες, αναλύσεις και πρακτικές για την χειραγώγηση της λαϊκής βούλησης
Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα τα βιβλία «Η ψυχολογία του πλήθους», του Gustave Le Bon (1841-1931), «Ο βιασμός των πληθυσμών με πολιτική προπαγάνδα» του Serge Tchakhotine (1883-1973), ή της Επιτροπής Creel με τον πιο επιφανή ειδικό της, Edward Bernay (1891-1995), ανιψιό και επιμελή αναγνώστη των έργων του Sigmund Freud. ( Δείτε με προσοχή το ντοκιμαντέρ «Προπαγάνδα: η βιομηχανία της συγκατάθεσης» που παρουσίασε το τηλεοπτικό δίκτυο ARTE).
Ωστόσο, οι τρεις προαναφερθέντες ερευνητές εργάστηκαν σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο: αυτό της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Το κύριο εμπόδιο σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία είναι ακριβώς η απόσπαση της συναίνεσης, όχι απαραίτητα δεδηλωμένης, αλλά έστω και σιωπηρής. Και ακριβώς σε αυτό το κεντρικό σημείο επιδόθηκαν αυτοί οι τρεις δεξιοτέχνες της σύγχρονης συναίνεσης.
Οι Τρεις Δάσκαλοι της Σύγχρονης Συναίνεσης
Είναι σκόπιμο να θυμηθούμε, έστω και εν συντομία, που επικεντρώνονται οι εργασίες αυτής της τριάδας στην μελέτη της κοινωνικής συμπεριφοράς.
Ο Solomon Asch (1907-1996) εργάστηκε για την συμμόρφωση των ατόμων με τον επηρεασμό διαφόρων ψυχολογικών παραμέτρων, έτσι ώστε ο αρχικά αντιδρών να μεταστραφεί σταδιακά σε υποστηρικτή.
Ο Gregory Bateson (1904-1980) ανέλυσε το φαινόμενο των παράδοξων εντολών, που ονομάζονται επίσης αντιφατικές ή διπλές εντολές, που βυθίζουν το υποκείμενο σε μια κατάσταση αδυναμίας επίτευξης των καθορισμένων στόχων του, καθιστώντας το έτσι πιο εύχρηστο και υποχείριο.
Ο Stanley Milgram (1933-1984) είναι ο πιο γνωστός στο κοινό, καθώς η εμπειρία του είχε ευρύ αντίκτυπο με την ανακάλυψη μιας σχέσης μεταξύ της αποδέσμευσης από ενδοιασμούς ατόμων που υπακούουν σε εντολές , αντίθετες μεν με την ηθική και τις προσωπικές τους αξίες, αλλά καλυπτόμενες από την επίσημη εξουσία.
Ωστόσο, σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία, που θεωρητικά καθοδηγείται από το σεβασμό των θεμελιωδών ελευθεριών, τον σεβασμό των άλλων, την ειρηνική και δίκαιη μεταβίβαση της εξουσίας, αυτές οι έρευνες και οι διαπιστώσεις τους έχουν ανεκτίμητη αξία. Και τούτο διότι δεν είναι δυνατόν οι κρατούντες να προχωρήσουν με τον ίδιο τρόπο όπως υπό ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που απαιτεί πρωτίστως υπακοή. Η θεωρητικά ελεύθερη και φωτισμένη συναίνεση πρέπει να επιτευχθεί μέσω μιας έντεχνης πλάγιας διαδικασίας .
Η πληροφορική σε επικουρία.
Η μεγάλη καινοτομία στην εφαρμογή αυτών των μελετών στη σύγχρονη εποχή μας έγκειται στη μαζική χρήση μεταδεδομένων σε συνδυασμό με την μεγάλης κλίμακας αυτοματοποιημένη επεξεργασία για την απόκτηση μετρήσεων των διαθέσεων της κοινής γνώμης και των προβλέψεων σχετικά με την πιθανή εξέλιξή της (καθώς και στη μαζική επιτήρηση, αλλά αυτό το θέμα, πρέπει να αντιμετωπιστεί ξεχωριστά).
Δύο συμπληρωματικά στοιχεία συνέβαλαν στην ενίσχυση των τεχνικών παρασκευής συναίνεσης:
- Ο εκδημοκρατισμός του Διαδικτύου στη δεκαετία του 1990,
- Η εμφάνιση των κοινωνικών δικτύων στη δεκαετία του 2000.
Έτσι, η συσσώρευση μεταδεδομένων κατέστη δυνατή για να χαρτογραφηθεί γρήγορα ο πληθυσμός ανάλογα με την ηλικία, την επαγγελματική του κατάσταση, την οικογενειακή κατάσταση, τα χόμπι, τις φιλίες, τους επιχειρηματικούς εταίρους και ακόμη και τα άλλοτε απόρρητα δεδομένα, όπως η θρησκεία, η πολιτική τοποθέτηση, η γεωγραφική θέση, η εθνοτική καταγωγή και ακόμη και η ιατρική κατάσταση.
Εξοπλισμένος
με αυτά τα δεδομένα, που διαμορφώνουν με τη σειρά τους ένα ενημερωτικό
σύνολο, ο ενδιαφερόμενος είναι σε θέση να διαμορφώσει έναν πολιτικό
λόγο προορισμένο να ευχαριστήσει διαφορετικές κατηγορίες πολιτών και
να στοχεύσει τουλάχιστον τη σχετική πλειοψηφία, η οποία θα του είναι πλέον επαρκής για να κυβερνήσει σε δημοκρατικά καθεστώτα.
Μακράν του να καταστήσει αυτές τις
μελέτες παρωχημένες, η δικτυωμένη πληροφορική τους παρέχει μια
πολλαπλάσια ικανότητα ελέγχου ακόμη λεπτότερου από ό, τι σε ένα
καθεστώς που μετέρχεται αυταρχικές και βάναυσες μεθόδους. Αυτό
διευκολύνεται επιπλέον από την εθελοντική παραχώρηση από τα
ενδιαφερόμενα μέρη οποιωνδήποτε δεδομένων ιδιωτικού χαρακτήρα σε
αντάλλαγμα της δικτύωσης: Ο φόβος της κοινωνικής αποσύνδεσης από ένα
ολόκληρο μέρος του πληθυσμού ενισχύει αυτή την συγκομιδή δεδομένων.
Συστημική κρίση και συναίνεση
Η εμφάνιση μιας μεγάλης κρίσης μπορεί στην αρχή να αναστατώσει τα αρχικά σχέδια ενός ηγέτη, αλλά να τα επιταχύνει στην συνέχεια εάν αυτός ξέρει πώς να την εκμεταλλευτεί, αξιοποιώντας το αξίωμά του (εξουσία), την πνευματική σύγχυση των πολιτών(φόβος) και το πλειοψηφικό γεγονός (προοδευτική συναίνεση).
Στην περίπτωση μιας πανδημίας, για παράδειγμα, ο πληθυσμός μπορεί να τροφοδοτείται με πληροφορίες την μια ανησυχητικές και την άλλη καθησυχαστικές , με πληθωρικές και ανεξέλεγκτες στατιστικές, με κυβερνητικές προειδοποιήσεις, όλα με συντονισμένες αναμεταδόσεις μέσων ενημέρωσης, μέσω των οποίων παρελαύνουν εμπειρογνώμονες εξασφαλισμένης ομοφωνίας. Στόχος είναι να διατηρηθεί ο πληθυσμός υπό έλεγχο, με επιτακτική επιδίωξη της μέγιστης αποτελεσματικότητας, η οποία μπορεί να επιτευχθεί με την εθελοντική ενίσχυση της επιχείρησης από μέρος του πληθυσμού πού έχει συμμορφωθεί με τα μέτρα που έχουν επιβληθεί.
Αυτό είναι το αποκορύφωμα οποιουδήποτε συστήματος ψυχολογικού ελέγχου: Όταν η πλειοψηφία του πληθυσμού πιέζει τους διαφωνούντες να συμμορφωθούν με το πρότυπο που παρουσιάζεται ως αυτό που θα αποκαταστήσει την «Ασφάλεια»,(υγεία σε αυτή την περίπτωση, αλλά που μπορεί κάλλιστα να είναι ασφάλεια περιβαλλοντική, οικονομική, χρηματοοικονομική, οδική κ.λπ.). Η κυβερνώσα εξουσία θα πρέπει, σε τελική φάση, να είναι σε θέση να αποφορτίσει εν μέρει τον έλεγχό της επί των πνευμάτων, αναθέτοντας τον στο πιο ένθερμο μέρος του πληθυσμού με τη σιωπηλή έγκριση της πλειοψηφίας.
Η ορολογία είναι από αυτή την άποψη κρίσιμης σημασίας: Ο όρος «απειλή» προτιμάται από αυτόν του κινδύνου, διότι δικαιολογεί, χάρις στην ασαφή χρονική και υλική του σημασία, τη διαιώνιση των μέτρων στο χρόνο και το χώρο, μέχρι την ενσωμάτωση των εν λόγω μέτρων στο κοινό δίκαιο.
Εάν η επιχείρηση νοητικής χαλιναγώγησης διεξαχθεί επιδέξια, αποκτάτε ένα λαό-ζόμπι και ελευθερίες της ίδιας ποιότητας. Ας θυμηθούμε ότι η διαδικασία στα πνεύματα των ανθρώπων είναι τόσο ευκολότερη όσο σε μια δημοκρατία η πλειοψηφία του πληθυσμού έχει εγκολπωθεί την αρχή ότι απολαμβάνει το καλύτερο των καθεστώτων και την αγαθοποιό φροντίδα του ηγέτη. Αυτές οι εντυπώσεις διευκολύνουν την επικράτηση αυτού που ο Αλέξης de Tocqueville φοβόταν περισσότερο: Την επικράτηση του Δημοκρατικού Δεσποτισμού, που εξασφαλίζει αυτή η τεράστια και δεσποτική εξουσία.
Πολλοί αναγνώστες και σχολιαστές θα είναι έτοιμοι να προσθέσουν τις δικές τους απόψεις. Ωστόσο, οι θεμελιώδεις θέσεις αυτής της παρουσίασης ισχύουν : Ο έλεγχος του πλήθους απαιτεί αυτήν την υποχρεωτική διαδικασία μέσω του συναισθηματικού αγωγού και όχι της λογικής . Η οδός της λογικής είναι εντελώς απρόσφορη για την επιθυμητή ποδηγέτηση ενός πληθυσμού, πόσο μάλλον για την μεταστροφή της αντίθεσης αντιπάλων.
Αδυναμίες ελέγχου και αντίμετρα
Ο έλεγχος του πληθυσμού απαιτεί μιαν ορισμένη επιδεξιότητα, μια μόνιμη ισορροπία μεταξύ καρότου και ραβδιού ,σε απλή διατύπωση. Ωστόσο, όσο περνάει ο καιρός, τόσο πιο περίπλοκη και δαπανηρή γίνεται η ισορροπία, ειδικά με την αλλαγή γενεών. Ο πληθωρισμός του ελέγχου παράγει ένα διάστροφο αποτέλεσμα που αυξάνει τον κίνδυνο δυσλειτουργίας και τους απαιτούμενους πόρους .
Και άλλα εσωτερικά στοιχεία μπορούν να καταστήσουν την επιχείρηση πιο επισφαλή: Η συμπεριφορά του ηγέτη ή του κυβερνώντος κύκλου (π.χ. ο πειρασμός της αλαζονείας , ο πειρασμός της υπερβολής) ή η απροσδόκητη αντικατάσταση του ηγέτη (παράδειγμα: σε περίπτωση κεραυνοβόλου ασθένειας ).
Τα εξωτερικά στοιχεία μπορούν επίσης να συμβάλουν σε αυτό: Πίεση ξένου κράτους (π.χ. με τη δημιουργία ενός ανταγωνιστικού κινήματος γνώμης ή την μεταστροφή ενός κλάσματος του πληθυσμού) ή μια καταστροφή που αμφισβητεί ριζικά το αφήγημα της εξουσίας (π.χ. η καταστροφή του Τσερνομπίλ στη Σοβιετική Ένωση).
Ο άλλος περιορισμός είναι αυτός της χρήσης αλγορίθμων (δημοσκοπήσεις). Ενώ αυτοί μπορούν να παρέχουν μια πολύ χρήσιμη χαρτογράφηση της κατάστασης της κοινής γνώμης, οι προβλέψεις που προκύπτουν από αυτούς υπόκεινται σε όλο και πιο σημαντικές διακυμάνσεις καθώς στοχεύουν σε ένα πιο τεταμένο χρονοδιάγραμμα. Σε πιο απλή διατύπωση: Υπάρχει διάβρωση της αξιοπιστίας οποιασδήποτε αλγοριθμικής πρόβλεψης με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, οι ηγέτες τείνουν γρήγορα να υποβάλλονται σε εθισμό σε αλγορίθμους. Από χρήστες, γίνονται σκλάβοι τους, απασχολούμενοι με αυτούς όλο και πιο τακτικά και εντατικά, για να εξετάσουν τις επιπτώσεις των μέτρων και των αποφάσεων που πρέπει να επιβληθούν για να επιτύχουν την υποταγή του πληθυσμού. Αυτός ο εθισμός είναι μια αδυναμία εγγενής στην τεχνοφιλία των σημερινών ηγετών.
Αντίμετρα υπάρχουν, αλλά απαιτούν σταθερότητα και αποφασιστικότητα για την εφαρμογή τους. Το πρώτο από αυτά, και το πιο οικονομικό, είναι το ΟΧΙ. Το επίρρημα, που σημαίνει άρνηση, είναι πράγματι ιδιαίτερα αποτελεσματικό, εφόσον ο τόνος έχει ρυθμιστεί επαρκώς. Το επόμενο είδος δημοκρατικού διπόδου είναι πράγματι ρυθμισμένο να λέει Ναι σε όλα. Ωστόσο, το να του σηματοδοτήσεις την αντίθεσή σου κατά πρόσωπο και σταθερά προκαλεί ένα συναισθηματικό σοκ -ας θυμηθούμε ότι η λογική δεν είναι αποτελεσματική για τους ανθρώπους που είναι ήδη ρυθμισμένοι, παραμένει όμως αποτελεσματική σε ανθρώπους διστακτικούς ή περίεργους. Με το να λες όχι διαβρώνεις την εμπιστοσύνη κάποιου πως είναι στο πλευρό μιας δίκαιης και καλοπροαίρετης εξουσίας.
Το δεύτερο αντίμετρο είναι πιο δραστικό, συνίσταται στη πλαγιοδρόμιση . Η ιδέα είναι να το χειριστείς λιγότερο μετωπικά και να προκαλέσεις την δυσλειτουργία της συγκατάθεσης. Αυτό συνήθως περιλαμβάνει μια μεθοδολογία που μπορεί να βρεθεί σε διαχειριστικές τεχνικές και που έχει τις ρίζες της στην αριστοτελική σκέψη, η οποία μπορεί να προσδιοριστεί ως το ερωτηματολόγιο (Ποιος, Πότε, Τι, Πού, Γιατί, Πώς, Πώς, Πώς). Το βρίσκουμε επίσης με το όνομα της ανάλυσης των βαθύτερων αιτίων (ACR στα γαλλικά, RCA στα αγγλικά). Νεύετε καταφατικά με τα λόγια του ατόμου, αλλά απαντάτε με μια ερώτηση. Ο στόχος είναι να το ωθήσουμε στα όρια και να αποσυνδέσουμε τον νοητικό προγραμματισμό του.
Το τρίτο, και όχι εξαντλητικό, αντίμετρο περιλαμβάνει την εφαρμογή σωκρατικής ειρωνείας. Χρησιμοποιούμενη επιδέξια, λειτουργεί ως διαλύτης, καθώς διακωμωδεί τα επιβαλλόμενα μέτρα και επιχειρήματα, κάνοντας παράλληλα το ακροατήριο να διασκεδάζει μαζί τους. Καμία εξουσία δεν εκτιμά την κοροϊδία που αποτελεί ένδειξη πρόκλησης, και στην περίπτωση της κοινωνικής χαλιναγώγησης, τον κίνδυνο απώλειας ελέγχου. Ξεχωρίζοντας από τη σχολαστική διαδικασία, η αρχή είναι να γελοιοποιούμε τα μέτρα που λαμβάνονται. Ο λακωνισμός συνδυάζεται τέλεια με αυτή τη μέθοδο για να καταφέρει ένα σύντομο αλλά αιχμηρό πλήγμα στη βεβαιότητα των άλλων.
Η φωτισμένη πρωτοπορία
Γεγονός παραμένει ότι το καλύτερο προπύργιο κατά των προσπαθειών ψυχοκοινωνικής χαλιναγώγησης είναι ο πολιτισμός: Η καλλιέργεια του εαυτού μας, που παραμένει το καλύτερο αντίδοτο σε αυτό το είδος ελέγχου. ( Γι’ αυτό, ποτέ μην συγχέετε το δίπλωμα και τον πολιτισμό, όπως το δίπλωμα και τη νοημοσύνη).
Ωστόσο, πέρα από αυτό το θέμα, είναι επιτακτική ανάγκη να καθοριστεί ποια κοινωνία επιθυμούν οι ίδιοι οι πολίτες/υπήκοοι. Το ξέρουν οι ίδιοι; Και το χειρότερο: Είναι ακόμα σε θέση να το εκφράσουν ξεκάθαρα; Καθώς το επαναλαμβανόμενο πρόβλημα των πολιτικών καθεστώτων έγκειται περισσότερο στους ανθρώπους παρά στις δομές ( και η καλύτερη οργάνωση θα καταλήξει πάντοτε να διαφθαρεί από άτομα με κακές προθέσεις, ενώ οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι θα καταλήγουν πάντα να βελτιώνουν ακόμη και μια διεφθαρμένη οργάνωση).
Είναι σκόπιμο από αυτή την άποψη να ξαναδιαβάσουμε το “Τέλος της Ιστορίας και του Τελευταίου Ανθρώπου” του Francis Fukuyama (1952) και μάλιστα ως την τελευταία γραμμή, (και τονίζω αυτή την πρόταση), για να διαπιστώσουμε ότι είναι στην πραγματικότητα οι ανελεύθερες δυνάμεις που έχουν καταλάβει τα κέντρα εξουσίας.
Δεν είναι καιρός, λοιπόν, για τη φωτισμένη εμπροσθοφυλακή να τεθεί σε τάξη μάχης;
πηγή: https://www.contrepoints.org